ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Κυριακή 28 Απριλίου 2019

Το «κάστρο» του Υμηττού


Η μάχη, 28/4/1944, στο «Κάστρο του Υμηττού»: Μια από τις πιο λαμπρές σελίδες του αγώνα του λαού της Αθήνας κατά των κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους. Τρεις νεολαίοι ΕΛΑΣίτες της Αθήνας, ο διμοιρίτης Δημήτρης Αυγέρης και οι μαχητές Κώστας Φολτόπουλος και Θάνος Κιοκμενίδης, αντιμετώπισαν 7 ολόκληρες ώρες, με τα ατομικά τους όπλα, σ' ένα σπιτάκι του Υμηττού, 200 χιτλερικούς και ταγματασφαλίτες και αφού τους προξένησαν μεγάλες απώλειες έπεσαν και οι τρεις στο πεδίο της τιμής.
Σύμβολο του απελευθερωτικού αγώνα

«Κι όταν στο γέρμα του ήλιου οι αντρειωμένοι σίγησαν πια κι αυτοί, χωρίς πνοή,/ προχώρησαν αργά, δειλά, σκιαγμένοι, οι πολιορκητές μες στη σιγή./ Σωρό τα πτώματα έλεγαν θα βρούνε, και βρήκαν μόνο τρία νεκρά παιδιά. / Κατάπληκτοι τα βλέπουν κι απορούνε πούθε έβγαινε μια τέτοια λεβεντιά...»

Μ' αυτούς τους στίχους, η ποιήτρια της Αντίστασης Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη προσπάθησε, δέκα μέρες μετά τη θυσία τους, να αποτυπώσει τη νίκη των τριών νεολαίων της ΕΠΟΝ, που, τον Απρίλη του '44, μετέτρεψαν ένα χαμόσπιτο του Υμηττού στο «Κάστρο» - σύμβολο του αγώνα ενάντια στους φασίστες κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους.
Το πρωινό της 28ης του Απρίλη του 1944, τρεις νεολαίοι ΕΠΟΝίτες ξυπνούσαν ανυποψίαστοι, χωρίς να γνωρίζουν ότι η ιστορία του λαϊκού κινήματος είχε κρατήσει γι' αυτούς μια ξεχωριστή σελίδα. Μια ηρωική στιγμή, που διδάσκει αιώνια στην ανθρωπότητα τι σημαίνει αγώνας των λαών για την ελευθερία.


Δημήτρης Αυγέρης, Θάνος Κιοκμενίδης, Κώστας Φολτόπουλος.

Οι τρεις αυτοί ΕΠΟΝίτες τίμησαν με τον άθλο τους τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ), απ' τις γραμμές του οποίου πολεμούσαν ήδη, παρά τη μικρή τους ηλικία, για την απελευθέρωση της χώρας τους από τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές. Εκείνη τη μέρα, βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα ολόκληρο τάγμα από Γερμανούς και συνεργάτες τους, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν τον οπλισμό που οι τρεις Υμηττιώτες φρουρούσαν. Οι κατακτητές περίμεναν πως ήταν ζήτημα λίγων λεπτών να παραδοθούν όσοι βρίσκονταν μέσα στο σπίτι. Δεν είχαν λογαριάσει το ανάστημα των αντιπάλων τους. Για την ακρίβεια, δε γνώριζαν καν ποιοι και πόσοι ήταν. Υπολόγιζαν κάποιες δεκάδες, που αργά ή γρήγορα θα ...λύγιζαν μπροστά στο πάνοπλο τάγμα τους.


Πώς «χτίστηκε» ένα κάστρο μες στον Υμηττό

Την άνοιξη του 1944, τα μετερίζια του αγώνα ενάντια στους κατακτητές, αλλά και τους ντόπιους συνεργάτες τους είχαν εξαπλωθεί σ' όλην την Αθήνα. Σε κάθε περιοχή, οι άντρες του ΕΛΑΣ και οι οργανώσεις του ΕΑΜ προσπαθούσαν να προκαλέσουν απώλειες στον κατακτητή.

Μέσα στα εκατοντάδες περιστατικά που αποτέλεσαν έξοχα δείγματα ηρωισμού του ελληνικού λαού, ξεχωριστό ρόλο διαδραμάτισαν τα μέλη της ΕΠΟΝ. Παιδιά από 14 και 15 χρόνων, μέχρι 17 και 18, δεν υστερούσαν καθόλου από τους έμπειρους αντάρτες του ΕΛΑΣ, σε τόλμη και αυτοθυσία, στρατιωτική πειθαρχία και πίστη στα ιδανικά του αγώνα.

Το βράδυ της 27ης του 1944, οι Δημήτρης Αυγέρης, Θάνος Κιοκμενίδης και Κώστας Φολτόπουλος, γυρνώντας από νυχτερινή επιχείρηση, πήγαν στο σπίτι της οδού Αγραίων, μεταφέροντας εκεί οπλισμό των δυνάμεων του ΕΛΑΣ της περιοχής. Και οι τρεις συμμετείχαν στην Αντίσταση, στις Ανατολικές Συνοικίες της Αθήνας. Ο Δημήτρης Αυγέρης, 18 ετών, ήταν όχι μόνον πρωτοπόρο μέλος του ΕΑΜ Νέων και ιδρυτικό μέλος της ΕΠΟΝ Υμηττού, αλλά και διμοιρίτης του 2ου λόχου του ΕΛΑΣ στον Υμηττό. Οι ΕΠΟΝίτες Φολτόπουλος και Κιοκμενίδης, 17 χρόνων κι οι δύο, ήταν μαχητές στη διμοιρία Αυγέρη.

Οταν ξημέρωσε η 28η του μηνός, η γειτονιά γέμισε από Γερμανούς στρατιώτες και τσολιάδες. Κάποιος είχε ειδοποιήσει τις κατοχικές δυνάμεις και οι επικεφαλής τους δεν έχασαν καιρό. Αφού περικύκλωσαν όλο το οικοδομικό τετράγωνο, ένας αξιωματικός του τάγματος φώναξε στους τρεις ΕΠΟΝίτες να παραδοθούν, απειλώντας ότι, διαφορετικά, θα έβαζαν φωτιά στην αποθήκη. Κανείς δεν περίμενε αντίσταση. Αλλωστε, μέσα σε δυο δωμάτια, δεν μπορούσαν να χωρέσουν παρά ελάχιστοι.

Οι Γερμανοί ήταν βέβαιοι πως, όταν οι πολιορκημένοι έβλεπαν από τις χαραμάδες τις δυνάμεις που τους είχαν περικυκλώσει, θα παραδίνονταν αμέσως για να σώσουν τις ζωές τους. Αυτό τουλάχιστον τους υπαγόρευε η δική τους λογική. Μια λογική, που θεωρούσε αυτονόητη την υποχώρηση, μπροστά στην ωμή, τρομοκρατική επίδειξη βίας. Ομως, οι τρεις νεολαίοι είχαν διαφορετική γνώμη. Αυτή, που η πίστη στον αγώνα κάνει ανεξάντλητη την ανθρώπινη δύναμη, έτσι που να μην υπολογίζει τον εχθρό. Γιατί το δίκιο κανείς δεν μπορεί να το νικήσει. Αυτή η λογική τούς υπαγόρευε να φέρουν εις πέρας την αποστολή που τους είχαν εμπιστευθεί, με οποιοδήποτε κόστος.

Εδώ μίλησε η πίστη του λαϊκού αγώνα

Ετσι, λοιπόν, έγινε αυτό που κανείς δεν περίμενε. ΟΙ ΕΠΟΝίτες, όχι μόνο δεν παραδόθηκαν, αλλά ξεκίνησαν μια λυσσαλέα μάχη ενάντια στις γερμανικές δυνάμεις, μην αφήνοντας κανένα να προσεγγίσει ούτε την είσοδο του μικρού σπιτιού, κρατώντας τους επιδρομείς σε απόσταση 500 μέτρων. Η μάχη αυτή κράτησε μέχρι το απόγευμα, παρόλο που τα τρία αμούστακα Ελληνόπουλα συμμετείχαν σε άνισο αγώνα, πολεμώντας ενάντια σε 200 πάνοπλους Γερμανούς στρατιώτες και παρά το γεγονός ότι οι αντίπαλοι τούς σημάδευαν με δεκάδες πολυβόλα και όλμους, ακόμα και με αντιαρματικό κανόνι. Κι ενώ τα πολεμοφόδια των ΕΠΟΝιτών τελείωναν, οι Γερμανοί μπορούσαν να ανεφοδιάζονται συνεχώς, αφού πολύ κοντά βρισκόταν το καλυκοποιείο της Καισαριανής, που ήταν υπό τον έλεγχό τους.

Αξιοθαύμαστη, πραγματικά, ήταν η ψυχραιμία, η μαχητικότητα και η οργανωτικότητα που επέδειξαν οι νεολαίοι ΕΛΑΣίτες, τις δύσκολες εκείνες ώρες. Ο Φολτόπουλος χτυπούσε από το πατάρι, για να επιβλέπει την κατάσταση από το πάνω παράθυρο. Οι άλλοι δύο βρίσκονταν κάτω. Το αγωνιστικό πείσμα δεν άφησε το ηθικό τους να πτοηθεί, ακόμα κι όταν ο 17χρονος Κώστας έπεσε από ριπή ενός πολυβόλου. Εμοιαζε σα να τους είχε ορκίσει την ώρα που ξεψυχούσε, να αναπληρώσουν δέκα φορές το κενό που άφηνε.

Και τότε οι Γερμανοί έβαλαν φωτιά. Το σπίτι άρχισε να τυλίγεται στις φλόγες, όμως οι μαχητές έμειναν στοχοπροσηλωμένοι στην αποστολή τους: Ο οπλισμός του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να πέσει στα χέρια του εχθρού. Ετσι, ο ένας καταστρέφει τον οπλισμό κι ο άλλος μένει μόνος να αντιπαλεύει τους φασίστες. Ο Κιοκμενίδης σκοτώνεται. Ο Αυγέρης μένει μόνος, και υπερασπίζεται το σπίτι ανυποχώρητα, για ώρες. Χρειάστηκε να ρίξουν καπνογόνα οι Γερμανοί για να τον αναγκάσουν να βγει, και βγαίνοντας να βροντοφωνάξει, αφού πέταξε μακριά το προσωπικό του όπλο για να μην το πάρει ο εχθρός, την αλήθεια: «Σας νικήσαμε, τέρατα!» Λίγο νερό ζήτησε από τους δολοφόνους του όταν τον πλησίασαν, κι εκείνοι αποκάλυψαν όλη τη φρικαλεότητα που τους διέκρινε, αποτελειώνοντάς τον.

Εισβάλλοντας στη μικρή αποθήκη για να μαζέψουν τα πτώματα των «ηττημένων ανταρτών», οι Γερμανοί περίμεναν να βρουν δεκάδες άνδρες, μα είδαν μονάχα άλλα δύο νεκρά σώματα παιδιών... Κι έφυγαν «νικημένοι, για πάντα ντροπιασμένοι», όπως έγραψε η «Νέα Γενιά», ένα χρόνο αργότερα. Φάνηκε, τελικά, ότι τα κάστρα δεν τα κάνουν οι πέτρες. Τα κάνουν τα παλικάρια που τα στολίζουν με τη λεβεντιά τους...

Την ίδια μέρα, η διοίκηση του Α` Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ σημείωνε στην ημερήσια διαταγή της: «...Ούτω ο διμοιρίτης Δημήτριος Αυγέρης και οι μαχητές Φολτόπουλος Κωνσταντίνος και Κιοκμενίδης Αθανάσιος, την 28.04.1944, εκεί, εις τον οικίσκον του Υμηττού, έστησαν λαμπρόν ηρώον δόξης... Το ολοκαύτωμα των υπέροχων αυτών μαχητών του ΕΛΑΣ των Αθηνών, πυρσός πατριωτισμού, πυρπολεί τας ψυχάς μας τας ημέρας αυτάς... Αιωνία η μνήμη των τριών ανδρείων...».

Ενα χρόνο μετά, στις 5 Μάη 1945, η εφημερίδα της ΕΠΟΝ, «Νέα Γενιά», παρουσίασε το ιστορικό γεγονός μέσα από τις σελίδες με τίτλο: «Ετσι πολεμήσαμε για τη λευτεριά». Σήμερα παρουσιάζουμε ανάτυπη τη σελίδα με το ρεπορτάζ της «Νέας Γενιάς».

Μνημείο της ιστορίας του λαού μας

Ιστορικό μνημείο λαϊκού ηρωισμού αποτελεί το επίτευγμα των νεολαίων αγωνιστών, το «Κάστρο» που όρθωσαν μέσα σε μια μέρα με το θάνατό τους. Για να θυμίζει και να φρονηματίζει το λαό μας, που αγωνίζεται ενάντια στον ιμπεριαλισμό, το ανάστημα που ύψωσε εκατοντάδες χιλιάδες φορές μες στην ιστορία του, για να υπερασπιστεί το δικαίωμά του στην ελευθερία, το δικαίωμά του να ορίζει μονάχος το δικό του τόπο. «Διαβάτη που περνάς από το σπίτι των τριών του Υμηττού, γονάτισε, σφίξε τη γροθιά σου, κι ορκίσου εκδίκηση», έγραψε κλεφτά, την επόμενη νύχτα, ένας σύντροφος των τριών παιδιών, συμπυκνώνοντας τη λαϊκή παρακαταθήκη που άφησαν πίσω τους οι τρεις Υμηττιώτες, που εμπλουτίζει την εμπειρία του λαϊκού κινήματος, μέχρι την τελική νίκη για τη λαϊκή εξουσία.

Πηγές:
1. «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε (1941-1945). Γεγονότα - αναμνήσεις - σκέψεις», Θανάση Χατζή, εκδόσεις «Παπαζήση», Αθήνα 1978 2. «Ιστορία της Αντίστασης (1941-1945)», τόμος Γ`, εκδόσεις «Αυλός», Αθήνα 1979 3. «Νέα Γενιά», 5 Μάη 1945, αρ. φύλλου 49. 4. «Επεσαν για τη ζωή», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος 4α, Αθήνα 2001

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου