ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Τετάρτη 8 Μαΐου 2019

Ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει το δίλημμα

  • Ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει το δίλημμα ότι με τη δική του πολιτική, οι αναδιαρθρώσεις στην οικονομία προχωρούν με «διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος», σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ, «που θα σαρώσει τα πάντα». Φέρνει μάλιστα παραδείγματα, όπως την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, των λιμανιών, του νερού, το Ασφαλιστικό, τις εργασιακές σχέσεις και άλλα. Το ΚΚΕ δεν βλέπει διαφορές σ' αυτά τα κεντρικά ζητήματα ανάμεσα στα δύο κόμματα;
Τα μόνα συμφέροντα που διασφαλίζουν οι αναδιαρθρώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως προηγουμένως των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, είναι αυτά του κεφαλαίου και των επιχειρηματικών ομίλων. Αυτά βρίσκονται στην «καρδιά» των μεταρρυθμίσεων που έκαναν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, δίνοντας τη σκυτάλη στη σημερινή του ΣΥΡΙΖΑ.

Ολοι τους στηρίζουν και υλοποιούν τη στρατηγική της ΕΕ για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, για άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας στους επιχειρηματικούς ομίλους, μέσα από ιδιωτικοποιήσεις, διάφορα σχήματα «συμπράξεων» μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, και βέβαια ενισχύσεις, φοροαπαλλαγές και άλλα προνόμια. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, οι όποιες επιμέρους διαφορές στον τρόπο υλοποίησης στρατηγικών επιλογών της αστικής τάξης σε τίποτα δεν αλλάζουν την ουσία και τις βαριές συνέπειες για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα.
 
Ας δούμε ορισμένα παραδείγματα:
  • ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ τσακώνονται για το πώς θα προχωρήσει παραπέρα η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, αλλά και οι δύο συμφωνούν με τη στρατηγική της ΕΕ για την «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας, που σημαίνει κέρδη για τα μονοπώλια, αλλά πανάκριβο ρεύμα και ένταση της ενεργειακής φτώχειας για το λαό, ανατροπή εργασιακών σχέσεων στον κλάδο, αλλά και μεγάλους κινδύνους από τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστικών κέντρων και των μονοπωλιακών ομίλων. Στο ίδιο «τέρμα» από διαφορετικούς δρόμους οδηγούν το σχέδιο της «μικρής ΔΕΗ» που επιχείρησε να υλοποιήσει η ΝΔ και η «παραλλαγή» της πώλησης ατμοηλεκτρικών μονάδων, που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
  • Στα λιμάνια και στα αεροδρόμια η παραχώρηση των πιο κερδοφόρων τομέων σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους για πολλές δεκαετίες παρουσιάζεται ως διαφορετική τάχα «συνταγή» από αυτή της πώλησης που ακολούθησε η ΝΔ, ενώ οι συνέπειες είναι ίδιες κι απαράλλαχτες για τους εργαζόμενους και το λαό. Αρκεί να δει κανείς τι συμβαίνει στα περιφερειακά αεροδρόμια, που ιδιωτικοποιήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, ή στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, όπου ο διαγωνισμός «έτρεξε» επίσης από τη σημερινή κυβέρνηση. Αλλά και στο λιμάνι του Πειραιά, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ περηφανεύεται ότι διασφάλισε το «δημόσιο συμφέρον» με την επαναδιαπραγμάτευση της σύμβασης με την COSCO, οι συνθήκες εργασίας πάνε από το κακό στο χειρότερο, οι λιμενικές εγκαταστάσεις αποτελούν στην πραγματικότητα «ειδική οικονομική ζώνη», ο λαός της περιοχής κανένα όφελος δεν είδε, ενώ στο λιμάνι και στις περιφερειακές δραστηριότητες (ναυπηγοεπισκευή, τουρισμός, εμπόριο, μεταφορές) συγκεντρώνονται κάθε είδους επιχειρηματικοί και γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί.
  • Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που ως αντιπολίτευση έβγαζε παχιούς λόγους περί «ξεπουλήματος» της δημόσιας περιουσίας, προχώρησε στην παραχώρησή της για 100 χρόνια στο υπερταμείο, δίνοντας προς «αξιοποίηση» στους επιχειρηματικούς ομίλους υποδομές, βουνά, αιγιαλούς, ποτάμια, ιαματικές πηγές. Ούτε το νερό δεν γλίτωσε, με την κυβέρνηση να παρουσιάζει προκλητικά ως «κοινωνική» διάσταση τη συμμετοχή και της Τοπικής Διοίκησης σε διάφορα μετοχικά σχήματα, με ιδιωτικοοικονομική βέβαια λειτουργία.
Τα πράγματα γίνονται περισσότερο γκροτέσκα, όταν η συζήτηση φτάνει στο Ασφαλιστικό και στις εργασιακές σχέσεις, όπου οι «γάιδαροι» των αστικών κομμάτων τσακώνονται στον «ξένο αχυρώνα» των δικαιωμάτων που από κοινού σάρωσαν. Με τις πάνω από 20 διαδοχικές περικοπές στις συντάξεις και τη σύνδεσή τους με την «πορεία των δημοσιονομικών», τις «αντοχές» δηλαδή της καπιταλιστικής οικονομίας. Με αντιασφαλιστικά εκτρώματα, όπως το νόμο Κατρούγκαλου. 
 
Ψηφίζοντας από κοινού στο Ευρωκοινοβούλιο κανονισμούς όπως για το «Πανευρωπαϊκό Ατομικό Συνταξιοδοτικό Προϊόν», προωθώντας με δυο λόγια την πολιτική της ΕΕ που διαλύει τον κοινωνικό χαρακτήρα της Ασφάλισης, τη μετατρέπει σε «ατομική υπόθεση» και σπρώχνει στις ιδιωτικές ασφαλιστικές τους ασφαλισμένους, αποτελεί δηλαδή «Ασφαλιστικό Πινοσέτ» στη νιοστή.

Οι «διαφορετικές» τάχα συνταγές τους έχουν οδηγήσει σήμερα τέσσερις στις δέκα κύριες συντάξεις σε επίπεδα κάτω των 500 ευρώ μεικτά και έχουν μετατρέψει τις επικουρικές σε επίδομα πτωχοκομείου. Οι «νεοφιλελεύθερες» μεταρρυθμίσεις της ΝΔ στην αγορά εργασίας και η «δίκαιη ανάπτυξη» του ΣΥΡΙΖΑ οδήγησαν σε αύξηση 120% της μερικής απασχόλησης την περίοδο 2012 - 2017. Ετσι φτάσαμε σήμερα 6 στις 10 νέες θέσεις εργασίας να είναι ελαστικής απασχόλησης, αποθεώνοντας την ευρωπαϊκή «κανονικότητα» στη ζούγκλα της αγοράς εργασίας.
 
ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα υπηρετούν την πολιτική που έχει στην καρδιά της τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων. Γι' αυτό όσο και να ψάξει ο λαός, δεν πρόκειται να βρει διαφορές μεταξύ τους στα βασικά. Γι' αυτό ψήφισαν όλοι μαζί το 3ο μνημόνιο, που αποτελεί «οδηγό» για την πλειοψηφία των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Μαζί ψηφίζουν έως τώρα και τη συντριπτική πλειοψηφία των εφαρμοστικών νόμων και διατάξεων που ακολούθησαν, με τη ΝΔ συχνά - πυκνά να «χαιρετίζει» την προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στη δική της πολιτική. Και βέβαια, μαζί δεσμεύονται ότι αυτή η επέλαση θα συνεχιστεί τα επόμενα πολλά χρόνια, με τη ΝΔ να καταγγέλλει μάλιστα την κυβέρνηση για «μεταρρυθμιστική κόπωση», λόγω της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου!

Αντίστοιχη είναι η πείρα και από όλη την ΕΕ, όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, σοσιαλδημοκρατικές, νεοφιλελεύθερες, ακροδεξιές και «αριστερές» κυβερνήσεις ψήφισαν και υλοποίησαν μαζί το 90% των αντιλαϊκών αποφάσεων τα προηγούμενα χρόνια.
Τη διαφορά μπορεί να την κάνει μόνο ο ίδιος ο λαός, ισχυροποιώντας αποφασιστικά το ΚΚΕ παντού. Για να δυναμώσει ο αγώνας για τις σύγχρονες ανάγκες του, για την ελπιδοφόρα προοπτική, την Ελλάδα και την Ευρώπη του σοσιαλισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου