Τη δική τους
συμβολή στον αγώνα κατά την περίοδο της Κατοχής (1940 - 1944) είχαν οι
γυναίκες, με τη συμμετοχή τους στην παράνομη δράση των Οργανώσεων του ΚΚΕ αλλά
και στη μαζική πάλη μέσα από τα εργατικά σωματεία, τους φορείς και τις
απελευθερωτικές οργανώσεις που συγκροτήθηκαν.
Το ΚΚΕ,
καθοδηγητής και αιμοδότης της ηρωικής πάλης του λαού ενάντια στην τριπλή
κατοχή, έγραψε κυριολεκτικά Ιστορία στην
ανάδειξη της γυναίκας της εργατικής
τάξης, του λαού σε συνειδητή αγωνίστρια, μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, του
ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, στα Οργανα του Κόμματος και του κινήματος.
Με αφορμή
την επέτειο της 28ης Οκτώβρη, παρουσιάζονται πλευρές της συμμετοχής των
γυναικών στην Εθνική Αντίσταση μέσα από λογοτεχνικά έργα της περιόδου.
Στην πρώτη
γραμμή του αγώνα
Πολλές γυναίκες
πήραν μέρος στον ΕΛΑΣ και πολέμησαν με το όπλο στο χέρι. Αλλες στήριξαν τους
αντάρτες, βοήθησαν στον ανεφοδιασμό τους με τρόφιμα, ρουχισμό και πυρομαχικά,
τους πρόσφεραν κρυψώνα. Εδωσαν τη μάχη της ενημέρωσης και της αφύπνισης του
λαού, έγραψαν και μοίρασαν προκηρύξεις, συνθήματα στους τοίχους, ξεσήκωναν τις
γειτονιές με τα «χωνιά».
«... Η
Λαμπρινή πλησίασε στο δωμάτιο του Γερμανού και κόλλησε τ' αυτί της στην πόρτα.
Ακουσε την ανάσα του βαριά, κανονικιά. Δοκίμασε την πετούγια: ήταν ξεκλείδωτη η
πόρτα. Μπήκε με χίλιες δυο προφυλάξεις και ψαχούλεψε στα σκοτεινά τον τοίχο να
βρει τον διακόπτη. Τον βρήκε μα δεν άναψε το φως. Εσφιξε το περίστροφο στο χέρι
της κι ανάσανε βαθιά για να συνέλθει. Την πλημμύρισε ένα παράξενο συναίσθημα,
ένας φόβος περίεργος. Δε φοβότανε το Γερμανό, μα τον ίδιο τον εαυτό της. Πώς
μπορούσε να κάνει τέτοιο πράμα; Πήρε άλλη μια ανάσα κι άναψε το φως. Ο Γερμανός
κουνήθηκε στον ύπνο του. Κάτι μουρμούρισε και ξύπνησε. Ανοιξε τα μάτια του κι
είδε την Λαμπρινή με το περίστροφο. -Καπούτ! Φώναξε άγρια η Λαμπρινή, τη μόνη
γερμανική λέξη που θυμήθηκε και πρόστεσε γρήγορα: Και μη κάνεις την παραμικρή
κίνηση γιατί θα σου ρίξω!».
«Ο δρομάκος
με την πιπεριά», του
Δημήτρη Ραβάνη - Ρεντή
«Το
καλοκαίρι κάποιος θεριστής από άλλο χωριό παράγγειλε και συναχτήκαμε στ'
αλώνια, πρώτος αυτός μας είπε: "Μη παραδεχτείτε τη σκλαβιά, θα πολεμήσωμε
κλέφτικα, θα λεφτερωθούμε". Κι άλλα τέτοια πολλά. Σου 'παιρνε την ψυχή άμα
μιλούσε. "Κι οι κοπέλες μπροστά, σας καλούμε όλους, όλες". Ετσι
ακούστηκε το ΕΑΜ... Υστερα χτύπησε την καμπάνα, είπε να 'χει εμπιστοσύνη ο
κόσμος, να 'χει τα θάρρη του στη λαϊκή εξουσία, δε θ' αργήσει να τιμωρηθεί κάθε
προδοσία, μίλησε στην πλατεία, οι καρδιές ξεπετούσανε. Υστερα βγήκαν κι άλλοι
στο βουνό. Πήγα κι εγώ κι άλλες 4 κοπέλες κι η αδερφή μου...».
«Εκείνα τα
μεγάλα σπίτια», της Ελλης
Παπαδημητρίου (Ανθολογία ελληνικής αντιστασιακής λογοτεχνίας 1941 - 1944)
Η ματαίωση
της «πολιτικής επιστράτευσης»
Οι γυναίκες
βρέθηκαν στην αλυσίδα της συγκέντρωσης και της απεργίας, με αυτοθυσία. Την
εποχή εκείνη η συμμετοχή στην απεργιακή συγκέντρωση σηματοδοτούσε όχι μόνο τον
κίνδυνο να χαθεί το μεροκάματο, αλλά αφορούσε ακόμα και την ίδια τους τη ζωή.
Στις
κορυφαίες κινητοποιήσεις που οργάνωσε το ΕΑΜ συγκαταλέγονται οι εργατικές -
λαϊκές κινητοποιήσεις ενάντια στην επιστράτευση από τους Γερμανούς, τους
πρώτους μήνες του 1943. Οι κινητοποιήσεις, που οδήγησαν τελικά στη ματαίωση της
επιστράτευσης, κορυφώθηκαν στις 5 Μάρτη 1943, με 200.000 ανθρώπους να παίρνουν
μέρος στη διαδήλωση στην Αθήνα. Οι διαδηλωτές κατέλαβαν το υπουργείο Εργασίας
και έκαψαν τους καταλόγους της επιστράτευσης, ενώ οι νεκροί ξεπέρασαν τους 18
και οι τραυματίες τους 135.
«Ξεκινήσαμε
ο ένας κολλητά στον άλλο. Πόση σιγουράδα παίρνεις όταν αισθάνεσαι όλον αυτό τον
κόσμο γύρω σου!... Ενα μουρμούρισμα μαζί με μια αναταραχή φτάνει σιμά μου:
"Ερχονται! Ερχονται!"
Μια φωνή ξεχωρίζει: "Πυκνώστε τις γραμμές! μη διαλύεστε!" Ενα χέρι μ' αρπάζει απ' το μπράτσο. Το κεφάλι της Νίτσας πίσω μου χλωμό, ξεχτένιστο, με χείλια ξεροσκαλιασμένα, σαν να μην της έμενε σάλιο στο στόμα για να τα γλείψει. Θα προσπαθεί ίσως και κείνη να καταπιεί τον κόμπο που της έχει ανέβει στο λαιμό. Δεν περισσεύει σάλιο για να γλείψεις τα χείλια σου σε κάτι τέτοιες στιγμές! "Φοβάμαι", μουρμούρισε δειλά. "Τι την ξεστόμισες τούτη τη λέξη;", ούρλιαξα μέσα μου, "δεν ακούς την καρδιά μου πώς χτυπάει; Δε χρειάζουμαι συντροφιά στη δειλία. Εκεί δεν υπάρχει παρά μονάχα ο εαυτός σου, ενώ εδώ;.. Οχι δε φοβάμαι, δε φοβάμαι! ΚΑΤΩ Η ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ"»...
«Μια σταγόνα
αίμα», της Καίτης
Νικολέτου (διήγημα δημοσιευμένο στη «Νέα Γενιά»).
Η μάχη της
σοδειάς
Το καλοκαίρι
του 1944, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ και οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις είχαν επεκταθεί
σε όλη την Ελλάδα. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ μαζί με τον λαό ρίχτηκαν στη μάχη κατά
των Γερμανών κατακτητών με σύνθημα: «Ούτε σπειρί στάρι στους κατακτητές»!
Αρχισε η «Μάχη της Σοδειάς», στην οποία αντάρτες, αγρότες, ΕΠΟΝίτες και
ΕΠΟΝίτισσες έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους.
«Χυμούν
οι γύπες· και ξερνούν φωτιά και σίδερο / των μανιασμένων δολοφόνων τα κανόνια /
και τα γεννήματα ν' αρπάξουν αγωνίζονται / κι άδεια ν' αφήσουν κι αιματόβρεχτα
τ' αλώνια. / Μα οι κοπελιές με βια θερίζουν ασπρομάντηλες / το στάρι που
έσπειραν οι αδούλωτοι χωριάτες / κι ολόγυρά τους πολεμούνε οι καβαλάρηδες / στ'
άσπρα φαριά, τους λυσσασμένους απελάτες».
«Η μάχη της
σοδειάς», της
Κατίνας Παΐζη (ποίημα δημοσιευμένο στα «Ελεύθερα Γράμματα»).
Η Ηλέκτρα
Για τη δράση
τους οι γυναίκες διώχθηκαν και βασανίστηκαν, πολλές βρέθηκαν στις φυλακές και
τις εξορίες, ακόμα και μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Στάθηκαν κι εκεί
ασυμβίβαστες, με το κεφάλι ψηλά, χωρίς να δώσουν ούτε την πιο μικρή πληροφορία.
Στις 26
Ιούλη 1944, σε δρόμο της Αθήνας, βρέθηκε ένα παραμορφωμένο και μισοκαμένο πτώμα
γυναίκας. Ηταν το σώμα της Ηλέκτρας Αποστόλου, μέλους της ΕΠ της ΚΟΑ. Η Ηλέκτρα
πέθανε σε ηλικία 34 ετών, μετά από φρικτά βασανιστήρια στα χέρια της Ειδικής
Ασφάλειας.
«Η πόρτα
του έχει ρόπτρο. Και είναι ξεθωριασμένη... Ητανε τότε που τα σπίτια ήτανε σπάνια
σαν τον κομήτη. Που ήταν έξυπνο να είχες δέκα, να συναλλάζεις κάθε τόσο... Ηρθε
βραδιά όπου κοιμόσαντε μέσα στο σπίτι οχτώ κι ο τελευταίος εφύλαε βάρδια, ν'
αφουγκράζεται τα πατήματα... "Τακτάκ - σουσάμι άνοιξε" είπε κι η
Μαίρη μια μέρα κι εμπήκε. Βρήκε κρεβάτι κι έπεσε. Από τις τρεις μέχρι τρεις κι
είκοσι την άφηκε η δουλειά να πέσει, πρόλαβε και ρουχάλισε και πετάχτηκε ολόρθη
σα να 'ταν η ίδια η καρδιά της ξυπνητήρι και μας το δικαιολόγαγε: "Είμαστε
μάχιμοι στρατιώτες, πέφτομε όπου τύχει κι όσες στιγμές προλάβομε".
Μια μέρα που
'φευγε είπε σ' εκείνους που 'μεναν: "Θα ξανάρθω την Τρίτη". Εβάσταγε
κι ένα κουβαδάκι, παιγνιδάκι της κόρης της. Την Τρίτη την περίμεναν αλλά δεν
ξαναπέρασε. Στις 7.30 το πρωί πιάστηκε απ' την Ειδική Ασφάλεια... Ητανε η
Ηλέχτρα Αποστόλου».
«Το σπίτι», της Μέλπως Αξιώτη (διήγημα
δημοσιευμένο στα «Ελεύθερα Γράμματα»).
«Το πιο
φτηνό μου δώρο στην Πατρίδα»
Η ένταξη και
η δράση των γυναικών στο ΕΑΜ, στην ΕΠΟΝ, στον ΕΛΑΣ, είχε να αντιμετωπίσει τους
«σκοπέλους» των προκαταλήψεων και των αναχρονιστικών αντιλήψεων που
κυριαρχούσαν για τη θέση και το ρόλο της γυναίκας στην κοινωνική ζωή και δράση,
δηλαδή των απόψεων που θεωρούσαν ασυμβίβαστη με τη «γυναικεία φύση» τη
συμμετοχή στη διαδήλωση, στην απεργία, πόσο μάλλον στον ένοπλο αγώνα. Χρειάστηκε
όμως μια γυναικεία πρωτοπορία που προετοίμασε το έδαφος για να ανάψει η φλόγα
της οργάνωσης, της πάλης, της συσπείρωσης των υπόλοιπων γυναικών της εργατικής,
λαϊκής πλειοψηφίας.
«Κι οι
γέροι μέσ' από το καπηλειό / και τ' άγουρα παιδιά της γειτονιάς της, / πρωί
πρωί που πήγαινε σκολειό / πλημμύριζαν χαρά στο πέρασμά της. / Ετούτα δω της
σφύριζαν "εν δυο", / τα μάτια της καμάρωναν εκείνα / κι εγώ τα
κοτσιδάκια της τα δυο / περήφανα κι ολόξανθα σαν κρίνα... Αλί! Τ' όμορφο δεν
κρατά πολύ. / Τα ρούσα τα μαλλιά τα δοξασμένα, / δυο τρία θεριά μ' ανθρώπινη
στολή, / τα κόψαν ένα βράδυ τα καημένα! / Και πήρα την αυγή διπλή ντροπή, /
θλιμμένος όταν πήγα και την είδα, / τι βιάστηκε, γελώντας να μου πει: /
"Το πιο φτηνό μου δώρο στην Πατρίδα!"».
«Η
ΕΠΟΝίτισσα», του
Χρήστου Γιάνναρη (ποίημα δημοσιευμένο στη «Νέα Γενιά»).
Ι. Γ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου