ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

Να ποιο άγαλμα έμεινε άθικτο από τους διαδηλωτές στις ΗΠΑ

Ένας είναι ο πόνος που ενώνει δεξιούς στις ΗΠΑ με τους ομοϊδεάτες τους στην Ελλάδα, όπως μπορεί να διακρίνει κανείς στις παρακάτω αναρτήσεις, προφανώς η δεύτερη εμπνευσμένη από την πρώτη:
Την ώρα που ένα μετά το άλλο γκρεμίζονται αγάλματα στρατηγών των νοτίων του Αμερικανικού Εμφυλίου στις ΗΠΑ, ενώ στην Ευρώπη στοχοποιούνται γλυπτά δουλοκτητών, αλλά και ηγετών με στυγερό αποικιοκρατικό παρελθόν, όπως ο Ουίνστον Τσόρτσιλ στη Βρετανία και ο βασιλιάς Λεοπόλδος Β’ στο Βέλγιο, το γλυπτό του Λένιν στο Σιάτλ στην πολιτεία της Ουάσινγκτον παραμένει άθικτο στη θέση του. Γεγονός που προκαλεί μεγάλο πόνο σε αυτούς που καθόλου δεν ενοχλούνταν από την παρουσία μνημείων ακραίων ρατσιστών, εκμεταλλευτών και καταπιεστών, αλλά δεν αντέχουν με τίποτε στην ιδέα ότι δε λειτουργεί τουλάχιστον η θεωρία των δύο άκρων, αντίθετα μάλιστα τα μνημεία των πιο σφοδρών πολέμιων του καπιταλισμού που τόσο αγαπούν παραμένουν άθικτα.

Πώς όμως βρέθηκε το γλυπτό του ηγέτη της Οκτωβριανής Επανάστασης στο Σιάτλ;

Όλα ξεκίνησαν το 1981 στην Τσεχοσλοβακία, όταν επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος ανέθεσε στο Βούλγαρο γλύπτη Εμίλ Βενκόφ τη δημιουργία ενός αγάλματος του Λένιν, για να εκτεθεί στην πόλη Πόπραντ της σημερινής Σλοβακίας. To έργο ολοκληρώθηκε το 1988, ένα δηλαδή μόλις χρόνο από τη λεγόμενη “Βελούδινη Επανάσταση” στην Τσεχοσλοβακία. Μετά τις ανατροπές μάλιστα, ο Βενκόφ, που έφυγε από τη ζωή το 2017, ισχυρίστηκε πως αρχικά στόχος ήταν να ασκήσεις μια καλυμμένη κριτική στο σοσιαλιστικό καθεστώς, απεικονίζοντας το Λένιν οπλισμένο μέσα σε φλόγες, υπονοώντας τη βίαιη φύση του κομμουνισμού. Στο τελικό έργο, όπλα δεν υπάρχουν, αν και το φόντο μπορεί να ερμηνευτεί αφαιρετικά ως πυρκαγιά, από την οποία ξεπροβάλλει με βήμα αποφασιστικό ο μεγάλος επαναστάτης. Σε κάθε περίπτωση, όποιος και αν ήταν ο άρρητος σκοπός του καλλιτέχνη, το έργο του σίγουρα δεν πείθει ως αντικομμουνιστικό, πράγμα που αποδεικνύεται κι από τις αντιδράσεις που προκαλεί από τότε που βρέθηκε στο Σιάτλ στις αρχές της δεκαετίας του ’90.

Η αφορμή για το μακρύ ταξίδι ήταν η ιδέα του Λιούις Κάρπεντερ, καθηγητή αγγλικών στο Πόπραντ με καταγωγή από την πολιτεία της Ουάσινγκτον να αγοράσει το άγαλμα, το οποίο βρήκε πεταμένο σε μάντρα για σκραπ, έτοιμο να κοπεί για να πουληθεί στην αξία του μπρούντζου. Ο Κάρπεντερ, που γνωριζόταν με το γλύπτη, ήθελε να διαφυλάξει την αισθητική αξία του γλυπτού, αλλά και να το χρησιμοποιήσει για ένα σλοβακικό εστιατόριο που σχεδίαζε να ανοίξει στη γενέτειρά του. Ο Αμερικανός δάσκαλος προσέγγισε το δήμο, προσφέροντας 13000 δολάρια για να αγοράσει το άγαλμα, κάτι που κατόρθωσε μετά από μαι πολύμηνη γραφειοκρατική διαδικασία μέσα στο 1993.

Περίπλοκη αποδείχτηκε η διαδικασία μεταφοράς του, αρχικά προς το Ρότερνταμ και μετά στις ΗΠΑ, αφού χρειάστηκε να κοπεί σε τρία κομμάτια και να επανασυναρμολογηθεί, ανεβάζοντας το κόστος σε 40000 δολάρια. Ο Κάρπεντερ δεν πρόλαβε να χαρεί το απόκτημά του, αφού σκοτώθηκε σε τροχαίο το Φλεβάρη του 1994. Η οικογένειά του αρχικά στόχευε να το πουλήσει για λιώσιμο, συμφώνησε ωστόσο με το Εμπορικό Επιμελητήριο του Φρέμοντ στο Σιάτλ να το κρατήσει σε καταπίστευμα μέχρι να βρεθεί αγοραστής. Τελικά τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος έγιναν σε εμπορική συνοικία της πόλης το 1995 κι ένα χρόνο μετά μετακινήθηκε δυο τετράγωνα παρακάτω. Θεωρητικά πάντως, η οικογένεια ακόμα ψάχνει αγοραστή, για μια τιμή 250000 δολαρίων το 2015.

Το άγαλμα μέσα στα χρόνια έχει γίνει σήμα κατατεθέν για τη συνοικία του Φρέμοντ και σύμβολο της καλλιτεχνικής και αντισυμβατικής φυσιογνωμίας που αυτή θέλει να προβάλλει, χωρίς ωστόσο να έχουν καταλαγιάσει και οι αντιδράσεις ενάντια στην παρουσία του. Ο δημοσιογράφος της πόλης Knute Berger έχει χαρακτηρίσει το γλυπτό ως υπενθύμιση “των δολοφονιών και της καταπίεσης που ενέπνευσε ο Λένιν”, κάνοντας λόγο για “χίπικο καπρίτσιο”, παρηγοριέται ωστόσο με την ιδέα ότι μπορεί να ερμηνευτεί κι ως “τρόπαιο δυτικού θριάμβου”, που συμβολίζει τη νίκη κατά του κομμουνισμού, στην υπηρεσία της ελεύθερης αγοράς.

Υπάρχουν άλλοι που δεν ικανοποιούονται με τέτοιες εκλογικεύσεις, ξεσπώντας κατά διαστήματα ανοιχτά το μίσος τους πάνω στο άγαλμα, πχ. βάφοντας τα χέρια του Λένιν με κόκκινη μπογιά, σε μια προφανή απόπειρα να αναδείξουν τον “αιμοσταγή” χαρακτήρα του. Συχνές είναι οι συγκρίσεις που κάνουν alt-right μίντια και σχολιαστές μεταξύ του αγάλματος του Σιάτλ και της απομάκρυνσης μνημείων των ηττημένων του Αμερικανικού Εμφυλίου στις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ. Πριν τις διαδηλώσεις για το Τζορτζ Φλόιντ, όταν και αναζωπυρώθηκαν οι σχετικές αποκαθηλώσεις αγαλμάτων, είχε προηγηθεί αντίστοιχη συζήτηση για “δύο μέτρα και δύο σταθμά” στα πλαίσια της συγκέντρωσης νεοναζί και ρατσιστών στο Σάρλοτβιλ το 2017, όταν και είχε δολοφονηθεί νεαρή αντιφασίστρια. Στο παιχνίδι είχε μπει τότε και ο δημοκρατικός τότε δήμαρχος της πόλης, Ed Murray, που είχε ζητήσει, σε μια άψογη τήρηση ίσων αποστάσεων, τόσο την απομάκρυνση του μνημείου πεσόντων των νοτίων στο Σιάτλ, όσο κι εκείνη του αγάλματος του Λένιν, επειδή “δεν μπορούμε να έχουμε ως είδωλα μορφές που διέπραξαν αγριότητες και προσπάθησαν να μας διαιρέσουν”.

Μόλις πέρσι μια ομάδα Ρεπουμπλικάνων βουλευτών ζήτησε να απομακρυνθεί το άγαλμα, ως αντίδραση στην απόφαση να αναθεωρηθεί η παρουσία αγάλματος του Μάρκους Γουίταμν στο καπιτώλιο της πολιτείας της Ουάσινγκτον. Ο Γουίτμαν ήταν λευκός γιατρός που είχε δολοφονηθεί από Ινδιάνους το 19ο αι., γεγονός που αξιοποιήθηκε προπαγανδιστικά στα πλαίσια της γενοκτονίας των Ινδιάνων στις ΗΠΑ. Όλα όμως τα σχέδια, κατά μία ειρωνεία της ιστορίας ίσως, σκοντάφτουν στο γεγονός ότι το άγαλμα του Λένιν βρίσκεται σε ιδιωτικό οικόπεδο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου