ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Οι χαρταετοί!


Τότε, ο ουρανός γέμιζε χαρταετούς! Και η γη, τα σοκάκια της Τούμπας, όπου μεγαλώναμε, κρατώντας σφιχτά στα χέρια μια φέτα ψωμί με ζάχαρη, βρεγμένη με νερό, για να μη μας την πάρει ο αέρας, γέμιζε με επίκαιρες λέξεις που αφορούσαν τη χαρταετοκατασκευή. Καλούμπα, ζύγια, καντήλιασμα μερικές από αυτές τις επίκαιρες λέξεις. 
 
Και μαζί μ' αυτές η λαχτάρα της αναμονής για τη μεγάλη μέρα. Λαχτάρα για τον καιρό, μην τύχει και βρέξει, μην τύχει και δε φυσάει και μείνουν οι χαρταετοί σωριασμένοι στο χώμα, θλιβερά ερπετά με πολύχρωμα ξέφτια. Ουρές ξαπλωμένες στα φρεσκοπλυμένα πλακάκια της αυλής μας. 
 
Ζύγια χωρίς δύναμη και καλούμπες σφιχτοτυλιγμένες σε κουβάρια βουβά, κλεμμένες από τα συρτάρια της μάνας, γροθιές χωρίς νόημα. Γενικώς, όνειρα της παιδικής μας θρασύτητας, που δε λογάριαζε τις αρνήσεις της φύσης και πίστευε πως η κατάκτηση του ουρανού δεν ήτανε τίποτε παραπάνω από την τυχαία εύνοια μιας μετεωρολογικής συγκυρίας.
 
Γι' αυτό το λόγο δεν προσέχαμε τα ζύγια και τις ουρές, τις καλούμπες και τους σκελετούς των χαρταετών μας. Κοιτάζαμε μονάχα τον ουρανό. Κοιτάζαμε το χρώμα της δύσης και προσπαθούσαμε να υποθέσουμε τη δύναμη του αέρα, το ενδεχόμενο της βροχής. Ετσι μπλεκόμασταν στην αοριστία του ενδεχόμενου, στην αναξιοπιστία του τυχαίου και του «θεϊκού». Πιστεύαμε πως οι αυτοσχέδιοι ηρωισμοί μας ήτανε αναγκαστικά έρμαια μιας αναπόφευκτης συνωμοσίας, προϊόν ιστορικό της καθημερινής φτώχειας, του μόχθου και του πόνου. 
 
Κλεινόμασταν, έτσι, μιξοκλαίοντας στα φουστάνια της μάνας μας και χαϊδεύαμε μυστικά τους σωριασμένους χαρταετούς, αναβάλλοντας τις πτητικές μας φιλοδοξίες για τις άλλες Απόκριες.

Ετσι περνούσαν τα χρόνια! Και οι χαρταετοί που δεν έβρισκαν τρόπο για να πετάξουν πλήθαιναν. Τα πολύχρωμα λείψανα του αποκριάτικου ονείρου στοιβάζονταν στις αυλές μας. 

Οι καλούμπες λιγόστευαν, οι καθαρές Δευτέρες δεν έλεγαν να φυσήξουν ευνοϊκά και οι ξαφνικές βροχές μπερδεύονταν με την υγρασία των παιδικών μας ματιών, που άδικα έψαχναν τον ουρανό, αναζητώντας το πρώτο γαλάζιο άνοιγμα, που θα υποσχόταν τις θριαμβευτικές απογειώσεις των χαρταετών. Κι απ' αυτό το σημείο άρχιζαν οι μεγάλες δυσκολίες και οι μεγάλες απορίες. 

Το σχολειό, όπως πάντα, ένας θλιβερός κωφάλαλος, ούτε άκουγε ούτε μιλούσε, επέμενε μονάχα να μας διδάσκει εκείνη την ανώφελη αριθμητική, που μετρούσε νεκρούς και ηρώα, ματοβαμμένες κορυφές και απλήρωτες νίκες. 

Και όσοι δάσκαλοι έψαχναν να βρουν ανάμεσα σ' αυτούς τους ανώφελους αριθμούς την άλλη αλήθεια, χάνονταν ένα πρωί ξαφνικά και μεις πασχίζαμε να ερμηνεύσουμε την απουσία τους, όπως ερμηνεύαμε τα πολύχρωμα πτώματα των χαρταετών μας. 

 Μεγάλωναν, έτσι, μέσα μας οι άδειες γωνίες και οι Απόκριες γίνονταν, όλο και πιο πολύ, τα σύμβολα της χαμένης προσπάθειας. Τα ερωτήματα άναβαν φωτιές στις μεγάλες μας νύχτες, που ταράζονταν από τις οβίδες του εμφύλιου, τα αναθέματα του κομμουνιστικού κινδύνου, τις γοερές κραυγές των βασανισμένων γειτόνων, τις εναγώνιες σιωπές των γονιών μας. Νύχτες που ταράζονταν από χαμηλόφωνες μυθικές περιγραφές μιας άλλης ζωής, όμοιας κι αυτής με τους ανήμπορους χαρταετούς. 

Μιας ζωής που δε θα φοβόταν τις βροχές και τις νηνεμίες. Θα είχε ζύγια γερά, σκελετούς καλοφτιαγμένους, καλούμπες αγορασμένες με τα λεφτά της δουλιάς και όχι κλεμμένες από τα μίζερα συρτάρια της μάνας. Και μεις, όσο και αν ήμαστε προδομένοι από τις αποκριάτικες συνωμοσίες, που δεν έλεγαν να φυσήξουν, για να πετάξουν οι χαρταετοί μας, περιμέναμε εναγώνιοι και ψυχανεμισμένοι στις γωνίες των χαροκαμένων δρόμων, εκεί όπου άρχισαν ξαφνικά να βγαίνουν τα καροτσάκια και να πουλάνε βιβλία γεμάτα με επικίνδυνες λέξεις. Κακές μεταφράσεις του Μαρξ, ρομάντζα με πονεμένες κοινωνικές ιστορίες, επαναστάσεων περιγραφές, ηρωισμών ανάποδες ερμηνείες και τέτοια.


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

 

«Ριζοσπάστη» 2002  

Οι χαρταετοί (2)

Οι χαρταετοί (1)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου