ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Τρίτη 21 Μαρτίου 2023

Δημήτρης Ραβάνης - Ρεντής


Ο Δημήτρης Ραβάνης - Ρεντής γεννήθηκε στις 24 Δεκέμβρη 1925. Το έργο του είναι πλούσιο και πολυεδρικό. Είναι αδύνατο να μιλήσουμε για όλο το έργο του. Θα επισημάνουμε μόνον ορισμένα σημεία πολύ περιληπτικά, κάνοντας ένα χρονικό χωρισμό.

Περίοδος 1940-1944. Περίοδος νεανική. Πυκνών αντιστασιακών εμπειριών και πείρας ζωής. Κυριαρχεί στο έργο του η ποίηση και το ηρωικό στοιχείο, τα θούρια, και στο θεατρικό σκετς και "επιθεώρηση". Ανάμεσα σ' αυτά κι η επιθεώρηση "Η φαλάκρα του Μουσολίνι", που παιζόταν στους συνοικισμούς από ερασιτεχνικό θίασο.

Περίοδος 1944-1949. Περίοδος του εμφύλιου πολέμου. Ο Ρεντής πολεμά με το ντουφέκι και την πένα. Το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ συγκροτεί έναν περιοδεύοντα θίασο, με επικεφαλής τον αείμνηστο Αντώνη Γιαννίδη. Ο Μίμης είναι το δεξί του χέρι. Γράφει εργάκια και παίζει ταυτόχρονα. Κυριαρχεί στα έργα του το ποίημα, το τραγούδι, το σκετς, ή τα σατιρικά μονόπρακτα. Το όπλο της ειρωνείας και του γέλιου ήταν τις στιγμές εκείνες στα χαρακώματα το πιο ενδεδειγμένο. Εκείνη την εποχή έγραψε και τα τραγούδια "Βροντάει ο Ολυμπος και πάλι", "Είμαστε εμείς θεμελιωτές", "Ο Μπελογιάννης ζει" και άλλα.

Περίοδος 1949-1968... Είναι η περίοδος της ωριμότητας του πληθωρικού ταλέντου του. Ο Ρεντής ήταν πια "ηφαίστειο" από καυτά βιώματα. Στα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, το σύνθημά μας ήταν: Εμπρός να κατακτήσουμε τα κάστρα της επιστήμης. Γράφτηκε κι ο Δημήτρης στο Πανεπιστήμιο, αλλά γρήγορα το εγκατέλειψε για να εκτονωθεί από τα βιώματά του με το γράψιμο. Αυτά τα χρόνια ήταν πολύ δημιουργικά. Δημοσίευσε πάνω από 25 έργα: Τρία μυθιστορήματα, δυο νουβέλες, δυο συλλογές διηγημάτων, πέντε θεατρικά, εννιά ποιητικές συλλογές και τα άλλα ήταν παιδικά βιβλία. Δεν άφησε κανένα είδος τέχνης ανεκμετάλλευτο. Εγραψε σενάρια, έγινε κινηματογραφικός καλλιτεχνικός διευθυντής, γύρισε δική του ταινία, που είχε μεγάλη επιτυχία.

Αυτό ήταν το έργο που φάνηκε. Υπήρχε, όμως, και τεράστιο αδημοσίευτο υλικό στα συρτάρια του. Το έργο του αυτό περιλάβαινε εκατοντάδες ποιήματα, διηγήματα, μονόπρακτα, θεατρικά, μυθιστορήματα. Δυστυχώς με τον επαναπατρισμό του, που έγινε σε συνθήκες δύσκολες, δεν μπόρεσε να το μεταφέρει μαζί του. Εμεινε στη Ρουμανία και τελικά χάθηκε.

Περίοδος 1968-1974. Μετά τον επαναπατρισμό του έως το 1974 δε δημοσίευσε τίποτα. Κι όμως έγραφε, αλλά τα κρατούσε στα συρτάρια. Ηταν η χούντα, η καινούρια του προσφυγιά, το νέο σκληρό κι αφιλόξενο για πνευματικούς δημιουργούς περιβάλλον, οι πιεστικές ανάγκες επιβίωσης. Με τη μεταπολίτευση αρχίζει νέα περίοδος δημοσιεύσεων έργων του.

Δημοσιεύει το "Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέμβρη". Μια συλλογή 16 ποιημάτων του για το Πολυτεχνείο, που γράφτηκαν τις μέρες της εξέγερσης και κυκλοφόρησαν παράνομα σε λίγα δακτυλόγραφα αντίγραφα. Μέσα σε έντεκα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση δημοσίευσε 16 έργα του. Κάποια πρωτοδημοσιευμένα και άλλα επανέκδοση έργων του από τα χρόνια στο Βουκουρέστι - "Ο δρομάκος με την πιπεριά" κυκλοφόρησε σε 6η έκδοση, "Οι Αργοναύτες" σε 2η, "Τα παιδιά της Αθήνας", παιδικό μυθιστόρημα, σε δύο εκδόσεις (1981 και 1985) και άλλα. Να σημειωθεί ότι ζει, πράγμα σπάνιο στην Ελλάδα, από τη συγγραφική του δουλιά - συνεργασίες σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο, τηλεόραση, για την οποία γράφει κυρίως παιδικές εκπομπές.

Αυτά ως προς την ποσότητα του έργου του. Για την ποιότητά του τι ξέρουμε; Υπάρχουν πολλά παραδείγματα πολυγραφότατων συγγραφέων με ποιότητα χαμηλή ή αντιστρόφως. Δεν είναι τυχαίο το ρηθέν "ουκ εν τω πολλώ το ευ". Στον Ραβάνη, το "πολύ" και το "ευ" δεν είναι σε αντίθεση. Αντιθέτως, είναι ευθέως ανάλογα, βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία.

Παρά την τεράστια ποικιλία του γραπτού έργου του, παρά τις χρονικές αποστάσεις μεταξύ των έργων του, όλα έχουν ένα κοινό γνώρισμα. Φέρουν τη σφραγίδα της φιλοσοφίας του δημιουργού τους, έχουν στόχο την κοινωνική δικαιοσύνη, τη λευτεριά και την πρόοδο. Ολα διέπονται από την ίδια ουμανιστική ευαισθησία και την ίδια συγκινησιακή ένταση. Ο Ραβάνης είναι μαχητής μιας ιδέας. Η τέχνη του φοράει άρματα. Είναι στρατευμένη στην υπόθεση του λαού του. Εχει νεύρο, αποπνέει δυναμισμό, βάθος, κινείται σε υψηλά επίπεδα.

Πεζός λόγος

Είναι εξίσου δυνατός σ' όλα τα είδη του λόγου. Θα αναφερθούμε δειγματοληπτικά στην πεζογραφία και την ποίησή του, δίνοντας για το θέατρο λίγες πληροφορίες. Από την πεζογραφία του θα σταθούμε στο μυθιστόρημα, που του δίνει τη δυνατότητα ν' αναπτύξει όλες τις πτυχές του ταλέντου του. Ο "Δρομάκος με την πιπεριά" θα μείνει στα νεοελληνικά γράμματα σαν ένα κλασικό έργο που θα δίνει στον αναγνώστη των επερχόμενων γενεών, όπως και στο σημερινό, όλη την ομορφιά, το πάθος και το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης. Στο "Δρομάκο" συμπυκνώνεται η ψυχή της μαχόμενης αθηναϊκής συνοικίας, της μαχόμενης Ελλάδας. Από το μερικό δίνει το ολικό. Κινεί μάζες. Φωτίζει χαρακτήρες. Δίνει πίνακες. Μπαίνει στην ψυχή του απλού ανθρώπου της γειτονιάς. Ξέρει αυτόν τον άνθρωπο καλά και βλέπει τη λεπτομέρεια που γενικεύει. Κρατάει την αφήγηση ζωντανή. Εχει γοργές εναλλαγές. Πλούσια ψυχολογία. Συγκρούσεις χαρακτήρων. Νιώθεις το μεγάλο στοιχείο που χαρακτηρίζει την αληθινή τέχνη, το στοιχείο της μέθεξης. Είναι ένα θαυμάσιο έργο της αντιστασιακής λογοτεχνίας μας.

Θέατρο

Το θέατρο πάντα τον τραβούσε. Η πρώτη του εμφάνιση στα Γράμματα έγινε με την επιθεώρηση "Η φαλάκρα του Μουσολίνι". Στα νιάτα του έπαιξε πολύ ερασιτεχνικό θέατρο. Ζυμώθηκε με τη σκηνή παίζοντας και γράφοντας. Στην ιστορία του θεάτρου τα καλύτερα έργα τα έγραψαν συγγραφείς που έπαιξαν σαν ηθοποιοί. Ο Ρεντής έγραψε, εκτός από μεγάλα έργα - όπως τα "Σκοπιά", "Θέατρο για παιδιά", "Νεκρή Γραμμή", "Πυρκαγιά", "Φιλόδεντρο" - και δεκάδες μονόπρακτα, που δείχνουν την ποσότητα, αλλά και την ποιότητα. Ενας από τους καλύτερους μάρτυρες για την ποιότητα ήταν ο ενθουσιασμός, με τον οποίο υποδέχονταν το θίασο μέσα στην καρδιά του πολέμου οι αντάρτες του ΔΣΕ, αλλά και οι αγρότες της ελεύθερης περιοχής.

Εχουμε όμως και άλλες μαρτυρίες. Αναφέρω ένα άγνωστο, σε πολλούς, γεγονός, ότι ένα θεατρικό του έργο "συνηγόρησε" για ν' αποσπάσει την άδεια επαναπατρισμού. Το 1965 τέλειωσε το θεατρικό έργο "Νεκρή γραμμή". Τότε διάβασε στον αθηναϊκό Τύπο ότι υποβάλλονται στον ετήσιο κρατικό διαγωνισμό θεατρικά έργα και αποφάσισε να συμμετέχει στο διαγωνισμό. Ετοιμάζει ένα αντίγραφο, γράφει σε κλειστό φάκελο τ' όνομά του όπως όριζε ο κανονισμός, και το στέλνει στην Αθήνα, στη μητέρα του, για να το υποβάλει στον διαγωνισμό. Η κριτική επιτροπή επέλεξε για το πρώτο βραβείο τη "Νεκρή γραμμή" και για το δεύτερο το "Λεωφορείο" του Ν. Ζακόπουλου. Οταν όμως οι αρμόδιοι άνοιξαν το φάκελο και είδαν ότι ο Ραβάνης ήταν πολιτικός πρόσφυγας, κουμπώθηκαν. Βραβείο, βέβαια, δεν του απονεμήθηκε. Εγινε, όμως, ντόρος. Εγραψε ο Τύπος. Εγινε συζήτηση ότι δεν επιτρέπεται τέτοια ταλέντα να χάνονται στα ξένα κλπ. Η ευκαιρία δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη. Ετρεξαν οι δικοί του και πέτυχαν τον επαναπατρισμό του. Μια ακόμη απόδειξη είναι η βράβευση, αργότερα, του θεατρικού έργου του "Κυρίαρχος".

Ποίηση

Χαρακτηριστικό γνώρισμα του συγγραφέα, αναπόσπαστο μέρος του έργου του, είναι η ποίηση. Οχι μόνο γιατί έγραψε πολλά ποιήματα, αλλά γιατί και τα πεζά του είναι γεμάτα λυρισμό και ποιητικά στοιχεία. Είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται στους περισσότερους μεγάλους πεζογράφους μας: Βάρναλη, Καζαντζάκη, Λουντέμη, Βενέζη, Μυριβήλη... Η κάθε κατάσταση περνάει από το συγκινησιακό πρίσμα του συγγραφέα κι αναλύεται σε χρώματα της ίριδας. Ολα διαποτίζονται από χρώματα της μαγείας και δίνουν μιαν άλλη υφή στα γεγονότα. Ετσι, η ποίηση του Ρέντη ενυπάρχει και στο πεζό. Μόνο που όταν παίρνει τη μορφή του ποιητικού λόγου οι εικόνες συμπυκνώνονται και οι λέξεις φορτίζονται περισσότερο συγκινησιακά κι εννοιακά. Κινείται στον ποιητικό χώρο με την ίδια άνεση που κινείται και στον πεζογραφικό. Μπορεί εύκολα να διατυπώσει τη σκέψη του με κλασικό στίχο, μέτρο και ρυθμό. Το βλέπουμε στους "Αργοναύτες" του. Πρόκειται για επικό ποίημα - παραμύθι. Κάνει μια δική του παραλλαγή του μύθου της Αργοναυτικής Εκστρατείας, με στίχους ενδεκασύλλαβους ή εξασύλλαβους, ανάλογα με το κείμενο. Διαβάζεις τους "Αργοναύτες" του Ρεντή και θυμάσαι τον "Ερωτόκριτο" του Βιτσέντσου Κορνάρου. Τέτοια ευχέρεια στη ροή και πλαστικότητα στο στίχο, τέτοιος πλούτος κι ευρηματικότητα στη ρίμα και στην αντιπαράθεση των εικόνων.

Και όταν χρησιμοποιεί τον ελεύθερο στίχο, αντιλαμβάνεσαι τον τεχνίτη. Οτι το κάνει γιατί θέλει να πει κάτι που δε χωρά στους πειθαρχημένους κανόνες της ρίμας. Γιατί θέλει να δώσει περισσότερη πυκνότητα, αμεσότητα, ορμή κι έξαρση στο λόγο του. Ο Ρεντής χρησιμοποιεί τον ελεύθερο στίχο, όχι για επίδειξη αμπελοφιλοσοφίας, όπως συνηθίζεται από τους οπαδούς της λεγόμενης μοντέρνας ποίησης, ή για να αφεθεί στη ροή συνειρμικών εικόνων, λέξεων κι αισθημάτων, που οδηγούν σ' έναν ακατανόητο μονόλογο, αλλά για να κάνει αμεσότερο το διάλογο. Να δώσει βάθος και προεκτάσεις στις ποιητικές εικόνες. Να ξαφνιάσει τον αναγνώστη ή ακροατή, με φωτισμό των πραγμάτων μ' ένα καινούριο φως, από άλλη νέα οπτική γωνία, ώστε να τα κάνει πιο εναργή και συναρπαστικά. Αυτός ο δημιουργικός ρεαλισμός είναι που χωρίζει την ποίηση του Ρεντή από τα παραληρήματα της αφηρημένης - παρακμιακής τέχνης. Αυτή είναι μια από τις αρετές του.

Θα επισημάνουμε μιαν ακόμα ποιητική αρετή του, που σπάνια τη συναντάμε αλλού. Την αμεσότητα. Είδαμε πώς αντέδρασε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Τις μέρες της εξέγερσης, πριν σβήσει ο απόηχος των δολοφονικών πυροβολισμών, με νωπό το αίμα στα πεζοδρόμια, έγραφε για την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Εδρασε άμεσα, σαν ρεπόρτερ. Με τη φρίκη και τον πόνο του αυτόπτη μάρτυρα. Με την οργή του μαχητή. Γι' αυτό κι ο τίτλος της συλλογής "Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέμβρη". Το Πολυτεχνείο δεν ήταν εξαίρεση. Ηταν ο κανόνας αντίδρασης του ποιητή στα μηνύματα των καιρών. Το ίδιο έγινε και με το θάνατο του Μπελογιάννη. Μόλις έφτασε ή είδηση, την Κυριακή εκείνη, στο Βουκουρέστι, κλείστηκε στο σπίτι του κι έγραψε την ίδια νύχτα το τραγούδι "Ο Μπελογιάννης ζει". Και την ίδια νύχτα ένας άλλος πολιτικός πρόσφυγας, ο Λάκης Χατζής, έγραφε τη μουσική του τραγουδιού. Και την άλλη Κυριακή έγινε κιόλας μια καλλιτεχνική εκδήλωση με το τραγούδι εκείνο, με απαγγελίες, αποσπάσματα από τη δίκη και την απολογία του Μπελογιάννη.

 Ο Δημήτρης Ραβάνης — Ρεντής έφυγε από τη ζωή στις 21 Μαρτίου 1996.

*Παντοτινό παράδειγμα αγωνιστή και δημιουργού

Αναμφίβολα υπάρχουν εκατοντάδες δημιουργοί που και μ’ ένα μοναχά έργο τους κατάφεραν να κερδίσουν την παγκόσμια αποδοχή. Υπάρχει όμως και μια ιδιαίτερη “οικογένεια”, αυτή των αφανών πρωτοπόρων που μπορεί να μην έγιναν διάσημοι, αλλά το έργο τους αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι του λαϊκού πολιτισμού.
Είναι οι δημιουργοί που ποτέ δε διαχώρισαν τον αγώνα από τη δημιουργία, αυτοί που ανήκουν και οι ίδιοι στο λαό, εμπνέονται από αυτόν και τραγουδούν τους αγώνες του. Οι εργάτες του χεριού και του πνεύματος που δημιουργούν όχι για το κέρδος αλλά για την κοινωνική πρόοδο.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα τέτοιων καλλιτεχνών, το έργο των οποίων είναι δυστυχώς άγνωστο στους περισσότερους και ιδίως στη νεολαία. Κι όμως η νέα γενιά δεν έχει παρά να κερδίσει σπουδαία μαθήματα ζωής από την επαφή με το έργο αυτό και τους δημιουργούς του.

Ένας αφανής μα τόσο γνωστός… 

Ξεχωριστός εκπρόσωπος του καλλιτεχνικού αυτού “χώρου” και ο Δημήτρης Ραβάνης Ρεντής, ο γλυκύτατος “Μίμης” με το αξέχαστο χιούμορ και το αστείρευτο ταλέντο. Ασχολήθηκε με όλα τα είδη του λόγου, από την ποίηση και το θέατρο μέχρι τον κινηματογράφο και τη δημοσιογραφία. Κομμουνιστής δημιουργός και αγωνιστής της ΕAMικής Εθνικής Αντίστασης και του ΔΣΕ, ο Ρεντής αποτελεί πραγματικά ένα από τα φωτεινότερα παραδείγματα αφανούς αλλά ξεχωριστού καλλιτέχνη που σφράγισε με το έργο του το λαϊκό πολιτισμό. Χιλιάδες έχουν έρθει σ’ επαφή με το πολύπλευρο έργο του, έχουν σιγοτραγουδήσει τα τραγούδια του χωρίς να γνωρίζουν το δημιουργό που βρίσκεται από πίσω. Ο ίδιος έγραψε τραγούδια που έχουν μεγαλώσει γενιές ολόκληρες αγωνιστών όπως το “Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους”, το “Σαν ατσάλινο τείχος” και το “Ο Μπελογιάννης ζει”,  και επιδόθηκε γενικότερα σε μια πλουσιότατη καλλιτεχνική παραγωγή χωρίς να γνωστοποιεί σχεδόν ποτέ την ταυτότητά του…

Πολεμιστής με τ’ όπλο και την πένα 

Ο Ρεντής γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα, στην πλατεία Βικτωρίας, τη γειτονιά όπου θα ξεκινήσει τους νεανικούς του αγώνες μέσα από την ΕΠΟΝ και αργότερα απ’ το ΚΚΕ.
Η πρώτη του λογοτεχνική απόπειρα έρχεται μόλις στα δεκαπέντε του χρόνια με τη σατυρική επιθεώρηση “Ο Αρχικένταυρος”, που παίχτηκε για την προπαγάνδιση του ΕΑΜ, από έναν ερασιτεχνικό θίασο. Το 1942 συνεργάζεται με τον Γρηγόρη Ξενόπουλο στην “Διάπλαση των παίδων” και δημοσιεύει αντιστασιακούς στίχους στον ΕΠΟΝίτικο και ΕΑΜίτικο παράνομο τύπο.
Αργότερα εντάσσεται στη συντακτική επιτροπή του περιοδικού “Νεανική φωνή”, μαζί με την Αλκη Ζέη, τον Τάσο Λιγνάδη και άλλους. Εκεί δημοσιεύει ποιήματά του με το ψευδώνυμο “Στέφος Ροδάνθης”, το πρώτο από μια σειρά καλλιτεχνικών ψευδωνύμων (Φώτης Αθηναίος, Δήμος Ροδάς, Φους-Φους κ.ά), που θα χρησιμοποιήσει όλα τα επόμενα χρόνια είτε για να προστατευθεί στα χρόνια της παρανομίας είτε απλά για λόγους σεμνότητας και χιούμορ.
Ως υπεύθυνος πολιτισμού στα Αετόπουλα και στην ΕΠΟΝ συμβάλλει αποφασιστικά στην πολιτιστική έκρηξη της Εθνικής Αντίστασης. Οργανώνει τις “Πολιτιστικές ομάδες κρούσης”, που γυρνούν τις γειτονιές παρουσιάζοντας στο λαό το “Θέατρο του δρόμου”, ανεβάζει έργα στο βουνό με τους μαχητές του ΕΛΑΣ και οργανώνει το καλλιτεχνικό συγκρότημα του ΔΣΕ. Για την προσφορά του θα προλάβει ήδη μέχρι το 1949 να τιμηθεί με… δύο καταδίκες σε θάνατο!
Μετά την ήττα του εμφυλίου βρίσκει καταφύγιο στις Λαϊκές Δημοκρατίες -και κυρίως στη Ρουμανία- για δεκαεννιά χρόνια. H περίοδος αυτή αποδείχθηκε μια από τις πιο δημιουργικές της ζωής του, αφού δουλεύοντας σε μια σοσιαλιστική κοινωνία που παρείχε όλες τις προϋποθέσεις για την απρόσκοπτη καλλιτεχνική δημιουργία είχε την ευκαιρία να αναπτύξει μια αξιοζήλευτη δραστηριότητα.
Χάρη στο Πρώτο βραβείο του Ελληνικού Κρατικού Θεατρικού Οργανισμού που του απονέμεται το 1962 ο δρόμος για τον επαναπατρισμό του είναι πια ανοιχτός και επικυρώνεται από κυβερνητική απόφαση του 1966. Η υλοποίηση της απόφασης αυτής όμως καθυστέρησε δύο χρόνια με αποτέλεσμα να επιστρέψει στην Ελλάδα το 1968 μέσω Γαλλίας. Η επιστροφή του στη Χούντα σήμανε –για ακόμα μια φορά- μια ζωή μέσα στο κυνηγητό και την παρανομία. Αρχικά συλλαμβάνεται και αργότερα αφήνεται ελεύθερος αφού πρώτα του αφαιρούνται η ελληνική ιθαγένεια και το δικαίωμα προς εργασία. Μην μπορώντας να εκδώσει κανένα έργο του, κερδίζει το ψωμί του γράφοντας με ψευδώνυμα επιτυχημένες σειρές για το ραδιόφωνο (“Το σπίτι των ανέμων” κ.ά.) αλλά και βραβευμένες διαφημίσεις, την αμοιβή των οποίων εισέπρατταν γνωστοί και φίλοι για λογαριασμό του.
Μετά την πτώση της Χούντας συνεχίζει την πετυχημένη δουλειά σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές σειρές, ενώ το 1974 εκδίδει το πρώτο βιβλίο του στην Ελλάδα, την ποιητική συλλογή “Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέμβρη”, που γράφτηκε μέσα στην καρδιά των γεγονότων του Πολυτεχνείου και αρχικά μοιράστηκε σε χειρόγραφα από χέρι σε χέρι.
Tο 1976 μετακομίζει στην Καλλιθέα όπου θα μείνει μέχρι το τέλος της ζωής του. Η καινούρια του γειτονιά θ’ αποτελέσει γι’ αυτόν νέο πεδίο δράσης, θα στηρίξει τη δημιουργία του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου και θα αφιερωθεί στη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας συνεχίζοντας έτσι τον αγώνα μιας ολόκληρης ζωής.  Όπως άλλωστε έγραφε και ο ίδιος στη διαθήκη του με την οποία άφηνε όλα του τα υπάρχοντα -δηλαδή τα γραπτά του- στο ΚΚΕ, «ο δημιουργός, όπως με δίδαξε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας δεν μπορεί να μένει κλεισμένος στους τέσσερις τοίχους, παρατηρητής και “κριτής”, αλλά ν’ αγωνίζεται στα πεζοδρόμια, τον ίδιο αγώνα της εργατικής τάξης και του λαού»…

Ακούραστος εργάτης του αγώνα και του πνεύματος   

Παρά τις απίστευτες δυσκολίες, την παρανομία, και τα οικονομικά προβλήματα, η λογοτεχνική παραγωγή του Ρεντή είναι εκπληκτική τόσο σε όγκο όσο και σε ποιότητα, αφού αποτελείται συνολικά από 32 εκδομένα έργα, 15 ανέκδοτα, 21 ποιητικές συλλογές, 24 θεατρικά, 50 μονόπρακτα, σενάρια για πολλές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, 10 ραδιοφωνικές εκπομπές με 1000(!) συνολικά επεισόδια και 22 τηλεοπτικές εκπομπές.
Σε όλη αυτή τη δραστηριότητα αναπόσπαστο κομμάτι και η δημοσιογραφία μέσω  της μακροχρόνιας συνεργασίας του με το “Ριζοσπάστη” και τον “902” κατά την οποία βοήθησε απλόχερα πολλούς νέους δημοσιογράφους στα πρώτα τους βήματα. 
Τιμήθηκε πολλές φορές για το έργο και την ανεκτίμητη προσφορά του. Ανάμεσα στα βραβεία και αυτό της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοκρατικών Νεολαιών, το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης στη Ρουμανία και το Πρώτο βραβείο του Ελληνικού Κρατικού Θεατρικού Οργανισμού για το έργο του “Νεκρή Γραμμή”. Το ίδιο έργο θα βραβευτεί και πάλι από το Φεστιβάλ Ιθάκης το 1980 αλλά και από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1993. Επίσης έλαβε και το πρώτο βραβείο “Κώστα Ελευθερουδάκη” για το παιδικό βιβλίο “Το πιο παράξενο ταξίδι”.

Σπάνιο υπόδειγμα ήθους και χαρακτήρα

Ο Ρεντής αποτέλεσε παράδειγμα ήθους για όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν. Ολοι τον θυμούνται για την εργατικότητα, τη συνέπεια, τη σεμνότητα, τη γλυκύτητα, το χιούμορ. Την αγάπη του για τον απλό άνθρωπο και τη νεολαία, τη συνεχή φροντίδα του για το Κόμμα και το “Ριζοσπάστη”. Είναι χαρακτηριστικό το ότι όποτε γινόταν αναφορά στους αγώνες, το έργο και την τεράστια προσφορά του, προσπαθούσε πάντα να “ξεγλιστρήσει” λέγοντας πως «ε, κάτι λίγο έκανα κι εγώ, όχι τίποτα σπουδαίο», ενώ όταν τον ρωτούσαν για ποιο λόγο απέφευγε τόσο επίμονα κάθε αναφορά στ’ όνομά του, απαντούσε «δε μ’ αρέσει να πιάνω πολύ τόπο»…
Ο Ρεντής όσο κι αν έβαζε τη σεμνότητα πάνω από την αυτοπροβολή, όσο κι αν μιλούσε μέσα από τα έργα του και όχι μέσα από τις “δημόσιες σχέσεις”, όσο κι αν κρυβόταν πάντα πίσω από τα ψευδώνυμά του, τελικά δεν ξεχάστηκε, δεν πέρασε στη λησμονιά και την αφάνεια.
Απλά το έργο του “δέθηκε” τόσο με τον πολιτισμό μας, τα στοιχεία του δημιουργού ήταν πάντοτε τόσο καλά “κρυμμένα”, ώστε δύσκολα πια διακρίνονται τα “τυπικά” χαρακτηριστικά. Κι έτσι πρέπει να είναι το έργο ενός κομμουνιστή που συνδυάζει την καλλιτεχνική δημιουργία με τον αγώνα για τις λαϊκές ανάγκες. Ενός δημιουργού που δεν πασχίζει να γίνει γνωστός μέσα απ’ το έργο του αλλά απεναντίας αφήνει να “μιλήσει” το ίδιο το έργο, να μιλήσει για την αγωνία, τα όνειρά του για τον άνθρωπο και ολόκληρο τον κόσμο…
Δημιουργοί σαν το Ρεντή δε γίνεται αλλά ούτε επιτρέπεται να ξεχαστούν.
Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που δε συμβιβάζονται με τη μοιρολατρία και την υποταγή, με τα σάπια πολιτιστικά πρότυπα που μας κατακλύζουν καθημερινά. Πάντα θα υπάρχουν ασυμβίβαστοι νέοι και προοδευτικοί άνθρωποι που θ’ ασφυκτιούν σ’ αυτόν τον “πολιτισμό” της χυδαιότητας και του εμπορίου και θ’ αναζητούν διέξοδο. Άνθρωποι που θα θυμούνται το μαχητή του ΔΣΕ, τον ποιητή της Αντίστασης, τον “εργάτη” της πεζογραφίας, του θεάτρου και του κινηματογράφου, το μάχιμο δημοσιογράφο και τον τρυφερό παραμυθά των παιδιών…

Μ.Η.

Εργα του Δημήτρη Ραβάνη Ρεντή
Ποίηση: “Μπαλάντα στην ειρήνη”, “Ο Μπελογιάννης ζει”, “Τούτη τη γη τη λεν Ελλάδα”, “Το τραγούδι των δρόμων”
Πεζογραφία:  “Το ημερολόγιο της προσφυγιάς”, “Τα παιδιά της Αθήνας”, “Το όγδοο πάτωμα”, “Το φιμωμενό φως”
Θέατρο: “Στη σκοπιά”, “Τραγούδι για τον Μπελογιάννη”, “Με μπροσούρες και τεφτέρια”, “Το φιλόδεντρο”
Ανέκδοτα έργα: “Λουλούδι της Μονεμβασιάς”, “Μαρτυρώντας, πολεμώντας, τραγουδώντας”, “Ποιητικά παιχνίδια”, “Η πτώση του Ικαρου”

*Δημοσιεύτηκε στο τ. 957 της εφημ. Οδηγητής, Ιαν. 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου