Δεν έχει καν ξεκινήσει καλά – καλά επισήμως η προεκλογική περίοδος – αφού η διάλυση της Βουλής μόλις σήμερα ανακοινώνεται μετά τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με την ΠτΔ Κατερίνα Σακελαροπούλου – και ήδη έχουν βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης τα σενάρια των μετεκλογικών συνεργασιών. Το αχαλίνωτο «Ποιος με Ποιόν» θα κυβερνήσει στις 22 Μαΐου που συντηρείται από τα επιτελεία των «πρωταγωνιστών της επόμενης μέρας» καταδεικνύει δύο πράγματα: Το πρώτο είναι το κοινό υπόβαθρο των πολιτικών στο μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού φάσματος που «επιτρέπει» στην μετεκλογική φαντασία να κινείται δίχως όρια. Το δεύτερο είναι πως οι επικείμενες εκλογές ίσως αποδειχθούν καταλύτης αλλαγών στην δομή του μηχανισμού της αστικής διαχείρισης.
Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά τα σενάρια και τις πηγές τους, που αφορούν κατά κύριο λόγο την «τριπλέτα» της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ενώ στη περιφέρεια της σχετικής φημολογίας κινείται και το Μέρα 25.
Το «φόβητρο» της Νέας Δημοκρατίας
Η Νέα Δημοκρατία προσπαθεί εδώ και τουλάχιστον 8 μήνες να βρει τρόπους να αποφύγει την «χαλαρή ψήφο» της εκλογικής της βάσης στην επόμενη κάλπη, γιατί γνωρίζει πως η τακτική της να αναζητήσει την αυτοδυναμία σε δεύτερες εκλογές, λόγω του εκλογικού συστήματος, θα της δημιουργούσε σημαντικό πρόβλημα συσπείρωσης. Θυμίζουμε ότι οι εκλογές της 21ης Μαΐου θα γίνουν με το εκλογικό σύστημα που ψηφίστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2016 και προβλέπει αναλογική κατανομή των εδρών στα κόμματα που θα ξεπεράσουν τον «πήχη» του 3%, ως εκ τούτου με ένα «λογικό» ποσοστό κομμάτων εκτός Βουλής της τάξης του 8 με 9% απαιτείται ποσοστό μεγαλύτερο του 46% ώστε να επιτευχθεί αυτοδυναμία. Ένα νούμερο αδιανόητο για οποιοδήποτε πολιτικό σχηματισμό αυτή την περίοδο. Έτσι λοιπόν το Μέγαρο Μαξίμου προκειμένου να δημιουργήσει ένα «φόβητρο» για την εκλογική της βάση, επικαλείται συχνά την πιθανότητα να σχηματιστεί κυβέρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ μαζί με το ΠΑΣΟΚ και το Μέρα 25 ακόμη και το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα έρθει δεύτερο στις εκλογές. Στο θέμα έχει αναφερθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήδη από την ομιλία του στην ΔΕΘ τον περασμένο Σεπτέμβριο μιλώντας για «τερατογέννεση». Επίσης τις τελευταίες μέρες τα φίλια στην ΝΔ ΜΜΕ επανέφεραν τα σενάρια με την επίκληση συνεντεύξεων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Με την κίνηση αυτή μάλιστα η Ν.Δ επιδίωξε και έναν δεύτερεύοντα στόχο, το να δημιουργήσει «ρήγματα» στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Μετά το έγκλημα των Τεμπών πάντως η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να έχει αντιληφθεί πως το σχέδιο της για αυτοδύναμη κυβέρνηση σε δεύτερη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση όπου θα εφαρμοστεί ο νόμος που η ίδια ψήφισε το 2020 και προβλέπει κλιμακωτό μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα είναι επίσης εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί. Ακόμη και με το «ενισχυμένο» εκλογικό σύστημα μια ισχνή αυτοδυναμία απαιτεί ποσοστό της τάξης του 37 με 38% το οποίο η Ν.Δ δεν φαίνεται πως μπορεί να επιτύχει. Έτσι λοιπόν από την μία προσβλέπει σε πιθανή συγκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ το οποίο πιέζει πολιτικά σε αυτή την κατεύθυνση και από την άλλη «κρατά το κρυφό χαρτί» της πιθανής συγκυβέρνησης με την Ελληνική Λύση του Βελόπουλου εφόσον φυσικά το επιτρέπουν οι μετεκλογικοί συσχετισμοί της δεύτερης κάλπης.
Το ενδεχόμενο μάλιστα αυτό η Ν.Δ αρνείται να το διαψεύσει κατηγορηματικά, δίχως όμως να αναφέρεται σε μία τέτοια πιθανότητα. Στις συνεντεύξεις του πάντως ο Κυριάκος Μητσοτάκης φροντίζει να τονίζει πως παρότι επιθυμεί μονοκομματικές κυβερνήσεις δεν αποκλείει μια κυβέρνηση συνεργασίας εφόσον κάτι τέτοιο προκύψει από το αποτέλεσμα των εκλογών. Επίσης αξίζει να σημειωθούν και οι καταγγελίες που έχουν γίνει από την πλευρά της Ελληνικής Λύσης σχετικά με προσπάθειες προσέγγισης βουλευτών της από στελέχη του κυβερνώντος κόμματος. Αυτή είναι μια άλλη πλευρά του ζητήματος, δηλαδή η πιθανότητα η Ν.Δ να απευθυνθεί όχι σε σχηματισμούς αλλά σε μεμονωμένους βουλευτές σε περίπτωση που χρειάζεται κάποια οριακή στήριξη για την διαμόρφωση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Μια προοπτική που αφορά τόσο την Ελληνική Λύση όσο και το ΠΑΣΟΚ.
Οι αναζητήσεις στον ΣΥΡΙΖΑ
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ βασικό μετεκλογικό σενάριο είναι η «προοδευτική κυβέρνηση» με εταίρο το ΠΑΣΟΚ με την προϋπόθεση ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι το πρώτο κόμμα. Είτε αυτό επιτευχθεί στις πρώτες (εξαιρετικά δύσκολο λόγω απαιτητικών ποσοστών) είτε στις δεύτερες εκλογές. Η Κουμουνδούρου μιλά για συνεργασία σε προγραμματική βάση έχοντας ως βασικό άξονα σύγκλισης της προτάσεις της για τον κατώτατο μισθό, την μείωση του ΦΠΑ για τα ήδη πρώτης ανάγκης στα επιτρεπτά από την Ε.Ε όρια και την θέση της για τα «κόκκινα δάνεια». Στην λογική αυτή προσπερνά τις όποιες προεκλογικές αναφορές της Χαριλάου Τρικούπη υποστηρίζοντας γενικά πως τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης θα αλλάξουν μετεκλογικά τις θέσεις τους, αντιμετωπίζοντας την προοπτική της συρρίκνωσης των δυνάμεων τους μεταξύ πρώτης και δεύτερης κάλπης. Παρά την επίσημη αυτή θέση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, ήδη 3 στελέχη του έχουν εκφράσει προβληματισμό σχετικά με το αν η κατάληψη της πρώτης θέσης μπορεί να είναι προαπαιτούμενο για την σχηματισμό κυβέρνησης.
Παρότι προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας έχει χαρακτηρίσει μια τέτοια εξέλιξη «κυβέρνηση ηττημένων», προβάλλοντας μάλιστα και ηθικά ζητήματα αναφορικά με μια τέτοια επιλογή. Εναλλακτική προσέγγιση για το θέμα αυτό έχει διατυπωθεί δημόσια από τον Πάνο Σκουρλέτη που έχει δηλώσει ότι σε περίπτωση που στις 22 Μαΐου υπάρχει η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης με πρόσκληση σε ΠΑΣΟΚ και Μέρα 25 πρέπει να διερευνηθεί ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερο κόμμα. Στην ίδια λογική έχει προστρέξει και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος λέγοντας πως μια κυβέρνηση τέτοιου είδους θα είχε ισχυρότερο κοινωνικό έρεισμα από αυτή που τυχόν θα προέκυπτε μέσω ενός συστήματος ενισχυμένης αναλογικής. Τέλος η πιο σημαντική παρέμβαση έγινε από τον Γιάννη Δραγασάκη που δήλωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και αν ήταν δεύτερος θα μπορούσε να λάβει την διερευνητική εντολή και να αναζητήσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Μάλιστα ο πρώην υπουργός αναφέρθηκε γενικά και σε κυβερνήσεις «ειδικού σκοπού».
Όλοι οι προαναφερθέντες πάντως έχουν φροντίσει σε διευκρινιστικές δηλώσεις τους να ξεκαθαρίζουν ότι στηρίζουν τον βασικό εκλογικό στόχο του ΣΥΡΙΖΑ που είναι η κατάκτηση της πρώτης θέσης στις εκλογές. Παρόλα αυτά η έκφραση τέτοιων θέσεων αφήνει «ανοιχτή πόρτα» για τις μετεκλογικές εξελίξεις όσον αφορά το πώς θα κινηθεί η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση.
ΠΑΣΟΚ και Μέρα 25
Το ΠΑΣΟΚ κατέρχεται στις εκλογές προβάλλοντας την θέση του ότι μετεκλογικά δεν πρόκειται να στηρίξει οποιαδήποτε κυβέρνηση έχει ως πρωθυπουργό είτε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είτε τον Αλέξη Τσίπρα. Μια θέση που στην Χαριλάου Τρικούπη γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από κανέναν από τους δύο «πόλους». Ως εκ τούτου εύλογα μπορεί να αποτιμηθεί ως ένας εύσχημος τρόπος για να «ξεφύγει» η ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη από το να δεσμευθεί προεκλογικά για το τι θα κάνει μετεκλογικά. Επίσης δημιουργεί καλύτερες συνθήκες εσωτερικής συνοχής στο ΠΑΣΟΚ μια και είναι γνωστό πως διαθέτει στελέχη που «κοιτάζουν» είτε προς την Ν.Δ, είτε προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Με τον Ανδρέα Λοβέρδο μάλιστα να έχει εκφράσει δημόσιες διαφωνίες με την τακτική του κόμματός του.
Το βασικό που αναμένουν στο ΠΑΣΟΚ είναι να δουν το πραγματικό ποσοστό που θα λάβουν στις εκλογές. Αφού θεωρούν ότι αυτό θα καθορίσει και την διαπραγματευτική τους δυνατότητα. Σε πολιτικό επίπεδο πάντως η Χαριλάου Τρικούπη δεν θέτει προγραμματικούς όρους οι οποίοι θα μπορούσαν να αποκλείσουν την Ν.Δ η τον ΣΥΡΙΖΑ από μετεκλογική συνεργασία. Γεγονός που συνηγορεί στην εκτίμηση πως το ΠΑΣΟΚ θα συγκυβερνήσει με …όποιον έρθει πρώτος.
Τέλος όσον αφορά το Μέρα 25 ο Γιάνης Βαρουφάκης έχει δηλώσει με κατηγορηματικό τρόπο πως δεν πρόκειται να συναινέσει σε οποιαδήποτε μετεκλογική συνεργασία. Παρόλα αυτά ο ίδιος είχε καλέσει τους προηγούμενους μήνες σε προγραμματικό διάλογο τον ΣΥΡΙΖΑ και κάθε άλλη πολιτική δύναμη προκειμένου να διαμορφωθεί μία προγραμματική σύγκλιση. Αν και αυτό παρουσιάζεται από το Μέρα 25 ως ένα «τρυκ» προκειμένου να εκτεθεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, είναι σαφές ότι αφήνει κάποια περιθώρια μετεκλογικών ελιγμών. Επίσης αξίζει να σημειωθεί πως τα τελευταία χρόνια και ιδίως το τελευταίο διάστημα το Μέρα 25 κατέγραψε σημαντικές «διαρροές» στελεχών και βουλευτών του προς τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Γεγονός που θέτει ερωτήματα για τον βαθμό συνοχής της κοινοβουλευτικής του ομάδας σε περίπτωση που επιτύχει την είσοδό του στην Βουλή.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου