ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Ποια φοροδιαφυγή κυνηγά η κυβέρνηση


 Η φορολογική πολιτική που ξεδιπλώνει η νέα κυβέρνηση δεν πρέπει να εκπλήξει κανέναν. Δεν είναι τίποτα άλλο παρά συνέχεια της φορολογικής πολιτικής που τα προηγούμενα χρόνια εφάρμοσαν διαδοχικά όλες οι αστικές κυβερνήσεις. Ενταση της φοροληστείας για τον λαό και νέες ελαφρύνσεις για το μεγάλο κεφάλαιο. Η μοναδική πρωτοτυπία της κυβέρνησης είναι ότι προσπαθεί να κάνει «το μαύρο άσπρο». Να εμφανίσει τον νέο γύρο επίθεσης ως «ελάφρυνση», ως «φορολογική συμμόρφωση».

Στη πραγματικότητα, η κυβέρνηση της ΝΔ ακολουθεί ακριβώς τη συνταγή που ήδη πριν τις εκλογές είχε υπαγορεύσει η ΤτΕ. Αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης του λαού, ενδεδυμένη με μικρότερους φορολογικούς συντελεστές. Κατάργηση ορισμένων από τα παλιά αντιλαϊκά μέτρα, όπως τα τεκμήρια διαβίωσης, αφού έχει διασφαλιστεί ότι η φοροαφαίμαξη θα γίνει με σύγχρονους τρόπους. Αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας για να «τσακιστούν» οι αυτοαπασχολούμενοι.

Ποιος πληρώνει και ποιος δεν πληρώνει φόρους

Τα γεγονότα είναι πεισματάρικα πράγματα. Και μια απλή ανάγνωση της διάρθρωσης των φορολογικών εσόδων του κράτους αρκεί για να καταλάβει κανείς ποιος πληρώνει και - κυρίως - ποιος δεν πληρώνει φόρους.

Αθροιστικά την περίοδο 2008 - 2021 το σύνολο των φόρων ανήλθε σε περίπου 550 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 340 δισ. ήταν έμμεσοι φόροι, τα 150 δισ. άμεσοι φόροι φυσικών προσώπων, κατά βάση εργαζομένων και αυτοαπασχολούμενων, ενώ η συνολική φορολογία νομικών προσώπων ήταν μόλις 53 δισ. Μάλιστα, στις επιχειρήσεις καταγράφονται και ορισμένα μικρομάγαζα της γειτονιάς και γι' αυτό η φορολογία των ομίλων, του μεγάλου κεφαλαίου, είναι περίπου το 50% αυτών των φόρων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για το 2021 οι όμιλοι που κατέγραψαν κύκλο εργασιών άνω των 7,5 εκατομμυρίων ευρώ, με άθροισμα εσόδων 43 δισ. ευρώ χρεώθηκαν μόλις 1,1 δισ. ευρώ φόρους. Δίπλα σ' αυτά, επιχειρήσεις που καταγράφονται ως ζημιογόνες, με 77 δισ. ευρώ δεν καταβάλλουν καθόλου φόρους. Το μεγάλο κεφάλαιο καταβάλλει συνολικά μόλις το 5% των φόρων, 25 δισ. απ' τα 550 δισ., με τα υπόλοιπα να έχουν καταβληθεί από μισθωτούς, συνταξιούχους, αυτοαπασχολούμενους. Ετσι, οι συνολικοί φόροι των επιχειρήσεων αντιστοιχούν μόλις στο 2% του ΑΕΠ, με τον ΦΠΑ να υπερβαίνει το 8% και τη φορολογία του εισοδήματος μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων το 6%, με τη διάρθρωση αυτή να παραμένει πρακτικά ίδια όλη τη 10ετία.

Τα στοιχεία που δημοσίευσε τις τελευταίες μέρες η ΑΑΔΕ για το ύψος και τη διάρθρωση των χρεών είναι επίσης αποκαλυπτικά. Το 0,2% των ΑΦΜ χρωστά το 78,2% των ληξιπρόθεσμων χρεών. Πρακτικά πρόκειται για 10.000 επιχειρήσεις που χρωστάνε 85 δισ. ευρώ, τα οποία η ΑΑΔΕ θεωρεί «ανεπίδεκτα» είσπραξης...

Η νόμιμη φοροαποφυγή του μεγάλου κεφαλαίου

Η πραγματικότητα είναι ότι το μεγάλο κεφάλαιο στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα, σε ολόκληρο τον κόσμο, στην πράξη απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής φόρων.

Οι τρόποι με τους οποίους το μεγάλο κεφάλαιο δεν πληρώνει φορολογία είναι πολλαπλοί.

Πρώτα και κύρια μέσα από ένα «δάσος» νόμιμων φοροαπαλλαγών. Οι εφοπλιστές είναι οι αδιαφιλονίκητοι πρωταθλητές στη φοροαπαλλαγή, σε βαθμό που η Ελλάδα αποκαλείται ορισμένες φορές σε διεθνείς αναλύσεις «φορολογικός παράδεισος» για το εφοπλιστικό κεφάλαιο. Η φορολογική δικαιοσύνη απλά καθορίζει ότι τα κέρδη των εφοπλιστών δεν φορολογούνται. Το εφοπλιστικό κεφάλαιο είναι πρωταθλητής, ωστόσο αντίστοιχες φοροαπαλλαγές υπάρχουν και για άλλα τμήματα του κεφαλαίου. Οι «αναπτυξιακοί» νόμοι προβλέπουν φοροαπαλλαγές για τις επενδύσεις, η «πράσινη» Ενέργεια επιδοτείται με αντίστοιχες φοροαπαλλαγές, ενώ προκλητική είναι και η ειδική ρύθμιση για τις τράπεζες, οι οποίες με τον «αναβαλλόμενο φόρο» μπορούν να συμψηφίζουν για 30 χρόνια ζημιές και κέρδη. Ειδικά η τελευταία ρύθμιση - που είναι και ειδική αλχημεία στην οποία οι τράπεζες «οφείλουν» το 65% του κεφαλαιακού τους δείκτη - καθιστά τις ιαχές της ΤτΕ για ανάγκη πάταξη της φοροδιαφυγής τουλάχιστον προκλητικές.

Το μεγάλο κεφάλαιο επίσης έχει τη δυνατότητα να εμφανίζει ότι δεν έχει καθόλου κέρδη, χρησιμοποιώντας ένα πολύπλοκο νομικό - λογιστικό σύστημα «αποσβέσεων» και «δαπανών». Οι όμιλοι καταγράφουν και υπολογίζουν όλες τις δαπάνες, υπολογίζουν πώς μειώνεται η αξία κτιρίων, μηχανών, εξοπλισμού, διαθέτουν ένα πολύπλοκο σύστημα με το οποίο καταγράφουν μια σειρά από δαπάνες, ορισμένες από τις οποίες μπορεί να είναι και ιδεατές. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι δαπάνες για «πνευματική ιδιοκτησία», που κανείς δεν μπορεί να τις κοστολογήσει πραγματικά, αλλά και το φορολογικό πλαίσιο που επιτρέπει τέτοιες δαπάνες να υπολογίζονται διπλά.

Το μεγάλο κεφάλαιο έχει επίσης τεράστια δυνατότητα, μέσα από τριγωνικές συναλλαγές, να μεταφέρει τα κέρδη του όπου το συμφέρει. Για μια σειρά από κατηγορίες επιχειρήσεων - π.χ. τουριστικούς ομίλους, ομίλους με μεγάλο όγκο εξαγωγών, ομίλους με δραστηριότητες σε ολόκληρο τον κόσμο, εφοπλιστικό κεφάλαιο - είναι πρακτικά θέμα απόφασης το πού θα εμφανίσουν τα κέρδη τους. Και, επειδή είναι δουλειά τους, οι μέθοδοι απόκρυψης των κερδών είναι πολλαπλάσιες.

Η νέα ψηφιακή επίθεση στους αυτοαπασχολούμενους

Για τους αυτοαπασχολούμενους, φυσικά, η κατεύθυνση είναι διαφορετική.

Στόχος της αστικής πολιτικής είναι να αξιοποιηθεί η ψηφιακή τεχνολογία, η ηλεκτρονική διασύνδεση, το «πλαστικό χρήμα» και το περιβόητο myDATA για να μπει μια πραγματική θηλιά σε εκατοντάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους και σε πολύ μικρές επιχειρήσεις που «φοροδιαφεύγουν».

Η τεχνολογία επιτρέπει πλέον μια πολύ συστηματικότερη, ταχύτερη και με πολύ λιγότερο κόστος παρακολούθηση των φορολογικών εσόδων και της λογιστικής κατάστασης των αυτοαπασχολούμενων.

Η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τις κάρτες, η ηλεκτρονική καταγραφή στο αρχείο της ΑΑΔΕ όλων των παραστατικών εσόδων - εξόδων μιας επιχείρησης, η δυνατότητα συγκριτικών ελέγχων εσόδων - αγορών με αυτοματοποιημένο τρόπο, το «πλαστικό χρήμα» και η μόνιμη τάση αύξησής του, είναι ορισμένες πλευρές που στοχεύουν στο να αυξηθεί ο όγκος των φορολογικών εσόδων που απομυζεί το αστικό κράτος από τους αυτοαπασχολούμενους και από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις.

Το ΚΚΕ είχε προειδοποιήσει τους αυτοαπασχολούμενους για τον πραγματικό στόχο των μέτρων ψηφιακού τεχνολογικού «εκσυγχρονισμού». Δυστυχώς επιβεβαιωνόμαστε για μια ακόμα φορά.

Για να αποσπάσει δε κοινωνική συναίνεση, το αστικό κράτος βγάζει στη δημοσιότητα ορισμένες κραυγαλέες περιπτώσεις φοροδιαφυγής αυτοαπασχολούμενων, π.χ. επαγγελματιών με εκατομμύρια ευρώ αδήλωτα εισοδήματα, προσπαθώντας να καλλιεργήσει έναν «κοινωνικό αυτοματισμό».

Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική.

Ο πραγματικός στόχος της φορολογικής πολιτικής

Η φορολογική πολιτική του αστικού κράτους έχει διαχρονικά χαρακτηριστικά. Ο στόχος της είναι διπλός.

Κύριος στόχος είναι η φορολογική αναδιανομή. Στόχος της αστικής πολιτικής είναι να εντείνει την επίθεση στους αυτοαπασχολούμενους και στα εργατικά - λαϊκά στρώματα, να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα, ώστε να διασφαλίσει πρόσθετα κεφάλαια για να στηρίξει το κράτος την καπιταλιστική ανάπτυξη, τα κέρδη των επιχειρήσεων. Οι επιπλέον φόροι από τα λαϊκά στρώματα όχι μόνο μειώνουν τους ήδη ισχνούς φόρους που πληρώνουν οι μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως άμεσες επιδοτήσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο. Η φορολογία είναι ένας ακόμα μηχανισμός με τον οποίο το καπιταλιστικό κράτος απομυζεί τους εργαζόμενους προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, μετά φυσικά από τον βασικό, που είναι ο μισθός.

Παράλληλα, η φορολογία δρα επικουρικά προς τους βασικούς, γενικούς στόχους της αστικής πολιτικής. Ειδικά για τους αυτοαπασχολούμενους και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, στόχος είναι η δραστική μείωση του αριθμού τους. Είναι μόνιμη επωδός ότι η Ελλάδα έχει υπερβολικά μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων και χρειάζεται λιγότερες. Η φορολογική πολιτική είναι βασικό εργαλείο για να πετύχει αυτόν τον στόχο.

Η τεχνολογικά υποβοηθούμενη φορολογική επίθεση στους αυτοαπασχολούμενους έχει ως αντικειμενικό αποτέλεσμα την επιτάχυνση της τάσης συγκέντρωσης. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουν μικρότερο περιθώριο κερδοφορίας σε σχέση με τις μεγάλες. Εχουν επίσης πολύ μικρότερες δυνατότητες συγκάλυψης των κερδών, νόμιμης ή και ημινόμιμης φοροαποφυγής. Μια αναδιάρθρωση του φορολογικού συστήματος με μικρότερους συντελεστές, αλλά με δρακόντεια μέτρα συμμόρφωσης, αντικειμενικά οδηγεί σε τεράστια πίεση στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, σε όφελος των μεγαλύτερων, που δεν θίγονται, αφού η δική τους φοροαποφυγή έχει άλλα χαρακτηριστικά.

Ο δρόμος της οργανωμένης πάλης

Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη και ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός του αστικού κράτους δεν έχουν θετικό αποτέλεσμα για τους εργαζόμενους.

Το ΚΚΕ μπαίνει μπροστά. Καλεί τα εργατικά - λαϊκά στρώματα να μην αποδεχτούν ότι πρέπει να ματώνουν για να διασφαλίζονται τα κέρδη των μεγάλων ομίλων, για να θωρακίζεται η ανάπτυξη. Στον αντίποδα, να παλέψουν μεταξύ άλλων για να μετατοπιστεί η φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο, με 45% φόρους σε διανεμόμενα και μη κέρδη, με κατάργηση των φοροαπαλλαγών σε εφοπλιστές, βιομηχάνους, τραπεζίτες, μεγαλοξενοδόχους, διεκδικώντας να ελαφρυνθεί η φορολογία των λαϊκών στρωμάτων, με ατομικό αφορολόγητο στα 20.000 χιλιάδες ευρώ (1.400 ευρώ τον μήνα) για όλους, με κατάργηση του ΦΠΑ και των έμμεσων φόρων.

Να μην αποδεχτούν τον μύθο της «ανάπτυξης για όλους», αφού η καπιταλιστική ανάπτυξη έρχεται μέσα από τη φτηνότερη εργασία, την καταστροφή των αυτοαπασχολούμενων, την εξαθλίωση των μαζών ως μονόδρομο. Μονόδρομος για τον λαό είναι ο ριζικά διαφορετικός δρόμος της εργατικής - λαϊκής εξουσίας, ο δρόμος του σοσιαλισμού. Οι σημερινοί αγώνες του λαού ενάντια στη στρατηγική επίθεσης του κεφαλαίου γεμίζουν τους εργαζόμενους με αισιοδοξία για το μέλλον, με πίστη στη δύναμη της οργανωμένης πάλης, συγκεντρώνουν δυνάμεις για την αντεπίθεση του λαού.


Του
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
* Ο Γρ. Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ

1 σχόλιο:

  1. Καθόλου ικανοποιητική ανάλυση του ζητήματος "φορολογία", θα μπορούσε να είχε γραφτεί και από το ΠΑΣΟΚ των '74-'85.
    Ο κόσμος τώχει βούκινο αλλά στο ΚΚΕ μάλλον δεν έχουν πάρει χαμπάρι, τι παιχνίδι παίζει η οικονομική "ολιγαρχία", η κεφαλαιοκρατία, στην Ελλάδα, με τους τζιτζιφιόγκους διαχειριστές της οικονομίας της. Οι αυτοπασχολούμενοι στην Ελλάδα δεν είναι ένας και δύο. Πριν από την κρίση, το ~80% της απασχόλησης στην χώρα μας ανήκε σε "επιχειρήσεις" μέχρι ...10 άτόμων και κατά μέσο όρο 4!
    Τάχαμε συζητήσει πριν από 11(!) χρόνια, εδώ.
    Aπό τότε γίνανε σημεία και τέρατα, αλλά φαίνεται πως ο "μικροεπαγγελματισμός", παρά τα σκαμπανεβάσματα, παραμένει η βασική τακτική, σχεδόν ...στρατηγική(!), του Κεφαλαίου στην Ελλάδα. Και πρόσφατα, μετά την Πανδημία, έχουμε ένα σχετικό οικονομικό "μπουμ", με καθαρά "ελληνικά" χαρακτηριστικά: Εντονη συμμετοχή ξανά "μικρομεσαίων" σε παραδοσιακές δραστηριότητες, όπως η Οικοδομή και ο Τουρισμός, αλλά με νέες μορφές. Δίπλα στα "ρουμς το λέτ" τώρα έχουμε και πολλά μπητσόμπαρα, "ομπρέλες", αλλά και το Airbnb κλπ., καθώς και λιγότερη αντιπαροχή στην Οικοδομή, αφού οι εργολάβοι μας έχουν πια λεφτά και προτιμούν να αγοράζουν οικόπεδα. Αλλά η διάρθρωση της κατασκευής κατοικιών παραμένει παραδοσιακή: Μικροεπιχειρήσεις, που συνεργάζονται με "ελεύθερους επαγγελματίες" οικοδόμους, πάνω και από 10 με 15 συνεργεία πολλές φορές. Συγκεντροποίηση μεγάλη δε βλέπω, πέρα από το σκάνδαλο του "Ελληνικού", που κι αυτό μάλλον με τους παραδοσιακούς "μαστόρους" θα υλοποιηθεί.
    Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών: Δεν πληρώνουν άμεσους φόρους εισοδήματος κι επίσης ΦΠΑ στις επαγγελματικές δοσοληψίες τους! Κι όπως είπα, δεν είναι ένας και δύο. Αν θέλουμε να καταλαβαίνουμε και τα εκλογικά αποτελέσματα, που δίνουν 40% στη νουδού και άλλο ένα 50% στα διάφορα "πασοκ".
    Καθόλου δεν εννοώ, πως όποιος δεν πληρώνει φόρους είναι εκμεταλλευτής, όπως οι εφοπλιστές και οι κεφαλαιοκράτες. Ισα-ίσα αυτή είναι οι μαγκιά της διαχείρισης του Καπιταλισμού στην Ελλάδα, που καταφέρνει να τα κάνει όλα έναν αταξικό στην εμφάνιση χυλό, όπου ο εκμεταλλευόμενος ταυτίζει το συμφέρον του με τον εκμεταλλευτή του. Αλλά αυτό ακριβώς το πρόβλημα, μας δείχνει πόσο προσοχή και πόση εμβάθυνση χρειάζονται αυτές οι αναλύσεις από πλευράς ΚΚ, για να μην αεροβατούν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου