ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Τόμας Μαν

Στις 6 Ιουνίου 1875, στο Λύμπεκ, γεννιέται ο μεγάλος Γερμανός συγγραφέας Τόμας Μαν. Γιος πλούσιου εμπόρου, φοίτησε σε αυστηρά σχολεία και μπήκε σε μια ασφαλιστική εταιρεία στο Μόναχο σε ηλικία δεκαεννιά χρονών. Εκεί έγραψε κρυφά το πρώτο του διήγημα, και λίγο αργότερα εγκατέλειψε τη θέση του για να σπουδάσει τέχνη και λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης. Η ζωή του είχε πια αφιερωθεί στο γράψιμο.

Η καλλιτεχνική κληρονομιά του Τόμας Μαν βρίσκεται στο κέντρο της παγκόσμιας λογοτεχνικής ζωής. Ο Μαν είναι ο κλασικός του μυθιστορήματος του 20ού αιώνα, που διεύρυνε τα πλαίσια του είδους και το τροφοδότησε με νέο κοινωνικο-φιλοσοφικό περιεχόμενο.

Στο αριστούργημά του, «Το Μαγικό Βουνό» (1924), για το οποίο τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1929), περιγράφει τις σκέψεις ενός ετοιμοθάνατου φυματικού γύρω από την ζωή, την ασθένεια, την επιστήμη και τον θάνατο αντικατοπτρίζοντας παράλληλα τη γενικότερη κατάσταση φθοράς και έκπτωσης των αξιών της Ευρώπης λίγο πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Γεν. 6/6/1875)

Τα γνωστότερα έργα του είναι τα «Μπούντενμπρουκ», «Τριστάν», «Τόνιο Κραίγκερ», το εξαιρετικό «Μαγικό Βουνό» και «Δόκτωρ Φάουστους». Υπήρξε πολέμιος του ναζιστικού καθεστώτος.

Ο Τόμας Μαν πέθανε στις 12 Αυγούστου 1955.

 Ηρακλής Κακαβάνης

 


Γιατί ο Χίτλερ δεν μπορεί να νικήσει

Αναδημοσίευση του άρθρου του Γερμανού συγγραφέα Τόμας Μαν, γραμμένο ανάμεσα στα 1941–1942

Θα μιλήσω σχετικά με το γιατί ο Χίτλερ δεν μπορεί να νικήσει. Η απάντηση είναι απλή. Δεν μπορεί να νικήσει, γιατί δεν επιτρέπεται να νικήσει, γιατί ο παραμερισμός του καθεστώτος του είναι μια τόσο ξεκάθαρη ανάγκη, που πρέπει με κάθε τίμημα να επιτευχθεί και θα επιτευχθεί.

Κανείς στην Ευρώπη, στη Γερμανία ή στις υποταγμένες περιοχές, δεν πρέπει να πιστέψει πως τα γεγονότα στην Απω Ανατολή, οι κατακτήσεις της Ιαπωνίας αλλάζουν το παραμικρό στο πεπρωμένο του Γ‘ Ράιχ, πως η κατάργηση του Χίτλερ και των δικών του δεν παραμένει παρά ένα αποφασισμένο ζήτημα.

Η Ιαπωνία βρίσκεται αυτή τη στιγμή, όπως και η Γερμανία τον προηγούμενο και τον προ-προηγούμενο χρόνο, στο στάδιο των εύκολων νικών. Για τη νέα τάξη του κόσμου, θα αποφασίσει το επερχόμενο σύμφωνο ειρήνης και όχι η αιφνίδια επιδρομή ειρηνευτικών δυνάμεων μέσω μιας καλοπροετοιμασμένης ληστείας.

Αυτή η νέα τάξη δε θα χαρακτηρίζεται από διάθεση εκδίκησης και τιμωρίας, αλλά από το να λαμβάνονται λογικά υπόψη οι ανάγκες των λαών. Ολα είναι πιθανά, ακόμη και η διέξοδος για τις καταπιεσμένες λαϊκές δυνάμεις της Ιαπωνίας. Αλλά αυτό που κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί, είναι ότι ο κόσμος θα μπορούσε να συναινέσει στη διατήρηση του καθεστώτος του Χίτλερ. Ο κόσμος δεν μπορεί να ζήσει με το ναζισμό — κανείς δεν μπορεί να ζήσει μ’ αυτόν, ακόμα και οι συνδαιτυμόνες του, και ο εθνικοσοσιαλισμός δεν παραλείπει τίποτα — δεν μπορεί να παραλείψει τίποτα, σύμφωνα με τη φύση του — απ’ αυτά, για τα οποία, επιβάλλουν στην ανθρωπότητα την αναγκαιότητα της εξόντωσής του.

Ενα απλό παράδειγμα γι’ αυτό είναι η μεταχείριση των Ρώσων αιχμαλώτων πολέμου από τη ναζιστική ανώτατη γενική ηγεσία, μια μεταχείριση, που έχει επανειλημμένως και ορθώς χαρακτηριστεί από την κυβέρνηση των Σοβιέτ, ως μια συστηματική δολοφονία των προστατών της πατρίδας τους, που έπεσαν στα γερμανικά χέρια. Γεγονός είναι ότι ο ναζισμός δεν αναγνωρίζει σ’ αυτούς τους ανθρώπους κανένα δικαίωμα στην προστασία, την οποία διαφυλάττει το διεθνές σύμφωνο αιχμαλώτων πολέμου. Οι φρουρές τους διατάσσονται με ξεκάθαρα λόγια, όσο το δυνατόν περισσότερες απ’ αυτές, να εκτελεστούν κάτω από οποιοδήποτε τετριμμένο πρόσχημα. Οι υπόλοιποι καταβάλλονται από την πείνα ή τους αφήνουν να πεθάνουν απ’ τα τραύματά τους, αφού τους αρνούνται την παροχή ιατρικής φροντίδας. Ετσι, στο πολωνικό στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου Biala Podlaska, συμβαίνει να χάνονται καθημερινά αβοήθητοι εκατοντάδες από τους 150.000 αιχμαλώτους. Πολωνοί πολίτες, που έκρυβαν λίγο ψωμί γι’ αυτούς τους δύστυχους ή τους έλεγαν μια ανθρώπινη κουβέντα, πυροβολούνται. Η πολωνική κοινότητα, όπου κάποιος έκρυψε έναν Ρώσο δραπέτη, κατακρεουργήθηκε στην ολότητά της, απ’ τους γέρους μέχρι και τα μωρά.

Η ανάγκη να «ντύσουν» την κτηνωδία με νομιμότητα, είναι μια γνωστή ιδιαιτερότητα του ναζισμού. Ετσι, για τη δικαιολόγηση της κακομεταχείρισης και σφαγής των Ρώσων αιχμαλώτων πολέμου, εφευρέθηκε μια μοναδική στρατιωτική αρχή, όπως δεν έχει ξανακουστεί. Δηλαδή εχθρικά στρατεύματα, τα οποία σύμφωνα με τη γερμανική αντίληψη είναι περικυκλωμένα, αποκλεισμένα, αποκομμένα, ισχύουν ήδη ως αιχμάλωτα, κι αν δεν παραδώσουν τα όπλα, τότε η αντίστασή τους δεν αποτελεί πια πολεμική πράξη, αλλά ανταρσία, με την οποία θέτουν εαυτούς εκτός του δικαιώματος προστασίας για αιχμαλώτους πολέμου. Πού πήγε η γερμανική στρατιωτική τιμή;

Τον παλιό καιρό, ένας αντίπαλος, ο οποίος θα αμυνόταν γενναία μέχρι εσχάτων, θεωρούνταν, με τη στρατιωτική έννοια, άξιος προσοχής. Σήμερα χαρακτηρίζεται τιποτένιος. Με ποιο δικαίωμα; Αυτό δεν το καταλαβαίνει κανένας, που δε συμφωνεί με την παράλογη, αλλά από την αρχή, ήδη πριν την «ανάληψη εξουσίας», ασκηθείσα λογική του εθνικοσοσιαλισμού. Τελικά, υπάρχει απλά η αντίληψη, ότι δεν επιτρέπεται καθόλου να αγωνίζεται κανείς εναντίον του.
Το να διεξάγει κανείς πόλεμο εναντίον του, όταν εισβάλει οπουδήποτε, είναι εγκληματικό, καθ’ εαυτό. Οι λαοί πρέπει να του υποτάσσονται αμαχητί και οικειοθελώς, αντί να τον αναγκάζουν σε «αμυντικό πόλεμο» λόγω απρεπούς αντίστασης. Είναι ένα ανατριχιαστικό πρωτοφανές φαινόμενο. Το ίδιο το έγκλημα εγκαθίσταται στη γη σαν το απαράβατο, σαν την καθαγιασμένη εξουσία απ’ το Θεό και την ιστορία, που το να σηκώσεις χέρι εναντίον της, αποτελεί ανοσιούργημα άξιον θανάτου.

Το ανθρώπινο πνεύμα παγώνει και βουβαίνεται μπροστά σε μια τέτοια αποκαλυπτική θρασύτητα.

Αλλά, μάλλον, δε θα της αδειάσει τη γωνιά. Οι ειδήσεις, που λαμβάνει ο Ρώσος στρατιώτης για την τύχη των συναδέλφων του στα γερμανικά στρατόπεδα, πρέπει να έχουν ενισχύσει πολύ την αποστροφή του, να μοιραστεί αυτήν τη μοίρα. Ακόμα και όταν η γερμανική ανώτατη ηγεσία τον θεωρεί περικυκλωμένο, δεν πρόκειται να παραδοθεί τόσο εύκολα, επίσης όχι και τόσο εύκολα για τους ίδιους ακριβώς λόγους, δεν πρόκειται να το κάνουν ούτε οι λαοί, οι οποίοι βρίσκονται ακόμα σε ανεπίτρεπτο πόλεμο με τη ναζιστική Γερμανία. Μαθαίνουν για τις σπαρακτικές εφορμήσεις της γερμανικής αρχοντικής φυλής στις υποταγμένες περιοχές της Ευρώπης, από φωτογραφίες, π.χ., που έφτασαν σε μας από την Πολωνία και απεικονίζουν μιαν αθλιότητα, έναν βιασμό του ανθρώπινου στοιχείου, για τα οποία δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψει κανείς: Τα φουσκωμένα από την πείνα παιδικά πολωνικά κορμάκια, τα πεταμένα κορμιά για ομαδική ταφή των χιλιάδων Εβραίων που απεβίωσαν στα γκέτο της Βαρσοβίας από τύφο, χολέρα και φυματίωση. Τα Ηνωμένα Εθνη ξέρουν τι τα απειλεί, αν νικήσει ο Χίτλερ. Ξέρουν τι είναι στα μάτια του, στα μάτια της ναζιστικής Γερμανίας: Σκουλήκια, ανθρώπινα κουρέλια, κατώτερες φυλές, που προορίζονται για σκλάβοι, που προορίζονται να υπηρετούν το φωτεινό και εκλεκτό βασιλικό λαό των Γερμανών, αφού τους έχουν κακοποιήσει επαρκώς ηθικά και ψυχικά, τους έχουν σπάσει την περηφάνια και τον ανδρισμό, τους έχουν μειώσει τόσο πνευματικά και βιολογικά, ώστε να μην μπορέσουν ποτέ πάλι να αποτελέσουν κίνδυνο για τη μοναρχία των Γερμανών ευγενών — βαρβάρων.

Πώς θα συμβεί αυτό, το βλέπουν με τα μάτια στραμμένα στο πολωνικό παράδειγμα. Κυρίως στέρησαν από αυτό το έθνος, με τρόπο μεθοδικό, πιθανούς πνευματικούς και πολιτικούς του ηγέτες: Δολοφονήθηκαν και βασανίστηκαν μέχρι θανάτου σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, λόγιοι, γιατροί, δικηγόροι, καθηγητές ανώτατης εκπαίδευσης, πλούσιοι και άρχοντες. Μετά ήρθε η σειρά του λαού. 85.000 σφαγιάστηκαν από τη θεόπνευστη φυλή των κατακτητών. Ενάμισι εκατομμύριο στάλθηκαν σε καταναγκαστικά έργα στη Γερμανία, οι γυναίκες, τα νεαρά κορίτσια οδηγήθηκαν στην πορνεία, με το ίδιο το κράτος στο ρόλο του προαγωγού. Οι υπόλοιποι ζουν σε ένα εξαθλιωτικό επίπεδο επαιτείας.
Εξευτελισμός, ευνουχισμός, απόρριψη — τίποτε άλλο δε σκέφτεται να δώσει η ναζιστική γερμανική επικράτεια στους αδελφούς λαούς της γης. Στη Γαλλία έχουν πάει τα πράγματα απλά προς το χειρότερο. Γιατί, η κράτηση των Γάλλων αιχμαλώτων πολέμου, ο αποκλεισμός αυτού του ενάμισι ή δύο εκατομμυρίων νέων ανδρών από τη φυσιολογική ζωή δεν υπηρετεί τον ίδιο σκοπό βιολογικής μείωσης;

Ναι, ο ναζισμός ξέρει να πείθει τον κόσμο για τη ζωτική ανάγκη του παραμερισμού του! Οι ελεύθεροι λαοί, όσο και αν ο πόλεμος ήταν εναντίον τους, όσο λίγο κι αν ήταν γι’ αυτόν προετοιμασμένοι, θα συνεχίσουν να αγωνίζονται, εάν πρέπει, χρόνο με το χρόνο, να καταβάλλουν και τις τελευταίες τους δυνάμεις, μέχρις ότου καταφέρουν να καθαρίσουν αυτήν την πανούκλα δολοφονικής αλαζονείας από τον κόσμο. Και ο γερμανικός λαός, που στις πλάτες του έχουν φορτώσει οι ηγέτες του ένα σωρό ενοχές, που προκαλούν τρόμο;

Δεν αρχίζει αυτός ο λαός να καταριέται την αιματοβαμμένη του αριστοκρατία, για κάθε πράξη ντροπής, που του την επέβαλαν διά ροπάλου ανόητα καθάρματα;

Μήπως δεν έχει κανένα νόημα για το απόλυτα αναγκαίο, το οποίο δηλαδή, επειδή είναι απαραίτητο, θα επιτευχθεί χωρίς καμία αμφιβολία; Δε λαχταρά να είναι ένας λαός, με τον οποίο να μπορούν να ζουν οι άλλοι, για να μη γίνει η κραυγή: «Πρέπει να αφανίσουμε τους ναζί», όλο και περισσότερο κραυγή: «Πρέπει να αφανίσουμε τους Γερμανούς;». Ενας λαός με τον οποίο κανείς δεν μπορεί να ζήσει, πώς θα μπορέσει να ζήσει ο ίδιος; Πώς να συμμετέχει στην ψυχική και πνευματική ζωή της ανθρωπότητας, στη γενική κουλτούρα; Με τι μούτρα, που είναι γερμανικά, θα εμφανιστεί μετά απ’ αυτόν τον πόλεμο στην ανθρώπινη κοινωνία; Οσο ο λαός αυτός δεν αποφασίζει να ομολογήσει ότι είναι ένας λαός, όπως κάθε άλλος, με τα προτερήματά του και τα ομοίως μεγάλα λάθη του, θα απειλείται από μια φρικαλέα περιθωριοποίηση.

Προς το παρόν, στη σημερινή του πνευματική κατάσταση, προϊόν της εθνικοσοσιαλιστικής διαπαιδαγώγησης, αποτελεί από μόνος του μια απειλή για τον κόσμο, τη μεγαλύτερη και τη δυσκολότερη που είχε να αντιμετωπίσει ο πολιτισμός εδώ και πολλούς αιώνες. Ο,τι ονομάζει κανείς εθνικοσοσιαλισμό, είναι, βλέποντάς τον πνευματικοϊστορικά, μια κακοήθης μορφή παρακμής ιδεών, οι οποίες στα νιάτα τους, στην αρχή του 19ου αιώνα, ήταν πέρα για πέρα συνδεδεμένες με την ιδέα της ανθρωπότητας και της δημοκρατίας των λαών: Του ρομαντικού εθνικισμού δηλαδή, ο οποίος στράφηκε στις κλήσεις και στις ρήξεις του ανθρωπίνου στοιχείου, στους διαφορετικούς χαρακτήρες λαών και πολιτισμούς, μια γεμάτη αγάπη επιστημονική και ποιητική μελέτη. Ο τονισμός και η φροντίδα των λαϊκών ιδιαιτεροτήτων, όσο επέτρεπε και στις άλλες εθνικές οντότητες την ίδια ελευθερία και αξιοπρέπεια ύπαρξης, δεν είχε ακόμα τίποτα το επιθετικό. Μια ολέθρια ιστορία διαφθοράς κατέστησε στη Γερμανία αυτή την κίνηση, που βέβαια απ’ την αρχή έθετε την ελευθερία πάνω απ’ την ισότητα, μια σατανική θρησκεία εθνικού σκοταδισμού και ρατσιστικής εκλογιμότητας, έναν αριστοκρατισμό εγκλημάτων, ο οποίος έχει την αξίωση, ο φυσικός και πνευματικός κόσμος να είναι γερμανικός ζωτικός χώρος και χωρίζει την ανθρωπότητα σε Γερμανούς και σκλάβους. Αλλη μια φορά: Ετσι δεν μπορούμε να ζήσουμε. Υπό την κυριαρχία μιας ιδέας — υποδούλωσης, στην οποία κάθε ηθικό και θρησκευτικό εμπόδιο εξαφανίζεται, δεν είναι δυνατή καμιά ευτυχία, καμιά ελευθερία, καμιά ανθρώπινη ύπαρξη στη γη. Μετά από μακρά ακατανοησία, ανικανότητα πίστης, η ανθρωπότητα αντελήφθη πως αυτό το αδιάντροπο τέρας πρέπει να χτυπηθεί και να εξοντωθεί, αν δε θέλει να γίνει η ζωή στη γη μια κόλαση ντροπής.
Ακόμα δε και αν είχε πιστέψει στη νίκη του Χίτλερ, θα ήξερε επίσης ότι (αυτός), για χάρη της διατήρησης της ηθικής ζωής, έπρεπε να εμποδιστεί και θα εμποδιστεί. Οι υποταγμένοι λαοί της Ευρώπης, οι οποίοι αναστενάζουν κάτω από τη μάστιγα μιας απερίγραπτης αθλιότητας, οφείλουν να ξέρουν πως θα έρθει η μέρα της απελευθέρωσής τους. Ο άνθρωπος είναι ένα αδύναμο, δεμένο με τη φύση, ον, αλλά φέρει μέσα του μια θεϊκή, πνευματική σπίθα, την ιδέα του δικαίου, της αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, και αυτή η σπίθα δε θα σβήσει.

Αναδημοσίευση από το περιοδικό ZINN UND FORM («Σκέψη και Μορφή») της Ακαδημίας Τεχνών της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, τεύχος Μάη — Ιούνη 1975, σε μετάφραση Αννίτας Κάτσουνα και επιμέλεια της Γιάννας Καραγιώργη

Ριζοσπάστης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου