ΜΑΘΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ

Τρίτη 7 Ιουλίου 2020

Νίκος Ξυλούρης

Γεννιέται, 7/7/1936, ο Νίκος Ξυλούρης, ο Κρητικός λυράρης και τραγουδιστής, ο καλλιτέχνης και αγωνιστής, σφράγισε με τη φωνή του κάποιες από τις πιο δυνατές στιγμές του ελληνικού τραγουδιού.

Με τα τραγούδια του, συντρόφεψε το λαό μας στις αναζητήσεις και τους αγώνες του.
Μια μορφή ταυτισμένη με την περηφάνια, την ανθρωπιά, την αγωνιστικότητα, υπήρξε ο Νίκος Ξυλούρης, που σαν σήμερα - στις 8 Φλεβάρη του 1980 - «έφευγε» για το στερνό «ταξίδι». Ηταν μόλις 44 χρόνων! Είχε, όμως, προλάβει να μας διδάξει πολλά για το ρόλο του καλλιτέχνη, τη στάση απέναντι στην τέχνη του και στην κοινωνία.
Πάνω απ' όλα, πρόλαβε να μας κάνει κοινωνούς της σπάνιας ερμηνείας του. Να κάνει τα ριζίτικα κτήμα του κόσμου, να μοιράσει αμέτρητες συγκινήσεις, τραγουδώντας κορυφαία έργα Ελλήνων δημιουργών. Και ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος και ερμηνευτής ρίζωσε βαθιά στις καρδιές, όχι μόνο των Κρητικών, μα ολόκληρης της Ελλάδας και πέρα απ' αυτήν... Ποτέ άλλοτε καλλιτέχνης, που συνέδεσε το όνομά του με την παραδοσιακή μουσική, δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα στενά «δεσμά» του είδους και να γνωρίσει την πανελλαδική αποδοχή. Ο Νίκος Ξυλούρης, χάρη στο ταλέντο και στον οίστρο του, έκανε αγαπητό το κρητικό ιδίωμα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Ποτέ άλλοτε τραγουδιστής δεν πέρασε από το δημοτικό τραγούδι στο λόγιο, όχι μόνο χωρίς απώλειες, αλλά, αντίθετα, με δάφνες γενικής αναγνώρισης, συμπάθειας και δικαίωσης. Μέσα σε μια δεκαετία, κάλυψε τεράστια ποσότητα έργου υψηλής ποιότητας και καθολικής παραδοχής. Τραγούδησε Μαρκόπουλο, Ξαρχάκο, Χάλαρη, Λεοντή, Κόκκοτο, Ανδριόπουλο, Ανδρεόπουλο, Γκάτσο, Γεωργουσόπουλο, Σεφέρη, Σολωμό, Κινδύνη, Ρίτσο, Φέρρη κ.ά.

Ο Νίκος Ξυλούρης, ο Κρητικός λυράρης και τραγουδιστής, ο καλλιτέχνης και αγωνιστής κυριολεκτικά, δέσποσε τη δεκαετία του '70, σηκώνοντας στις πλάτες του το προοδευτικό τραγούδι τα χρόνια της δικτατορίας και στις αρχές της μεταπολίτευσης, ενώ σφράγισε με τη φωνή του κάποιες από τις πλέον δυνατές στιγμές του ελληνικού τραγουδιού του 20ού αιώνα. H ξεχωριστή φωνή του, που φιλοξενούσε στα πατήματα και στις αναπνοές της τα αρώματα της Κρήτης, μα και της ποίησης του Ρήγα, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου και άλλων σπουδαίων ποιητών, τον έκανε ανίκητο στο χρόνο, στη λήθη. Μαζί και το σπάνιο ήθος του, που τον έκανε να στέκεται πάντοτε πάνω από μικρότητες και συμβιβασμούς.

Ο Ψαρρονίκος, που γαλουχήθηκε με τα ιδανικά της ελευθερίας, της ανθρωπιάς και της αξιοπρέπειας, ήταν πάντα παρών στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες του λαού μας, με αποκορύφωμα τη δυναμική παρουσία του δίπλα στους εξεγερμένους φοιτητές του Πολυτεχνείου. Δε δίστασε να βρεθεί κοντά στους «ελεύθερους πολιορκημένους» φοιτητές για να τους εμψυχώσει. Σ' αυτά τα παλικάρια, που τον έκαναν στις μαύρες μέρες της δικτατορίας να νιώθει περηφάνια, τραγούδησε το «Πότε θα κάμει ξαστεριά...». Αυτή η αγέρωχη στάση του τον έφερε αντιμέτωπο με τους διωγμούς της χούντας. 
Οι συναυλίες, οι δίσκοι του, οι ραδιοφωνικές και οι τηλεοπτικές εκπομπές του απαγορεύονται.

Πορεία ξεχωριστή και ασυμβίβαστη

Το Ανωγειανάκι με τη γλυκιά φωνή απέκτησε την πρώτη του λύρα στα δώδεκά του χρόνια. Στα δεκατέσσερά του κιόλας, παίζει και τραγουδά σε πανηγύρια. Πρώτος σημαντικός σταθμός της ζωής και της πορείας του υπήρξε το Ηράκλειο. Το 1969 - χρονιά που τραγουδά την περίφημη «Ανυφαντού» - εγκαθίσταται στην πρωτεύουσα. Το 1970, η γνωριμία του με τον Τάκη B. Λαμπρόπουλο αποφέρει συμβόλαιο συνεργασίας με την «Columbia». Θέλει να τραγουδήσει τα τραγούδια της πατρίδας του, τα Ριζίτικα, τον «Ερωτόκριτο». O πρώτος μεγάλος του δίσκος με τίτλο «Ψαρρονίκος - Κρητικά Τραγούδια» περιλαμβάνει επιτυχίες του από 45άρια και ηχογραφήσεις του σε κρητικά κομμάτια. Ακολουθεί η εξαίρετη συνεργασία του με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στο «Χρονικό» (σε στίχους K. X. Μύρη). Την επόμενη χρονιά, εκδίδονται τα «Ριζίτικα», σε ενορχήστρωση Μαρκόπουλου (ο δίσκος βραβεύεται από τη Γαλλική Ακαδημία του Σαρλ Κρος).

H φωνή του Ξυλούρη στην καρδιά της δικτατορίας γίνεται σημαία αντίστασης. Το 1972 κυκλοφορεί η «Ιθαγένεια» σε στίχους K. X. Μύρη («Γεννήθηκα», «Χίλια μύρια κύματα» κ.ά.). Συμμετέχει στο «Διάλειμμα», πάντα σε μουσική του Μαρκόπουλου και στίχους των K. X. Μύρη, Μ. Ελευθερίου, Γ. Σκούρτη, Ερ. Θαλασσινού και του συνθέτη, ενώ συνεργάζεται με τον Ξαρχάκο στο άλμπουμ «Διόνυσε Καλοκαίρι Μας». Θα συνεχίσουν μαζί στο «Αθήναιον», όπου η Τζένη Καρέζη με τον Κώστα Καζάκο παρουσιάζουν το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το μεγάλο μας τσίρκο». Το 1974 κυκλοφορεί η «Συλλογή», με παλαιότερα και καινούρια τραγούδια του Ξαρχάκου. Εδώ περιλαμβάνονται τα υπέροχα: «Πώς να σωπάσω» (στίχοι K. Κινδύνη), «Αυτόν τον κόσμο τον καλό» (στίχοι B. Ανδρεόπουλου), «Γεια σου χαρά σου Βενετιά», «Παλικάρι στα Σφακιά» (στίχοι N. Γκάτσου) και «Ητανε μια φορά» (στίχοι K. Φέρρη).

Εντονη καλλιτεχνική και πολιτικοκοινωνική δραστηριότητα χαρακτηρίζει τον Ν. Ξυλούρη και κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο. Τραγουδά το σπουδαίο έργο «Καπνισμένο Τσουκάλι» του Χρήστου Λεοντή. Μια συλλογή ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου, γραμμένα στη Λήμνο την περίοδο της εξορίας του απ' το φασισμό. Το 1975 επιστρέφει στις ρίζες, παρουσιάζοντας ένα μεγάλο προσωπικό δίσκο με παραδοσιακά κομμάτια της Κρήτης, με τίτλο «Τα που θυμάμαι τραγουδώ». Το 1976, σε συνεργασία με τον Χριστόδουλο Χάλαρη, κυκλοφορεί ο «Ερωτόκριτος», ενώ, παράλληλα, τραγουδά στον «Κύκλο Σεφέρη», σε μουσική Ηλία Ανδριόπουλου. Ακολουθούν τα «Ερωτικά», οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Γ. Μαρκόπουλου, τα «Αντιπολεμικά» των Λ.Κόκκοτου - Δ. Χριστοδούλου, τα «Ξυλουρέικα». Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε το «Σάλπισμα» (μουσική Λουκά Θάνου), όπου ο Ξυλούρης ερμηνεύει Βάρναλη, Καρυωτάκη κ.ά.

Οπως αναφέρεται στο βιβλίο «Νίκος Ξυλούρης. Με τη χορδή της λύρας» του Χρήστου Ν. Χαραλάμπους, που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τον «Εξάντα», «μέσα σε μια δεκαετία ηχογράφησε 37 συνολικά μεγάλους δίσκους, συνεργαζόμενος με σπουδαίους συνθέτες και ποιητές, ενώ στα συρτάρια των εταιριών και των συνθετών υπάρχουν ακόμα αρκετά ηχογραφημένα τραγούδια με τη φωνή του, που πρέπει οι Ελληνες να τα κάνουν δικά τους».

Ρ. Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου