Συζητάμε με την ηθοποιό Κάτια Γκουλιώνη για την παράσταση «Σωτηρία με λένε» και τον ρόλο της Σ. Μπέλλου τον οποίο ερμηνεύει
«Σωτηρία με λένε» θα μας λέει από την Πέμπτη 10 Νοέμβρη και για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων η Κάτια Γκουλιώνη στο «μικρό Χορν» (Αμερικής 10, Αθήνα). Ο Γιώργος Παπαγεωργίου αναλαμβάνει τη δραματουργική επεξεργασία, διασκευάζει και σκηνοθετεί το θεατρικό έργο της Σοφίας Αδαμίδου, το οποίο μιλά για τη σπουδαία μορφή του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού, την Σωτηρία Μπέλλου.
Την περασμένη Κυριακή συναντηθήκαμε με την Κάτια Γκουλιώνη. Την συναντήσαμε πριν από την πρόβα. Μια διαδικασία που, όπως μας είπε, δεν σταμάτησε ποτέ να αποζητά. Μια διαδικασία που την γεμίζει, καθώς τότε είναι που το έργο εξελίσσεται πριν συναντηθεί με το κοινό. Είχε προηγηθεί ένα τηλεφώνημα στο οποίο μας δήλωσε ότι ήθελε η πρώτη συνέντευξη για το συγκεκριμένο έργο να δοθεί στον «Ριζοσπάστη». Το θεωρούσε κάτι σαν υποχρέωση, τόσο για την συγγραφέα του όσο και για την ηρωίδα του, η οποία από τα 16 της διακινούσε τον «Ριζοσπάστη»...
Η ηρωίδα της, η Σωτηρία Μπέλλου, την συνεπαίρνει. «Εζησε μια ζωή γεμάτη... Αλλοι θέλουν δέκα ζωές... Και δεν υποτάχθηκε ποτέ...». Και συζητώντας για την Μπέλλου η συζήτηση φτάνει στο σήμερα. Μας μιλά για την Τέχνη, αλλά και γι' αυτά που την προβληματίζουν, που την ενοχλούν στη σημερινή πραγματικότητα. Μια συζήτηση ζεστή, μεστή και πολύ ενδιαφέρουσα, και την ευχαριστούμε πολύ γι' αυτό.
***
Τρία χρόνια μετά την ταινία «Ευτυχία» - υποδύθηκε την νεαρή Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου - η Κάτια Γκουλιώνη ενσαρκώνει μια άλλη «μεγάλη κυρία» του ελληνικού τραγουδιού. «Τι να πω για την Σωτηρία Μπέλλου; Είναι σαν μετεωρίτης. Δεν μπορώ να βρω τις λέξεις για να την περιγράψω. Γιατί, ξέρεις, όλα ακούγονται πολύ μικρά και τετριμμένα όταν πρέπει να μιλήσεις για μια τέτοια προσωπικότητα.
Μιλάμε για μια γυναίκα που επέλεξε σε μια μικρή και ευάλωτη ηλικία να εγκαταλείψει την ασφάλεια του σπιτιού της, καθώς δεν ήθελε να αποδεχτεί την προκαθορισμένη θέση της γυναίκας, την κοινωνική επιταγή της εποχής - να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Εφυγε από το σπίτι της στη Χαλκίδα και βρέθηκε στην Αθήνα το 1940, άστεγη, προσπαθώντας να πραγματοποιήσει το όνειρό της να γίνει τραγουδίστρια.
Στα χρόνια της Κατοχής πάλεψε μέσα από το ΕΑΜ. Τότε ήταν που την συνέλαβαν επειδή διακινούσε τον "Ριζοσπάστη". Την έριξαν στα μπουντρούμια της Μέρλιν και στη συνέχεια, τις μέρες του Δεκέμβρη, συλλαμβάνεται. Και έφαγε ξύλο, πολύ ξύλο. Για εκείνη την εποχή λέει μια φράση που με συγκινεί πολύ: "Δεν φτάνει που τρώγαμε ξύλο από τους Γερμανούς, μετά άρχισαν να μας χτυπάνε και οι δικοί μας".
Η ζωή της δέθηκε με την αριστερά. Και δεν έκανε πίσω, ποτέ. Δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι δεν θα ήταν στο πλευρό των ανθρώπων με τους οποίους είχε κοινά πιστεύω. Χαρακτηριστικά είναι όσα εκτυλίχθηκαν την περίοδο του εμφυλίου στο μαγαζί όπου εμφανιζόταν μαζί με τον Τσιτσάνη. Ερχεται μια παρέα από Χίτες, οι οποίοι ζητούν το τραγούδι "Του αϊτού ο γιος". Γυρνά η Μπέλλου στην ορχήστρα και λέει: Δεν το τραγουδάω αυτό, το λένε οι Χίτες. Πιάστε τη "Συννεφιασμένη Κυριακή". Τότε οι Χίτες την έβαλαν μέσα στην κουζίνα και την έδειραν. Κανείς από την ορχήστρα δεν σηκώθηκε να την υποστηρίξει. Την επόμενη μέρα έμεινε άνεργη για 1,5 χρόνο.
Αυτή ήταν η Σωτηρία... Δεν έκρυψε ποτέ τίποτα απ' αυτό που ήταν για να επιβιώσει. Ούτε τον σεξουαλικό της προσανατολισμό έκρυψε ποτέ. Και κατάφερε μάλιστα να το επιβάλει και μέσα σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον που ήταν οι ρεμπέτες.
Και όλα αυτά βέβαια με την τεράστια λαϊκή φωνή της, που χτυπά κατευθείαν στην ψυχή. Hταν η πρώτη γυναίκα που έπιανε καρέκλα στο πάλκο μαζί με τους μουσικούς μεταπολεμικά. Μέχρι τότε οι γυναίκες ήταν όρθιες, στα πρότυπα τα ευρωπαϊκά».
Αν έπρεπε να κρατήσει ένα πράγμα από την Σωτηρία, ποιο θα ήταν αυτό; «Οτι δεν φοβόταν. Δεν φοβόταν να εκφράσει το δίκαιο, χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες. Αν κάτι δεν ήταν σύμφωνο με τον ηθικό της κώδικα, είχε εξαφανιστεί. Αυτό με μαγεύει περισσότερο απ' όλα. Και το κόστος που αντιμετώπισε για τη στάση της και τις πράξεις της. Επεφτε, και ξανά πάνω. Για 10 χρόνια δεν την έπαιρνε κανείς. Οταν ήρθαν τα πρώτα "ώπα", τα τραγούδια σε ινδικούς και αραβικούς σκοπούς, δεν τα τραγούδησε. Και μετά δεν ανεχόταν να της πετάνε γαρύφαλλα ή να σπάνε πιάτα. Και αυτά κάτι λένε...
Αυτή η καθαρότητα της Μπέλλου έχει κάτι το ιαματικό για εμένα, κάτι το απελευθερωτικό. Είναι παγίδα να ισχυριστεί κανείς ότι αυτή η καθαρότητα εκπορευόταν από την απλότητα, την ταπεινότητα που είχαν οι άνθρωποι παλιά. Οχι, δεν είναι καθόλου απλό. Θεωρώ ότι είναι ό,τι πιο σύνθετο υπάρχει, το να μπορείς να πορεύεσαι με αυτόν τον τρόπο. Και το ρίσκο είναι τεράστιο...».
***
Και πώς είναι να υποδύεται ένα πρόσωπο υπαρκτό; «Οταν το πρόσωπο δεν είναι υπαρκτό, υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα όρια στη φαντασία. Σαν να δημιουργώ ένα δεύτερο σενάριο, που μέσα εκεί χτίζω τον χαρακτήρα.
Οταν το πρόσωπο είναι υπαρκτό, οι αναφορές που ψάχνω είναι πολύ διαφορετικές, τόσο χρονολογικά όσο και από εμφάνιση. Στην προκειμένη περίπτωση ακούω πολύ Νίνα Σιμόν, που θεωρώ ότι υπάρχει μία κοινή βάση με την Μπέλλου. Και οι δύο υπέφεραν λόγω αντιλήψεων και λόγω προσωπικών επιλογών. Επομένως, κάποιες εκφράσεις της Σιμόν μού δημιουργούν ένα πεδίο έμπνευσης για την Σωτηρία Μπέλλου. Επίσης, ένας άλλος καλλιτέχνης που βρίσκω ότι έχουν πολλά κοινά στην ήσυχη και αγέρωχη ματιά τους είναι ο μπλουζίστας Μάντι Γουότερς.
Οπως καταλαβαίνεις, είναι πολύ "κολαζιακές" οι αναφορές που χρησιμοποιώ, για να μη φυλακίζομαι σε μια φόρμα τόσο συγκεκριμένη όσο είναι η εικόνα που έχουμε για κάποιο υπαρκτό πρόσωπο. Η ηρωίδα για παράδειγμα, εκτός από αυτά που αναφέραμε παραπάνω, έχει και πάρα πολύ χιούμορ. Αναζητώ, επομένως, αναφορές για να μπορέσω να εκφράσω την ποικιλομορφία που έχει η προσωπικότητά της και να μη φυλακιστεί σε αυτήν τη δωρική εικόνα που έχουμε στον νου μας».
Η παράσταση αφιερώνεται στη μνήμη της Σοφίας Αδαμίδου, αλλά και της Ντίνας Κώνστα, που είχε ενσαρκώσει με μεγάλη επιτυχία τον συγκεκριμένο ρόλο. «Λυπάμαι πάρα πολύ που δεν γνώρισα την Σοφία. Η βιογραφία της για την Μπέλλου, "Πότε ντόρτια πότε εξάρες", με συγκινεί. Εχω διαβάσει αρκετές βιογραφίες, αλλά στη συγκεκριμένη με συγκινεί η ανθρωπιά της Σ. Αδαμίδου στο πώς έχει προσεγγίσει την Σωτηρία. Και, βέβαια, η υπέροχη ηθοποιός Ντ. Κώνστα, που ερμήνευσε μοναδικά τον ρόλο».
***
Συζητώντας για την Μπέλλου, η κουβέντα φτάνει στο σήμερα και στις αναλογίες που υπάρχουν. «Οι Χίτες είναι οι σημερινοί χρυσαυγίτες... Και ο φόβος υπάρχει, αλλά με ένα διαφορετικό περιτύλιγμα.
Ζούμε έναν σκληρό καπιταλισμό. Πώς μπορεί να ζήσει κανείς με αυτά που βγάζει; Το να μην μπορείς να πάρεις τα απαραίτητα δεν είναι κάτι το απλό. Στη μετα-COVID εποχή, ένα - ένα τα δικαιώματα καταργούνται. Δεν υπάρχει εργατικό δίκαιο. Ολα αυτά δεν είναι βία;
Και στον δικό μου τομέα... Αυτή η πληθώρα, η υπερκατανάλωση πού θα φτάσει; Εχουμε 48 σειρές στην τηλεόραση, μία πλατφόρμα όπου βγαίνουν κάθε μήνα 3 καινούργιες ταινίες, 15 καινούργιες σειρές και όλο αυτό, βέβαια, με φτηνό εργατικό δυναμικό. Αντίστοιχα προβληματικό είναι και το περιεχόμενο. Για να έχουν απήχηση, αυτολογοκρίνονται. 'Η θα χρησιμοποιήσει κανείς μια "συνταγή", με μοντέλα ανθρώπων πολύ συγκεκριμένα, για να συναντήσουν πλατιά απήχηση (π.χ. γυναίκα παντρεμένη με παιδιά), ή διαφορετικά θα φτιαχτεί μια άλλη ιστορία, περιτυλιγμένη με όλο αυτόν τον δικαιωματισμό, για να πάει σε άλλον δρόμο, να πάει σε κάποια φεστιβάλ. Και τα δύο είναι στείρα.
Η ακύρωση επίσης είναι κάτι το οποίο με συνταράζει. Πόσο εύκολα μπορεί να ακυρωθεί μια προσωπικότητα, ένας πολιτισμός. Ναι, με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης μπορεί να επικοινωνηθεί κάτι πολύ γρήγορα. Και αυτό είναι καλό. Το είδαμε και στη δική μας περίπτωση. Αλλά όλα αυτά τα λογύδρια περί φεμινισμού, δικαιωμάτων απλά αναρτημένα σε ένα ποστ και live να βλέπω τον απόλυτο συντηρητισμό και κοινωνικά και ατομικά, με τρομάζει. Με τρομάζει όλη αυτή η απόκλιση ανάμεσα στο πώς ζούμε, φερόμαστε, δουλεύουμε και στο τι γράφουμε σε ένα Μέσο.
Το "me too" ήταν απελευθερωτικό και για εμένα. Αλλά ο χώρος μας δεν διαφέρει από κανέναν άλλο. Το ζήτημα είναι τι εξουσία δίνεται στον "ανώτερο" και πώς τη χρησιμοποιεί. Πόσες περιπτώσεις υπάρχουν, υπαλλήλων σε εταιρείες, που δεν πρόκειται να μάθουμε ποτέ...».
***
Επιστρέφοντας στην Μπέλλου, μιλάμε για την παράσταση που ξετυλίγεται το βράδυ πριν από την εγχείρηση που θα της στερήσει τη φωνή. Μαζί με την Κ. Γκουλιώνη στη σκηνή είναι η Ιωάννα Μονέδα στον ρόλο της νοσοκόμας, ενώ οι Αντώνης και Θοδωρής Ξηντάρης πλαισιώνουν μουσικά την παράσταση.
«Είναι συνταρακτικό», μας λέει η Κ. Γκουλιώνη. «Αυτός ο άνθρωπος, που το όπλο του ήταν η φωνή, την τελευταία στιγμή της το πήραν. Μεταφορικά και κυριολεκτικά, τη φωνή της είχε. Πάντα φώναζε, πάντα πρωτοστατούσε, ποτέ δεν το βούλωνε και πάντα τραγουδούσε. Από πέντε χρονών παιδάκι... Πότε με τον παππού της στην εκκλησία, πότε βρίσκοντας κάτι σύρματα σε αλάνες, που τα έκανε χορδές κιθάρας».
Και ποια ήταν τα αισθήματά της όταν διάβασε το θεατρικό; «Οταν μου έστειλε το θεατρικό ο Γιώργος Παπαγεωργίου το καλοκαίρι, ενθουσιάστηκα, για τρεις λόγους. Πρώτον, γιατί λατρεύω την Μπέλλου, δεύτερον, γιατί η Σοφία Αδαμίδου έγραψε ένα υπέροχο έργο, και τρίτον, γιατί ο Γιώργος είναι ένας σκηνοθέτης που εκτιμώ βαθύτατα και ήθελα πολύ να δουλέψουμε μαζί.
Διαβάζοντας το θεατρικό, σκέφτηκα, ακόμα και στο πού διαδραματίζεται το έργο, πόσο τωρινό είναι... Η Σωτηρία έμεινε 1,5 χρόνο στο νοσοκομείο, ήταν άστεγη... Πόσο στο σήμερα να νοσηλεύεται ένας άνθρωπος χωρίς μία. Και μετά η απομόνωση, αυτό που όλοι ζήσαμε το προηγούμενο διάστημα. Σε ένα δωμάτιο κλεισμένοι και η ζωή να προχωρά.
Δουλεύοντας με τον Γιώργο Παπαγεωργίου, κοινός μας τόπος είναι να μη φτιαχτεί μια αγιογραφία. Τον άνθρωπο θέλουμε να δείξουμε. Να βρούμε και να αναδείξουμε τα κομμάτια που συνθέτουν αυτήν την προσωπικότητα. Και είμαι πολύ χαρούμενη γι' αυτήν τη διαδικασία. Συνήθως, όταν ξεκινάς μία δουλειά που αναφέρεται σε τέτοια ηρωίδα, νιώθεις ένα βάρος. Αλλά μαζί με τον Γιώργο αγγίξαμε αυτήν την προσωπικότητα τόσο ήπια και σταδιακά... Με ησυχία και ενθουσιασμό...».
Παραστάσεις: Τετάρτη 20.00, Πέμπτη - Παρασκευή - Σάββατο 21.00, Κυριακή 18.00.
Εισιτήρια: viva.gr και στο 211.1000.365. Για ομαδικές κρατήσεις, στο τηλέφωνο 6972217952.
Α. Π
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου