Ο στρατηγός Πάγκαλος γίνεται Πρόεδρος της
Δημοκρατίας, 18/4/1926. Είχαν προηγηθεί οι «εκλογές» στις 4 Απρίλη.
Για εκείνες τις εκλογές, το ΚΚΕ είχε προσπαθήσει για
τη συγκρότηση κοινού μετώπου με τα άλλα δημοκρατικά κόμματα για να δώσει στις
εκλογές αντιδικτατορικό χαρακτήρα.
Απέρριψε ακόμη την πρόταση του Πάγκαλου, να μην
υποστηρίξει τον κοινό υποψήφιο των δημοκρατικών δυνάμεων Κ. Δεμερτζή, με
αντάλλαγμα την απελευθέρωση των εξόριστων και των φυλακισμένων κομμουνιστών.
Τελικά, όταν τα αστικά πολιτικά κόμματα κήρυξαν αποχή
από τις εκλογές, κήρυξε αποχή και το ΚΚΕ.
Η παγκαλική δικτατορία
Το βράδυ της
24ης Ιουλίου του 1925 η κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου --και ο ίδιος ο πρωθυπουργός
προσωπικώς-- πληροφορούνταν από έμπιστες στρατιωτικές πηγές ότι στη διάρκεια
της νύχτας θα εκδηλωνόταν στρατιωτικό κίνημα με αρχηγούς τον στρατηγό Θ.
Πάγκαλο και τον ναύαρχο Χατζηκυριάκο. Σε λίγο, η είδηση για το επικείμενο
πραξικόπημα θα σκορπούσε απ' άκρου εις άκρον της πρωτεύουσας και στους
διαδρόμους της Βουλής θα γινόταν το κύριο θέμα συζήτησης. «Ωστε απόψε ο
Πάγκαλος θα καταλάβει την αρχήν;», ήταν το βασικό ερώτημα όσων ακόμη αμφέβαλλαν
για την αλήθεια του πράγματος. Ενα ερώτημα που θα μπορούσαν να το απευθύνουν
στον ίδιο τον στρατηγό Πάγκαλο, ο οποίος παρευρισκόταν στη συνεδρίαση του
Κοινοβουλίου, αφού από καιρό είχε αφήσει τη στρατιωτική τέχνη χάριν της τέχνης
της πολιτικής. Ο υπουργός επί των Στρατιωτικών Κ. Γόντικας λέγεται πως τόλμησε
να τον ρωτήσει, αν θα κάμει κίνημα κι εκείνος φέρεται να απάντησε: «Και βέβαια
θα κάμω κίνημα»1.
Δεν ξέρουμε
αν πράγματι έγινε τέτοιος διάλογος. Πάντως, η κυβέρνηση δεν επιχείρησε να
συλλάβει τον επίδοξο πραξικοπηματία.
Γύρω στις
10.30 μ.μ. που τελείωσε η συνεδρίαση ο Πάγκαλος έφυγε από τη Βουλή και
κατευθύνθηκε προς το σπίτι του φανερά τρομοκρατημένος από το γεγονός ότι τα
σχέδιά του είχαν αποκαλυφθεί.
Εκεί τον περίμεναν μυημένοι στα πραξικοπηματικά
του σχέδια βουλευτές και στρατιωτικοί, οι οποίοι βλέποντάς τον διστακτικό και
φοβισμένο επιχείρησαν να τον εμψυχώσουν. Στο τέλος τα κατάφεραν. «Αντί της εξουσίας
--τους είπε-- με αναμένει η φυλακή... Αλλά, έστω, θα προχωρήσουμε εις τας
αποφάσεις μας». Αμέσως πήρε τη στολή του στρατηγού και με μερικούς φίλους
κατευθύνθηκε σε σπίτι συγγενή του στην πλατεία Κουμουνδούρου2.
Αν και όλα τούτα έμοιαζαν περισσότερο με κωμωδία, εντούτοις η τραγωδία δε θα αργούσε να κάνει την εμφάνισή της.
Το κίνημα εκδηλώνεται
Πριν καλά - καλά χαράξει η 25η Ιουνίου ο Ναύαρχος Χατζηκυριάκος επιβιβάστηκε στο καταδρομικό «Αβέρωφ», ανακηρύχτηκε αρχηγός του στόλου και γύρω στις 4 π.μ. έστειλε στον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας ναύαρχο Κουντουριώτη το ακόλουθο τηλεγράφημα3: «Στόλος ταύτην νύκταν εκήρυξεν έκπτωτον Κυβέρνησιν. Καθιστώμεν προσωπικώς υπευθύνους Πρόεδρον, μέλη κυβερνήσεως διά χύσιν αδελφικού αίματος». Μισή ώρα αργότερα ο στρατηγός Χ. Τσερούλης, αφού είχε φροντίσει να καταλάβει τη Διοίκηση του Γ' Σώματος Στρατού, εκμεταλλευόμενος την απουσία του στρατηγού Οθωναίου, κάλεσε τον υπουργό επί των στρατιωτικών Κ. Γόντικα στο τηλέφωνο για να τον πληροφορήσει ότι «η φρουρά της Θεσσαλονίκης και όλαι αι άλλαι της Βορείου Ελλάδος επαναστάτησαν και αξιώνουν την άμεσον παραίτησιν της κυβερνήσεως»4.
Ο ίδιος ο Πάγκαλος που, όπως αναφέραμε, στην Αθήνα δεν είχε καταφέρει να εξασφαλίσει παρά μόνο την υποστήριξη του Συντάγματος μηχανικού του Ρουφ, ζητούσε από την κυβέρνηση να παραιτηθεί και δε δίστασε, αφού κατέλαβε το μέγαρο της υπηρεσίας επικοινωνιών (ΤΤΤ), να ενημερώσει, ψευδώς, όλες τις μεγάλες στρατιωτικές μονάδες ότι το κίνημά του είχε επικρατήσει5.
Στο τελεσίγραφό του προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο επίδοξος δικτάτορας ανέφερε επί λέξει6: «Κύριε Πρόεδρε ο στρατός και ο στόλος εξηγέρθησαν διά λόγους τους οποίους γνωρίζετε ασφαλώς και υμείς, όπως και σύμπας ο ελληνικός λαός. Η κυβέρνησις, αποτυχούσα εσωτερικώς τε και εξωτερικώς δεν αντιπροσώπευε πλέον την κοινή γνώμιν. Τη δυσαρμονίαν ταύτην δε διασκέδασεν ατυχώς η εθνοσυνέλευσις. Η κυβέρνησις, απωλέσασα την εμπιστοσύνην ολοκλήρου του στρατού και του στόλου, κρατεί μέχρι στιγμής, δι' ολίγων αφοσιωμένων αυτή αξιωματικών, υπό τας διαταγάς της τμήματα της φρουράς Αθηνών. Θεωρώ μέγιστον έγκλημα την χύσιν και ρανίδος, έστω, διττώς αδελφικού αίματος, καθιστώ υπεύθυνον επί τούτου ολόκληρον την κυβέρνησιν και τους ενισχύοντας αυτήν εις την ματαίαν αντίστασιν και παρακαλώ όπως μέχρι τις 4 μ.μ. προκαλέσητε την παραίτησιν της κυβερνήσεως και την διαρρύθμισιν της καταστάσεως συμφώνως προς την έκδηλον θέλησιν της μεγίστης πλειοψηφίας του λαού, στρατού και του στόλου».
Η επικράτηση
Τελικά, παρά τα οπερετικά του χαρακτηριστικά, το πραξικόπημα επιβλήθηκε, γιατί κανένα από τα συντεταγμένα όργανα του κράτους και του κρατούντος πολιτικού συστήματος δεν προέβαλε αντίσταση. Την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες μιλούσαν για επικράτηση στρατιωτικού κινήματος αναφέροντας τους ηγέτες του. Η «Καθημερινή», για παράδειγμα, έγραφε στην πρώτη της σελίδα7:
«Το στρατιωτικό κίνημα επεκράτησε καθ' όλην την Ελλάδα. Ο κ. Πάγκαλος επί κεφαλής των επαναστατών απόλυτος κύριος της καταστάσεως».
Το απόγευμα της 26ης Ιουνίου, κατά τη συνεδρίαση της Βουλής, ο πρόεδρός της Κωνσταντίνος Ρακτιβάν προέβη στην ακόλουθη ενημέρωση των μελών του Σώματος: «Σήμερον την πρωίαν με εκάλεσεν ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και μου εδήλωσε ότι χτες, αφού απετάθη προς την Δεξιάν (Καφαντάρη, Μιχαλακόπουλο κλπ.) και δεν εδέχθησαν τον σχηματισμό κυβερνήσεως, απετάθη προς την Αριστεράν (Παπαναστασίου). Αλλά την 9ην νυκτερινήν κατέθεσε και αυτήν την εντολήν. Ως εκ τούτου ανέθεσε τον σχηματισμόν κυβερνήσεως εις τον κ. Θ. Πάγκαλον.»8. Ετσι στις 6.30 το απόγευμα της ίδιας μέρας η κυβέρνηση Πάγκαλου έδωσε τον καθιερωμένο όρκο.
Ο νέος πρωθυπουργός δεν ήταν άγνωστος στους βουλευτές. Τον γνώριζαν και ως στρατιωτικό (έφερε το βαθμό του στρατηγού) και ως πολιτικό. Είχε λάβει μέρος στα στρατιωτικά κινήματα του 1909 (στο Γουδί) και του 1922 και είχε διατελέσει πολλές φορές υπουργός. Τι μπορούσε όμως να προσδοκά κανείς απ' αυτόν; Ο στρατηγός Αλ. Μαζαράκης - Αινιάν τον περιγράφει ως εξής στα απομνημονεύματά του9: «Εγνώριζα τον Πάγκαλον και τας ιδιότητας αυτού. Εξυπνος κατά την νεοελληνικήν αντίληψιν, με απόφασιν ταχείαν, αλλά με πολλήν επιπολαιότητα και με προσωπικάς φιλοδοξίας, δυσαναλόγους, αρεσκόμενος εις τας ραδιουργίας διά να ανέλθη οπωσδήποτε κολακεύων τα χειρότερα στοιχεία διά να τον βοηθούν, δεν ήτο βεβαίως ο άνθρωπος ο οποίος θα αναμόρφωνε την Ελλάδα».
Η κυβέρνηση του Πάγκαλου πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη βουλή στις 30 Ιουνίου του 1925 με 185 ψήφους υπέρ, 14 κατά και 9 λευκά. Κοινοβουλευτική κάλυψη της έδωσαν οι πολιτικές ομάδες του Παπαναστασίου, του Κονδύλη, του Γονατά και του Τσιριμώκου. Καταψήφισε ο Θ. Σοφούλης, ενώ ο Καφαντάρης με τον Μιχαλακόπουλο προτίμησαν την αποχή10.
Στις 30 Σεπτέμβρη του 1925 ο Πάγκαλος διέλυσε την εθνοσυνέλευση με το αιτιολογικό ότι έχασε την εμπιστοσύνη του έθνους και δεν αντιπροσώπευε πια τη θέληση του ελληνικού λαού. Λίγο αργότερα, στις 4 Ιανουαρίου του 1926, ανακηρύχτηκε δικτάτορας της χώρας και στις 19 Απριλίου του ιδίου έτους κατέλαβε τη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας, αφού προηγουμένως είχε παραιτηθεί απ' αυτή ο ναύαρχος Κουντουριώτης11. Τελικά, η παγκαλική δικτατορία έφτασε στο τέλος του βίου της με τον ίδιο τρόπο που εγκαθιδρύθηκε, αφού ανατράπηκε πραξικοπηματικά, στις 22 Αυγούστου του 1926, από στρατιωτικό κίνημα υπό τον στρατηγό Κονδύλη.
Παρά το δικτατορικό καθεστώς η εργατική τάξη
γιόρτασε την Πρωτομαγιά του '26. Η φωτογραφία είναι από συγκέντρωση στο Αγρίνιο
|
Ποιοι ευθύνονται για την παγκαλική δικτατορία
Οπως έχουμε ήδη αναφέρει, το γεγονός ότι ο Πάγκαλος προετοίμαζε στρατιωτικό κίνημα ήταν κοινό μυστικό σε όλο τον πολιτικό κόσμο της εποχής, αλλά και πέρα από αυτόν. Λίγες μέρες, πριν εκδηλωθεί το πραξικόπημα, ο επίδοξος δικτάτορας, με δημοσιεύματά του στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» (7, 14 και 18 Ιουνίου), ενημέρωνε τους πάντες για τις προθέσεις του. «Ο στρατός εις τα έργα του», έγραφε σε ένα από αυτά. Και πρόσθετε: «Ουδείς ήτο δυνατόν να εκφράσει αντίθετον γνώμιν και ουδείς δύναται να αρνηθεί εις τους φρουρούς της πατρίδος και ιδρυτάς της Δημοκρατίας το δικαίωμα να παρακολουθούν αγρύπνως και μετά θερμού ενδιαφέροντος την πορείαν και εξέλιξιν της πολιτικής υμών καταστάσεως... Από την Δ' Εθνικήν Συνέλευσιν και τους αρχηγούς των κομμάτων εξαρτάται να μην καταστή αναγκαία και νέα του στρατού παρέμβασις»12.
Αυτά έγραφε ο Πάγκαλος. Αλλά το ΚΚΕ πολύ έγκαιρα είχε δει και πολύ γρήγορα είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος, στο οποίο θα ηγείτο ο Θ. Πάγκαλος ή η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος, δηλαδή, ο Κονδύλης. Συγκεκριμένα, το Φλεβάρη του 1925 η Εκτελεστική Επιτροπή του Κόμματος με ανακοίνωσή της για την πολιτική κατάσταση στη χώρα υπογράμμιζε ότι το αστικό καθεστώς αντιμετώπιζε μια βαθιά πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση που υποχρέωνε την κυρίαρχη τάξη να προετοιμάσει το έδαφος για την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας. Για το λόγο αυτό το ΚΚΕ καλούσε τους εργάτες, τους αγρότες, τους πρόσφυγες, τους στρατιώτες και τους ναύτες «ν' αγωνιστούν με όλα τα μέσα εναντίον κάθε πραξικοπηματικής απόπειρας που θα επιχειρήσει η μπουρζουαζία, με το σκοπό να εγκαθιδρύσει τη φασιστική δικτατορία του Κονδύλη - Πάγκαλου»13.
Δεν υπήρχε συνεπώς κανείς που να μη γνώριζε για το επικείμενο στρατιωτικό κίνημα. Το χειρότερο δε, είναι πως όταν αυτό το κίνημα εκδηλώθηκε --αν και δεν είχε καμία δυνατότητα επιτυχίας, αφού ήταν κάτι περισσότερο από οπερέτα-- τελικά επικράτησε, γιατί δε συνάντησε κανένα εμπόδιο στο δρόμο προς την εξουσία. «Αν οι ηγέται της κυβερνητικής παρατάξεως-- γράφει ο Γρ. Δαφνής14-- διέθεταν ψυχήν, το κίνημα θα κατεστέλλετο αμέσως». Στην πραγματικότητα, αν υπήρχε πρόθεση από την κυβέρνηση να εμποδιστεί το κίνημα, θα μπορούσε να μην είχε καν εκδηλωθεί. Το παγκαλικό κίνημα, σύμφωνα με τον στρατηγό Αλ. Μαζαράκη «επεκράτησεν απροσδοκήτως». Και τούτο «χάρις εις την ατολμίαν της κυβερνήσεως, υποσκαπτομένης όμως και υπό άλλων πολιτικών ελπιζόντων ότι διά του κινήματος τούτου θα ανέλθουν αυτοί εις την αρχήν»15. Ο στρατηγός και παλιός υπουργός Λ. Σπαής στα δικά του απομνημονεύματα είναι περισσότερο σαφής: «Ο Πάγκαλος --γράφει16-- σχεδόν εξ υφαρπαγής κατέλαβε την αρχή, ανατρέψας τον Μιχαλακόπουλον. Η επιτυχία του ωφείλετο κυρίως εις την ασυμφωνία των πολιτικών αρχηγών Μιχαλακοπούλου, Καφαντάρη, Παπαναστασίου, Κονδύλη, Μυλωνά κλπ. και εν μέρει εις την ανοχήν του Παπαναστασίου, ο οποίος επιπολαίως επίστευε ότι ήταν δυνατόν ο Πάγκαλος, μετά από μερικές ημέρες, να αναθέση εις αυτόν την πρωθυπουργίαν».
Χωρίς αμφιβολία, το δρόμο στην παγκαλική δικτατορία τον άνοιξε σύσσωμος, σχεδόν, ο αστικός πολιτικός κόσμος της εποχής, γιατί αυτή ήταν η απαίτηση των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης. Κι όπως πολύ εύστοχα σημειώνει ο Σ. Μάξιμος17, «από την άποψη της κοινωνικής πάλης των τάξεων η παγκαλική δικτατορία ήτανε η συνέχεια της πολιτικής των φιλελεύθερων, η προέκτασή της με μέσα βίαια, δικτατορικά. Η ίδια η κεφαλαιοκρατική πολιτική που προσέτρεξε στη δικτατορία, για να σωθή και να καταβάλη τη λαϊκή αντίδραση. Ητανε η δικτατορία μιας και της ίδιας τάξεως, που χρησιμοποίησε την ένοπλη βία εναντίον του κοινοβουλίου, που αντικατέστησε τη μία μορφή κυριαρχίας με την άλλη».
Στόχος το εργατικό - λαϊκό κίνημα και το ΚΚΕ
Από τις πρώτες μέρες της η παγκαλική δικτατορία έδειξε απροσχημάτιστα το αντιλαϊκό της πρόσωπο, θέτοντας στο στόχαστρο το ΚΚΕ και το εργατικό κίνημα. Στις 13 Ιουλίου του 1925, δημοσιεύτηκε το νομοθετικό διάταγμα «περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των περί κατοχυρώσεως του δημοκρατικού πολιτεύματος διατάξεων». Επρόκειτο για ένα διάταγμα που χρησιμοποιήθηκε κυρίως για τη δίωξη των κομμουνιστών, με αποτέλεσμα τον Αύγουστο του 1925 να οργανωθούν τρεις δίκες, στις οποίες σύρθηκαν ο Γραμματέας του Κόμματος Π. Πουλιόπουλος, άλλα στελέχη όπως ο Σ. Μάξιμος, ο Κ. Σκλάβος, ο Μοναστηριώτης, ο Τ. Φίτσος και φυσικά, η κομματική εφημερίδα «Ριζοσπάστης». Η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη» απαγορεύτηκε για ένα εξάμηνο, ενώ βαριές ποινές φυλάκισης επιβλήθηκαν στους Πουλιόπουλο, Μάξιμο και Φίτσο18.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, το Κόμμα τέθηκε ουσιαστικά εκτός νόμου και πέρασε στην παρανομία, ενώ πέραν του «Ρ»" απαγορεύτηκε η κυκλοφορία της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης» και του δημοσιογραφικού οργάνου της ΟΚΝΕ «Νεολαία». Ακόμη, με ωμή παρέμβαση στο εργατικό κίνημα η παγκαλική δικτατορία ανέτρεψε το συσχετισμό στο 3ο συνέδριο της ΓΣΕΕ (Μάρτης 1926) και αφού συνέλαβε 110 αριστερούς συνέδρους παρέδωσε τη διοίκηση της οργάνωσης στους ρεφορμιστές19. Η δικτατορία, βεβαίως, δίωξε και αστικά ΜΜΕ, όπως και αστικό πολιτικό κόσμο.
Ομως δεν ήταν αυτοί ο κύριος στόχος της.
«Το φάσμα του ''ερυθρού κινδύνου'', γράφει ο Ν. Αλιβιζάτος20--ανάχθηκε σε πρωταρχικό σύνθημα από τη δικτατορία του στρατηγού Πάγκαλου, η οποία αφού έθεσε εκτός νόμου το Κομμουνιστικό Κόμμα, ίδρυσε το πρώτο ειδικευμένο για τον αντικομμουνιστικό αγώνα τμήμα της ελληνικής αστυνομίας, που ονόμασε ''Υπηρεσία Ειδικής Ασφαλείας''».
1. Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος» 1955, τόμος Α', σελ. 276
2. Ηλία Μπρεδήμα: «Η πρώτη Δημοκρατία», εκδόσεις ΑΚΜΩΝ 1960, σελ. 403- 404
3. «Αρχείον Θεόδωρου Πάγκαλου», εκδόσεις «Κέδρος» 1974, τόμος β', σελ. 22
4. Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος» 1955, τόμος Α', σελ. 279
5. Θ. Βερέμη: «Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική 1916-1936», εκδόσεις «Εξάντας» 1977, σελ. 153
6. Ηλία Μπρεδήμα: «Η πρώτη Δημοκρατία», εκδόσεις ΑΚΜΩΝ 1960, σελ. 408
7. «Καθημερινή» 26/6/1925
8. Φ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», εκδόσεις Καπόπουλος, τόμος 3ος, σελ. 128. Οι όροι «Δεξιά» και «Αριστερά» ασφαλώς δεν έχουν τη σημερινή τους σημασία
9. Αλέξανδρου Μαζαράκη - Αινιάνος: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις «Ικαρος» 1948, σελ. 340
10. Γ. Ανδρικόπουλου: «Η Δημοκρατία του Μεσοπολέμου», εκδόσεις «Φυτράκης», σελ. 27
11. Τ. Βουρνά: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909-1940», εκδόσεις Τολίδη, σελ. 330-331
12. «Ελεύθερος Τύπος» 18/6/1925 και «Αρχείον Θεόδωρου Πάγκαλου», εκδόσεις «Κέδρος» 1973, τόμος Α', σελ. 409-410
13. «Το ΚΚΕ - επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος β', σελ. 43- 47 και «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 166
14. Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος» 1955, τόμος Α', σελ. 280
15. Αλέξανδρου Μαζαράκη - Αινιάνος: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις «Ικαρος» 1948, σελ. 340
16. Λ. Σπαή: «Πενήντα χρόνια στρατιώτης», Αθήναι 1970, σελ. 184
17. Σεραφείμ Μάξιμου: «Κοινοβούλιο ή δικτατορία;», εκδόσεις «Στοχαστής», σελ. 113
18. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 167- 168 και Γρ. Δαφνή στο ίδιο, σελ. 292- 293
19. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 171- 172
20. Ν. Αλιβιζάτου: «Πολιτικοί Θεσμοί σε Κρίση 1922- 1974», εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ. 380- 381
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου