Η εφημερίδα «Τα Νέα», στη στήλη της «διαξιφισμοί» στις 16 Φλεβάρη, φιλοξένησε δύο άρθρα με τίτλο «Για την επόμενη ημέρα του συνδικαλιστικού κινήματος», το ένα μάλιστα του προέδρου της ΓΣΕΕ. Διαβάζοντας βέβαια τα άρθρα ο αναγνώστης με μεγάλη ευκολία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο τίτλος της στήλης «διαξιφισμοί» αποδείχθηκε το λιγότερο ατυχής, αφού υπήρξε τεράστια σύμπτωση και «ταυτότητα» απόψεων.
Ως κοινή συνισταμένη προβάλλεται η ανάγκη το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα «να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της νέας εποχής», δηλαδή στις απαιτήσεις του κεφαλαίου, και να δουλέψει δραστήρια ώστε να σύρει την εργατική τάξη στο σφαγείο, δηλαδή «στον κοινωνικό διάλογο» και στην απεμπόληση όλων των κατακτήσεων και των δικαιωμάτων της στο όνομα «των κοινών στόχων της κοινωνίας», τελικά στους στόχους των επιχειρηματικών ομίλων.
Σ' αυτήν τη βάση, κάθε αίτημα, κάθε δράση του συνδικαλιστικού κινήματος που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των εργαζομένων θεωρείται παρωχημένη, ξεπερασμένη, «κομματική», ενοχοποιείται μάλιστα ότι αποτελεί τροχοπέδη της κοινωνικής προόδου! Ετσι, αποτελεί «αντικοινωνικό συντεχνιασμό» το να υπερασπίζεσαι το 8ωρο και το 7ωρο, τη δουλειά με δικαιώματα και αξιοπρεπείς μισθούς. Είναι μεγάλη «παθογένεια» η υπεράσπιση της Κοινωνικής Ασφάλισης ως καθολικού δικαιώματος, πού ακούστηκε δηλαδή στον σύγχρονο κόσμο οι εργαζόμενοι να απαιτούν εξασφαλισμένη σύνταξη με βάση τους κόπους της δουλειάς τους και οι εισφορές τους να μην τζογάρονται από τα κοράκια των ασφαλιστικών εταιρειών. Είναι «υπεράσπιση συντεχνιακών και παραταξιακών σκοπιμοτήτων» η υπεράσπιση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων, για να μην μπουν τα συνδικάτα στο «γύψο», να μην καταργηθεί το δικαίωμα στην απεργία, στις διαδηλώσεις, να μη φακελώνονται συνδικαλιστές με τα ηλεκτρονικά μητρώα που θα είναι στα χέρια κυβέρνησης και εργοδοτών, καθώς και να μην ψηφίζουν οι εργοδότες αντί των εργαζομένων με τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες.
Βέβαια, οι δύο αρθρογράφοι δεν πρωτοτυπούν. Αναμασούν τα ίδια παρωχημένα και συντηρητικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούν εδώ και δεκαετίες οι εκπρόσωποι της πλουτοκρατίας και των αστικών κυβερνήσεων, κάπως «εκσυγχρονισμένα». Οτι δεν υπάρχουν ταξικά συμφέροντα και εκμετάλλευση, ότι οι εργαζόμενοι πάντα πρέπει να θυσιάζουν τα συμφέροντά τους για το «κοινωνικό καλό» και για τα «κοινά συμφέροντα», ότι κάποια στιγμή αυτές οι θυσίες θα πιάσουν τόπο και θα γευτούν και οι εργαζόμενοι τους καρπούς «του αναπτυξιακού αποτελέσματος».
Σε αυτήν τη γραμμή άλλωστε έχει στηριχθεί και η πρόσφατη πορεία του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού στην Ελλάδα. Από τις αρχές της δεκαετίας του '90 και το Συνέδριο της ΓΣΕΕ στην Αλεξανδρούπολη, όπου κατοχυρώθηκαν και τυπικά στο καταστατικό της η απεμπόληση της ταξικής πάλης και η συμμετοχή της στον «κοινωνικό εταιρισμό» και στον «κοινωνικό διάλογο», είναι μια πορεία συνυφασμένη με τις τεράστιες απώλειες σε κατακτήσεις και δικαιώματα για τους εργαζόμενους. Σε κάθε περίοδο «κοινός στόχος» ήταν άλλος, η υλοποίηση των στόχων του Μάαστριχ, η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ και στο ευρώ, ο «εκσυγχρονισμός» της ελληνικής οικονομίας, το να ξεπεραστεί η καπιταλιστική κρίση και να ψηφιστούν τα μνημόνια, το να προχωρήσει τώρα η οικονομία στη «νέα εποχή» της ψηφιακής οικονομίας και των επενδύσεων σε νέους τομείς, στην «πράσινη ανάπτυξη», στην Ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, στην πληροφορική, στις μεταφορές κ.α.
Σε κάθε περίπτωση χαμένοι ήταν μόνο οι εργαζόμενοι. Η εκμετάλλευση απογειώθηκε, φτάνοντας μέσα σε μια εικοσαετία ο μέσος μισθός για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων να είναι τα 600 ευρώ, κι αυτά όταν δουλεύεις ήλιο με ήλιο, με τεράστια εντατικοποίηση, χωρίς ωράρια, που και αυτά στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού πρέπει να καταργηθούν, μαζί με τις υπερωρίες. Η ανεργία εδώ και 10 χρόνια είναι πάνω από 15%, με την υποαπασχόληση και τις ελαστικές συνθήκες δουλειάς να τσακίζουν κόκαλα. Στους χώρους δουλειάς τα μέτρα υγείας και ασφάλειας αποτελούν άγνωστη λέξη, όπως με τραγικό τρόπο έχει επιβεβαιωθεί στις συνθήκες της πανδημίας, όπου εργοστάσια, σούπερ μάρκετ, επιχειρήσεις και οι αστικές συγκοινωνίες αποτελούν τους βασικούς χώρους διασποράς του κορονοϊού. Οι τράπεζες να κυνηγάνε τα σπίτια του φτωχού λαού και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να ποινικοποιεί τις κινητοποιήσεις ενάντια στους πλειστηριασμούς ως «ιδιώνυμο», την ίδια στιγμή που τραπεζίτες και κυβερνήσεις χαρίζουν χρέη ή και επιδοτούν με δισ. ευρώ τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους.
Γιατί όμως τέτοια πρεμούρα για το μέλλον του συνδικαλισμού; Γιατί εμφανίστηκε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, μετά από έναν χρόνο που αγνοούνταν μαζί με την πλειοψηφία στη διοίκηση της ΓΣΕΕ, σε συνθήκες που η νέα καπιταλιστική κρίση και η πανδημία σπαράζουν τους εργαζόμενους και το λαό; Μα γιατί, όπως έχει επανειλημμένα τονίσει και ο πρωθυπουργός της χώρας, η καπιταλιστική κρίση και η πανδημία αποτελούν ευκαιρία για να προχωρήσουν οι νέες αντιλαϊκές ρυθμίσεις. Και ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ βγήκε ως «λαγός» για να τις προβάλει, αφού περιλαμβάνονται αυτούσιες, όπως παραδόθηκαν από το ΣΕΒ, στα νομοσχέδια που ετοιμάζει η κυβέρνηση για να επιβάλει το 10ωρο με μισθούς των 200 έως 500 ευρώ, μαζί με την κατάργηση των υπερωριών, την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης και την ενίσχυση των επαγγελματικών ταμείων. Μαζί με αυτές να προβάλει την αναγκαιότητα οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα όχι μόνο να τις αποδεχτούν χωρίς καμία αντίσταση, αλλά να τις χειροκροτήσουν, να τις στηρίξουν ενεργά.
Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Για τον συνδικαλιστή τού σήμερα, οι διαχωριστικές γραμμές στην κοινωνία δεν προκύπτουν στο όνομα ιστορικών πολιτικών αντιπαραθέσεων, αλλά στην πραγματική βάση των στόχων της σύγχρονης ανάπτυξης και του ψηφιακού μετασχηματισμού της κοινωνίας και της εργασίας. Ο μόνος δρόμος για τον σύγχρονο και προοδευτικό συνδικαλιστή είναι η πολιτική των "ανοιχτών θυρών" (...) για την επίτευξη μιας μεγάλης εθνικής, κοινωνικής, αναπτυξιακής συμφωνίας που θα προτάσσει (...) τη δίκαιη διανομή του αναπτυξιακού αποτελέσματος».
Δηλαδή, άλλη μια παρωχημένη διακήρυξη για το τέλος της ταξικής πάλης, που λέει ότι στις συνθήκες της σύγχρονης ανάπτυξης και του ψηφιακού μετασχηματισμού, εργοδότες και εργαζόμενοι δεν έχουν διαφορετικά συμφέροντα, άρα ο ρόλος των συνδικάτων είναι να διαμορφώνουν κοινωνικές συναινέσεις και να επιδιώκουν συμφωνίες που να προτάσσουν τη δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου. Εδώ είναι το ζουμί μιας αντεστραμμένης πραγματικότητας που εμφανίζει τον εργασιακό μεσαίωνα και την αποδοχή του μέσα στις νέες συνθήκες ως κινητήρια δύναμη για την πρόοδο.
Αρα για τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ πρόοδος είναι να κυριαρχήσει το μοντέλο του εργαζόμενου χωρίς δικαιώματα και με πλήρη «ευελιξία», ότι αυτό μάλιστα είναι και βασική προϋπόθεση για να προχωρήσουν οι επενδύσεις στην «πράσινη» Ενέργεια και σε άλλους τομείς, για να έρθει η ανάπτυξη. Πρόοδος είναι η τηλεργαζόμενη μητέρα να δουλεύει από το σπίτι την ίδια στιγμή που αναγκάζεται να φροντίζει τα παιδιά της ή κάποιον ηλικιωμένο, όντας 24 ώρες το 24ωρο σε επιφυλακή για το μέιλ του εργοδότη. Πρόοδος είναι να ληστεύεται η δουλειά χιλιάδων επιστημόνων στον κλάδο του Φαρμάκου από τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, που θησαυρίζουν από τις πωλήσεις των εμβολίων και χωρίς ταυτόχρονα να το εξασφαλίζουν για όλους τους λαούς. Πρόοδος είναι για τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ να θερίζει το λαό μας η πανδημία και χιλιάδες γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό να μην προσλαμβάνονται στο δημόσιο σύστημα Υγείας, γιατί είναι «κόστος», την ίδια στιγμή που δεν επιτάσσεται ο ιδιωτικός τομέας Υγείας, για να μη θιχτεί η ανάπτυξη των ομίλων του κλάδου.
Για όλα αυτά βέβαια η ηγεσία της ΓΣΕΕ και ο πρόεδρός της δεν έχουν βγάλει λέξη. Οπως λέξη δεν έβγαλαν και για το κρεσέντο αυταρχισμού που κλιμακώνεται από τη ΝΔ απέναντι στους εργατικούς - λαϊκούς αγώνες, στις συνδικαλιστικές ελευθερίες. Πώς να κάνουν διαφορετικά άλλωστε. Οπως χρειάστηκαν τα ΜΑΤ για να τους επιβάλουν στην ηγεσία της ΓΣΕΕ, έτσι χρειάζονται και τα ΜΑΤ για να κατασταλούν οι εργατικοί αγώνες, οι αγώνες των φοιτητών, που αντί για καθηγητές και βιβλία όποτε ανοίξουν οι σχολές τους θα βρουν στα αμφιθέατρα αστυνομικούς. Επιβεβαιώνεται ότι η καταστολή πάει «νύχι - κρέας» με την αντιλαϊκή πολιτική.
Η στρατηγική του κεφαλαίου είναι επώδυνη για τους εργαζόμενους, φέρνει μόνο νέες θυσίες και αντιλαϊκά μέτρα για να μπορέσει το κεφάλαιο να ξεπεράσει τη νέα καπιταλιστική κρίση. Οι νέες τεχνολογίες και η 4η βιομηχανική επανάσταση αντί να αξιοποιηθούν για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου γίνονται εργαλείο νέας καταδυνάστευσης των εργαζομένων, διαμορφώνοντας μια ζωή - λάστιχο, χωρίς δικαιώματα.
Πραγματική πρόοδος είναι η πάλη των εργαζομένων για δουλειά με δικαιώματα και ζωή με αξιοπρέπεια, όπου οι εργαζόμενοι γεύονται τον πλούτο που παράγουν με τον ιδρώτα και τον κόπο τους. Οπου η επιστημονική γνώση αξιοποιείται για την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών και όχι για να πλουτίζουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι. Οπου η ανάπτυξη της τεχνολογίας, των ψηφιακών εργαλείων και μέσων αξιοποιείται για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και δουλειάς, για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου και την ευημερία όλου του λαού.
Αυτές οι δύο γραμμές συγκρούονται, διαχρονικά αλλά και τούτη την περίοδο, στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Από τη μια η γραμμή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, της εκμετάλλευσης και των θυσιών για την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων, και από την άλλη η γραμμή της πάλης για την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών, για την υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων, που είναι ασυμφιλίωτα με τα συμφέροντα και την ιδιοκτησία των μονοπωλίων.
Το ΠΑΜΕ και τα συνδικάτα που συσπειρώνει πρωταγωνιστούν στον αγώνα για την υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων. Η παρουσία του εδώ και μια εικοσαετία αποδείχθηκε πολύ σημαντική και με μεγάλη προσφορά, αφού αν δεν υπήρχε ο ταξικός πόλος στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα για τους εργαζόμενους.
Είναι πολύτιμη η πείρα που διαμορφώθηκε στις τρεις τελευταίες πανελλαδικές πανεργατικές απεργίες, ιδιαίτερα στην απεργία στις 26 Νοέμβρη, όπου ένα ισχυρό μέτωπο Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων και Συνδικάτων πρόταξαν τις ανάγκες και τα αιτήματα των εργαζομένων, κόντρα στην ανοιχτά απεργοσπαστική στάση της πλειοψηφίας στην ηγεσία της ΓΣΕΕ. Είναι ελπιδοφόρο το βήμα της συνέχειας που δόθηκε με την πανελλαδική σύσκεψη των συνδικάτων στις 4 Φλεβάρη, όπου συμμετείχαν πάνω από 200 δευτεροβάθμια και πρωτοβάθμια συνδικάτα του ιδιωτικού τομέα.
Προς απογοήτευση λοιπόν του προέδρου της ΓΣΕΕ, αυτή η διαπάλη δεν κρίνεται κυρίως στα συνέδρια, κρίνεται πρώτα και κύρια στους χώρους δουλειάς, στα συνδικάτα, στην καθημερινή δράση για κάθε μικρό ή μεγάλο πρόβλημα των εργαζομένων, στα μεγάλα μέτωπα της ταξικής πάλης, με την οποία η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ και ο πρόεδρός της έχουν πάρει οριστικό διαζύγιο. Και θα κριθεί τελικά μόλις η εργατική τάξη πει την τελευταία της λέξη.
Μέλος της ΕΓ του ΠΑΜΕ και του ΔΣ της ΓΣΕΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου