Με τις δύο πλευρές να προβάλλουν ως διακηρυγμένο στόχο μια πιο «σταθερή» και «προβλέψιμη» σχέση, ενώ παραμένουν όλες οι αιτίες της κλιμάκωσης της μεταξύ τους ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης, πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη στη Γενεύη η συνάντηση των Προέδρων ΗΠΑ και Ρωσίας, Τζο Μπάιντεν και Βλ. Πούτιν.
Σε συνθήκες όπου η κόντρα ΗΠΑ - Κίνας για την πρωτοκαθεδρία επιδρά σε όλο το φάσμα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος, η Σύνοδος Κορυφής ΗΠΑ - Ρωσίας έγινε με φόντο το πολυήμερο ταξίδι του Αμερικανού Προέδρου στην Ευρώπη, όπου συμμετείχε στις Συνόδους Κορυφής της G7, του ΝΑΤΟ και ΕΕ - ΗΠΑ, στέλνοντας μήνυμα «ενίσχυσης» του ευρωατλαντικού άξονα τόσο απέναντι στην Κίνα, όσο και στη Ρωσία.
Η ίδια η συνάντηση Μπάιντεν - Πούτιν εξάλλου πραγματοποιήθηκε ενώ από την εκλογή του Αμερικανού Προέδρου μέχρι σήμερα καταγράφεται κλιμάκωση σε πολλά «καυτά» μέτωπα στην έτσι κι αλλιώς εντεινόμενη, τα τελευταία χρόνια, αντιπαράθεση ΗΠΑ - Ρωσίας. Μέσα σε αυτούς τους λίγους μήνες καταγράφονται παραπέρα όξυνση της αντιπαράθεσης για Ουκρανία και Λευκορωσία, μεγάλη στρατιωτική κινητικότητα στην Ανατολική Ευρώπη και τη Μαύρη Θάλασσα, ανταλλαγή κυρώσεων και απελάσεων διπλωματών κ.ά.
Σύμφωνα με όσα ανέφεραν οι δύο Πρόεδροι στις ξεχωριστές συνεντεύξεις Τύπου, επανέλαβαν τις «κόκκινες γραμμές» και αναζήτησαν περιθώρια «συνεννόησης» σε ορισμένους τομείς, ενώ χαρακτήρισαν τις συνομιλίες «παραγωγικές», στο πλαίσιο βέβαια του κλίματος «χαμηλών προσδοκιών».
Ενδεικτικά, συμφώνησαν να αποκαταστήσουν τις διπλωματικές τους σχέσεις, με την επιστροφή των Αμερικανών και Ρώσων πρέσβεων στις θέσεις τους σε Μόσχα και Ουάσιγκτον, μετά την απόσυρσή τους και τις εκατέρωθεν μαζικές απελάσεις διπλωματών πριν από περίπου δυο μήνες εξαιτίας της κλιμάκωσης της σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία.
ΗΠΑ και Ρωσία δημοσίευσαν επίσης κοινή δήλωση, σημειώνοντας ότι «ακόμη και σε περιόδους έντασης» μοιράζονται στόχους «διασφάλισης της προβλεψιμότητας στον στρατηγικό τομέα, μείωσης του κινδύνου ένοπλων συγκρούσεων και της απειλής πυρηνικού πολέμου».
Σχετικά με τη «στρατηγική σταθερότητα» και τον έλεγχο των εξοπλισμών συμφωνήθηκε η έναρξη διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο υπουργείων Εξωτερικών, που θα καθορίσουν τη σύνθεση, τον τόπο και τη συχνότητα διεξαγωγής των συνομιλιών. Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ επί Μπάιντεν ανανέωσαν τη συνθήκη «New START», ενώ αποχώρησαν από αυτήν των «Ανοιχτών Ουρανών».
Βέβαια, και σε αυτό το ζήτημα, ο «ελέφαντας στο δωμάτιο», η Κίνα, παραμένει. Οι ΗΠΑ, επί προεδρίας Τραμπ, είχαν αποχωρήσει από τη συνθήκη περιορισμού των πυραύλων μικρού και μεσαίου βεληνεκούς (INF) και αμφισβητούσαν τον λόγο ύπαρξης άλλων συμφωνιών για τον έλεγχο των εξοπλισμών, αν σε αυτές δεν αναγκαζόταν να συμμετέχει και η Κίνα. Η «ελευθερία» της Κίνας να εξοπλίζεται έξω από συνθήκες και η γοργή στρατιωτική της άνοδος, απασχολούν τόσο την ΕΕ, όσο και τη Ρωσία, παρότι κρατούν χαμηλότερους τόνους.
Πάντως, την επομένη της συνάντησης, ο Βλ. Πούτιν σημείωσε ότι μια κούρσα εξοπλισμών «ξετυλίγεται είτε κρυφά είτε φανερά», ενώ παράλληλα αναφέρθηκε στις «περιφερειακές συγκρούσεις». «Τα αμερικανικά στρατεύματα φεύγουν από το Αφγανιστάν. Αυτό είναι πολύ κοντά στα σύνορά μας και μια ρωσική στρατιωτική βάση βρίσκεται στο Τατζικιστάν. Το ζήτημα είναι πώς θα οικοδομήσουμε σχέσεις σε αυτόν τον τομέα και την ασφάλεια στην περιοχή», είπε χαρακτηριστικά.
Για την κυβερνοασφάλεια, ο Πούτιν είπε ότι είναι «προς το συμφέρον των δύο χωρών να συνεργαστούμε και η Ρωσία είναι έτοιμη γι' αυτό». Από την πλευρά του, ο Μπάιντεν παρέδωσε στον Ρώσο ομόλογό του μια λίστα με 16 καίριες υποδομές των ΗΠΑ (από τον τομέα της Ενέργειας μέχρι τα συστήματα μεταφοράς νερού) που όπως είπε θα πρέπει να μείνουν εκτός κυβερνοεπιθέσεων. Με τον τρόπο αυτό οι ΗΠΑ επαναφέρουν ουσιαστικά τις κατηγορίες για κυβερνοεπιθέσεις από ρωσικό έδαφος σε αμερικανικές στρατηγικής σημασίας υποδομές και διαμηνύουν ότι θα απαντήσουν εάν δεχθούν ξανά τέτοια επίθεση.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον Πούτιν, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να εργαστούν για την Αρκτική - μια ακόμη περιοχή που εντάσσεται στις «φιλοδοξίες» του Πεκίνου - ενώ τα υπουργεία Εξωτερικών Ρωσίας και ΗΠΑ «θα ξεκινήσουν διαβουλεύσεις για ολόκληρο το σύμπλεγμα αλληλεπιδράσεων στο διπλωματικό πεδίο». Επίσης, δεν απέκλεισε συμβιβασμό για ανταλλαγή Αμερικανών και Ρώσων φυλακισμένων.
Στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση, ο Μπάιντεν έκανε λόγο για «πολλή δουλειά» που πρέπει να γίνει και «θα φανεί τους επόμενους μήνες» αν «λειτουργεί». Ο ίδιος εκτίμησε ότι «υπάρχει πραγματική προοπτική για σημαντική βελτίωση των σχέσεων χωρίς να εγκαταλείψουμε τίποτα από τις αρχές και τις αξίες μας» και πως η Ρωσία «το τελευταίο πράγμα που θέλει τώρα είναι ένας Ψυχρός Πόλεμος».
Από την πλευρά του ο Πούτιν σημείωσε ότι ΗΠΑ και Ρωσία αντιλαμβάνονται πολύ καλά «τις κόκκινες γραμμές» των δυο πλευρών. «Διαφωνούμε από πολλές απόψεις. Ωστόσο, και οι δύο πλευρές έδειξαν προθυμία να καταλάβουν η μία την άλλη, να αναζητήσουν τρόπους για να φέρουν τις θέσεις πιο κοντά», συμπλήρωσε. Την επομένη των συνομιλιών, μίλησε για τομείς με «κορυφαία προτεραιότητα και ενδιαφέρον».
Οι αιτίες της κλιμάκωσης μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας ωστόσο παραμένουν, και η Ουκρανία - ως κομβικός κρίκος στην αμερικανοΝΑΤΟική προσπάθεια περικύκλωσης της Ρωσίας - είναι ένα τέτοιο κομβικό μέτωπο.
Ο Βλ. Πούτιν κατηγόρησε την κυβέρνηση του Κιέβου ότι παραβιάζει την κατάπαυση του πυρός με τους φιλορώσους αυτονομιστές στο Ντονμπάς και τις συμφωνίες του Μινσκ, ενώ ο Μπάιντεν επιβεβαίωσε τη στήριξη των ΗΠΑ στην εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της Ουκρανίας και δήλωσε πως οι δύο πλευρές «συμφώνησαν να συνεχίσουν τη διπλωματία με βάση τις συμφωνίες του Μινσκ».
Οι συμφωνίες αυτές βέβαια βασικά παραμένουν «στα χαρτιά» εδώ και 6 χρόνια. Η Ουκρανία τις αμφισβητεί, ενώ ζητά στις διαπραγματεύσεις να εισέλθουν οι ΗΠΑ και Βρετανία. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Ντμ. Πεσκόφ, που συμμετείχε στη Σύνοδο στη Γενεύη, η αμερικανική πλευρά «επιβεβαίωσε την κατανόησή της, ότι το μόνο δυνατό μέσο διευθέτησης είναι η εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ». Ο ίδιος πρόσθεσε ότι δεν συζητήθηκε η συμμετοχή της Ουάσιγκτον στο διαπραγματευτικό σχήμα της Νορμανδίας (Γερμανία, Γαλλία, Ρωσία, Ουκρανία).
Στην πράξη αυξάνεται η συγκέντρωση ΝΑΤΟικών και ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στα ρωσικά σύνορα, σε ανατολική Ευρώπη, Μαύρη Θάλασσα και Ουκρανία. Ενόψει της συνάντησης Πούτιν - Μπάιντεν το αμερικανικό Πεντάγωνο ανακοίνωσε τη χορήγηση της προγραμματισμένης στρατιωτικής βοήθειας ύψους 150 εκατ. δολαρίων στην Ουκρανία. Η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια στη χώρα ξεπερνά τα 2,5 δισ. δολάρια από το 2014.
Σχετικά με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ - που αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για τη Ρωσία - μετά τη ΝΑΤΟική σύνοδο κορυφής ο Μπάιντεν είχε δηλώσει ότι θα πρέπει πρώτα να καταπολεμήσει τη «διαφθορά» και να εκπληρώσει ορισμένα κριτήρια. «Καθησύχασε» όμως ότι «στο μεταξύ, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μπορεί η Ουκρανία να αντισταθεί στη ρωσική επιθετικότητα».
Παράλληλα οι ΗΠΑ - που σε ένα συμβιβασμό με τη Γερμανία αποφάσισαν να μην επιβάλλουν νέες κυρώσεις στον σχεδόν ολοκληρωμένο ρωσικό αγωγό «Nord Stream 2» - εξετάζουν τρόπους να βοηθήσουν την Ουκρανία να διατηρήσει ή να αντισταθμίσει τα τέλη διαμετακόμισης ρωσικού φυσικού αερίου μετά την έναρξη λειτουργίας του «Nord Stream 2». Επίσης εξετάζουν επενδύσεις για την αξιοποίηση των πόρων της Ουκρανίας σε φυσικό αέριο, τον εκσυγχρονισμό της ενεργειακής υποδομής της κ.ά.
Στο μεταξύ, καθώς οξύνονται και αυξάνονται τα «μέτωπα αντιπαράθεσης» ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή, στις συνόδους κορυφής στις Βρυξέλλες (ΝΑΤΟ και ΗΠΑ - ΕΕ) το ευρωατλαντικό μπλοκ δήλωσε ετοιμότητα «να ανταποκριθούν αποφασιστικά στις επαναλαμβανόμενες επιβλαβείς δραστηριότητες της Ρωσίας».
Καταδίκασαν τη Ρωσία για την υπονόμευση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας (Ντονμπάς), της Γεωργίας (Νότια Οσετία - Αμπχαζία) και της Μολδαβίας (Υπερδνειστερία) και την κάλεσαν να «αποσύρει τα στρατεύματά της». Εξάλλου δήλωσαν ότι θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν την «μεταρρυθμιστική πορεία» και την ευρωατλαντική «ολοκλήρωση» αυτών των κρατών στα σύνορα της Ρωσίας.
Σε ένα ακόμη πεδίο ανταγωνισμού στην «αυλή» της Ρωσίας, ο ευρωατλαντικός άξονας δήλωσε αποφασισμένος «να εργαστούμε για μια μακροπρόθεσμη ειρήνη, ανθεκτικότητα και σταθερότητα στο Νότιο Καύκασο», την ίδια ώρα που η Ρωσία πρωτοστατεί στην εφαρμογή της εύθραυστης «ειρηνευτικής» συμφωνίας Αρμενίας - Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο Καραμπάχ, ενώ η Τουρκία ενισχύει την στρατιωτική και πολιτική της συνεργασία με το Αζερμπαϊτζάν και επιδιώκει αναβαθμισμένο ρόλο στην περιοχή.
Μάλιστα τη μέρα των συνομιλιών στη Γενεύη, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σ. Μισέλ, ανακοίνωσε ότι ΕΕ και ΗΠΑ «προωθούν μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης σε Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν» και αυτή είναι μια περίπτωση, όπου ΗΠΑ και ΕΕ ενώνονται για να ηγηθούν.
Το δε ζήτημα της Λευκορωσίας δεν ήταν «ψηλά στην ατζέντα» των συνομιλιών στη Γενεύη, καθώς «θα ήταν αδύνατο» να φέρει πιο κοντά τις θέσεις ΗΠΑ και Ρωσίας, ανέφερε ο Ντμ. Πεσκόφ.
Από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ το 2019 στο Λονδίνο, όταν για πρώτη φορά στην Κοινή Δήλωση των ηγετών αναφέρθηκε ρητά η «αναδυόμενη στρατιωτική δύναμη της Κίνας ως πιθανή νέα απειλή», το κέντρο βάρους της λυκοσυμμαχίας, όπως και των ΗΠΑ, μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς την αντιμετώπιση της Κίνας και την περιοχή Ασίας - Ειρηνικού.
Με αυτό το δεδομένο, η Ρωσία παραμένει «μια βασική απειλή για την ασφάλειά μας» και το ΝΑΤΟ δηλώνει μια «διπλή προσέγγιση»: «Αποτροπή» και «διάλογος», με τα ΝΑΤΟικά στρατεύματα «παρόντα με κυκλική εναλλαγή σε Βαλτική, Πολωνία και Ρουμανία».
Αντίστοιχα, για τρίπτυχο «απώθησης», «περιορισμού» και «συνεργασίας» κάνει λόγο η έκθεση της Κομισιόν για τις σχέσεις ΕΕ - Ρωσίας που θα συζητηθεί στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ.
Σε κάθε περίπτωση, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ «ζυγίζουν» τους κινδύνους από την πολιτική της «διπλής συγκράτησης» Ρωσίας και Κίνας, οι οποία μπορεί οδηγήσει σε παραπέρα ενίσχυση της συνεργασίας τους, παρά τις μεταξύ τους διαφορές.
Ο γγ του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, επισήμανε χαρακτηριστικά ότι «Ρωσία και Κίνα διατηρούν εδώ και κάποιο χρόνο μια συνεργασία όλο και πιο έντονη, σε πολιτικό και σε στρατιωτικό επίπεδο. Πρόκειται για μια νέα διάσταση με νέους κινδύνους» και το ΝΑΤΟ πρέπει να «προσαρμοστεί» προκειμένου να ανταποκριθεί.
Αντίστοιχα, σύμφωνα με αναλύσεις στον ρωσικό Τύπο «οι ΗΠΑ θέλουν να αποφύγουν κλιμάκωση των εντάσεων για να επικεντρωθούν στη συγκράτηση της Κίνας, ενώ η Ρωσία θέλει να ξεφύγει από νέες κυρώσεις και μια ακόμη κούρσα εξοπλισμών» για να ενισχύσει την καπιταλιστική της ανάπτυξη. Ακόμη, υπογραμμίζεται ότι το Πεκίνο πρόσφατα επέδειξε ετοιμότητα για μεγαλύτερη προσέγγιση με τη Ρωσία, ενδεχομένως και για «στρατιωτική - πολιτική συνεργασία» χωρίς «ταμπού» ή «ταβάνια». «Αυτό πρέπει να εξέπληξε τη Δύση» και «για κάθε δράση υπάρχει αντίδραση».
Ο δε Κινέζος καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Ρένμιν στο Πεκίνο, Shi Yinhong, δήλωσε στην «South China Morning Post», ότι παρότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να «βολιδοσκοπήσουν» ανταλλάγματα επιδιώκοντας να χαλαρώσουν οι σχέσεις Κίνας-Ρωσίας, «στο τρέχον κλίμα, Κίνα και Ρωσία δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να ενισχύσουν τη στρατηγική, στρατιωτική και διπλωματική συνεργασία τους».
Ε. Μ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου