Σε αυτήν την κατεύθυνση οι κρατικές δαπάνες που προβλέπονται για τα διάφορα προνοιακά επιδόματα συρρικνώνονται εκ νέου, την ίδια στιγμή που η φτώχεια και η ανέχεια καλπάζουν. Χαρακτηριστικό είναι ότι σύμφωνα με τον κρατικό προϋπολογισμό για το 2022, τα έσοδα του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) μειώνονται κατά 45 εκατομμύρια και η κρατική χρηματοδότηση είναι μειωμένη κατά 85 εκατομμύρια, ενώ το επίδομα των ΑμεΑ αυξάνεται 0,5%.
Ολα τα παραπάνω για τους χιλιάδες ανάπηρους και τις οικογένειές τους μεταφράζονται σε μια τραγωδία δίχως τέλος, σε θεραπείες που δεν γίνονται, σε πάνω από 200.000 παιδιά με ειδικές ανάγκες που πετιούνται έξω από οποιαδήποτε εκπαιδευτική διαδικασία, σε πάνω από 95% ανεργία στους ικανούς προς εργασία ανάπηρους, σε ειδικά σχολεία που υπολειτουργούν και δομές που κλείνουν. Οσα «καίνε» λοιπόν τα άτομα με αναπηρία, όχι μόνο παραμένουν άλυτα αλλά οξύνονται, αφού όλο και περισσότερο το κράτος αποσύρεται από την Πρόνοια, με τις κυβερνήσεις τη μία μετά την άλλη να παραπέμπουν στην «ατομική ευθύνη» τη φροντίδα και την εκπαίδευση των ΑμεΑ.
Σήμερα ο «Ριζοσπάστης» συνεχίζει το αφιέρωμα στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία, δίνοντας το λόγο στα ίδια τα θύματα του σύγχρονου «Καιάδα», που διαμορφώνει η εμπορευματοποίηση της Πρόνοιας.
Η συντριπτική πλειοψηφία των παραπληγικών, τετραπληγικών, βαριά κινητικά ανάπηρων από τα φτωχά λαϊκά στρώματα βιώνουν με τον πιο δραματικό τρόπο την αποστασιοποίηση του κράτους από την Πρόνοια για κάλυψη ακόμη και των βασικών αναγκών που απορρέουν από την αναπηρία.
Και όπως μας εξηγεί ο Μάριος Καμακάρης, μέλος της ΕΣΚ Κινητικά Αναπήρων και της Γραμματείας της ΣΕΑΑΝ, «από την πρώτη στιγμή της αναπηρίας γίνονται φανερές οι τεράστιες ελλείψεις και η γύμνια των δημόσιων δωρεάν δομών αποκατάστασης, τεχνικών - τεχνολογικών βοηθημάτων, ειδικών σχολείων όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων, μέτρων ανακατασκευής κατοικιών ή ακόμα και αλλαγής κατοικίας όταν ο ανάπηρος, λόγω του ανάγλυφου πολλών περιοχών, δεν μπορεί ούτε από την είσοδο του σπιτιού του να βγει.
Τα κόστη για όλα τα παραπάνω είναι μόνο για τους έχοντες και κατέχοντες. Για την οξεία φάση αποκατάστασης ο ανάπηρος πρέπει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη, αφού ένα πρόγραμμα αποκατάστασης κοστίζει 3.000 - 4.000 ευρώ και ο ΕΟΠΥΥ καλύπτει μόνο τα 1.500 και αυτά για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ενα λειτουργικό χειροκίνητο αναπηρικό αμαξίδιο ξεκινάει από 2.500 ευρώ και ο ΕΟΠΥΥ καλύπτει μέχρι 1.000 ευρώ. Ολοι γινόμαστε καθημερινοί μάρτυρες με συνανθρώπους μας που βγαίνουν στα ΜΜΕ με τον λογαριασμό τραπέζης, προκειμένου να συνδράμει ο λαός για να συνεχίσουν την αποκατάστασή τους είτε στη χώρα μας είτε σε κάποιο κέντρο του εξωτερικού.
Αυτά στην οξεία φάση. Ομως η μόνιμη βαριά κινητική αναπηρία έχει σαν τροφή εφ' όρου ζωής φυσικοθεραπευτικές πράξεις (κινησιοθεραπεία, λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, πισίνα κ.ά.). Αυτές επαφίενται στην τσέπη του ανάπηρου και της οικογένειάς του».
Οσο για την εργασία; «Ούτε λόγος να γίνεται», λέει ο Μ. Καμακάρης και εξηγεί: «Οι ελάχιστες θέσεις στον ιδιωτικό τομέα είναι επιδοτούμενες και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ο βαριά κινητικά ανάπηρος θεωρείται εμπόδιο στην κερδοφορία της επιχείρησης».
Μιλώντας για την καθημερινότητα του ανάπηρου, ο Μ. Καμακάρης περιγράφει τις μεγάλες δυσκολίες, «ιδιαίτερα όταν ο βαριά κινητικά ανάπηρος ζει μόνος, που σημαίνει ότι εκτός των καθημερινών προσωπικών αναγκών που επιβάλλεται να κάνει (κινησιοθεραπεία, προσωπική υγιεινή, διατροφή) έχει και τη συντήρηση του σπιτιού. Οι μετρημένοι στα δάκτυλα χρήστες αναπηρικών αμαξιδίων που μετακινούνται με τα ΜΜΜ το κάνουν αποκλειστικά όπου πάει το μετρό, ειδάλλως με ταξί. Τα λεωφορεία μπορεί μεν να έχουν πρόσβαση και οι οδηγοί να θέλουν να βοηθήσουν, αλλά για να λειτουργήσει ο μηχανισμός χρειάζονται συγκεκριμένες προδιαγραφές που δεν υπάρχουν παρά σε ελαχιστότατες διαδρομές. Οποιοι μετακινούνται με δικό τους αυτοκίνητο έρχονται αντιμέτωποι με τα προβλήματα που τσακίζουν όλο τον λαό στις μετακινήσεις του.
Το κάλεσμα ή η έξοδος για μια κοινωνική εκδήλωση είναι ακόμα ένα πρόβλημα, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των μαγαζιών ή δεν διαθέτουν κατάλληλη πρόσβαση ή δεν διαθέτουν ανάλογη τουαλέτα».
Ο Μ. Καμακάρης σχολιάζει μάλιστα τη «συμπεριληπτική και ισότιμη κοινωνία» που γίνεται καραμέλα στο στόμα της κυβέρνησης, κάθε φορά που μιλάει για τους ανάπηρους. «Και πώς θα γίνει αυτό; Με ένα τρίχρονο πιλοτικό πρόγραμμα της ΕΕ 2.000 προσωπικών βοηθών!!! Οι ελάχιστοι "τυχεροί ανάπηροι" που θα συμμετέχουν θα πρέπει να επαναξιολογηθούν από ειδικές επιτροπές που θα συσταθούν ειδικά γι' αυτόν το σκοπό.
Η κοροϊδία βγάζει μάτι. Οι δηλώσεις της υφυπουργού Εργασίας Δ. Μιχαηλίδου ότι "...θεσμοθετήσαμε τον προσωπικό βοηθό για την εξυπηρέτηση των εξατομικευμένων καθημερινών αναγκών κάθε ανθρώπου με αναπηρία..." προκαλούν οργή.
Στόχος τους ομολογημένος μέσα από το Εθνικό Σχέδιο για την Αναπηρία είναι το κλείσιμο των ελάχιστων υπαρχουσών προνοιακών δομών, το κλείσιμο των ειδικών σχολείων, το ολοκληρωτικό πέρασμα της αναπηρίας στην αποκλειστική ευθύνη του ίδιου του ανάπηρου και της οικογένειάς του, το κόψιμο επιδομάτων και παροχών, η ενίσχυση των επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται σε όλους τους τομείς στο χώρο των αναπήρων. Ηδη διάφορα ΚΕΚ διαφημίζουν την Εκπαίδευση στον τομέα του προσωπικού βοηθού, όπου με 100-120 ευρώ με ένα σεμινάριο ιντερνετικό αποκτάς την πιστοποίηση του προσωπικού βοηθού».
Χαρακτηριστική είναι και η διαχρονική απαξίωση και η υποβάθμιση που επικρατεί και στον τομέα της δημόσιας αποκατάστασης, αποτέλεσμα της πολιτικής όλων των κυβερνήσεων, όλων των αποχρώσεων και της σημερινής, που μεθοδικά εδώ και χρόνια «σπρώχνουν» αυτόν τον κρίσιμο τομέα στον ιδιωτικό τομέα.
Στη χώρα μας θα έπρεπε να υπάρχουν 2.000 δημόσια κρεβάτια αποκατάστασης, με βάση την εκτίμηση της εταιρείας φυσικής ιατρικής και αποκατάστασης. Από αυτά σήμερα υπάρχουν εγκατεστημένα μόλις 200, από τα οποία δεν λειτουργούν τα μισά, με πρόσχημα την πανδημία. Την κατάσταση αυτή μεταφέρει στον «Ριζοσπάστη» ο Αντώνης Κοκολάκης, μέλος του ΔΣ του Πανελλήνιου Συλλόγου Παραπληγικών. Και θυμίζει ότι από τις αρχές του 2000 στον ιδιωτικό τομέα γίνονται επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, φτάνοντας σήμερα να μετράει πάνω από 2.000 κρεβάτια!
Και όπως εξηγεί, η πανδημία έγινε χρυσή ευκαιρία για τους ιδιώτες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα, αφού «ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών που βγαίνει από τις ΜΕΘ και τις κλινικές Covid, χρειάζεται αποκατάσταση. Ομως, η κυβέρνηση αντί να ενισχύσει τον δημόσιο τομέα, μείωσε και αυτά τα λίγα κρεβάτια αποκατάστασης στο 50%, με αποτέλεσμα οι ασθενείς και οι οικογένειές τους να αφαιμάζονται οικονομικά για να πάνε στα ιδιωτικά κέντρα, ενώ όσοι δεν έχουν να πληρώσουν παραμένουν με σοβαρά κινητικά προβλήματα, με γενική κατάπτωση ειδικά μετά τον Covid και κάποιοι να αργοπεθαίνουν σπίτι τους».
Πιο συγκεκριμένα: Τραγικές είναι οι ελλείψεις σε υποδομές και προσωπικό στο μεγαλύτερο Εθνικό Κέντρο Αποκατάστασης στους Αγίους Αναργύρους, που διαθέτει τις 120 δημόσιες κλίνες, ενώ θα μπορούσε να αναπτύξει τουλάχιστον άλλες 70. Από αυτές σήμερα λειτουργούν οι 60 με πρόσχημα την πανδημία.
Τεράστια και τραγικά είναι τα προβλήματα και στις κτιριακές υποδομές. Εξοδος κινδύνου δεν υπάρχει, οι ανελκυστήρες έχουν συχνές βλάβες και η θεραπευτική πισίνα υπολειτουργεί, ενώ λόγω της έλλειψης προσωπικού αναγκάζονται συγγενείς και συνοδοί να μένουν μέσα για όσο καιρό διαρκεί η νοσηλεία του ασθενή.
«Αυτή η κατάσταση πέφτει στους ώμους των εργαζομένων, με τις απαράδεκτες εργασιακές συνθήκες και χωρίς μέσα», σημειώνει ο Αντ. Κοκολάκης. Και επισημαίνει ότι μόνη λύση είναι «ο οργανωμένος, μαζικός αγώνας των υγειονομικών, μαζί με το αγωνιστικό αναπηρικό κίνημα για αποφασιστική ενίσχυση και αναβάθμιση του ΕΚΑ, την επίταξη των μεγάλων ιδιωτικών μονάδων αποκατάστασης για να μπορέσουν να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες που έχουν προκύψει από την πανδημία, για ίδρυση δημόσιων κέντρων αποκατάστασης σε όλη τη χώρα, με δωρεάν και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες σύμφωνα με τις ανάγκες».
Ο Ραφαήλ Χατζηνικόλας είναι ψυχολόγος, μέλος της Γραμματείας της ΕΣΚ Τυφλών, και εργάζεται τα τελευταία δύο χρόνια ως ψυχολόγος σε δημόσια σχολεία. Οπως μας εξηγεί, αυτό το διάστημα είναι αρκετό «για να αναδείξει την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες των παιδιών που εμπλέκονται στην Ειδική Αγωγή και την πραγματικότητα». Ο ίδιος θυμάται άλλωστε και όσα πέρασε ως μαθητής και ως φοιτητής με αναπηρία όρασης:
«Πριν 20 χρόνια ως μαθητής στην επαρχία, το Δημοτικό, καθώς και το Γυμνάσιο για μένα και την οικογένειά μου ήταν καθαρά ατομική υπόθεση, καθώς δεν υπήρχε ούτε ενημέρωση ούτε και υποστήριξη εντός και εκτός του σχολείου. Η αναγκαία βοήθεια που χρειαζόμουν ερχόταν όσο οι γονείς μου είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουν ιδιαίτερα στο σπίτι. Στο Λύκειο μετακόμισα στην Αθήνα, αφού εκεί υπήρχε το Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών.
Ως φοιτητής στήριξη καμία. Αν δεν υπήρχε η βοήθεια των συναδέλφων μου και της οικογένειάς μου, δεν υπήρχε περίπτωση να τελειώσω τη σχολή μου.
Πηγαίνω στο Λύκειο της Καλλιθέας, που υπάρχει τμήμα ένταξης για τυφλούς λόγω της γειτνίασης με το ΚΕΑΤ, γιατί δεν υπάρχει ειδικό Γυμνάσιο - Λύκειο για παιδιά με αναπηρία όρασης. Τμήμα Ενταξης και Παράλληλη Στήριξη που λειτουργούν όπως - όπως, καθηγητές αναπληρωτές που συνήθως έρχονται τα Χριστούγεννα, ενώ την κύρια υποστήριξη τη δεχόμαστε με φροντιστηριακά μαθήματα από έμπειρους καθηγητές στο ΚΕΑΤ που και αυτοί είναι συμβασιούχοι. Δηλαδή από το πρωί μέχρι το βράδυ στον δρόμο. Αν δεν υπήρχαν οι αγώνες των μαθητών, των γονιών, των εργαζομένων, των αγωνιστών τυφλών, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα, γιατί έτσι είναι τα σχέδιά τους».
Φτάνοντας στη φετινή χρονιά που προσλήφθηκε σε ΕΔΥ (Επιτροπή Διεπιστημονικής Υποστήριξης), σημειώνει ότι το «πρώτο που αντιλαμβάνεται κανείς δουλεύοντας σε αυτό το πόστο είναι την τεράστια αναγκαιότητα για ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό (ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών και άλλων ειδικοτήτων) σε καθημερινή βάση στην κάθε σχολική μονάδα. Το οικογενειακό περιβάλλον, οι εξειδικευμένες ανάγκες του κάθε μαθητή ανεξαρτήτως Ειδικής Αγωγής είναι πλευρές που οφείλει μία κοινωνία να εξετάζει και να παρεμβαίνει χωρίς να εξαρτάται από την οικονομική δυνατότητα του κάθε γονιού. Το κριτήριο δεν είναι η κάλυψη των αναγκών των μαθητών, της σχολικής κοινότητας, καθώς και της οικογένειας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου