Ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ θα θέσει η Τουρκία, σύμφωνα με δημοσιεύματα
Την ίδια ώρα η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, που σπρώχνουν σε επώδυνους συμβιβασμούς και «διευθετήσεις» σε βάρος των ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων, ως δήθεν «ανάχωμα» στην τουρκική επιθετικότητα.
Ενδεικτική είναι η απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Γ. Οικονόμου, κατά την ενημέρωση των δημοσιογράφων, στην ερώτηση πώς θα αντιδράσει η κυβέρνηση στην πρόθεση της Τουρκίας να καταγγείλει την Ελλάδα στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ. Η κυβέρνηση θα προτάξει «την ανάγκη της σταθερότητας στο Αιγαίο και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και την πλήρη εφαρμογή των Συνθηκών που έχουμε υπογράψει, αλλά και του Διεθνούς Δικαίου», είπε και πρόσθεσε ότι «η Ελλάδα πάντοτε, με τη συμμετοχή της σε όλα τα φόρα, κάνει οτιδήποτε είναι πρόσφορο και ωφέλιμο για τα εθνικά συμφέροντα και τα συμφέροντα είτε της Ενωσης είτε της Συμμαχίας, στην οποία συμμετέχουμε με τον πλέον αποτελεσματικό και δόκιμο τρόπο», παρουσιάζοντας την πρεμούρα για τη διασφάλιση της «ΝΑΤΟικής συνοχής και σταθερότητας» ως «εθνικό συμφέρον».
Σε αυτό το πλαίσιο πάντως δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν στη Μαδρίτη. «Πάντοτε θέλουμε να κρατούμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας. Ελπίζουμε η Τουρκία να συνειδητοποιήσει το αδιέξοδο αυτής της επιθετικής ρητορικής και των παράνομων ενεργειών», είπε.
Από την πλευρά του ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, στο χτεσινό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, ενημέρωσε τους ομολόγους του «για τη συνεχιζόμενη κλιμάκωση της τουρκικής παραβατικότητας και προκλητικότητας», ζητώντας (κατά την κυβέρνηση) όλα τα κράτη - μέλη «να τονίζουν την προσήλωση στη διατήρηση του απαραβίαστου των συνόρων και τον σεβασμό στις διεθνείς Συνθήκες, ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία».
Προηγουμένως, σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική» ανέφερε ότι «τουλάχιστον σε ρητορικό επίπεδο, βρισκόμαστε ενώπιον μιας πρωτοφανούς κλιμάκωσης της τουρκικής προκλητικότητας». Καλλιεργώντας τον γνωστό εφησυχασμό, ωστόσο, είπε ότι η κυβέρνηση ενίσχυσε «τη χώρα γεωπολιτικά, μέσω διμερών συμφωνιών καθώς και μιας εκστρατείας ενημέρωσης διεθνώς, η οποία ήδη αποδίδει, όπως φαίνεται και από την καθαρή στάση έναντι της τουρκικής προκλητικότητας που τηρούν ολοένα και περισσότεροι εταίροι και σύμμαχοί μας».
Και ο ίδιος, βέβαια, στη δημοσιογραφική επισήμανση ότι «στα λόγια στηρίζουν τη χώρα μας, αλλά στην πράξη είναι σαν να μας λένε "βρείτε τα με την Τουρκία"», απάντησε πως «είναι γεγονός ότι ορισμένες δημόσιες τοποθετήσεις δεν μας ικανοποιούν».
Ταυτόχρονα έσπευσε να διαβεβαιώσει για τη «βούληση» της ελληνικής κυβέρνησης να μένουν ανοιχτοί οι δίαυλοι των παζαριών και των «διευθετήσεων» ανάμεσα στις δύο αστικές τάξεις. «Εχουμε υπογραμμίσει την ετοιμότητά μας για διάλογο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Δεν βάλαμε εμείς τέλος στη διαδικασία του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας. Ούτε στις διερευνητικές επαφές, στον πολιτικό διάλογο, στη θετική ατζέντα, στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης», πρόσθεσε, βάζοντας όλες τις «πλατφόρμες» όπου ξεδιπλώνεται το παζάρι με την τουρκική αστική τάξη, ενώ επανέλαβε ότι «οφείλουμε και οι δύο πλευρές, ιδίως τα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας των χωρών μας, να διατηρούμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, ακόμα και σε περιόδους έντασης».
Την ίδια ώρα από την πλευρά της Τουρκίας συνεχιζόταν το «σκοτσέζικο ντους», με τον Πρόεδρό της Ρ. Τ. Ερντογάν να επαναλαμβάνει σε δηλώσεις του ότι για να επαναληφθούν συναντήσεις με την ελληνική πολιτική ηγεσία πρέπει να υπάρχει «μπροστά μου ένας έντιμος πολιτικός» και τον υπουργό Αμυνας, Χουλούσι Ακάρ, να επικρίνει μεν την Ελλάδα για τη «δράση και τη ρητορική» της αλλά να προσθέτει ότι «απέναντι σε όλα αυτά, συνεχίζουμε τις προσπάθειές μας για ειρηνική επίλυση των προβλημάτων. Είναι σημαντικό για εμάς να ενεργήσουμε με την αποδοχή ότι μπορούμε να λύσουμε τα προβλήματά μας με τη γείτονά μας και σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Ελλάδα με διπλωματικά μέσα, ότι μπορούμε να επωφεληθούμε καλύτερα από τα πλούτη αν είμαστε μαζί και ενωμένοι, και ότι αυτό μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο για την ευημερία των χωρών μας. Θεωρούμε σημαντικό να διατηρηθούν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας για την επίλυση των τρεχόντων προβλημάτων. Η εστίαση σε μια θετική ατζέντα και η μείωση της έντασης θα συμβάλουν τόσο στις διμερείς σχέσεις όσο και στην περιφερειακή συνεργασία».
Στο μεταξύ, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Αμερικανός πρέσβης Τζ. Τσούνης, στη γραμμή των «ίσων αποστάσεων», καλεί πάλι Ελλάδα και Τουρκία σε επίλυση των «διαφορών» «σε συμμαχικό πνεύμα», επαναλαμβάνοντας ότι «σε μια εποχή που η ενότητα είναι πιο απαραίτητη από ποτέ, είναι κρίσιμο οι σύμμαχοί μας στο ΝΑΤΟ, Ελλάδα και Τουρκία, να συνεργαστούν για να διατηρήσουν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή και να επιλύσουν τις διαφορές τους διπλωματικά».
Να καταγραφεί τέλος η αποκαλυπτική τοποθέτηση του Τζέιμς Τζέφρι, πρώην ειδικού αντιπρόσωπου των ΗΠΑ για τη Συρία, σε συνέντευξή του στο τουρκικό φιλοκυβερνητικό τηλεοπτικό δίκτυο «A Haber»: «Η Τουρκία βρίσκεται σε πιο δικαιολογημένη θέση ως προς τα προβλήματα στο Αιγαίο. Η Τουρκία έχει δίκιο σε πολλά θέματα, από το 1914 έως τη Λοζάνη για τον εξοπλισμό των νησιών, από τη Συμφωνία του Παρισιού του 1948 μέχρι τις διεκδικήσεις της Ελλάδας για 10 μίλια εναέριου χώρου και για 6 μίλια θάλασσας». «Η Ελλάδα προσπαθεί να αποκλείσει την Τουρκία, η αξίωση της Ελλάδας για 12 μίλια κλειδώνει την Τουρκία στα δικά της εδάφη. Αν και δεν απαγορεύεται νομικά, δεν είναι ένα γεωπολιτικά λογικό αίτημα και έρχεται σε αντίθεση με τις χώρες που έχουν υπογράψει για ειρήνη στο Αιγαίο. Η Τουρκία βρίσκεται σε πιο δικαιολογημένη θέση σε σχέση με την Ελλάδα», συνέχισε, για να συμπληρώσει ότι «η Τουρκία πρέπει να προστατεύσει τα δικαιώματα και τη θέση της στο Αιγαίο. Στις περισσότερες περιπτώσεις η Τουρκία βρίσκεται ήδη σε νομικά ισχυρή θέση και δεν πρέπει να δοθεί στην Ελλάδα κανένα πλεονέκτημα για τους ισχυρισμούς της ότι βρίσκεται υπό απειλή», με παραβιάσεις στον εναέριο χώρο κ.λπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου