Το χωριό Κούκος της Κατερίνης, υπήρξε ένα από τα κέντρα των δωσίλογων, συνεργατών των Ναζί κατά την περίοδο της Κατοχής. Ένα ελασίτικο τραγούδι που αναφέρεται σ’ αυτό και στον ηγέτη τους τον Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδη ), ή αλλέως Κυριάκο Παπαδόπουλο λέει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Αντάρτε μ’ σα ψηλά ρασιά
ποιός μαγειρέβ’ και φάισε
ποιος πλεν’ τα λώματα σ’,
κάθε Σάββα αλάισε;
Αντάρτε μ’ επαρεξένκασε
το σπίτι μ’ εφκαιρώθεν,
ελέπα το και σιαίρουμαν
το όπλον ντε φορτώθες.
Αντάρτες κάψτε τον Κούκον
και ποίστε ατόν μανέαν,
της κουκουβάγιας το πουλίν
να χτιζ’ απές φωλέαν.
Κοντός εν ο Κισά-Μπατζάκ
μετ’ έναν πιστολόπον,
λάσκεται απές σον Κούκον
σαλαχανάς σκυλόπον
Ανάθεμα Κισά-Μπατζάκ
το κοντόν το ποδάρι σ’
έρθανε και αντάρτες μας
επήραν το κεφάλι σ’.
Το τραγούδι τραγουδιόνταν σε όλα τα ποντιακά χωριά μετά την μάχη του Κούκου
(18/10/1944) και μετά την εξόντωση του Κισά-Μπατζάκ στις 4 Νοεμβρίου του ’44
στη μάχη του Κιλκίς.
Ο διαβάτης που θα καθίσει να ξεκουραστεί και να χαρεί τον ίσκιο στο Λιτόχωρο
και στα άλλα χωριά της Πιερίας θα αφουγκραστεί, ηθελημένα ή μη, τις συζητήσεις
των γερόντων. Κουβέντες για τα περασμένα εξαντλητικές. Κουβέντες από μιαν άλλη
–όχι τόσο μακρινή εποχή- για άρματα, λεβέντες και λευτεριά.
Μέσα στον καταιγισμό των λέξεων με τη χαρακτηριστική ντοπιολαλιά θα σταθεί σε
μία: «Κουκιώτες». Η περιφρόνηση στο πρόσωπο του γέροντα που την προφέρει είναι
εμφανής. Ο συνομιλητής του κουνά συγκαταβατικά το κεφάλι. Κι αλήθεια, έτσι
μιλούν σήμερα για τους Κουκιώτες εκείνης της εποχής. Με περιφρόνηση, με
αποτροπιασμό. Πώς θα μπορούσαν, άλλωστε, να είναι διαφορετικά τα πράγματα όταν
το συγκεκριμένο χωριό της Πιερίας και οι κάτοικοί του στην πλειονότητά τους (με
ελάχιστες αλλά φωτεινές εξαιρέσεις) σήκωσαν το ντουφέκι ενάντια στους Έλληνες,
σταθερά στο πλευρό των Γερμανών κατακτητών; Πώς αλλιώς να μιλήσει κανείς για το
συνώνυμο της προδοσίας;
Πριν την ανοιχτή συνεργασία με τους Γερμανούς, ο καπετάνιος είχε άλλα
στηρίγματα. Τον συντοπίτη του δεσπότη Κατερίνης Κοϊδάκη, τους καπνέμπορούς και
τσιφλικάδες της περιοχής. Αρκεί μια αντιπαραβολή με τα στηρίγματα του ΕΛΑΣ, με
το λαό που πρόσφερε από το υστέρημά του στο αντάρτικο, για να καταδειχτεί ποιόν
εξυπηρετούσε ο τυχοδιώκτης καπετάνιος πριν γερμανοντυθεί οριστικά και
αμετάκλητα.
Στη συνέχεια και ενώ ο Κισα μπατζάκ έχει δώσει ήδη τα αντιλαϊκά και
αντιπατριωτικά του διαπιστευτήρια σαν αιχμή του δόρατος των τσιφλικάδων και
μαυραγοριτών που κατέτρωγαν το βιος των πατριωτών, ήρθε η ώρα των Γερμανών να
ασχοληθούν με την περίπτωσή του. Στο πρόσωπό του έβλεπαν έναν σπάνιο σύμμαχο,
με σημαντικό έρεισμα σε ορισμένους κατοίκους της περιοχής, που θα μπορούσε να
σταθεί πολύτιμος στην εξόντωση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά: Η στάση
του Κισά Μπατζάκ απέναντι στους «σεσημασμένους κομμουνιστές» προκάλεσε όπως είναι
φυσικό και το ενδιαφέρον των Γερμανών. Η πρώτη επαφή των δυνάμεων Κατοχής με
τους κατοίκους του Κούκου και τον Κισά Μπατζάκ έγινε την άνοιξη του 1943 με την
ευκαιρία εκκαθαριστικής επιχείρησης στην περιοχή του Ολύμπου και την εξόντωση
των εκεί αντάρτικων ομάδων του ΕΛΑΣ. Τότε μπήκαν και οι βάσεις συνεργασίας των
δύο πλευρών. Το πλαίσιο αυτής της συνεργασίας περιγράφεται σε έκθεση του
Επιτελικού Γραφείου 1c του Γερμανού στρατιωτικού Διοικητή Θεσσαλονίκης-Αιγαίου:
«Οι εν Κούκω και ιδίως ο αρχηγός τους Κουτσαμπασάκ είχαν αποδείξει ήδη τότε
μίαν απολύτως γερμανόφιλον στάσιν. Εξ αιτίας της στάσεως αυτής η κατά τον
παρελθόντα Μάιον επιχείρησης εναντίον της περιοχής του Ολύμπου είχε λάβει
προσωπικώς από την υπηρεσίαν 1c την εντολήν να φεισθή οπωσδήποτε του τόπου Κούκος.
Ωσαύτως είχε δοθεί η εντολή να μη γίνουν εις τον εν λόγω τόπον έρευναι δια την
ανακάλυψιν όπλων, δια να χρησιμοποιήσωμεν τον Κούκον και περαιτέρω ως μίαν
φωλέαν αντιστάσεως».
Να πως περιγράφει ο Γιώργος Κρήτος (καπετάν Θαλής), εκπρόσωπος τότε του ΕΑΜ στο
50ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, την κατάσταση:
«[…] Μητρική του γλώσσα η Τουρκική. Και παρόλο που από το ’22 ήλθαν στην
Ελλάδα, οι γεροντότεροι εξακολουθούν να μην ξέρουν γρι ελληνικά. Είναι
φανατισμένοι χριστιανοί. Τους διακρίνει ένα είδος μοιρολατρίας και σπαρτιάτικης
πειθαρχίας που την επιτείνει το χαμηλό μορφωτικό τους επίπεδο. Υπακούνε στον
αρχηγό τους τυφλά. Ο,τι πει αυτός. Πως μπορεί να μην είναι σωστό αυτό που θα
πει ο αρχηγός; Εχουν όμως και ένα προσόν που δεν το έχουν οι άλλοι και κανένας
δεν μπορεί να τους το αρνηθεί. Είναι άριστοι πολεμιστές, φημισμένοι σκοπευτές,
ατρόμητοι πάνω στη μάχη, σωστά παλικάρια».
Αλλη μια φωτογραφία του Κισά Μπατζάκ με τους ναζί φίλους του |
Και ήταν όντως άφθαστα τα παλικάρια του Κισά Μπατζάκ
στο σημάδι, στο μαχαίρι και στις λεηλασίες! Κι έτσι τους κέρδισε η ΠΑΟ στις
γραμμές του οποίου εντάχθηκε ως αξιωματικός ο Κισά Μπατζάκ διότι όπως δήλωσε ο
ίδιος:
«ουδεμία εμπιστοσύνην έχομεν εις την ηγεσίαν του ΕΛΑΣ. Αυτού ηγούνται
σεσημασμένοι κομμουνισταί σκοπούντες επέκτασιν Σλαύων και όχι απελευθέρωσιν
Πατρίδος».
Ο Κισα-μπατζακ τα πίνει με τους γερμανούς και αυστριακούς φίλους του στη Βιέννη |
Για την καλή τους διαγωγή, οι άντρες του Κούκου
εκπαιδεύτηκαν από τους Γερμανούς με ευθύνη του Υπολοχαγού Φραντς
Κράουτσμπέργκερ ο οποίος είχε ήδη στρατολογήσει 4045 τουρκόφωνους από την
περιοχή της Βέροιας καθώς και 200 περίπου ρουμανίζοντες Βλάχους οι πλειοψηφία
των οποίων ήσαν οπαδοί του Ζελέα Κοντρεάνου, αρχηγού της ρουμανικής,
γερμανόφιλης «Σιδηράς Φρουράς». Ολες αυτές οι ομάδες εκπαιδεύτηκαν και έδρασαν
στη Θεσσαλονίκη και την κεντρική Μακεδονία και βέβαια προστάτευαν χωριά όπως ο
Κούκος.
Με αυτό τον τρόπο ο Φραντς Κράουτσμπέργκερ έβαλε τις βάσεις για τον εξοπλισμό
του Κούκου και άλλων χωριών και τη συμμετοχή τους στη δημιουργία του Εθνικού
Ελληνικού Στρατού.» Ο Ε.Ε.Σ. του Κισα-Μπατζακ έβαλε πλάτες στη λεηλασία από
τους κατακτητές του παραγόμενου πλούτου της Ελλάδας (π.χ. μεταλλεία χρωμίου
στον Αγίο Δημητρίο και στα Φωτεινά), πολέμησε, παρέα με τους γερμανούς, τη
μοναδική αντιστασιακή οργάνωση στην Πιερία, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τα στελέχη του
ταξίδεψαν με τους γερμανούς ναζί στη Βιέννη τον Ιούλιο του 1944.
Ακόμη και ο σχετικά ανύπαρκτος ΕΔΕΣ στην Πιερία, που κάποια περίοδο μετά την
αποχώρηση των ναζί προσπάθησε να συνεργαστεί, έχει να πει για τον «κοντοπόδαρο»
Κυριάκο Παπαδόπουλο. Να μια επιστολή προς την Κεντρική Διοικούσα Επιτροπή του
ΕΔΕΣ που την υπογράφουν οι Γεώργιος Βρουστάκης & Ευάγ. Καγάλης του ΕΔΕΣ
ΠΙΕΡΙΩΝ:
« ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗ ΕΛΛΑΣ
ΕΘΝΙΚΑΙ ΟΜΑΔΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΤΑΡΤΩΝ
ΕΔΕΣ ΠΙΕΡΙΩΝ
Προς την Κεντρικήν Διοικούσαν Επιτροπήν ΕΔΕΣ Μακεδονίας
Όπου
Λαμβάνομεν την τιμήν να σας αναφέρωμεν τόσον εσάς όσο και του Αρχηγού Θ.Β.
τα κάτωθι:
Κατόπιν της αναχωρήσεώς μας εκ Θεσσαλονίκης τη 19.7.44 και περί ώραν μμ Εις
την γέφυραν Αλιάκμονος πλησίον του χωρίου Νισέλη και της Γερμανο-Ιταλικής
Φρουράς συνηντήθημεν με τον αρχηγό του ΕΕΣ Κούκου Κυριάκου Παπαδόπουλου (Κισά
Μπατζάκ) μετά του συνοδού του Λεωνίδα Καραβίδα αρχηγού πολιτικής οργανώσεως του
ΕΕΣ και του οπλαρχηγού Θεοφίλου Λεοντιάδη και τεσσάρων άλλων συνοδών των και
καθ’ ην στιγμήν εσταμάτησαν το αυτοκίνητόν των με δόλιο τρόπο και δείχνοντάς
μας ειλικρινείς διαθέσεις και χειραψίαν.
Αυτομάτως μας επρότειναν τα αυτόματα Στάερ στα στήθη και οι υπόλοιποι
ορμώντας με τα τουφέκια τους συνεπλάκημεν σε άγρια πάλη περίπου 25 λεπτά. Όπου
κατώρθωσαν τον αφοπλισμόν μας. Εννοείται πάλην όχι δια των όπλων , αλλά σε
γρονθοκοπήματα.
Βρίζοντας την Οργάνωσιν ΕΔΕΣ, το Αρχηγείον Ζέρβα-Βαή και την κυβέρνηση
Καΐρου, Αλήται και προδότες της Πατρίδος. Επέμενε την εκτέλεση ή επιτόπου ή την
παράδοσίν μας στους Γερμανούς.
Βλέποντας όμως την ακλόνητον και σταθεράν απόφασίν μας και φοβηθέντες ίσως
τίποτε προδοσίαν άλλων εις τας Γερμανικάς Αρχάς εναντίον των αφήνοντάς μας τον
οπλισμό μας έστειλαν μονάχους εις Μελίκη και δίνοντάς μας σημείωμα
επισφραγισμένον, το οποίον σας στέλλομεν νας παραδίδουν εις την διάθεσιν του
Καπετάν Γιώργη (Θεοδωρίδη) μέχρι νεωτέρας διαταγής.
Εμείς όμως όχι στις διαταγές τους δεν υπακούσαμε , αλλά πιάνοντας πια το
βουνό εξακολουθούμε το έργο μας και με άλλους συντρόφους θα εκτελούμε τας
διαταγάς σας μέχρι της πλήρους επιτυχίας του σκοπού μας και μέχρι της
τελευταίας ρανίδος πολεμώντας κάθε αντίδραση.
Παρακαλούμεν την Κεντρική Διοικούσα Επιτροπή όπως ζητηθή εκ μέρους της
Κυβερνήσεως Καΐρου την καταδίκη τους εις θάνατον των ως άνω αναφερομένων τριών
πρώτων ονομάτων ειδ’ άλλως θα προβούμεν οι ίδιοι των αυτών αντιποίνων, σκεφθήτε
και διαλέξετε.
Μετά τιμής
Οι κάτωθι υπευθύνως υπογράφοντες
Γεώργιος Βρουστάκης, Ευάγ. Καγάλης.»
Η μάχη
Το βράδυ της 17 προς 18 Οκτώβρη τμήματα της Χ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ κατέλαβαν,
ύστερα από 9ωρη φονική μάχη, το χωριό Κούκο. Στη μάχη σκοτώνονται 130
ταγματασφαλίτες και 16 Γερμανοί. Αιχμαλωτίστηκαν 77.
Από τη μεριά του ΕΛΑΣ πήραν μέρος τα τάγματα Ι, ΙΙΙ και IV του 50ου
συντάγματος, ένας λόχος σαμποτέρ, δύο λόχοι μηχανικού και δύο εφεδρικοί λόχοι.
Από τη μεριά των οχυρωμένων στον Κούκο πήραν μέρος: 150 Γερμανοί, 60 Ιταλοί και
600 Έλληνες συνεργάτες τους. Ταυτόχρονα και ενώ η μάχη είχε ξεκινήσει, οι
Γερμανοί κινητοποίησαν για την ενίσχυση του Κούκου από το Κίτρος ένα τάγμα με
δώδεκα τεθωρακισμένα και έξι τανκς.
Ο επίλογος γράφτηκε στο Κιλκίς , όπου μετά τη μάχη, προσπαθώντας να οδηγήσει
εκτός μια μεγάλη ομάδα ανδρών του, ο Κισά Μπατζάκ τραυματίστηκε και
αυτοκτόνησε.
Πηγές:
«Η Χη Μεραρχία του ΕΛΑΣ», Σαράντη Πρωτόπαπα-Κικίτσα
gekoudi.blogspot.com
pontosandaristera.wordpress.com
alterthess.gr
Στράτος Δορδανάς: Οι δωσίλογοι της Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου