Συγγνώμη αργήσατε
Η Δόμνα
Μιχαηλίδου, οι τριαντάρες μανάδες και μια διδακτική ιστορία από τη ΓΛΔ
Η νέα υφυπουργός εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου μπήκε δυναμικά στο πολιτικό σκηνικό και δείχνει πως έχει όλα τα προσόντα να απασχολεί συχνά- πυκνά την επικαιρότητα. Μετά τη διαβόητη ψυχιατρική διάγνωση που έβγαλε για όσους τιμούν τον αντιδιδακτορικό αγώνα, ανακοίνωσε χθες από βήματος βουλής πως, εκτός από το εφάπαξ επίδομα των 2000 για κάθε
παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα, θα εξεταστούν πρόσθετα κίνητρα σε ζευγάρια που τεκνοποιούν πριν η γυναίκα συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας της. Κι αυτό, με το σκεπτικό ότι γυναίκες που φέρνουν μικρές στον κόσμο παιδιά, έχουν περισσότερες πιθανότητες να τεκνοποιήσουν και στο μέλλον.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το σχεδιαζόμενο μέτρο (του οποίου η αοριστία στη διατύπωση παραπέμπει σε “ζήσε Μάη”, αλλά ας το θεωρήσουμε δεδομένο για τις ανάγκες της συζήτησης) ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Τι μας είπε η κυρία υφυπουργός και η κυβέρνηση που εκπροσωπεί; Ότι υπάρχουν δύο κατηγορίες γυναικών, ανάλογα με το πόσο βιολογικά και κοινωνικά πιθανό είναι να γίνουν μητέρες και δη επανειλημμένα. Για τον άνδρα που μπορεί να τεκνοποιήσει ως τα βαθιά του γεράματα – έστω με κάποια πτώση στη γονιμότητα – τέτοια διάκριση δεν ισχύει, εξού και δε χρειάζεται να μπει κάποιο ηλικιακό όριο στα κίνητρα. Οι γυναίκες που κάνουν παιδί ή παιδιά μετά τα 30 είναι λιγότερο “πολύτιμες” και στην τελική “ας πρόσεχαν” να μην καθυστερήσουν αυτό που υπονοείται πως είναι μια από τις βασικές αποστολές τους προς την κοινωνία, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα κυρίως στις νεότερες κοπέλες.
Εκείνο που δεν έθιξε και δεν πρόκειται να θίξει η κυρία Μιχαηλίδου, είναι το γεγονός πως για ένα πολύ μεγάλο μέρος των γυναικών η όψιμη τεκνοποίηση, δεν είναι επιλογή, αλλά ανάγκη, λόγω σπουδών, ανεπαρκούς ή ανύπαρκτης επαγγελματικής αποκατάστασης, αδυναμίας να ανοίξουν σπίτι με το σύντροφό τους που συχνά είναι στην ίδια κατάσταση εργασιακής επισφάλειας. Αλλά ακόμα και για όσες γυναίκες μπορούσαν, αλλά συνειδητά επέλεξαν να κάνουν παιδί σε μεγαλύτερη ηλικία για τον οποιοδήποτε προσωπικό τους λόγο, είναι εντελώς απαράδεκτο να “τιμωρούνται” με τον αποκλεισμό τους από την έτσι κι αλλιώς γλίσχρα ενίσχυση του κράτους.
Αν υπήρχε πραγματικό ενδιαφέρον για την ενίσχυση της τεκνοποίησης στην Ελλάδα, αφενός δε θα υπήρχαν τα ρατσιστικά εν τέλει ηλικιακά όρια σε οποιοδήποτε επίδομα, αφετέρου θα υπήρχαν πολιτικές για αξιοπρεπείς μισθούς, πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, παιδικούς σταθμούς και κάθε είδους στήριξη στους νέους γονείς. Είναι ουτοπικά όλ’ αυτά;
Αν κόπτονταν να πέσει ο μέσος όρος ηλικίας τεκνοποίησης, θα μπορούσαν να πάρουν το παράδειγμα της ΓΛΔ, όπου όχι απλά αυτός ο δείκτης βρίσκονταν στα 22 έτη, αλλά πολλές από τις μητέρες ήταν φοιτήτριες. Κι αυτό όχι μόνο επειδή οι σπουδές ήταν εντελώς δωρεάν, μέχρι και την τελευταία φωτοτυπία, κι επειδή το 70% των φοιτητών ζούσαν σε φοιτητικές εστίες και λάμβαναν υποτροφίες, που αυξάνονταν ανάλογα με τις επιδόσεις τους. Αλλά κι επειδή,πέραν του τριπλασιασμού της υποτροφίας για τις μητέρες φοιτήτριες, που προσαυξάνονταν για το δεύτερο και τρίτο παιδί, υπήρχε μια σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων για τη διευκόλυνση των φοιτητριών ή των νέων ζευγαριών με παιδί. Σημειωτέον ότι συνήθως αυτά τα παιδιά γεννιούνταν εκτός γάμου, από πατέρα επίσης φοιτητή ή νεαρό που μόλις είχε ξεκινήσει να δουλεύει, ενώ μπορεί οι γονείς να είχαν χωρίσει πριν ακόμα γεννηθεί το παιδί, χωρίς να υπάρχει κανένα άγχος για το πώς θα μεγαλώσει το τελευταίο. Κάθε πανεπιστήμιο ήταν υποχρεωμένο στον κανονισμό του να έχει συγκεκριμένα μέτρα στήριξης για τις μητέρες φοιτήτριες, που λάμβαναν επίσης άδεια τοκετού και μπορούσαν να διακόψουν τις σπουδές τους για να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού ως τη νηπιακή του ηλικία. Μπορούσαν επίσης από ηλικία λίγων μηνών να τα αφήσουν και σε κάποιους από τους πολυάριθμους βρεφονηπιακούς σταθμούς της χώρας. Σε κάθε περίπτωση προβλεπόταν για εκείνες ειδικές διευκολύνσεις, ακόμα και ξεχωριστό πρόγραμμα σπουδών. Παρόμοια μέτρα στήριξης προβλέπονταν και στην επαγγελματική εκπαίδευση, από πλευράς των διευθύνσεων των κρατικών επιχειρήσεων και συνεταιρισμών, αλλά και σε κάθε χώρο δουλειάς. Είναι σημαντικό να σημειωθεί μάλιστα, πως ο χαμηλός μέσος όρος ηλικίας τεκνοποίησης, δεν επιβάλλονταν ως κάποια κρατική επιταγή, αλλά προέκυπτε φυσιολογικά, από επιλογή των γυναικών λόγω των ευνοϊκών συνθηκών που επικρατούσαν. Είναι εξάλλου γνωστό ότι στη ΓΛΔ η πρόσβαση στην αντισύλληψη ήταν εξαιρετικά απλή και διαδεδομένη, ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 νομιμοποιήθηκε και η άμβλωση.
Είναι φυσικά μάταιο να ελπίζουμε από τους εκπροσώπους ενός συστήματος που θεωρεί τεράστια παραχώρηση ένα ισχνό εφάπαξ επίδομα και παροχές με το σταγονόμετρο υπό όρους, να ενδιαφερθούν για τα πραγματικά προβλήματα των γυναικών και των νέων γονιών. Ούτε μπορούν, ούτε θέλουν.
Με αγωνία βέβαια αναμένουμε τις δηλώσεις Κυρανάκη για τη νέα εξαγγελία, η οποία, αν δεν μπουν όροι για τη φυλετική καθαρότητα των δικαιούχων της ενίσχυσης, θα κατευθυνθεί σε σημαντικό βαθμό σε μια κοινωνική ομάδα γνωστή για το χαμηλό μέσο όρο ηλικίας τεκνοποίησης, που τόσο αποστρέφονται ο ίδιος και οι ανησυχούντες ψηφοφόροι του. Κι αυτό στην τελική είναι η μόνη θετική πλευρά του μέτρου, γιατί το μόνο που δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς, είναι πως αυτή η – εγκαταλελειμμένη ή εργαλειακά χρησιμοποιούμενη από το αστικό πολιτικό σύστημα – ομάδα έχει στην πλειονότητά της απόλυτη οικονομική ανάγκη.
Κατιούσα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου