Μπέρτολτ Μπρεχτ
Κείμενα του Μπέρτολτ Μπρεχτ για την τέχνη και την πολιτική. Κείμενα που αντανακλούν σκέψεις, προβληματισμούς του Μπρεχτ για τη σχέση που πρέπει να έχει η Τέχνη με την Πολιτική ή πιο σωστά η σχέση των ανθρώπων - δημιουργών της Τέχνης με την Πολιτική. Και βεβαίως με την πολιτική που υπηρετεί την εργατική τάξη, το λαό. Τα κείμενα αναδημοσιεύονται από το ομότιτλο βιβλίο, έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», «Μπέρτολτ Μπρεχτ: Για την Τέχνη και την Πολιτική».
***
Ενώ ήμουν πια από χρόνια ονομαστός συγγραφέας, δεν είχα ακόμα την παραμικρή ιδέα από πολιτική και δεν είχα δει, ως τότε, στα μάτια μου ούτε ένα βιβλίο, ούτε ένα κείμενο του Μαρξ ή σχετικό με τον Μαρξ.
Είχα ήδη γράψει τέσσερα δράματα και μια όπερα, που ανεβάστηκαν σε πολλά θέατρα, είχα πάρει λογοτεχνικά βραβεία και στις σφυγμομετρήσεις σχετικά με τη γνώμη προοδευτικών συγγραφέων μπορούσε κανείς συχνά να διαβάσει και τη δική μου γνώμη. Αλλά από πολιτική δεν καταλάβαινα ακόμα ούτε την αλφαβήτα, και για τη ρύθμιση των δημόσιων υποθέσεων στη χώρα μου είχα τόση ιδέα όση κι ένας μικροχωριάτης σ' ένα απομονωμένο υποστατικό.
[...] Το 1918 ήμουν στρατιωτικός σύμβουλος και μέλος του USPD (Ανεξάρτητο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας). Αλλά ύστερα, όταν μπήκα στη λογοτεχνία, δεν προχώρησα πέρα από μια μηδενιστική κριτική της αστικής κοινωνίας. Ούτε καν τα μεγάλα κινηματογραφικά έργα του Αϊζενστάιν, που ασκούσαν επάνω μου μια τρομερή επίδραση, ούτε καν οι πρώτες θεατρικές παραστάσεις του Πισκατόρ, που τις θαύμαζα, δεν με κέντρισαν για τη μελέτη του Μαρξισμού. Ισως έφταγε γι' αυτό η προηγούμενη θητεία μου στις θετικές επιστήμες (είχα σπουδάσει κάμποσα χρόνια ιατρική), που με επηρέαζε ιδιαίτερα ανασταλτικά απέναντι σε κάποια συγκινησιακή επίδραση. Και τότε έσπευσε σε βοήθειά μου ένα ατύχημα στη δουλειά μου. Χρειαζόμουν για ένα ορισμένο θεατρικό μου έργο το Χρηματιστήριο Σιτηρών του Σικάγου σα φόντο. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να συγκεντρώσω γρήγορα τις απαραίτητες πληροφορίες, ρωτώντας ειδικευμένους και έμπειρους σ' αυτά τα πράγματα.
Ομως, δεν έγινε αυτό που περίμενα. Κανένας δεν μπόρεσε να μου εξηγήσει ικανοποιητικά τον τρόπο λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Σιτηρών, ούτε μερικοί γνωστοί συγγραφείς οικονομικών βιβλίων ούτε επιχειρηματίες ούτε ένας μεσίτης, που είχε περάσει ολόκληρη ζωή, δουλεύοντας στο χρηματιστήριο του Σικάγου (για να τον συναντήσω, έκανα ολόκληρο ταξίδι από το Βερολίνο στη Βιέννη). Σχημάτισα την εντύπωση ότι ο τρόπος λειτουργίας του Χρηματιστηρίου ήταν ανεξήγητος, ασύλληπτος από τη λογική, παράλογος. Η κατανομή των σιτηρών στον κόσμο ήταν ακατανόητη. Εκτός από την άποψη μιας χούφτας κερδοσκόπων, από κάθε άλλη άποψη η αγορά αυτή των σιτηρών ήταν ένας βάλτος. Το δράμα που σχεδίαζα δεν το έγραψα τελικά. Αντί γι' αυτό άρχισα να διαβάζω Μαρξ. Ναι, μονάχα, τότε διάβασα τον Μαρξ. Και μονάχα τότε ζωντάνεψαν ουσιαστικά τα σκόρπια, εμπειρικά προσωπικά μου βιώματα και οι εντυπώσεις μου.
[Από το:] Είναι ο κομμουνισμός αποκλειστικός;
Πολλοί, σχεδόν όλοι οι αστοί κριτικοί της «Μάνας» μάς είπαν, ότι αυτή η παράσταση είναι μια υπόθεση που αφορά τους κομμουνιστές και μόνο. Μίλησαν γι' αυτήν όπως θα μιλούσαν περίπου για ένα θέμα που αφορά τους κονικλοτρόφους ή τους παίχτες σκακιού, δηλαδή, σαν κάτι που αφορά πολύ λίγους ανθρώπους και που, προπαντός, δεν μπορεί να κριθεί από ανθρώπους άσχετους με τα κουνέλια ή το σκάκι. Αν όμως δεν ενδιαφέρεται για τον κομμουνισμό όλος ο κόσμος, ο κομμουνισμός ενδιαφέρεται για όλον τον κόσμο. Ο κομμουνισμός δεν είναι ένας οποιοσδήποτε αγώνας ανάμεσα στους άλλους. Ξεκινάει ριζικά από την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και αντιπαρατάσσεται προς όλες τις τάσεις που παρά τις μεταξύ τους τυχόν διαφορές, είναι βασικά υπέρ της διατήρησης της ατομικής ιδιοκτησίας. Προβάλλει την απαίτηση να είναι η άμεση και μοναδική συνέχεια της μεγάλης δυτικής φιλοσοφίας και σαν τέτοια ο ριζοσπαστικός αναμορφωτής της, όπως είναι η μοναδική πρακτική συνέχεια της δυτικής (καπιταλιστικής) ανάπτυξης και σαν τέτοια ταυτόχρονα ο ριζοσπαστικός αναμορφωτής της αναπτυγμένης οικονομίας. Μπορούμε και πρέπει να τονίσουμε ότι οι θέσεις μας δεν είναι καθόλου περιορισμένες και υποκειμενικές, αλλά αντίθετα αντικειμενικές και γενικά δεσμευτικές. Εμείς δεν είμαστε μια μικρή μερίδα της ανθρωπότητας, που αγωνίζεται για τα ατομικά της συμφέροντα.
Είμαστε αυτή η μερίδα της, που εκπροσωπεί τα συμφέροντα ολόκληρης (και όχι ενός μέρους) της ανθρωπότητας. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα, να μας χαρακτηρίσει υποκειμενικούς επειδή αγωνιζόμαστε. Σήμερα, όποιος κρατιέται μακριά από τον αγώνα, για να δώσει έτσι δείγματα αντικειμενικότητας, αυτός θα μπορούσε ύστερα από καλύτερη προσοχή να πιαστεί επ' αυτοφώρω σαν εκπρόσωπος μιας απελπιστικά υποκειμενικής άποψης για τα συμφέροντα μιας μικρής μερίδας της ανθρωπότητας. Κι αν το ζήτημα εξεταστεί αντικειμενικά, προδίνει τα συμφέροντα ολόκληρης της ανθρωπότητας, γιατί με τη στάση του τάσσεται υπέρ της διατήρησης των καπιταλιστικών σχέσεων ιδιοκτησίας και παραγωγής. Ο φαινομενικά αντικειμενικός «αριστερός» αστός σκεπτικιστής είναι αυτός που δεν γνωρίζει ή δεν θέλει ν' αφήσει να γίνει παραδεκτό, ότι συμμετέχει σ' αυτή τη μεγάλη μάχη, επειδή δεν ονομάζει μάχη τη διαρκή άσκηση βίας από ένα ολιγάριθμο στρώμα, και δεν συνειδητοποιεί πια αυτή τη βία, γιατί με τον καιρό την έχει συνηθίσει. Είναι όμως αναγκαίο να αφαιρεθούν από τα χέρια αυτής της άρχουσας, διεφθαρμένης, βρώμικης υποκειμενικά και αντικειμενικά απάνθρωπης κλίκας όλα τα «αγαθά ιδανικής μορφής», άσχετα με το τι σκοπεύει να τα κάνει από εκεί και πέρα μια κοινωνία, που γνώρισε την εκμετάλλευση, που περιορίστηκε στην παραγωγή και αμύνθηκε κατά της διαφθοράς. Πρώτα-πρώτα αυτό το κοινωνικό στρώμα πρέπει να κηρυχτεί έκπτωτο κάθε απαίτησης για ανθρώπινη υπόληψη. Στη συνέχεια, πρέπει να μην επιτραπεί πια η χρησιμοποίηση ορισμένων λέξεων, όπως «ελευθερία», «δικαιοσύνη», «ανθρωπιά», «μόρφωση», «παραγωγικότητα», «τόλμη», «εντιμότητα», προτού ξεκαθαριστεί η πραγματική σημασία τους, δηλαδή πριν καθαριστούν από τη βρωμιά, που κόλλησε επάνω τους στη διάρκεια της λειτουργίας τους μέσα στην αστική κοινωνία. Οι αντίπαλοί μας είναι οι αντίπαλοι της ανθρωπότητας.
Δεν έχουν «δίκιο» από την άποψή τους: η ίδια η άποψή τους αποτελεί το άδικο. Ισως, η κοινωνική τους θέση τούς αναγκάζει να είναι όπως είναι, αλλά είναι ανάγκη να πάψουν να έχουν κοινωνική θέση. Είναι κατανοητό ότι υπερασπίζονται τον εαυτό τους, αλλά έτσι υπερασπίζονται τη ληστρική αρπαγή και τα προνόμια. Το να τους κατανοήσουμε δε σημαίνει ότι μας επιτρέπεται να τους συγχωρήσουμε. Οποιος φέρεται στον άνθρωπο σαν λύκος, δεν είναι άνθρωπος, αλλά λύκος. Σήμερα που η απελπισμένη άμυνα τεράστιων, σε αριθμό, μαζών παίρνει τη μορφή της τελικής μάχης για την κατάληψη της εξουσίας, «καλοσύνη» σημαίνει εξόντωση εκείνων, που κάνουν ανέφικτη την πραγματική καλοσύνη.
1932
Ανοιχτή επιστολή στον ηθοποιό Χάινριχ Γκεόργκε
Πρέπει, ν' απευθυνθούμε σε Σας με μια ερώτηση. Μπορείτε να μας πείτε πού βρίσκεται ο συνάδελφός σας Χανς Οττο από το Κρατικό Θέατρο;
Λένε, ότι τον έπιασαν άνθρωποι των ταγμάτων εφόδου, τον κράτησαν κάμποσο καιρό απομονωμένο κάπου και ύστερα μεταφέρθηκε με φρικτές πληγές σ' ένα νοσοκομείο. Μερικοί μάλιστα ισχυρίζονται ότι πέθανε εκεί. Δεν θα μπορούσατε εσείς να πάτε και να μάθετε τι απόγινε;
Πληροφορούμαστε, βλέπετε, ότι δε σας βαραίνει καμιά υποψία για εχθρική στάση απέναντι στο τωρινό καθεστώς. Φαίνεται ότι πολύ έγκαιρα αναγνωρίσατε, πως ήταν λάθος σας η μακρόχρονη συνεργασία σας με μας τους κομμουνιστές. Με την πλήρη υποταγή σας θα πρέπει να αποσπάσατε τους επαίνους των εχθρών μας, που άλλοτε ήταν και δικοί σας εχθροί. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι κυκλοφορείτε σώος, αβλαβής και ελεύθερος και επομένως έχετε τη δυνατότητα να ψάξετε για το συνάδελφό σας Οττο.
Ξέρετε, δεν πρόκειται για τυχαίο άνθρωπο. Ανηκε σ' εκείνους, που προβληματίστηκαν για το τι είναι απαραίτητο στην εξάσκηση πραγματικής δραματικής τέχνης. Δεν επρόκειτο για γενικούς στοχασμούς αλλά γι' αυτούς, που τον ανάγκασε να κάνει το επάγγελμά του σαν ηθοποιός και που τον οδήγησαν στη διαπίστωση, ότι είναι απαραίτητες θεμελιακές κοινωνικές αλλαγές για να μπορέσει να δημιουργηθεί μεγάλη θεατρική τέχνη, θέατρο αντάξιο ενός λαού με κουλτούρα. Οι κοινοί άνθρωποι θα μπορούσαν να αντιτείνουν ότι δεν χρειάζονται τόσα πολλά για να μπορεί ένας ηθοποιός να παίζει στο θέατρο. Ισως να έλεγαν ακόμα ότι αρκεί το ταλέντο γι' αυτό. Αλλά ο συνάδελφός σας Οττο είχε άλλη άποψη για τη θεατρική τέχνη: πίστευε ότι το ταλέντο δεν αρκεί, γιατί εξαγοράζεται πολύ εύκολα, είναι ασταθής παράγοντας στο λογαριασμό, μπορεί να εκμισθωθεί σε οποιονδήποτε ικανό να πληρώσει το μίσθωμα και να υπηρετήσει οποιαδήποτε υπόθεση, ακόμα και την πιο βρώμικη.
Τέτοια ταλέντα δεν χρειάζεται καν να κρυφτούν πίσω από τα δάχτυλά τους. Αρκεί να κολακευθούν - κι αυτό γίνεται πολύ εύκολα - για να γίνουν χρησιμοποιήσιμα για κάθε λογής σκοπούς, τέτοιους, που ούτε η παιδεία τους ούτε η νοημοσύνη τους ούτε η αίσθηση ευθύνης φτάνουν για να τους αντιληφθούν. Κι εσείς ο ίδιος, έχετε σίγουρα ταλέντο, όμως δε σας βοήθησε στο ν' αρνηθείτε τα χειροκροτήματα των αιματόβρεχτων τωρινών θεατών σας.
Γι' αυτό, ο φίλος μας Χανς Οττο πίστευε ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από το ταλέντο για να φθάσει κανείς στην αληθινή δραματική τέχνη. Εφθασε στο σημείο να δηλώσει ότι μονάχα μια εξολοκλήρου αλλαγή στις σχέσεις ιδιοκτησίας, μια οριστική κατάργηση των δυνατοτήτων εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, μια ριζική εκκαθάριση των παράσιτων, που τρέφονται από την ξένη δουλειά, η συντριβή ενός καταπιεστικού κρατικού μηχανισμού, είναι εκείνα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν το λαό σε τέτοια κατάσταση, που να είναι δυνατή η δημιουργία δραματικής τέχνης υψηλού επιπέδου, σαν αυτήν που οραματιζόταν: Καθαρή, αληθινή, χρήσιμη.
Αυτές τις σκέψεις τις είχε μέχρι το τέλος. Σκεφτόταν την ανατροπή του κατεστημένου μέχρι και την πιο μικρή λεπτομέρεια, ακόμα και το μερτικό, που μπορούσε να 'χει σαν ηθοποιός σ' αυτήν την υπόθεση. Γιατί στην πάλη κατά του κοινωνικού συστήματος έπρεπε να κινητοποιηθεί και ο ηθοποιός, που με την οικονομική πίεση είχε γίνει παραγιός της άρχουσας τάξης και γελωτοποιός μερικών παράσιτων.
Μ' αυτές τις σκέψεις στο μυαλό του, δε δίσταζε να αναλάβει ακόμα και την πιο απίθανη δουλειά και να τη διεκπεραιώσει με την πιο μεγάλη ευσυνειδησία, όταν η δουλειά αυτή μπορούσε να βοηθήσει στη διόρθωση κάποιου κακού. Νοιαζόταν πολύ για την οικονομική κατάσταση των συναδέλφων του και καταπιανόταν ακόμα και με τα πιο απλά και πρακτικά ζητήματα, όπως είναι η εύρεση δουλειάς.
Πίστευε ότι μ' αυτόν τον αγώνα του πρόσφερε το μερτικό του στη μεγάλη υπόθεση της αναστατωμένης, παραμελημένης και παραπλανημένης ανθρωπότητας. Γι' αυτό έκανε πολλά, που κάθε άλλο παρά δόξα μπορούσαν να του φέρουν. Η απόφαση, που είχε πάρει για τον εαυτό του, δεν ήταν βιαστική. Για κείνον ήταν αμετάκλητη. Οταν ήρθε ο καιρός, που χρειαζόταν μεγάλη παλικαριά για ν' αγωνιστεί κανείς ενάντια στην εκμετάλλευση και στην καταπίεση, εκείνος συνέχισε τον αγώνα του μέχρι τη στιγμή, που βρέθηκε με τις φρικτές πληγές του στην κλινική.
Γι' αυτόν τον άνθρωπο σας παρακαλούμε να ενδιαφερθείτε. Εχετε τώρα άφθονο καιρό στη διάθεσή σας. Βαριά καθήκοντα δεν σας περιμένουν πια. Αυτά, που θα παίξετε κατ' επιταγή στη σκηνή, θα είναι ανάξια λόγου, πομπώδη και φτιαχτά πράγματα. Εργα από την εποχή της ανόδου της αστικής τάξης θα υποχρεωθείτε κατά κάποιο τρόπο να τα «φέρετε στα φώτα της ράμπας», αλλά σίγουρα με απαρχαιωμένο τρόπο. Θα σας γίνει ο σχετικός υπαινιγμός για να πουλήσετε σε συμφέρουσα τιμή ό,τι σας απόμεινε από την υποκριτική. Δεν θα τα ερμηνεύσετε με τρόπο, που να μας κάνει να πιστεύουμε ότι η εποχή άνθησης της τέχνης ανήκει στο παρελθόν!
Η εκμετάλλευση που οργιάζει γύρω μας, η αδιάκοπη καταπίεση μεγάλων λαϊκών μαζών, η αναγκαστική μετατροπή της τέχνης, της παιδείας, των κάθε λογής ικανοτήτων και γνώσεων σε εμπόρευμα, όλα αυτά διέφθειραν μαζί με τη δημόσια ζωή όλο και πιο πολύ το θέατρο. Το θέατρο με τους καλύτερους εκπροσώπους του ανήκε πάντα σ' εκείνες τις δυνάμεις, που εναντιώνονταν στα βίαια δεσμά που ονομάζονται ατομική ιδιοκτησία. Το θέατρο ήταν πραγματικά έτοιμο για να αντιταχθεί αγωνιστικά στο κοινωνικό σύστημα μαζί και σε άμιλλα με ορισμένες επιστήμες και πολιτικά κινήματα. Αγωνιζόταν να παρουσιάζει στη σκηνή αληθινές και ανόθευτες εικόνες της ζωής και μάλιστα τέτοιες, που πρόσφεραν δυνατές λύσεις για τα διάφορα προβλήματα.
Ο ιμπρεσιονισμός του μεταιχμίου των δύο αιώνων και ο εξπρεσιονισμός της δεκαετίας του '20 ξεπεράστηκαν. Ο ιμπρεσιονισμός, ένας αμβλυμένος νατουραλισμός, έδειξε την αδιάσπαστη εξάρτηση του ανθρώπου από το περιβάλλον του, αλλά ταυτόχρονα παρουσίασε αβασάνιστα όλες τις κοινωνικές δομές σαν φυσικά δοσμένες. Ο εξπρεσιονισμός, ένα εξίσου αμβλυμένο ιδεαλιστικό κύμα, διακήρυξε τη χειραφέτηση του ανθρώπου, αλλά δεν την πραγματοποίησε.
Ο πόλεμος έφερε μια βαθιά τομή στην τέχνη. Ο φρικτά βασανισμένος άνθρωπος κραύγαζε πια. Ο βασανισμένος ανέβηκε στον άμβωνα. Ο σακάτης κήρυττε τον πόνο του με χίλιες γλώσσες. Η απαλλαγμένη πια από σπασμωδικότητα αυτοάμυνα του ανθρώπου δημιούργησε στο θέατρο - αν και έλειπε η οποιαδήποτε γνώση για τη φύση και το σκοπό του βασανισμού - μια μορφή δράματος, που θύμιζε τη δραματουργία της μοιρολατρίας. Οι καλλιτέχνες περίμεναν τα πάντα από τον «καλό» βασανισμένο άνθρωπο.
Υστερα το θέατρο προχώρησε, στο σημείο να κατονομάσει, και μάλιστα με τα ανθρώπινα ονόματά τους, τις «μυστικές δυνάμεις, που κατευθύνουν τον άνθρωπο» και να δείξει αυτές τις δυνάμεις όχι σα μυστικές, αλλά σαν κρυμμένες. Εδειξε, ότι το κοινωνικό περιβάλλον, η οικονομία, η μοίρα, ο πόλεμος, η δικαιοσύνη είναι πρακτική, που εφάρμοσαν άνθρωποι και που πάλι από ανθρώπους πρέπει να αλλαχτούν. Οπως από το πεδίο της επιστήμης, έτσι κι από το θέατρο εξαφανίστηκαν οι σκοτεινές δυνάμεις. Οι άνθρωποι πήραν με συνοπτική διαδικασία την κατάσταση στα χέρια τους. Η νέα και συγχρονισμένη με την εποχή της τέχνη μοχθούσε για να χαλαρώσει τα δεσμά.
Η φασιστική αντεπανάσταση, η μεγάλη προσπάθεια για τη διάσωση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής αναχαιτίζουν ακαριαία σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης γνώσης και πράξης, ό,τι μπορούσε να είναι βλαβερό για την ατομική ιδιοκτησία. Αυτές είναι σχεδόν όλες οι προοδευτικές αλλαγές που έγιναν! Ακόμα και στον τομέα της έρευνας των αστερισμών οι άρχοντες των δημόσιων υπηρεσιών θα εξακολουθήσουν να ουρλιάζουν «Αλτ!».
Εσείς ο ίδιος και οι συνάδελφοί σας μεταβληθήκατε μέσα σε μια νύχτα σε καραγκιόζηδες. Θλιβεροί ηθοποιοί - υπάλληλοι, ταυτισμένοι με την προστυχιά, «καθοδηγημένοι» από δήμιους, θα κάνετε τη δουλειά σας, δηλαδή θα ακολουθείτε με εμπιστοσύνη τις υποδείξεις των επίορκων, δουλειά με τόσο ανύπαρκτη απήχηση, ώστε να χαρακτηριστεί ανοσιούργημα. Πολύ γρήγορα θα έχετε τις ακόλουθες εμπειρίες: ο λόγος θα γίνει στο στόμα σας τόσο ανούσιος, όσο το σάλιο που φτύνουμε - δε θα είναι η πρώτη φορά που θα φτύσουμε. Οποιον ήρωα δράματος κι αν παραστήσετε, θα μιλάει σαν ψεύτης και θα δρα σαν αποβλακωμένος, σαν άνθρωπος, που κατάπιε μονομιάς πολλά ναρκωτικά χάπια... θα φέρεστε όπως φέρεται κανείς μπροστά σε ακροατές, που μπορούν να κουβαλάνε κάποιον σε κτίρια, όπου δεν υπάρχει καμιά διαδικασία. Θα παρουσιάζετε στη σκηνή για αρετή όλα, όσα ολόκληρη η ανθρωπότητα θα τινάξει στον αέρα, όταν νικήσει, και για κακία όλα, όσα θα μπορούσε να χτίσει.
Οσο για την πιστότητα θα χρησιμοποιηθεί από την καταπίεση: Πάνω στη σκηνή θα τονιστεί σα φτηνό φτιασίδι. Γιατί η πειθαρχία δεν είναι πια ταυτόσημη με την υπακοή. Στα δράματα, που θα παίζετε, η μοίρα θα είναι μια κρυφή δύναμη, γιατί και πάλι θα κρατηθεί μυστικό από τους ανθρώπους, ότι η μοίρα του ανθρώπου είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Η μουσική στα έργα σας θα έχει την ίδια αποστολή, που είχε τον καιρό, που τα αθώα πρόβατα πιάνονταν στο δόκανο: θα είναι σωστή «μαγεία». Θα πρέπει πολλά μαγικά να κάνετε, αγαπητέ μου. Ο συνάδελφος σας Χανς Οττο ήξερε ενάντια σε τι αγωνιζόταν. Πού είναι τώρα; Δεν σας βάζουμε σε κόπο για το τίποτα. Σας παρακαλούμε να ενδιαφερθείτε για έναν άνθρωπο πέρα για πέρα αναντικατάστατο, ιδιαίτερα σημαντικό για το επάγγελμα που ασκείτε: έναν άνθρωπο σπάνιο, που δεν πουλιόταν. Πού είναι; Να είστε βέβαιος, ότι δεν είναι χαμένος καιρός το ν' ασχοληθείτε μ' αυτόν. Καμιά συνέντευξη απ' αυτές, που έχετε την ευχέρεια να δίνετε και στις οποίες επιτρέπετε στον εαυτό σας να εκφράζει, για πολλοστή φορά, υποταγή στους αιματοβαμμένους κυρίαρχους, δεν πρέπει να σας εμποδίσει ν' αναζητήσετε το συνάδελφό σας Χανς Οττο και να βαδίσετε στ' αχνάρια των βημάτων του. Πιθανόν αυτή η δουλειά να σας χαλάσει τη διάθεση, με την οποία δηλώνετε φωναχτά στο συντάκτη της εφημερίδας «Φέλκισερ Μπεομπάχτερ»: «Είναι απόλαυση να ζει κανείς σ' αυτήν εδώ την εποχή!».
Αλλά πιστέψτε μας, αυτό είναι μόνο ένα πλεονέκτημα. Γιατί μερικοί (ή μήπως πάρα πολλοί;) θα μπορούσαν να ρωτήσουν: Πού ήταν γι' αυτόν απόλαυση να ζει;
Και μάλιστα, πρέπει να σας αποτρέψουμε επειγόντως από το να ευχαριστείτε από σκοπιμότητα για τα χειροκροτήματα, που εισπράττετε από αιματοβαμμένα χέρια. Σας συμβουλεύουμε, εσάς και τους ομοίους σας, να σκεφθείτε, ότι οι καιροί αλλάζουν και ότι πολύ βιαστήκατε να συνοδοιπορήσετε, πιστεύοντας ακράδαντα στη μονιμότητα της βαρβαρότητας και στο αήττητο των σφαγέων.
(1933)
Προσφώνηση στην Εξεταστική Επιτροπή του Κογκρέσου για Αντιαμερικανικές Ενέργειες
Γεννήθηκα στο Αουγκσμπουργκ (Γερμανία) και είμαι γιος διευθυντή εργοστασίου. Σπούδασα φυσικές επιστήμες και φιλοσοφία στα πανεπιστήμια Μονάχου και Βερολίνου.
Στα είκοσί μου χρόνια, όντας στρατιώτης του Υγειονομικού στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, έγραψα μια μπαλάντα, που δεκαπέντε χρόνια αργότερα, προβλήθηκε σαν αιτιολογία από το χιτλερικό καθεστώς για να μου αφαιρεθεί η υπηκοότητά μου. Αυτό το ποίημα ασκούσε πολεμική ενάντια στον πόλεμο και σ' εκείνους που επιθυμούσαν την παράτασή του.
Εγινα θεατρικός συγγραφέας. Για ένα διάστημα φαινόταν ότι η Γερμανία είχε μπει στο δρόμο της δημοκρατίας. Υπήρχε ελευθερία λόγου και καλλιτεχνικής έκφρασης.
Ωστόσο, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '20 οι παλιές αντιδραστικές στρατιωτικές δυνάμεις κέρδισαν πάλι έδαφος. Βρισκόμουν τότε στην κορυφή της καριέρας μου σαν θεατρικός συγγραφέας.
Το έργο μου «Η όπερα της πεντάρας» παιζόταν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά στη Γερμανία ακούγονταν κιόλας φωνές, που ζητούσαν την κατάργηση της ελευθερίας της καλλιτεχνικής έκφρασης και του λόγου. Ουμανιστικές, σοσιαλιστικές, ακόμα και χριστιανικές ιδέες, χαρακτηρίζονταν σαν «αντιγερμανικές», μια λέξη, που το νόημά της θα μου ήταν σχεδόν αδύνατο να το συλλάβω χωρίς το λυκόφωνο τονισμό της από τον Χίτλερ. Τον ίδιο καιρό γινόταν μια μανιασμένη επίθεση ενάντια στους πολιτιστικούς και πολιτικούς θεσμούς του λαού.
Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, παρά τις τόσες αδυναμίες της, είχε ένα ισχυρό προεκλογικό σύνθημα, που επιδοκιμάστηκε από τους καλύτερους συγγραφείς και καλλιτέχνες κάθε είδους: Η τέχνη στο λαό.
Οι Γερμανοί εργάτες, που το ενδιαφέρον τους για την τέχνη και τη λογοτεχνία ήταν πραγματικά πολύ μεγάλο, αποτελούσαν ένα ιδιαίτερα σημαντικό μέρος του γενικού, κοινού, των αναγνωστών και των θεατρόφιλων. Τα βάσανά τους μέσα σε μια καταστροφική οικονομική κρίση, που απειλούσε όλο και πιο πολύ το πολιτιστικό τους επίπεδο, και η όλο και αυξανόμενη δύναμη των παλιών στρατιωτικών, φεουδαρχικών, ιμπεριαλιστικών κατάλοιπων, μας έβαλαν σε συναγερμό. Αρχισα να γράφω ποιήματα, τραγούδια και θεατρικά έργα, που αντικατόπτριζαν τα όσα αισθανόταν ο λαός και που δέχονταν τις επιθέσεις των εχθρών του λαού, οι οποίοι πορεύονταν πιο ανοιχτά κάτω από τον αγκυλωτό σταυρό του Αδόλφου Χίτλερ1.
Οι διώξεις στο χώρο της κουλτούρας βαθμιαία όλο και μεγάλωναν. Γνωστοί ζωγράφοι, εκδότες βιβλίων και εκδότες περιοδικών διώκονταν δικαστικά. Στα πανεπιστήμια σκηνοθετούνταν άγριες πολιτικές διώξεις και διοργανώνονταν κυνηγητά ενάντια σε ταινίες όπως το «Ουδέν νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο». Ολα αυτά ήταν, φυσικά, μονάχα προετοιμασίες για πιο δραστικά μέτρα. Οταν ο Χίτλερ άρπαξε την εξουσία, απαγορεύτηκε στους ζωγράφους να ζωγραφίζουν, στους συγγραφείς να γράφουν και το ναζιστικό κόμμα άρπαξε βίαια για τον εαυτό του τους εκδοτικούς οίκους και τα κινηματογραφικά στούντιο. Αλλά και πάλι αυτά τα πλήγματα ενάντια στην πολιτιστική ζωή του γερμανικού λαού δεν ήταν παρά η αρχή. Επινοήθηκαν και εφαρμόστηκαν σαν πνευματική προετοιμασία του ολοκληρωτικού πολέμου, που είναι ο ολοκληρωτικός εχθρός της κουλτούρας. Ο πόλεμος που ακολούθησε, έβαλε ένα τέλος σε όλα αυτά. Ο γερμανικός λαός ζει τώρα χωρίς στέγη πάνω από το κεφάλι του, χωρίς αρκετή τροφή, χωρίς σαπούνι, χωρίς τα στοιχειώδη ερείσματα της κουλτούρας. Στην αρχή ελάχιστοι άνθρωποι ήταν σε θέση, να δουν τη σχέση ανάμεσα στους αντιδραστικούς περιορισμούς στον πολιτιστικό τομέα και στο τελειωτικό πλήγμα ενάντια στην ίδια τη φυσική ζωή του λαού. Οι προσπάθειες των δημοκρατικών, αντιμιλιταριστικών δυνάμεων για να γίνει αντιληπτό αυτό αποδείχτηκαν πάρα πολύ αδύναμες. Αναγκάστηκα να εγκαταλείψω τη Γερμανία το Φλεβάρη του 1933, την επόμενη μέρα μετά τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Αρχισε τότε μια έξοδος συγγραφέων και καλλιτεχνών που παρόμοιά της δεν είχε δει ως τότε ποτέ ο κόσμος. Εγκαταστάθηκα στη Δανία και αφιέρωσα από κει και πέρα όλη τη λογοτεχνική μου δουλειά στον αγώνα ενάντια στο ναζισμό, γράφοντας θεατρικά έργα και ποιήματα.
Μερικά απ' αυτά τα ποιήματα διοχετεύτηκαν λαθραία στο Τρίτο Ράιχ και οι Δανοί ναζιστές, με την υποστήριξη της χιτλερικής Πρεσβείας στη Δανία, άρχισαν σε λίγο να απαιτούν την απέλασή μου, πράγμα που αρνήθηκε να κάνει η δανική κυβέρνηση. Αλλά στα 1939, όταν φάνηκε ότι πλησιάζει ο πόλεμος, τράβηξα με την οικογένειά μου για τη Σουηδία. Δεν μπόρεσα να μείνω εκεί παρά μονάχα ένα χρόνο. Ο Χίτλερ εισέβαλε στη Δανία και στη Νορβηγία.
Συνεχίσαμε τη φυγή μας προς το Βορρά και καταλήξαμε στη Φινλανδία. Τα στρατεύματα του Χίτλερ ακολουθήσανε. Οταν φύγαμε για την Αμερική στα 1941, η Φινλανδία ήταν ήδη γεμάτη από ναζιστικές μεραρχίες. Διασχίσαμε την ΕΣΣΔ με τον Υπερσιβηρικό, που μετέφερε Γερμανούς, Αυστριακούς και Τσέχους πρόσφυγες. Δέκα μέρες από τότε που φύγαμε από το Βλαδιβοστόκ επάνω σε ένα σουηδικό πλοίο, έκανε ο Χίτλερ την εισβολή στην ΕΣΣΔ. Το σουηδικό πλοίο φόρτωσε κόπρα2 στη Μανίλα. Μερικούς μήνες αργότερα έκαναν εισβολή στη Μανίλα οι σύμμαχοι του Χίτλερ.
Υποθέτω ότι μερικά από τα θεατρικά μου έργα και ποιήματα, που γράφτηκαν στην περίοδο του αγώνα ενάντια στο Χίτλερ, έδωσαν την αφορμή στην Επιτροπή του Κογκρέσου να με καλέσει εδώ.
Οι δραστηριότητές μου, ακόμα κι εκείνες ενάντια στον Χίτλερ, υπήρξαν πάντοτε καθαρά φιλολογικές και δεν είχαν εξάρτηση από κανέναν. Σα φιλοξενούμενος των Ενωμένων Πολιτειών δεν είχα κανενός είδους δραστηριότητες, που να αφορούν αυτή τη χώρα, ούτε καν λογοτεχνικές. Αναφέρω παρεμπιπτόντως, ότι δεν είμαι σεναριογράφος. Δεν ξέρω να έχω ασκήσει ποτέ επιρροή στη βιομηχανία του κινηματογράφου, είτε πολιτική είτε καλλιτεχνική. Ωστόσο μπαίνω στον πειρασμό να προσπαθήσω να πω δυο λόγια για αμερικανικές υποθέσεις μπροστά στην Επιτροπή του Κογκρέσου για Αντιαμερικανικές Ενέργειες. Κοιτάζοντας προς τα πίσω τις εμπειρίες μου σαν θεατρικού συγγραφέα και ποιητή στην Ευρώπη των δύο τελευταίων δεκαετιών, θα ήθελα να πω, ότι ο μεγάλος αμερικανικός λαός θα έχανε πολλά και θα διακινδύνευε πολλά, αν επέτρεπε σε οποιονδήποτε να περιορίσει στον πολιτιστικό τομέα την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών ή να επεμβαίνει στην τέχνη, η οποία πρέπει να είναι ελεύθερη για να είναι τέχνη.
Περνάμε τη ζωή μας μέσα σ' έναν επικίνδυνο κόσμο. Η κατάσταση του πολιτισμού μας είναι τέτοια, που η ανθρωπότητα έχει όλα τα μέσα για να είναι πλούσια με το παραπάνω, αλλά στο σύνολό της εξακολουθεί να παλεύει με τη φτώχεια. Οι άνθρωποι έζησαν τα βάσανα μεγάλων πολέμων και, όπως ακούμε, μας περιμένουν πόλεμοι ακόμα πιο μεγάλοι. Ενας απ' αυτούς μπορεί σίγουρα να καταβροχθίσει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ισως να είμαστε το τελευταίο δείγμα του ανθρώπινου γένους επάνω στη Γη. Οι ιδέες για το πώς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι καινούργιες δυνατότητες παραγωγής, δεν έχουν εξελιχθεί πολύ από την εποχή, που ο άνθρωπος έβαζε το άλογο να κάνει ό,τι δεν μπορούσε ο ίδιος. Δεν σκέπτεστε, ότι σε μια τόσο προβληματική κατάσταση σαν τη σημερινή πρέπει η κάθε καινούργια ιδέα να εξετάζεται προσεκτικά και ελεύθερα; Τέτοιες ιδέες μπορεί να τις κάνει η τέχνη πιο ξεκάθαρες και μάλιστα πιο ευγενικές.
(1947)
Σημειώσεις:
1. Μεταφράσεις τέτοιων ποιημάτων υπήρχαν στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών σαν επιβαρυντικό υλικό ενάντια στον Μπρεχτ.
2. Αποξηραμένοι σπόροι κοκοφοίνικα (σημ. μεταφρ.)
Εμείς οι δεκαεννιά
Από τις Ενωμένες Πολιτείες έρχεται η σχεδόν απίστευτη είδηση, ότι μερικοί από τους καλύτερους συγγραφείς πρόκειται να κλειστούν τώρα στη φυλακή. Επειδή πριν από δυόμισι χρόνια καθόμουν μαζί τους στο εδώλιο στην Ουάσιγκτον, μπορώ να μιλήσω γι' αυτό - μου λένε, ότι μερικοί άνθρωποι, που είδαν τα θεατρικά έργα μου, δε με θεωρούν ψεύτη.
Εμένα προσωπικά με έσωσε τότε, όχι το ότι δεν μπόρεσε να αποδειχτεί καμιά από μέρους μου σκευωρία ενάντια στην Αμερική (κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε ούτε για κείνους, που πηγαίνουν τώρα στη φυλακή), αλλά το ότι δεν ήμουν Αμερικάνος. Εμάς τους δεκαεννιά, συγγραφείς, σκηνοθέτες του κινηματογράφου, ηθοποιούς, μας κάλεσαν να παρουσιαστούμε στην Ουάσιγκτον σε μια επιτροπή του Κογκρέσου για να τους πληροφορήσουμε, αν είμαστε μέλη του κομμουνιστικού κόμματος. Εκείνη την εποχή, δυο χρόνια ύστερα από τη λήξη του πολέμου, εκδόθηκε μια διαταγή προς τους καλλιτέχνες των μεγάλων στούντιο του Χόλλυγουντ, να παράγουν ταινίες κατά των συμμάχων της Αμερικής στον πόλεμο, δηλαδή της Σοβιετικής Ενωσης. Οι βιομήχανοι πρόσφεραν μεγάλα χρηματικά ποσά για το γύρισμα τέτοιων ταινιών και ήδη είχαν παραγγείλει μερικά σχετικά σενάρια.
Αλλά κατά περίεργο τρόπο δεν τα κατάφεραν. Οι καλοί σεναριογράφοι φάνηκαν πέρα για πέρα απρόθυμοι, οι κακοί αποδείχτηκαν ανάξιοι. Οχι πως όλοι οι καλοί σεναριογράφοι ήταν προοδευτικοί, αλλά ο λαός δεν ήταν ακόμα έτοιμος ν' αφήσει να βρίζουν τους ήρωες του Στάλινγκραντ, που γλίτωσαν την Αμερική από τόσες θυσίες. Επρεπε πρώτα να δουλευτεί. Προπαντός έπρεπε να δοθεί ένα παράδειγμα δημόσιας τιμωρίας κάθε άρνησης για τυφλή υπακοή σε άνωθεν διαταγές. Αυτός ήταν ο λόγος της δημόσιας ανάκρισης ενός αριθμού καλλιτεχνών με το ερώτημα αν τυχόν ανήκουν στο κομμουνιστικό κόμμα.
Ο νόμος δεν πρόβλεπε καμιά ποινή φυλάκισης ή χρηματική για συμμετοχή στο κομμουνιστικό κόμμα, που δεν ήταν παράνομο τότε. Ωστόσο, σ' αυτή τη χώρα υπάρχουν άλλες ποινές, που φαίνονται ελαφρότερες, αλλά δεν είναι. Ενώ σ' αυτήν την περίπτωση δεν εμφανίζεται το κράτος, πρόκειται ωστόσο για θανατική εκτέλεση, με έναν τρόπο, που ονομάζεται στη χώρα αυτή ψυχρός πόλεμος και έχει μια ιδιαίτερη μορφή δήθεν ειρήνης. Αυτή η ψυχρή εκτέλεση γίνεται από τη βιομηχανία. Από τον κατάδικο δεν αφαιρείται η ζωή, αλλά τα μέσα για τη ζωή. Το όνομά του δε γράφεται στις νεκρώσιμες αγγελίες των εφημερίδων, αλλά στις μαύρες λίστες. Οποιος έχει δει τη φτώχεια και την καταρράκωση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου χωρίς δολάριο στη χώρα του δολάριου, θα προτιμούσε οποιαδήποτε ποινή επιβλημένη από το κράτος παρά την ποινή της απόλυσης από τη δουλειά του. Αλλωστε, στη δική μας περίπτωση υπήρχε συμμετοχή του κράτους, που γινόταν βοηθός της βιομηχανίας παίζοντας το ρόλο αστυνομικού κατασκόπου. Ανάκρινε τους υπόπτους για την κομματική τους ένταξη με όρκο. Ομως το σύνταγμα των Ενωμένων Πολιτειών είχε συνταχθεί σε μια εποχή, που η θεά Ελευθερία είχε λάδι στο καντήλι της και όχι λαδιές στο πρόσωπό της. Ετσι το σύνταγμα απαγόρευε να γίνεται το νεοσύστατο κράτος αστυνομικός καταδότης για λογαριασμό των πολιτικά ισχυρών και των πλούσιων: κανένας δεν είχε το δικαίωμα να ανακρίνει ανθρώπους για τη θρησκεία τους, την ιδεολογία τους, το κόμμα στο οποίο ανήκαν. Σ' αυτή τη διάταξη του συντάγματος στηρίχτηκαν οι συγγραφείς, σκηνοθέτες και ηθοποιοί, όταν η Εξεταστική Επιτροπή του Κογκρέσου τους υπόβαλε σε ένορκη ανάκριση. Αρνήθηκαν να απαντήσουν. Και πρέπει να ξέρει κανείς ότι δεν ανήκαν όλοι στο κομμουνιστικό κόμμα. Οι περισσότεροι δεν ανήκαν σ' αυτό. Αν είχαν απαντήσει στην ερώτηση για το κόμμα τους, θα μπορούσαν να είχαν δώσει μια απάντηση, που σε τίποτα δε θα τους έβλαπτε. Αρνήθηκαν όμως να απαντήσουν μονάχα επειδή ήθελαν να τηρηθεί ο σεβασμός προς το σύνταγμα. Αυτό που επακολούθησε ήταν κακό γι' αυτούς, σήμαινε όμως κάτι χειρότερο για τη χώρα τους. Καταδικάστηκαν σε φυλάκιση για ασέβεια προς το Κογκρέσο, επειδή έδειξαν σεβασμό στο σύνταγμα. Εγώ απόφυγα αυτήν την καταδίκη, επειδή σαν μη Αμερικάνος ήμουν υποχρεωμένος να απαντήσω. Εμένα δε με προστάτευε το σύνταγμα. Τους Αμερικανούς συναδέλφους μου τους προστάτευε το σύνταγμα, αλλά το σύνταγμα δεν το προστάτευε κανένας. Στην πραγματικότητα δεν αγνοούσαν εντελώς ότι διακινδύνευαν με το να βασιστούν στο σύνταγμα. Αλλά αψήφησαν τον κίνδυνο. Σκοπός τους ήταν να κάνουν γνωστό στη χώρα ότι η ίδια βρισκόταν σε κίνδυνο. Αυτοί οι ατρόμητοι άνθρωποι φώναξαν στη δικαιοσύνη της χώρας τους: «Δείξε σε όλους το πρόσωπό σου! Πάρε ένα παλούκι και κάρφωσε πάνω του έναν αθώο, μπροστά στα μάτια όλων! Για να μη μπορείς να ξεγελάσεις κανέναν πια!». Λοιπόν, η δικαιοσύνη πήρε ένα παλούκι και κάρφωσε πάνω του τους αθώους, μπροστά στα μάτια όλων. Τι ξέρουμε τώρα, λοιπόν; Ξέρουμε, πως δίνονται οι παραγγελίες σ' αυτή τη δικαιοσύνη. Ξέρουμε όμως ακόμα, ότι υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να θυσιαστούν για να μάθουν την αλήθεια οι συμπατριώτες τους και ολόκληρος ο υπόλοιπος κόσμος. Φίλοι υποκλίνομαι!
1950
Λόγος με την ευκαιρία της απονομής του Βραβείου «Λένιν» «Για την ειρήνη και τη συναδέλφωση των λαών»
Μια από τις πιο εκπληκτικές φροντίδες αυτού του καταπληκτικού κράτους, που λέγεται Σοβιετική Ενωση, είναι να τιμά κάθε χρόνο με ένα βραβείο μερικούς ανθρώπους για τις προσπάθειές τους στο ζήτημα της Ειρήνης. Μου φαίνεται ότι ένα τέτοιο βραβείο είναι το πιο υψηλό και το πιο άξιο για διεκδίκηση απ' οποιοδήποτε άλλο βραβείο θα μπορούσε να απονεμηθεί στην εποχή μας. Οσα κι αν λένε στους καλούς για να τους ξεγελάσουν, εκείνοι το ξέρουν η ειρήνη είναι το άλφα και το ωμέγα κάθε δραστηριότητας για το καλό του ανθρώπου, κάθε δημιουργίας, κάθε τέχνης, συμπεριλαμβανόμενης και της τέχνης της ζωής.
Οταν έμαθα στην πατρίδα μου για τη μεγάλη επανάστασή σας, ήμουν δεκαοχτάχρονος. Ημουνα είκοσι χρόνων, όταν αντίκρισα στην πατρίδα μου την ανταύγεια από τη μεγάλη φωτιά της. Υπηρετούσα τότε σαν στρατιώτης του υγειονομικού σε ένα νοσοκομείο του Αουγκσμπουργκ. Και άδειασαν οι στρατώνες, ακόμα και τα νοσοκομεία, και οι δρόμοι του παλιού κομματιού της πόλης γέμισαν από τη ζωντάνια των νέων ανθρώπων που τους πλημμύρισαν, εισρέοντας σ' αυτούς από τις ακραίες συνοικίες. Ηταν μια ζωντάνια, που δε γνώριζαν δρόμοι, όπου στεγάζονταν οι πλούσιοι, οι έμποροι και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Για μερικές μέρες στα αυτοσχέδια συμβούλια, που σχηματίστηκαν γρήγορα - γρήγορα, γυναίκες εργατών έπαιρναν το λόγο και τα έψελναν από την καλή σε νεαρούς εργάτες με στρατιωτικές φόρμες. Και στα εργοστάσια ακούγονταν οι διαταγές των εργατών.
Αυτά για μερικές μέρες, αλλά τι μέρες! Παντού αγωνιστές, αλλά ταυτόχρονα άνθρωποι ειρηνικοί, άνθρωποι της οικοδόμησης!
Εκείνοι οι αγώνες δεν οδήγησαν στη νίκη, όπως ξέρετε και ξέρετε γιατί. Στα χρόνια που ακολούθησαν, στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, τα κείμενα των κλασικών του σοσιαλισμού, που ο Μεγάλος Οχτώβρης τους είχε δώσει καινούργια ζωή, και τα όσα μάθαινα για την τολμηρή οικοδόμηση μιας καινούργιας κοινωνίας από σας, ήταν εκείνα που μου επέβαλαν σαν καθήκον αυτά τα ιδανικά και μου έδωσαν την απαραίτητη γνώση.
Απ' όλα τα διδάγματα το πιο σημαντικό ήταν ότι μέλλον για την ανθρωπότητα διαφαίνονταν μονάχα «από τα κάτω», από την άποψη των θυμάτων της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Μονάχα όταν αγωνίζεται κανείς «με τους κάτω», αγωνίζεται για την ανθρωπότητα.
Ενας τεράστιος πόλεμος είχε τελειώσει, ένας ακόμα πιο γιγάντιος προετοιμάστηκε. Από εδώ, από «τα κάτω», έπρεπε να γίνει η αναγνώριση των κρυμμένων αιτίων αυτών των πολέμων, γιατί αυτή η «κάτω» τάξη υποχρεωνόταν πάντα να πληρώνει τους πολέμους, και τους χαμένους και τους νικηφόρους. Εδώ, στο κοινωνικό στρώμα, που βρίσκεται στον πυθμένα, ακόμα και η ειρήνη έχει πολεμική θωριά.
Βαθιά στη σφαίρα της παραγωγής και πολύ ψηλά πάνω από τη σφαίρα της παραγωγής κυριαρχούσε η βία. Είτε σα φανερή δύναμη του ποταμού, που παρασύρει τα κρηπιδώματα, είτε σα μυστική δύναμη των κρηπιδωμάτων, που συγκρατεί τα νερά χαμηλά. Δεν πρόκειται μονάχα για το αν κατασκευάζονταν κανόνια ή άροτρα - στους πολέμους για την τιμή του ψωμιού τα κανόνια είναι τα άροτρα. Στους αδιάκοπους και ανελέητους ταξικούς αγώνες για την κατοχή των μέσων παραγωγής οι εποχές της σχετικής ειρήνης είναι μονάχα οι εποχές της εξάντλησης. Δεν συμβαίνει να διακόπτει την ειρηνική παραγωγή ξανά και ξανά ένα καταστρεπτικό πολεμόχαρο στοιχείο, αλλά συμβαίνει η ίδια η παραγωγή να θεμελιώνεται πάνω στην καταστρεπτική αρχή του πολέμου.
Μέσα στον καπιταλισμό οι άνθρωποι αγωνίζονται σ' ολόκληρη τη ζωή τους για την ίδια την ύπαρξή τους - ο ένας ενάντια στον άλλον. Οι γονείς αγωνίζονται για τα παιδιά, τα παιδιά για την κληρονομιά, ο μικρέμπορος αγωνίζεται για το μαγαζί του ενάντια στον άλλον μικρέμπορο και όλοι μαζί οι μικρέμποροι ενάντια στο μεγαλέμπορο. Ο χωρικός αγωνίζεται ενάντια στον άνθρωπο της πόλης, οι μαθητές αγωνίζονται ενάντια στο δάσκαλο, ο λαός αγωνίζεται ενάντια στις δημόσιες αρχές, τα εργοστάσια αγωνίζονται ενάντια στις τράπεζες, τα κοντσέρν αγωνίζονται ενάντια στα άλλα κοντσέρν. Πώς να μην πολεμάνε στο τέλος οι λαοί ενάντια στους λαούς!
Οι λαοί, που με αγώνες απόχτησαν μια σοσιαλιστική οικονομία, έχουν πάρει μια θαυμαστή θέση σε ό,τι αφορά την ειρήνη. Τα κίνητρα των ανθρώπων γίνονται ειρηνικά. Ο αγώνας όλων ενάντια σε όλους μεταβάλλεται σε αγώνα όλων για όλους. Οποιος ωφελεί την κοινωνία, ωφελεί τον ίδιο τον εαυτό του. Οποιος είναι χρήσιμος στον εαυτό του, είναι χρήσιμος και στην κοινωνία. Αυτοί που καλοπερνούν είναι οι ωφέλιμοι, όχι πια οι βλαβεροί. Η πρόοδος παύει να είναι αγώνας για υπεροχή και οι γνώσεις δεν κρατιούνται πια μακριά από κανέναν, αλλά γίνονται προσιτές στον καθένα. Τις νέες εφευρέσεις μπορούν να τις υποδέχονται με χαρά και ελπίδα αντί με φόβο και με τρόμο.
Εγώ ο ίδιος έζησα δυο παγκόσμιους πολέμους. Τώρα, στα πρόθυρα της γεροντικής ηλικίας, ξέρω ότι ετοιμάζεται και πάλι ένας τερατώδης πόλεμος. Αλλά ένα τέταρτο του τωρινού κόσμου ανήκει ολοκληρωτικά στο στρατόπεδο της ειρήνης. Και σε άλλα τμήματα του κόσμου οι σοσιαλιστικές ιδέες βρίσκονται σε προέλαση.
Βαθιά είναι η λαχτάρα για ειρήνη των απλών ανθρώπων όλων των τόπων. Πολλοί από τον κόσμο της διανόησης αγωνίζονται και στα καπιταλιστικά κράτη για την ειρήνη, ανάλογα με το βαθμό των γνώσεών του ο καθένας. Αλλά η πιο μεγάλη ελπίδα μας για ειρήνη στηρίζεται στους εργάτες και στους αγρότες, τόσο στις χώρες, όπου έχουν την εξουσία, όσο και στα κράτη του καπιταλισμού.
Ζήτω η Ειρήνη! Ζήτω το μεγάλο κράτος σας, κράτος της Ειρήνης, κράτος της εργατιάς και της αγροτιάς!
Μάης 1955
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου