Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 7 Ιουνίου 2020

Στο προσκήνιο έρχεται και η στρατιωτική κλιμάκωση της αντιπαράθεσης

«Η αναζήτηση μιας κλίκας που στοχοποιεί την Κίνα δεν είναι δημοφιλής επιλογή και δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των αντίστοιχων χωρών». Αυτή ήταν η απάντηση που έδωσε ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), Ζάο Λιζιάν, σε ερώτηση δημοσιογράφου που του ζήτησε να σχολιάσει αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες, βασική επιδίωξη της αμερικανικής πρότασης για διευρυμένη συνάντηση του G7 είναι να συζητηθεί «το θέμα της Κίνας».
Φυσικά, οι προσκλήσεις Τραμπ για μια διευρυμένη συνάντηση του G7 (συμμετέχουν ΗΠΑ, Ιαπωνία, Καναδάς, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία, Γερμανία και ΕΕ ως σύνολο) απευθύνθηκαν μεν σε Ιαπωνία, Αυστραλία, Νότια Κορέα, Ινδία αλλά όχι στην Κίνα. Αλλωστε, παρά τις όποιες συνεργασίες όλες αυτές οι χώρες έχουν ή/και επιδιώκουν με την Κίνα, μοιράζονται την ανησυχία που τους προκαλεί η στρατιωτική και γεωπολιτική ισχυροποίησή της.

Μένει να φανεί τι ανταπόκριση θα έχουν οι αμερικανικές προσκλήσεις. Πάντως, σύμφωνα με ανακοίνωση του ινδικού ΥΠΕΞ, όταν ο Τραμπ μίλησε με τον Ινδό πρωθυπουργό, Ν. Μόντι, για 40 λεπτά για μια πιθανή διευρυμένη Σύνοδο G7, ο δεύτερος σχολίασε τη «δημιουργική και διορατική προσέγγιση του Τραμπ, αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι ένα τόσο διευρυμένο φόρουμ θα ευθυγραμμιζόταν με τις πραγματικότητες που αναδύονται στον μετά τον Covid κόσμο».
Ενίσχυση του ΝΑΤΟ στην «αυλή της Κίνας»;

Οσο οξύνεται η αντιπαράθεση των ΗΠΑ - Κίνας και η αμερικανική πλευρά προσπαθεί να διασφαλίσει συμμάχους στο πλευρό της, δυναμώνει και η συζήτηση για το βαθμό και τους τρόπους εμπλοκής του ΝΑΤΟ.

Την 1η Ιούνη, στην ιστοσελίδα της αμερικανικής «δεξαμενής σκέψης» «Atlantic Council», o Ιαν Μπρεζίνσκι, γιος του γνωστού Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, που και ο ίδιος έχει υπηρετήσει από διάφορα πόστα τα επιτελεία Αμυνας και Εξωτερικών διαφόρων αμερικανικών κυβερνήσεων, θύμιζε τις επισημάνσεις που έγιναν στην τελευταία Σύνοδο της λυκοσυμμαχίας: «Αναγνωρίζουμε ότι η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας και η διεθνής της πολιτική συνιστούν ευκαιρίες και προκλήσεις που χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε από κοινού ως Συμμαχία...».

Αξίζει να σημειωθεί ότι στους κινδύνους που δημιουργούνται από την ισχυροποίηση της Κίνας ο υιός Μπρεζίνσκι ξεχώριζε τη στρατιωτική της συνεργασία με τη Ρωσία που «εξακολουθεί να εξαπλώνεται... με ασκήσεις όχι μόνο στο θέατρο της Κεντρικής Ασίας αλλά και στη Μεσόγειο και τη Βαλτική Θάλασσα...» ενώ, καθορίζοντας ως προτεραιότητα στοχευμένα μέτρα στρατιωτικής ετοιμότητας έναντι της Κίνας, άρχισε να περιγράφει το ρόλο που ειδικά η Βορειοατλαντική Συμμαχία μπορεί να αναλάβει, αξιοποιώντας την εμπειρία προηγούμενων στρατιωτικών επεμβάσεων σε μια σειρά από ζώνες του πλανήτη. «Είναι σημαντικό να αναγνωριστεί πως η βάση για να αναλάβει το ΝΑΤΟ ρόλο σε μια διατλαντική στρατηγική απέναντι στην Κίνα έχει διαμορφωθεί», σημείωσε, παραθέτοντας τις «παρεμβάσεις» της λυκοσυμμαχίας για την απόκρουση αντίπαλων σχεδιασμών σε Αφγανιστάν, Αφρική, Μέση Ανατολή κ.τ.λ.

Μάλιστα, επιθεωρώντας κινήσεις του ΝΑΤΟ στην «αυλή της Κίνας», ο Ι. Μπρεζίνσκι επιδοκίμασε τις «μακροπρόθεσμες σχέσεις» που το ΝΑΤΟ έχει αναπτύξει με «κρίσιμες Δημοκρατίες στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού», κατονομάζοντας τις Νότια Κορέα, Ιαπωνία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Μογγολία.

Αναφέροντας πιο συγκεκριμένα πώς το ΝΑΤΟ μπορεί να χρησιμεύσει στην αντιμετώπιση της Κίνας, πρότεινε ανοιχτά «οι πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητες του ΝΑΤΟ να χρησιμοποιηθούν για να διευκολύνουν το σκέλος της άμυνας και της ασφάλειας της στρατηγικής της Δύσης απέναντι στην Κίνα - περιλαμβανομένων των καθηκόντων της εμπλοκής, της αποτροπής και της άμυνας».

Ακόμα, ξεχώρισε την ανάγκη «βαθύτερης εμπλοκής με τους εταίρους του στον Ειρηνικό», δηλαδή «πιο συχνές και πιο ρωμαλέες στρατιωτικές ασκήσεις (ειδικά αεροπορικές, ναυτικές και ειδικών δυνάμεων) και επιχειρήσεις, περιλαμβανομένων αυτών που σχεδιάζονται για τη διασφάλιση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας», υπογραμμίζοντας τη σημασία που έχει ειδικά η συμμετοχή ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ. Παραπέρα, ο Μπρεζίνσκι προτείνει «η Συμμαχία να ιδρύσει στον Ινδο-Ειρηνικό, ίσως στην περιοχή μιας χώρας - εταίρου, ένα Κέντρο Αριστείας (σ.σ. αντίστοιχο με το ΝΑΤΟικό κέντρο εκπαίδευσης που λειτουργεί στη Σούδα της Κρήτης) και να εντάξει (σε αυτό) αξιωματικούς (αλλά) και άτομα εκτός στρατιωτικής ιεραρχίας από επιλεγμένους εταίρους στη Διοικητική Δομή της Συμμαχίας». Ετσι - προσθέτει - θα ενισχυόταν «η αντίληψη της Συμμαχίας για την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, θα καθιερωνόταν και θεσμικά η παρουσία της στην περιοχή, θα βάθαινε η εξοικείωση αυτών των εταίρων στις αποστολές, στις δομές και τα πρωτόκολλα του ΝΑΤΟ». Επίσης, προτείνει ακόμα και τη δημιουργία «ενός ευέλικτου στρατιωτικού "αρχηγείου" στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, ίσως ενσωματωμένου στο Κέντρο Αριστείας ή στο Διοικητικό Κέντρο Ειρηνικού των δυνάμεων των ΗΠΑ, για να συμβάλλει στη διευκόλυνση και το συντονισμό των ασκήσεων και επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ». Κατά τ' άλλα, προτείνει και την καθιέρωση ενός «Συμβουλίου ΝΑΤΟ - Κίνας», κατά τα πρότυπα του Συμβουλίου ΝΑΤΟ - Ρωσίας, από το οποίο προσδοκάται ουσιαστικά μια εναλλακτική «αντιμετώπισης» του αντιπάλου μέσα και από την επικοινωνία, την ανταλλαγή απόψεων.
Η Κίνα εξετάζει «αντίμετρα»

Αλλά και από τη μεριά της Κίνας, δεν είναι τυχαία η προτεραιότητα που - όπως φάνηκε και στην πρόσφατη συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης - δίνει στη δραστική αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της στρατιωτικής της μηχανής. Δεν είναι τυχαίοι οι υψηλοί τόνοι με τους οποίους απαντά στη «συμπάθεια» που ΗΠΑ - Δύση εκφράζουν για την «ελευθερία» σε Χονγκ Κονγκ και Ταϊβάν. Σε κάθε σχετική κριτική, η κινεζική κυβέρνηση επαναλαμβάνει επίμονα ότι πρόκειται για «εσωτερικές υποθέσεις» και ότι «θα υπερασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία με κάθε τρόπο». Επικαλείται κινδύνους για την «ασφάλειά» της, αφού ανησυχεί για τη στήριξη που με διάφορους τρόπους βρίσκουν αυτονομιστικές δυνάμεις (π.χ. «κυβέρνηση» Ταϊβάν με την οποία οι ΗΠΑ έχουν αναβαθμίσει το επίπεδο των επαφών, «παρακάμπτοντας» κατά έναν τρόπο την κεντρική κινεζική κυβέρνηση που κανονικά εκπροσωπεί την Ταϊπέι), αλλά και «κινήματα για τη δημοκρατία», όπως αυτά που αναπτύσσονται στο Χονγκ Κονγκ, αμφισβητώντας ουσιαστικά τον «πρώτο ρόλο» που έχει και θέλει να δυναμώσει η Κίνα σε ένα από τα σημαντικότερα χρηματοπιστωτικά κέντρα του πλανήτη.

Δυναμώνει και δημόσια η συζήτηση για τη στρατιωτική ετοιμότητα που χρειάζεται. Την Τετάρτη 3 Ιούνη, μιλώντας στους «Γκλόμπαλ Τάιμς» (μία από τις σημαντικότερες αγγλόφωνες κρατικές κινεζικές εφημερίδες), ο Τζιν Κάνρονγκ, αναπληρωτής κοσμήτορας του Πανεπιστημίου Ρένμιν της Ακαδημίας Διεθνών Σπουδών του Πεκίνου, τόνιζε πως οι αμερικανικές προκλήσεις σε ζητήματα όπως η Ταϊβάν (ο Πομπέο συνεχάρη την ηγέτιδα της Ταϊβάν για την επανεκλογή της, αποκαλώντας την «πρόεδρο»), αναπτύσσονται μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο:
«Η άνοδος της Κίνας εξαρτάται από την αυτόνομη οικονομική της ανάπτυξη... Είναι θέμα χρόνου η Κίνα να ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε όρους συνολικής εθνικής ισχύος. Από αυτήν την πλευρά, όσες κάρτες κι αν "παίζουν" οι ΗΠΑ, δεν μπορούν να αλλάξουν τη γενική τάση...». Σε ερώτημα για τον κίνδυνο στρατιωτικής σύγκρουσης των δύο χωρών «εξαιτίας του ταϊβανέζικου θέματος» ο Τζιν απάντησε ότι «η κεντρική κινεζική κυβέρνηση πρέπει να προετοιμαστεί για κλιμάκωση των αντιπαραθέσεων... Εχουμε πολλές επιλογές, περιλαμβανομένης μιας στρατιωτικής λύσης για το ταϊβανέζικο θέμα». Μάλιστα, τόνισε ότι στη φετινή έκθεση του κυβερνητικού έργου για την Ταϊβάν «γίνεται αναφορά περισσότερο στον όρο "επανένωση" (γενικά) παρά στον όρο "ειρηνική επανένωση". Αυτό σε ένα βαθμό δείχνει τη βούληση της Κίνας κεντρικά να λύσει το ζήτημα, ακόμα κι αν χρειαστεί να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ...».

Τέλος, ας καταγραφεί ότι πριν από λίγες μέρες, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Μάικ Πομπέο, καταδίκασε πάλι τις «επικίνδυνες» ενέργειες της Κίνας και στη Νότια Κινεζική Θάλασσα (όπου το Πεκίνο ενισχύει γοργά τις στρατιωτικές του υποδομές, προβάλλοντας όλο και πιο αποφασιστικά τις διεκδικήσεις του σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι). Μάλιστα, ο Πομπέο κάλεσε τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ «να ενωθούν για να διατηρηθούν το Διεθνές Δίκαιο και η ελευθερία στις θάλασσες», μοιάζοντας να προμηνύει (;) αναβάθμιση ή/και διεύρυνση της στρατιωτικής της παρουσίας στην περιοχή.
Παρουσία αμερικανικού αντιτορπιλικού στα Στενά της Ταϊβάν

Τη νύχτα της 4ης προς 5η Ιούνη, ένα ακόμα αμερικανικό πολεμικό πλοίο πέρασε τα Στενά της Ταϊβάν, στο πλαίσιο των περιπολιών που οι ΗΠΑ διεξάγουν στην περιοχή για την «υπεράσπιση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας και της αεροπλοΐας», προκαλώντας σταθερά την έντονη αντίδραση της Κίνας. Το αντιτορπιλικό «USS Russell», που εντάχθηκε πρόσφατα στις τάξεις του 7ου Στόλου του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ), «πέρασε τα Στενά της Ταϊβάν σύμφωνα με όσα προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Η διέλευση του πλοίου από τα Στενά της Ταϊβάν δείχνει την αφοσίωση των ΗΠΑ σε έναν ελεύθερο και ανοιχτό Ινδο-Ειρηνικό ωκεανό», δήλωσε ο εκπρόσωπος του αμερικανικού 7ου Στόλου Ριν Μόμσεν.

Πρόκειται για την 7η φορά που αμερικανικό πολεμικό πλοίο έχει διασχίσει τα Στενά από την αρχή του 2020, σε σχέση με 9 διελεύσεις που έγιναν όλο το 2019, σύμφωνα με τοπικά ΜΜΕ.

Α. Μ.

1 σχόλιο:

  1. Τσακώνονται τα Ιμπεριαλιστικά Σκυλιά την πληρώνουν οι λαοί. Τα ίδια ακριβώς κάνουν και η Ρωσία Κίνα Ιραν που απλώνονται σε όλο τον πλανήτη. Η Λύση για τους λαούς δεν είναι να διαλέξουν τμήμα της Αστικής τους τάξη η διεθνή ιμπεριαλιστική συμμαχία. Βρίσκεται στον αγώνα τους μέσα απο την Λαική Συμμαχία με Εργατική Λαική εξουσία κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και ξήλωμα του Καπιταλιστικού κέρδους. Είναι μονόδρομος. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου