«Λίγοι άνθρωποι ξέρουν ότι το Facebook διαθέτει τα δεδομένα τους σε τρίτους, ή ότι διατηρεί δικαιώματα (copyright) πάνω σε κάθε φωτογραφία ή περιεχόμενο που αναρτάς». «Για λίγο καιρό είχα Facebook (...) Ηταν το κανάλι της βρωμιάς! Αποφάσισα να κλείσω τον λογαριασμό...».
Τάδε έφη επίτροπος της ΕΕ το 2018, χρονιά που βγήκαν στο φως πολλά σκάνδαλα για το Facebook, με εμβληματικό αυτό της Cambridge Analytica για την παράνομη επεξεργασία δεδομένων δεκάδων εκατομμυρίων χρηστών.
Ολα αυτά τα χρόνια, οι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί, γνωστοί και ως Big Tech («Google», «Amazon», «Facebook», «Apple», «Microsoft») βρέθηκαν στο στόχαστρο. Δημοσιεύματα, βιβλία, ντοκιμαντέρ κ.ά. ανέδειξαν τις «κακές πρακτικές» και «υπερεξουσίες» των παραπάνω μονοπωλίων, μιλώντας για νέο «Μεγάλο Αδελφό». Η ΕΕ δεν δίστασε να καταδείξει τον φταίχτη στην άλλη μεριά του Ατλαντικού.
Είναι αλήθεια ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες κυριαρχούν σε πλήθος από διαδικτυακές υπηρεσίες (κοινωνική δικτύωση, μηχανές αναζήτησης κ.ά.). Είναι επίσης αλήθεια ότι οι σύγχρονες τεχνολογίες επιτρέπουν τη συλλογή και επεξεργασία απίστευτου όγκου πληροφοριών ανά τον πλανήτη, με ασύγκριτα πιο εξελιγμένο τρόπο από τα παραδοσιακά μέσα, όπως ήταν τα τηλέφωνα πριν γίνουν «έξυπνα». Αυτά αναδείχθηκαν σε μια πολυσυζητημένη υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ).
Ο νεαρός Aυστριακός Μαξιμίλιαν Σρεμ, χρόνια χρήστης του Facebook, κατήγγειλε τη θυγατρική της Facebook στην Ιρλανδία για τη διαβίβαση των δεδομένων του στη μαμά εταιρεία (Facebook Inc.) στις ΗΠΑ. Πρόβαλε ότι οι ΗΠΑ δεν πληρούν τις διατυπώσεις προστασίας των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών. Στηρίχτηκε στις περιβόητες αποκαλύψεις του Σνόουντεν ότι το αμερικανικό κράτος αποκτά πανεύκολα πρόσβαση στα δεδομένα των πολιτών, απευθείας από την «πηγή» («Google» και λοιπές εταιρείες), με βάση τη νομοθεσία των ΗΠΑ για την εθνική ασφάλεια1.
Το ΔΕΕ έκρινε τη νομιμότητα των διαβιβάσεων στις ΗΠΑ, και συγκεκριμένα την απόφαση επάρκειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις αμερικανικές εταιρείες, οι οποίες αυτοπιστοποιούνταν (!) πως τηρούν τις «αρχές ασφαλούς λιμένα» (safeharbor) για τα δεδομένα. Τo Δικαστήριο το 2015 ακύρωσε την απόφαση επάρκειας, καταλήγοντας εν πολλοίς ότι ο «λιμένας» που λέγεται ΗΠΑ δεν είναι και τόσο ασφαλής με βάση τα «ευρωπαϊκά πρότυπα».
Στη συνέχεια, η ΕΕ εξέδωσε νέα απόφαση επάρκειας για τις ΗΠΑ, τη λεγόμενη «ασπίδα προστασίας της ιδιωτικής ζωής» (Privacy Shield 2016/1250). Το περασμένο καλοκαίρι, με νέα απόφασή του (SchremsII) το ΔΕΕ έκρινε ότι και η εν λόγω «ασπίδα» είναι προβληματική με βάση το ευρωπαϊκό Δίκαιο2.
Το πιο αποκαλυπτικό είναι πως όλες οι «αναγκαίες» διαβιβάσεις δεδομένων προς τις ΗΠΑ συνεχίζονται κανονικά, στηριζόμενες και στις «Τυποποιημένες Συμβατικές Ρήτρες», που υποτίθεται κάθε χρήστης αποδέχεται ρητά όταν χρησιμοποιεί ένα μέσο. Οι ρήτρες καλύπτονται από άλλη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2010/87), που το ΔΕΕ έκρινε έγκυρη. Ετσι, το σίριαλ... «επίθεσης με νομιμότητα» προς τις ΗΠΑ συνεχίζεται. Η οργάνωση του M. Σρεμ, NYOB (None Of Your Business), απέστειλε 101 νέες καταγγελίες για ιστοσελίδες σε όλη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, που συνεχίζουν τις διαβιβάσεις στις ΗΠΑ μέσα από υπηρεσίες των «Facebook» και «Google» (π.χ. μέσω Analytics). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων συνέστησε ειδική ομάδα (task force) για την έρευνα των καταγγελιών.
Η υπόθεση Σρεμ παρουσιάστηκε ως θρίαμβος των ευρωπαϊκών αξιών και θεσμών, λες και η ΕΕ «δεν ήξερε τίποτα για τον φόνο» και οι διαβιβάσεις δεδομένων δεν είχαν την υπογραφή της. Πρόσφατα, ο επίτροπος για την εσωτερική οικονομία, Τ. Μπρετόν, βρέθηκε στο ίδιο διαδικτυακό πάνελ με τον Μ. Σρεμ3, για να διαφημίσει τις δημοκρατικές πολιτικές της ΕΕ, τα δικαιώματα του γνωστού Κανονισμού για τα προσωπικά δεδομένα (GDPR) αλλά και τη νομοθεσία για την ψηφιακή αγορά4 που οδεύει προς ψήφιση.
Στην πραγματικότητα, η ψηφιακή νομοθεσία της ΕΕ ούτε υπαγορεύεται ούτε διαπνέεται από «δημοκρατικές ευαισθησίες». Η ΕΕ χρησιμοποιεί το «δημοκρατικό» νομικό της πλαίσιο ως όπλο στην προσπάθεια ανάσχεσης της «ψηφιακής» ισχύος των ΗΠΑ και άλλων ανταγωνιστών της. Επιχειρεί να αξιοποιήσει τα ψηφιακά δικαιώματα ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και «trade mark» για τα δικά της ψηφιακά προϊόντα και υπηρεσίες5.Παράλληλα, βέβαια, επιδιώκει να πείσει τους λαούς ότι οι ελευθερίες τους διασφαλίζονται. Αλλωστε, η απόσπαση τέτοιας εμπιστοσύνης είναι αναγκαία για να αναπτυχθεί η ψηφιακή οικονομία, με την ευρύτητα και ταχύτητα που σχεδιάζει η ΕΕ.
Αυτές τις αντιλαϊκές στοχεύσεις υπηρετούν τελικά και δικαστικές αποφάσεις όπως για την υπόθεση Σρεμ, που κινήθηκε στο λεπτό σχοινί των σχέσεων συνεργασίας και ανταγωνισμού ΕΕ - ΗΠΑ, λειτουργώντας και ως διαπραγματευτικό «χαρτί» στο σκληρό ιμπεριαλιστικό παζάρι.
Δύο ακόμα γνωστές υποθέσεις μαρτυρούν πολλά για τον «δημοκρατικό παράδεισο» της ΕΕ.
Στην υπόθεση Digital Rights Ireland, το ΔΕΕ κλήθηκε να κρίνει την ευρωπαϊκή Οδηγία για τη διατήρηση δεδομένων6. Σύμφωνα με αυτήν, οι εταιρείες επικοινωνιών κρατούσαν από 6 έως 24 μήνες όλα τα δεδομένα κίνησης και θέσης των πελατών τους, παρέχοντας πρόσβαση στις αρχές, δηλαδή όλα τα κράτη της ΕΕ είχαν - και με τη βούλα - μαζική πρόσβαση σε αριθμούς τηλεφώνων και IP, στο ποιος επικοινώνησε με ποιον, τι ώρα και μέρα, για πόση ώρα, από ποιες τοποθεσίες. Οπως σημείωσε το ΔΕΕ, με όλα αυτά βγαίνουν ακριβέστατα συμπεράσματα για την προσωπική ζωή, «όπως είναι οι καθημερινές συνήθειες, οι μόνιμοι ή προσωρινοί τόποι διαμονής, οι καθημερινές και άλλες μετακινήσεις, οι δραστηριότητες, οι κοινωνικές σχέσεις (...) και τα κοινωνικά περιβάλλοντα στα οποία τα πρόσωπα συχνάζουν»7.
Ετσι, το ΔΕΕ ακύρωσε την Οδηγία λόγω παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα. Ωστόσο, φρόντισε να σημειώσει ότι τέτοιες ρυθμίσεις δεν θίγουν τηνουσίατων δικαιωμάτων(!), δείχνοντας τον δρόμο για καλύτερες νομοτεχνικές διατυπώσεις και τυπικές εγγυήσεις για την καταγραφή - παρακολούθηση των πολιτών. Εξάλλου, το καθεστώς διατήρησης δεδομένων παραμένει μετέωρο, ενώ στην Ελλάδα ο νόμος (ν.3917/2011) που είχε ενσωματώσει την καταργηθείσα Οδηγία παραμένει σε ισχύ! Τα ανοιχτά ζητήματα γύρω από την ιδιωτικότητα στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες αναμένεται να ρυθμίσει ο Κανονισμός e-Privacy, που χρόνια συζητιέται στην ΕΕ χωρίς αποτέλεσμα, αφού, όπως φαίνεται, οι συναινέσεις που προϋποθέτει ανάμεσα σε ανταγωνιστές εντός και εκτός ΕΕ είναι γρίφος για δυνατούς λύτες.
Σε μια άλλη γνωστή υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), την Big Brother Watch, η συγκεκριμένη οργάνωση, μαζί με άλλες, στράφηκε κατά του Ηνωμένου Βασιλείου για το πρόγραμμα μαζικής ηλεκτρονικής παρακολούθησης πολιτών. Το 2018, το ΕΔΔΑ εξέδωσε απόφαση καταδίκης του Ηνωμένου Βασιλείου. Πολλοί έκαναν λόγο για μεγάλη νίκη για τα δημοκρατικά δικαιώματα. Είναι όντως έτσι;
Το ΕΔΔΑ έκρινε μεν παράνομες τις συγκεκριμένες πρακτικές του Ηνωμένου Βασιλείου, όχι όμως την κρατική παρακολούθηση, με σύγχρονα μέσα, αόριστου αριθμού πολιτών. Αντίθετα, πρώτη φορά το ΕΔΔΑ χαρακτήρισε τημαζικήπαρακολούθησηπολύτιμο μέσοκατά της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας. Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο «τσαλάκωσε» ακόμα και άλλοτε αναγνωρισμένα δικαιώματα και εγγυήσεις, νομιμοποιώντας, για παράδειγμα, τη μαζική παρακολούθηση χωρίς έλεγχο ανεξάρτητης (δικαστικής ή άλλης) αρχής8.
Οσο για την ανταλλαγή δεδομένων ανάμεσα στις υπηρεσίες πληροφοριών των αστικών κρατών (εν προκειμένω τη NSA - ΗΠΑ), κρίθηκε ότι δικαιολογείται από τον παγκόσμιο χαρακτήρα της τρομοκρατικής και εγκληματικής δράσης9.Τελικά οι δήθεν ανεπίτρεπτες για το ευρωπαϊκό Δίκαιο πρακτικές των ΗΠΑ, όπως οι μαζικές παρακολουθήσεις, «αναβαπτίστηκαν» σε νόμιμες και πολύτιμες για τις ανάγκες της αστικής εξουσίας.
Τα παραπάνω αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου της καταπάτησης λαϊκών ελευθεριών στην Ευρώπη και όλο τον καπιταλιστικό κόσμο. Βουνά νομικών ρυθμίσεων θάβουν και τα πιο στοιχειώδη δικαιώματα, με την επίκληση της «εθνικής ασφάλειας», της «δημόσιας τάξης» και άλλων «ευγενών» εκφράσεων για τα συμφέροντα των εκμεταλλευτών.
Η όξυνση των αντιθέσεων του συστήματος, η νέα, εξελισσόμενη καπιταλιστική κρίση επιβάλλουν την ολομέτωπη επίθεση της αστικής τάξης στους εργαζόμενους. Γι' αυτό εντείνονται η παρακολούθηση και η συνδυασμένη επιχείρηση χειραγώγησης και καταστολής, σε βάρος όλων των εργαζομένων και των νέων, γιατί σε αυτό το σύστημα όλοι «μετράνε» ως πηγή κέρδους και όλων οι ανάγκες λογίζονται ως κόστος.
Για να μπορεί λοιπόν κάθε λαός να ανασαίνει, να είναι κύριος του πλούτου που παράγει και της ίδιας του της ζωής, είναι μονόδρομος η πάλη ενάντια στους αστικούς σχεδιασμούς, στους νόμους, στο κράτος και τις ενώσεις των αφεντικών όπως η ΕΕ. Αυτόν το δρόμο ανοίγουν σήμερα οι λαϊκές διεκδικήσεις για τις σύγχρονες ανάγκες στη δουλειά και τη ζωή, κόντρα στην εκμετάλλευση, στην καταπίεση και την καταστολή. Σε αυτόν το δρόμο θα κατακτούμε τις ανάσες, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες, που σήμερα, νόμιμα πρωτίστως, μας κλέβουν.
Παραπομπές
1.Foreign Intelligence Services Act (FISA) 702 κα
2. Ιγγλεζάκης Ι., Επιθεώρηση Δικαίου Πληροφορικής, τ. 1 τεύχ. 1 (2020).
3. Ανάμεσα στα άλλα ο επίτροπος δήλωσε: «Δεν είμαστε αφελείς», «αν θέλει κάποιος να εγκατασταθεί στην ΕΕ θα σεβαστεί τους κανόνες μας».
4. Digital Market Act και Digital Services Act, «Ριζοσπάστης» (Διεθνή & Οικονομία) 6-11-2020.
5. Οπως δήλωσε πρόσφατα η πρόεδρος της Κομισιόν, «αυτό που ξεχωρίζει την Ευρώπη από τους ανταγωνιστές της όπως η Κίνα (...) είναι πως οι αξίες μας έρχονται πρώτες».
6. 2006/24/ΕΚ.
7. Εγχειρίδιο για την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων, 2018.
Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου