Η Επανάσταση του 1821 διδάσκει ότι η ''ανάγκη'' -αργά ή γρήγορα, πολλές φορές κουραστικά και βασανιστικά- πάντα ''γίνεται Ιστορία''.
Στην εποχή που ξέσπασε η Επανάσταση, που ήχησαν για πρώτη φορά τα όπλα των Επαναστατών στη Μολδοβλαχία και κατόπιν στα εδάφη του μετέπειτα ελληνικού κράτους, οι φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής που επικρατούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν ήδη ξεπεραστεί.
Το νέο, που τότε πρέσβευε η ανερχόμενη αστική τάξη, ασφυκτιούσε μέσα στο παλιό, ήδη πολύ πριν το ’21. Χρειάστηκε όμως να περάσουν αρκετά χρόνια, να υπάρξει η απαραίτητη ιδεολογική - πολιτική - οργανωτική προετοιμασία μέχρι να βγει στο προσκήνιο, να παλέψει και τελικά να νικήσει.
Η ιστορική πρωτοβουλία για την Επανάσταση άνηκε στην ανερχόμενη τότε αστική τάξη. Αυτή ήταν που μετουσίωσε την αντίθεση στην οθωμανική υποτέλεια σε εθνική συνείδηση και τελικά σε επαναστατικό πολιτικό πρόγραμμα. Ο στόχος της επαναστατημένης αστικής τάξης, δηλαδή η συγκρότηση ενός σύγχρονου αστικού έθνους-κράτους, σήμαινε ταυτόχρονα και ρήξη με τους όρους της οθωμανικής κυριαρχίας, προσδίδοντας έτσι στην Επανάσταση και απελευθερωτικό χαρακτήρα και επιτρέποντας στην αστική τάξη να συμπαρασύρει ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις στα επαναστατικά της σχέδια.
Σε αυτή τη διαδικασία διαδραμάτισε πρωτοποριακό και σημαντικό ρόλο η "Φιλική Εταιρεία", που προετοίμασε και οργάνωσε το ξέσπασμα της Επανάστασης.
Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση, ακούμε συχνά να γίνεται λόγος για ''εθνική ενότητα'' και ''εθνική ομοψυχία''. Μάλιστα ορισμένοι επικαλούνται γι’ αυτό και το ''αθάνατο κρασί του ‘21''. Είναι όμως έτσι;
Στην πραγματικότητα, όπως αποδεικνύεται από τη μελέτη της Ιστορίας της Επανάστασης του 1821, αλλά και απ’ όλη την Ιστορία της ανθρωπότητας, η "εθνική ενότητα" δεν υπήρξε ποτέ και ούτε είναι δυνατό να υπάρξει σε συνθήκες ανειρήνευτων ταξικών αντιθέσεων και πάλης.
Οι ταξικές αντιθέσεις ήταν, είναι και θα είναι -όσο υπάρχουν ταξικές κοινωνίες- πανταχού παρούσες, καθώς δεν δημιουργούνται και δεν καθορίζονται από τις όποιες υποκειμενικές διαθέσεις και επιδιώξεις. Έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα και είναι ασυμφιλίωτες.
Αυτό το συμπέρασμα πρέπει να το κρατήσουν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες, οι νέες και οι νέοι της πατρίδας μας. Ειδικά μπροστά στο φόβο, τη ματαιοδοξία που καλλιεργεί το σύστημα με το διαχρονικό ''τίποτα δεν αλλάζει''.
Άλλωστε και η Επανάσταση του ’21 δεν ξέσπασε σε ιδανικές συνθήκες, αλλά σε μια εποχή που η ήττα του Ναπολέοντα και η συγκρότηση της ''Ιεράς Συμμαχίας'' είχε διαμορφώσει έναν δυσμενή διεθνή συσχετισμό για τις ίδιες τις αστικές δυνάμεις.
Επομένως κανένας δυσμενής συσχετισμός, όσο αναλλοίωτος και αν φαντάζει, όσο "μαύρο" κι αν κυριαρχεί, δεν μπορεί να εμποδίσει την πορεία της ανθρωπότητας προς τα μπρος, δεν μπορεί να εμποδίσει την ανατροπή ενός κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού, εφόσον έχουν ήδη αναπτυχθεί οι υλικές προϋποθέσεις που το απαιτούν.
Γιατί, όπως είπε κάποτε και ο Χαρίλαος Φλωράκης ''οι μπροστάρηδες των λαών και των εποχών -όπως είμαστε και οι κομμουνιστές- ποτέ δε σταύρωσαν, όσο βαριά κι αν ήταν η ήττα, τα χέρια. Πάντα έβρισκαν τρόπους να ξαναβάζουν μπροστά τις τροχαλίες της Ιστορίας''.
Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση του ’21, η ίδια τάξη που τότε ήταν στην πρωτοπορία της Ιστορίας, είναι αυτή που σήμερα πασχίζει, με κάθε τρόπο, να κρατήσει πίσω τις ''τροχαλίες'' της Ιστορίας.
Στη σημερινή εποχή, η μοναδική απάντηση απέναντι στο γερασμένο καπιταλιστικό σύστημα, που καταδικάζει τους λαούς στη φτώχεια, την ανεργία, τον πόλεμο, την προσφυγιά, είναι η σοσιαλιστική επανάσταση για την κατάκτηση της εργατικής - λαϊκής εξουσίας.
Αν η αστική - απελευθερωτική Επανάσταση του 1821 γέννησε το ελληνικό αστικό κράτος, η Σοσιαλιστική Επανάσταση στον 21ο αιώνα θα γεννήσει εκείνο το κράτος, στο οποίο θα πάψει -οριστικά και αμετάκλητα αυτή τη φορά- η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, που θα ικανοποιήσει τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και όλους τους πόθους των εργαζομένων και της νεολαίας.
Άρθρο του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, στο «CNN Greece»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου