«Η παρακολούθηση της οικονομικής, δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης της χώρας θα συνεχιστεί στο πλαίσιο της μεταπρογραμματικής επιτήρησης και του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου». Με αυτήν τη λιτή «υποσημείωση», η Κομισιόν ανακοίνωσε χτες ότι η ελληνική οικονομία βγαίνει από τη λεγόμενη «ενισχυμένη εποπτεία» μετά τις 20 Αυγούστου.
Το «μεταμνημονιακό μνημόνιο», που είχε υπογράψει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2018 και υλοποίησε με συνέπεια η κυβέρνηση της ΝΔ, δίνει τη σκυτάλη στα «μνημόνια διαρκείας» της ΕΕ και ανοίγει έναν νέο κύκλο επίθεσης στον λαό, στο φόντο και της νέας οικονομικής κρίσης που διαφαίνεται στην ΕΕ.
Σε άλλη υποσημείωση, η Κομισιόν επιβεβαιώνει ότι το «υπόλοιπο» των αντιλαϊκών προαπαιτούμενων που περιέχονταν στη μεταμνημονιακή συμφωνία για την «ελάφρυνση του χρέους», θα μεταφερθεί σύσσωμο στους νέους μηχανισμούς «εποπτείας».
Δηλαδή, στα επόμενα μνημόνια και ειδικότερα στο «Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», το γνωστό Ταμείο Ανάκαμψης, για τη χρηματοδότηση των «πράσινων» επενδύσεων.
Κατά τ' άλλα, «χαιρετίζει τα επιτεύγματα της Ελλάδας και τη δέσμευσή της να συνεχίσει να πραγματοποιεί μεταρρυθμίσεις πέρα από το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας».
Τα 340 αντιλαϊκά νομοσχέδια που έχει ψηφίσει η ΝΔ στη διάρκεια της κυβερνητικής της θητείας και οι δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί και δικό του κυβερνητικό πρόγραμμα, δικαιολογούν απόλυτα τα ...χαιρετίσματα που τους στέλνει η Κομισιόν.
Ο λαός, από την πλευρά του, καμιά ανακούφιση δεν αισθάνεται. Ούτε μπορεί να συμμερίζεται τους πανηγυρισμούς του κεφαλαίου και των κομμάτων του για το «τέλος της ενισχυμένης εποπτείας».
Με το «καλημέρα», άλλωστε, ξεκίνησε η προετοιμασία εδάφους για τον «δύσκολο χειμώνα», από τον συνδυασμό του ιμπεριαλιστικού πολέμου, της επιστροφής σε αυστηρότερους δημοσιονομικούς κανόνες και της λεγόμενης «ενεργειακής κρίσης», με τα επιτελεία να ανησυχούν για στασιμοπληθωρισμό.
Το «πρώτο πιάτο» είναι η «μεταπρογραμματική έκθεση» τον ερχόμενο Νοέμβρη, για την παρακολούθηση των «εκκρεμών μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων», οι οποίες αφορούν κατά κύριο λόγο τα «κόκκινα» δάνεια, μεταρρυθμίσεις στο κράτος και άλλα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα.
Το «κυρίως πιάτο» θα «σερβιριστεί» με τον προϋπολογισμό του 2023, όπου δίπλα στα άλλα αντιλαϊκά μέτρα και τις νέες περικοπές κρατικών δαπανών ακόμα και για στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες, προβλέπεται η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα.
Σύμφωνα με κυβερνητικές διαρροές, που στρώνουν τον δρόμο για κλιμάκωση της φορο-επίθεσης στον λαό, ο «δημοσιονομικός χώρος» για να βγει ο προϋπολογισμός θα πρέπει να ξεπερνάει τα 10 δισ. ευρώ, που θα τα πάρουν βέβαια από την τσέπη του λαού.
Ηδη προβλέπουν αυξημένα φορολογικά έσοδα για τον επόμενο χρόνο, «αισθητά πάνω από τα 50 δισ. ευρώ», για να βγει ο λογαριασμός των «ματωμένων» πλεονασμάτων, που τόσο η ΝΔ όσο προηγουμένως και ο ΣΥΡΙΖΑ φόρτωσαν στις πλάτες των εργαζομένων και των άλλων βιοπαλαιστών.
Ολα αυτά σε συνθήκες άγριας ακρίβειας που θα συνεχίζεται, στα καύσιμα, στο ρεύμα και σε βασικά αγαθά, που τινάζει στον αέρα τον οικογενειακό προϋπολογισμό και επεκτείνει την ενεργειακή φτώχεια σε ακόμα περισσότερα λαϊκά νοικοκυριά.
Οπως κι αν ονομάσουν λοιπόν τα «μνημόνια των μνημονίων», δηλαδή τις αντιλαϊκές συνθήκες, οδηγίες και κατευθύνσεις της ΕΕ για τα κέρδη, όποια μορφή κι αν πάρουν οι μηχανισμοί «εποπτείας» στην υλοποίηση της στρατηγικής για τα κέρδη του κεφαλαίου, όποιο κόμμα (ένα ή περισσότερα) κι αν αναλάβει να την «τρέξει» ως κυβέρνηση, ο λαός δεν έχει χρόνο ούτε για αναμονές ούτε για προσδοκίες από παλιούς και επίδοξους «σωτήρες».
Μπροστά στο συλλαλητήριο των συνδικάτων στις 10 Σεπτέμβρη στη ΔΕΘ, πρέπει να σημάνει συναγερμός παντού. Να δυναμώσουν η πάλη για συμβάσεις με αυξήσεις στους μισθούς, η διεκδίκηση σύγχρονων όρων δουλειάς και αμοιβής, με κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων.
Η αντιλαϊκή πολιτική να πάρει απάντηση και στην κάλπη, όποτε κι αν γίνουν εκλογές. Με πιο ισχυρό ΚΚΕ, που μπαίνει μπροστά στην οργάνωση της εργατικής - λαϊκής αντεπίθεσης, στον αγώνα για τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων και του λαού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου