Καθώς αυξάνονται η λαϊκή δυσαρέσκεια και η ανασφάλεια για την κατάσταση που διαμορφώνεται, τα αστικά επιτελεία παίρνουν όλα τα μέτρα, ώστε είτε με την ενσωμάτωση είτε με την ένταση της καταστολής να διασφαλίζεται η στοίχιση του λαού στους σχεδιασμούς τους.
Σε αυτή την παρέμβαση της αστικής τάξης, που γίνεται μέσα από πολλά και διαφορετικά κανάλια, ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζει η γραμμή του οπορτουνιστικού ρεύματος. Γιατί αντικειμενικά συμβάλλει, αξιοποιώντας και την ψευτο-αγωνιστική του ρητορική, στον αποπροσανατολισμό από τον δρόμο που χρειάζεται να βαδίσει το εργατικό - λαϊκό κίνημα για να γίνει ο πρωταγωνιστής των εξελίξεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα για αυτό είναι η πολιτική γραμμή του ΝΑΡ, ιδιαίτερα σε δύο κρίσιμα ζητήματα σήμερα: Την προώθηση των ΝΑΤΟικών σχεδίων στην περιοχή και την ενδοϊμπεριαλιστική και ενδοαστική διαπάλη για το μείγμα της κρατικής παρέμβασης μπροστά στην οικονομική κρίση και τον ενεργειακό πόλεμο. Με αφορμή άρθρο στην εφημερίδα «ΠΡΙΝ» για το 48ο Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή», που ασκούσε μέσω διαστρεβλώσεων και λαθροχειριών κριτική στις θέσεις του ΚΚΕ, το ΝΑΡ επανέφερε τη γνωστή του χρεοκοπημένη πολιτική γραμμή, της οποίας τα αδιέξοδα έχουμε πολλές φορές αποκαλύψει από τις σελίδες του «Ριζοσπάστη» και της ΚΟΜΕΠ.
Πριν προχωρήσουμε στην ουσία της οπορτουνιστικής γραμμής, χρειάζεται να μείνουμε σύντομα σε ορισμένες πλευρές ανοιχτής διαστρέβλωσης των θέσεων του ΚΚΕ στην οποία καταφεύγει συνεχώς το ΝΑΡ, μπροστά στην αδυναμία του να ασκήσει πραγματική αντιπαράθεση εξαιτίας της χρεοκοπίας της πολιτικής του γραμμής. Επαναλαμβάνει σαν χαλασμένο ραδιόφωνο τις γελοιότητες ότι δήθεν το ΚΚΕ δεν αναδεικνύει την επιθετικότητα της ελληνικής αστικής τάξης, ότι βλέπει μονάχα την «τουρκική επιθετικότητα» και ότι έτσι οδηγείται στον εθνικισμό.
Οι αρθρογράφοι του «ΠΡΙΝ» προκαλούν διαστρεβλώνοντας τις θέσεις του ΚΚΕ, που αντιπαρατίθεται και αναδεικνύει συνεχώς την επιθετικότητα της ελληνικής αστικής τάξης, η οποία με σειρά ενεργειών επιδιώκει την αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ εναντιώνονται ενεργά στους σχεδιασμούς της αστικής τάξης της Ελλάδας, οργανώνοντας την πάλη ενάντια, καταψηφίζοντας και φωτίζοντας την επικινδυνότητα της συμμετοχής της χώρας σε ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, της αύξησης των δαπανών για ΝΑΤΟικούς εξοπλισμούς, της αποστολής πολεμικού υλικού και στρατευμάτων στο εξωτερικό, της νέας Ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας για τις βάσεις, των διμερών και τριμερών ιμπεριαλιστικών συμφωνιών κ.τ.λ.
Παράλληλα, είναι εντυπωσιακή η κατά το δοκούν επιλογή αποσπασμάτων από την ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ στο 48ο Φεστιβάλ, για να σκαρώσουν πλαστά στοιχεία σύμπλευσης με την αστική τάξη της Ελλάδας, παραλείποντας σκοπίμως τις βασικές αναφορές της, για παράδειγμα ότι «ο λαός να μη δείξει καμιά εμπιστοσύνη στην όποια αστική κυβέρνηση» και ότι χρειάζεται «να ανατρέψει αυτούς που τον σέρνουν στη σφαγή για να έρθει αυτός στην εξουσία».
Τέλος, προκαλεί απορία η «αλλεργία» του ΝΑΡ όταν το ΚΚΕ αναδεικνύει τον ενεργό προσανατολισμό και την πρόσδεση της αστικής τάξης της Ελλάδας στους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς και στην προώθηση των κατευθύνσεων της ΕΕ. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι τη στιγμή που το ΚΚΕ και η ΚΝΕ αναπτύσσουν μια πολύμορφη δράση ενάντια στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, σε εργασιακούς χώρους, στα λιμάνια, στα πανεπιστήμια και τα σχολεία, τσαλακώνοντας στην πράξη την εθνική ενότητα με τις στρατηγικές επιλογές της αστικής τάξης, το ΝΑΡ διαμορφώνει γραμμή που συμπλέει με τις στοχεύσεις του ευρωατλανισμού, παρά τις γενικόλογες καταγγελίες ΝΑΤΟ και ΕΕ.
Βασικό ζήτημα αποτελεί το θέμα των κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αρχικά το ΝΑΡ αποσιωπά σταθερά το γεγονός ότι η αστική τάξη της Ελλάδας επιδιώκει την αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή και όταν συμμετέχει σε πολεμικά σχέδια και μέσω της διαπραγμάτευσης κυριαρχικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Αποσιωπά ότι με αυτόν τον τρόπο το κεφάλαιο στην Ελλάδα προσβλέπει σε οικονομικά, γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά οφέλη για παράδειγμα από τη μετατροπή της χώρας σε ενεργειακό κόμβο (π.χ. με τα σχέδια μεταφοράς LNG προς την Ευρώπη) ή την αναβάθμιση του στρατιωτικού και οικονομικού ρόλου της χώρας για τα σχέδια του ΝΑΤΟ (π.χ. με το σχέδιο «Εγνατία των λιμένων: Ηγουμενίτσα - Θεσσαλονίκη - Καβάλα - Αλεξανδρούπολη»). Αποσιωπά τη στάση όλων των αστικών κυβερνήσεων απ' τη Συμφωνία του Ελσίνκι μέχρι σήμερα.
Αποσιωπά κυρίως το αντιδραστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαπραγματεύεται η αστική τάξη της Ελλάδας: Της προβολής του Αιγαίου ως «ΝΑΤΟικού εδάφους», της διασφάλισης της συνοχής της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, της αναζήτησης λύσης συνεκμετάλλευσης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων με τις ΗΠΑ και την Τουρκία. Αποσιωπά ότι αυτή η διαπραγμάτευση στρώνει το έδαφος τόσο για πολεμικές αναμετρήσεις όσο και επώδυνους συμβιβασμούς σε βάρος των λαών.
Τέτοιου είδους σχέδια για να προχωρήσουν προϋποθέτουν σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό την προσωρινή διευθέτηση της όξυνσης του ανταγωνισμού με την Τουρκία μέσω της υπογραφής μιας ιμπεριαλιστικής συμφωνίας και την παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, πιθανά και με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Την ώρα που η αστική τάξη της Τουρκίας αμφισβητεί ακόμα και την κυριαρχία των ελληνικών νησιών του Αιγαίου, η πολιτική γραμμή που υιοθετεί το ΝΑΡ και καλεί σε μια «έντιμη συμφωνία Ελλάδας και Τουρκίας» για τη διευθέτησή τους, συμπλέει στην ουσία, παρά την όποια «αντικαπιταλιστική» φρασεολογία, με τους αστικούς και ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς. Μια γραμμή που παράλληλα σπέρνει αυταπάτες ότι μια συμφωνία ιμπεριαλιστικής ειρήνης στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ θα απομακρύνει τάχα τον κίνδυνο του πολέμου.
Την ίδια στιγμή αποκαλύπτεται πόσο ψευδεπίγραφη είναι η υιοθέτηση εκ μέρους του ΝΑΡ συνθημάτων για καμία αλλαγή συνόρων, όταν η ανάλυσή τους αποδέχεται τις «γκρίζες ζώνες» στα σύνορα της περιοχής και καλεί σε έντιμη διευθέτησή τους, στοιχείο που αποτελεί και την εύφλεκτη ύλη μιας πολεμικής αναμέτρησης.
Το ΚΚΕ έχει κρυστάλλινη θέση υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των λαϊκών δυνάμεων, ως αναπόσπαστο στοιχείο της πάλης για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Εχει προειδοποιήσει τους εργαζόμενους πως στις σημερινές συνθήκες αυτά δεν μπορούν να τα εγγυηθούν οι αστικές κυβερνήσεις, το ΝΑΤΟ και γενικότερα οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες. Τα μέλη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ δίνουν καθημερινά όλες τους τις δυνάμεις για να οργανωθεί πραγματικά ο αγώνας για την απεμπλοκή της χώρας από τους πολεμικούς σχεδιασμούς, για την αποδέσμευση από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, για να δυναμώσει η πάλη ενάντια στην ίδια την αιτία που γεννά αντιθέσεις, συγκρούσεις, πολεμικές συρράξεις, η πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού.
Το «ΠΡΙΝ» εγκαλεί το ΚΚΕ ότι δεν κάνει καμία διάκριση ανάμεσα στη «δημόσια και την ιδιωτική ιδιοκτησία» και μένει μόνο σε αναφορές για το «κράτος του κεφαλαίου». Με λίγα λόγια, το ΝΑΡ που «διαρρηγνύει τα ιμάτιά» του ενάντια στην αστική τάξη αναπαράγει το απατηλό σοσιαλδημοκρατικό αφήγημα που εμφανίζει το αστικό κράτος ως αντίβαρο των ιδιωτικών ομίλων και της «κερδοσκοπίας».
Σε αυτό το σημείο χρειάζεται να αναλογιστούμε ότι στις σημερινές συνθήκες υπάρχει οξυμένη διαπάλη στα αστικά επιτελεία για το είδος και την έκταση της κρατικής παρέμβασης στην καπιταλιστική οικονομία. Αυτό φαίνεται και στην Ελλάδα, όπου ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ «διαγκωνίζονται» για το «ποια κρατική παρέμβαση θα σώσει τον λαό», κρύβοντας πίσω από αυτό την κόντρα τους για να βρεθεί το καταλληλότερο σχέδιο κρατικής παρέμβασης που θα στηρίξει την αστική εξουσία. Σε αυτές τις συνθήκες οι εξαγγελίες του ΝΑΡ για εθνικοποιήσεις σε συνδυασμό με την αποθέωση του «δημόσιου έναντι του ιδιωτικού», δεν αποτελούν τίποτε λιγότερο από έναν καθαγιασμό του αστικού κράτους. Η λογική που ουσιαστικά προβάλλεται από το ΝΑΡ είναι ότι μπορεί να υπάρξει μια κρατική πολιτική στο έδαφος του καπιταλισμού, την οποία θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν οι εργαζόμενοι προς δικό τους όφελος.
Η πραγματικότητα είναι ότι στον καπιταλισμό δεν υπάρχει κάποια «δημόσια ιδιοκτησία» και κάποια κρατική παρέμβαση «κοινής ωφελείας» ταξικά ουδέτερη. Οσα ανήκουν στο αστικό κράτος σήμερα (από εκτάσεις γης, κτίρια, επιχειρήσεις όπως η ΔΕΗ έως και για παράδειγμα το κρατικό σύστημα Υγείας και Παιδείας) και σε όποιο ποσοστό και αν είναι αυτή η συμμετοχή του κράτους, δεν παύουν να υποτάσσονται σε έναν και μόνο σκοπό: Στο πώς θα διαιωνίζεται η εξουσία της αστικής τάξης, στο πώς θα προωθούνται οι στρατηγικοί της στόχοι, στο πώς θα αυξάνεται η κερδοφορία των ομίλων και θα διευκολύνεται το διαρκές ξεζούμισμα των εργαζομένων.
Ομως το ΝΑΡ επιχειρεί παράλληλα και μια λαθροχειρία. Προβάλλει ότι δήθεν το ΚΚΕ, με την παραπάνω ανάλυση που κάνει, αδιαφορεί για τον αγώνα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.
Το ΚΚΕ δεν δίνει τη μάχη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και στην επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων με τη σημαία του παρελθόντος, της επιστροφής στο κρατικό μονοπώλιο, ούτε καλλιεργεί αυταπάτες ότι μπορεί να υπάρχει φιλολαϊκή «δημόσια ρύθμιση» της απελευθερωμένης αγοράς.
Πρωτοστατεί στον αγώνα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις σε κάθε τομέα της ζωής των εργαζομένων και των λαϊκών οικογενειών, από τον τόπο κατοικίας, την Υγεία, την Παιδεία έως τον πολιτισμό και τον αθλητισμό. Αποκαλύπτει τον αντιλαϊκό χαρακτήρα των κατευθύνσεων της ΕΕ, που προωθούνται από όλα τα αστικά κόμματα και κυβερνήσεις στην Ελλάδα, στηρίζει αιτήματα του κινήματος για ανάσχεση της αντιλαϊκής πολιτικής και μέτρα ανακούφισης. Σε αυτό το έδαφος οργανώνει την πάλη όχι από τη σκοπιά υπεράσπισης του αστικού κράτους, αλλά αναδεικνύοντας την ανάγκη σύγκρουσης με το αστικό κράτος και την ανωτερότητα του σοσιαλισμού, της κοινωνικοποιημένης ιδιοκτησίας και της εργατικής εξουσίας.
Υπάρχει ελπίδα και διέξοδος μπροστά στις εξελίξεις που θα αντιμετωπίσουν οι εργαζόμενοι. Είναι η οργάνωση της εργατικής - λαϊκής πάλης για να αυξηθούν οι εστίες αντίστασης σε κάθε κλάδο, σε κάθε χώρο δουλειάς και σπουδών, σε κάθε πόλη, γειτονιά και χωριό. Η πάλη για τη διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών σε σύγκρουση με τους στρατηγικούς στόχους της αστικής τάξης, που θα βάζει στόχο την ίδια την εξουσία της εργατικής τάξης.
Μακριά από κάθε λογική αναμονής εκλογών και λύσης από την εναλλαγή των αστικών κυβερνήσεων. Μακριά και από τη χρεοκοπημένη πολιτική γραμμή του οπορτουνισμού και τη διαβρωτική του παρέμβαση στο εργατικό - λαϊκό κίνημα. Υπάρχει πείρα πλέον στους εργαζόμενους, που μπορεί να αξιοποιηθεί, για το πώς η οπορτουνιστική γραμμή οδήγησε στην ενσωμάτωση μεγάλου μέρους του κινήματος στη σοσιαλδημοκρατία, συνέβαλε στην κυβερνητική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και στην υπογραφή νέων μνημονίων και αντιλαϊκών νόμων.
Η πραγματική λύση βρίσκεται στην ίδια τη δύναμη του λαού. Στη συμπόρευση με το ΚΚΕ, που είναι στην πρώτη γραμμή και μεγάλο στήριγμα των αγώνων του λαού και της νεολαίας. Το σύνθημα του Καλέσματος της ΚΕ του ΚΚΕ «Καμία αναμονή! Αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ παντού για να γίνει ο λαός πρωταγωνιστής» δείχνει τον δρόμο αλλά και τα σημαντικά καθήκοντα του επόμενου διαστήματος, με πρώτο μεγάλο σταθμό την πανελλαδική απεργία στις 9 Νοέμβρη.
Λουκά ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ*
* Ο Λ. Αναστασόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου