Τόποι
βασανιστηρίων από τους Ναζί στην κατεχόμενη Θεσσαλονίκη
Πέντε, ήταν όπως είδαμε σε προηγούμενη ανάρτηση για τα επιταγμένα από τους Γερμανούς κτήρια της Θεσσαλονίκης, οι χώροι που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί στην πόλη ως άντρα βασανιστηρίων, κατά τις μεσαιωνικού τύπου ανακρίσεις στις οποίες υπέβαλαν τους αγωνιστές της Αντίστασης, για να τους αποσπάσουν πληροφορίες. Ανακρίσεις που θύμιζαν την κόλαση του Δάντη. Εφιάλτης για τους Θεσσαλονικείς, είχε καταντήσει λόγω της βαρβαρότητάς της, η περιβόητη μονάδα «510», που στεγάζονταν στην οδό Ιταλίας 1.
Η μονάδα
«510», που είχε πάρει το όνομά της από την αρίθμηση της γερμανικής μονάδας
Στρατονομίας 510, είχε εγκατασταθεί σε ένα παλιό
εβραϊκό σπίτι στην οδό Ιταλίας 1, στην περιοχή της Σαλαμίνας και το κτήριο ήταν
διαμορφωμένο έτσι ώστε να λειτουργεί ως ανακριτική υπηρεσία αλλά και ως φυλακή.
1
Οι μέθοδοι ανάκρισης, αλλά και η εν γένει δράση της
μονάδας αυτής, στάθηκαν αρκετές, ώστε ο χαρακτηρισμός της ως Γκεστάπο της
Βέρμαχτ, να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. 2
Η χιτλερική αποκτήνωση
Τα όσα συναντούσαν οι Έλληνες πατριώτες που τύχαινε να πέσουν στα χέρια της
Γκεστάπο, στα μαύρα χρόνια της Κατοχής, δεν μπορεί να τα χωρέσει ανθρώπου νους.
Με μεθόδους βασανισμού εφιαλτικές στα "ανακριτικά κέντρα" των Ναζί σε
Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Η περιγραφή που ακολουθεί, είναι συγκλονιστική:
"Στα άντρα αυτά εφαρμόζονταν μέθοδες βασανισμού μεσαιωνικές. Στην οδό
Μέρλιν είχαν εγκαταστήσει σύνεργα όλων των ειδών βαασανισμού. Χοντρά ξύλα,
βούρδουλες με λάστιχο, συρματόσχοινο ή από ουρά ψαριού με μυτερούς
κόμπους, τροχαλίες για κρέμασμα και αιώρηση του σώματος κ.α.
Με όλα αυτά χτυπούσαν στο κορμί, καταξέσχιζαν τις σάρκες αφού χτυπούσαν τους
κρατούμενους σχεδόν πάντα ολόγυμνους.ΟΙ βασανισμοί ήταν εξαντλητικοί. Στα
διαλείμματα υποχρέωναν τους κρατούμενους να σρτέκονται όρθιοι με τα χέρια ψηλά
ή πλάγια και το κεφάλι στραμμένο στον τοίχομ, ώστε να μη βλέπουν τι γίνεται
γύρω τους. Άλλους τους υπέβαλαν στο μαρτύριο της φάλαγγας, χτυπώντας τους στα
γυμνά πέλματα με ξύλα. Άλλους τους κρεμούσαν ανάποδα, τους καψάλιζαν με
αναμμένες εφημερίδες ή με καμινέτα στο πρόσωπο, στα χέρια, στα πόδια τους, ,
έβαζαν βραστά αυγά στις μασχάλες, τους έδεναν στα καλοριφέρ. Τους λέκαιγαν μςε
αναμμένα τσιγάρα, κάρβουνα ή πυρακτωμένα σίδερα. Μιας κοπέλας της έχωσαν ένα
αναμμένο σίδερο στα γεννητικά της όργανα και μισοπεθαμένη τη μετέφεραν και την
πλέταξαν σε ένα ξεροπήγαδο. Άλλους τους υποχρέωναν να κάθονται πάνω σε
πυρακτωμένο ηλεκτρικό μάτι, προξενώντας τους έτσι φοβερά εγκαύματα. Άλλων
ξερίζωναν τα νύχια ή τους έσπαγαν τα δόντια με τις λαβές των πιστολιών τους.
Η τροχαλία και η "χελώνα", ήταν επίσης φοβερές μέθοδοι
βαασανισμού. Τους έφερναν τα χέρια πίσω στην πλάτη, τα έδεναν ή τους πέρναγαν
χειροπέδες, τις έδεναν με ένα σχοινί της τροχαλίας και τους κρεμούσαν. Με τον
τρόπο αυτό οι αρθρώσεις των ώμων έβγαιναν και τα χέρια παρέλυαν. [...]
Η "χελώνα" ήταν ένα σιδερένιο στεφάνι με σταυρωτά ελάσματα, βίδες
και καλώδια. Το φορούσαν στο κεφάλι, έσφιγγαν τις βίδες σε σημείο που να
προκαλούνται ανυπόφοροι πόνοι και ύστερα το φόρτιζαν με ηλεκτρικό ρεύμα
διαφόρων εντάσεων. Τα βασανιαστήρια αυτά διαρκούσαν πολλές ώρες. Ακολουθούσαν
κλωτσιές, χτυπήματα, φάλαγγα και μετά επαναλαμβάνονταν όλα και πάλι από την
αρχή. Και έτσι όπως ήταν μισολυπόθυμοι, τους σβαρνούσαν στο κατασκότεινο κελί
και εκεί τους άφηναν δύο και τρεις μέρες αβοήθητους για να πεθάνουν χωρίς νερό
ή φαγητό. ΟΙ τοίχοι των θαλάμων των βασανιστηρίων ήταν γεμάτοι αίματα, μυαλά
και κομμάτια από ανθρώπινο δέρμα". 3
Το σπίτι των μαρτυρίων
Παρόμοια, ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στα κέντρα βασανιστηρίων της Θεσσαλονίκης, το "510", την Τσιμισκή 72 και την πρώην ψυχιατρική κλινική Βαγιανού. Οι πατριώτες που γνώρισαν στα χρόνια της Κατοχής τη «φιλοξενία» αυτής της ναζιστικής κόλασης στο "510", περιέγραφαν αμέσως μετά την απελευθέρωση τη φριχτή εμπειρία που βίωσαν στα χέρια των χιτλερικών δημίων.
Καταρχήν να πούμε ότι το κτήριο είχε διασκευαστεί κατάλληλα από τους Γερμανούς, ώστε να δίνει την αίσθηση του κάτεργου στους κρατούμενους. Τα τρία παράθυρα που είχε, είχαν χτιστεί στο μεγαλύτερο μέρος τους, αφήνοντας κάτι μικρούς φεγγίτες, όσο για να μπαίνει το απαραίτητο φως της ημέρας που χρειάζονταν οι «ανακριτές»-βασανιστές των Ναζί. Κι αυτός που διακρίνονταν για τις ανακριτικές μεθόδους απόσπασης πληροφοριών, ήταν ένας σωματώδης Γερμανός, ονόματι Μαξ, ο οποίος έδινε στην κυριολεξία παράσταση κάθε φορά που βασάνιζε κάποιον από τους πατριώτες που είχαν την ατυχία να πέσουν στα χέρια του.
Είναι πολύ ρεαλιστική η περιγραφή που δημοσιεύθηκε λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση στην εκδιδόμενη στη Θεσσαλονίκη απογευματινή εφημερίδα Δημοκρατία, με βάση τις αφηγήσεις ανθρώπων που βασανίστηκαν στα κρατητήρια του «510».
«Αποκαμωμένος από την προσπάθεια που χρειάζεται, όταν δέρνει κανείς ασταμάτητα επί μισή ώρα, πατώντας τους αστραγάλους του γυμνωμένου παιδιού, ο ανακριτής, ο διαβόητος δήμιος Μαξ, βάζει το βούνευρο στη μασχάλη του και ανάβει τσιγάρο. 4
-Κομ! Λέει στον διερμηνέα που στέκεται δίπλα του
-Ντόσε ξύλο! Και του δίνει το μαστίγιο που ανεβοκατεβαίνει πάλι από τα ξεκούραστα χέρια του διερμηνέα στα στήθια, στο πρόσωπο, στο λαιμό του παιδιού, μεταβάλλοντάς τα σε μία μαύρη επιφάνεια, πασπαλισμένη στο αίμα.
-Μίλα βρε παλιοκομμουνιστή. Θα σου φάω τα συκώτια.
-Δεν ξέρω τίποτα! Βογγάει το παιδί
-Ποιος σου έδωσε τις εφημερίδες; Που τις βγάζατε έ; έ;
Εν τω μεταξύ το παιδί έχει λιποθυμήσει. Από το στόμα του τρέχει αίμα. Στο «510», όποιος δεν βγάζει λόγια, βγάζει αίμα.
Είναι η έβδομη μέρα και η εικοστή πρώτη φορά που ακούει ο Μαξ αυτό το απελπιστικό «δεν ξέρω». Αναγκάζεται να εγκαταλείψει πάλι άπρακτος το 2Χ2 κελί». 5
H αναθηματική πλάκα για τους Σιάπκα-Μιχάλα που υπάρχει απέναντι από το πρώην στρατόπεδο "Παύλου Μελά" |
Ένας από τους πρώτους που βασανίστηκαν στο "510" για να δώσουν πληροφορίες στους κατακτητές, ήταν και ο ηρωϊκός υπολοχαγός του Μηχανικού, Αστέριος Σιάπκας (1909-1943). Γεννήθηκε στη Δαμασκηνιά Βοΐου Κοζάνης. Συνελήφθη από τους Γερμανούς στη Θεσσαλονίκη ως κατάσκοπος των Συμμάχων, κρατήθηκε και βασανίστηκε απάνθρωπα στο φοβερό "510" και εκτελέστηκε από τους Ναζί στις 18 Δεκεμβρίου 1943.
Στα κρατητήρια του "510", μεταφέρθηκε μετά τη σύλληψή του και ο 23χρονος νεαρός τηλεγραφητής Δημήτριος Μιχάλας. Είχε γεννηθεί στον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας και ήταν κάτοικος Θεσσαλονίκης. Μετά την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα, κατέφυγε στη Μέση Ανατολή, από όπου στάλθηκε μυστικά πίσω για να βοηθήσει στη συγκέντρωση πληροφοριών. Εκτελέστηκε για "συνεννόηση με τον εχθρό" στις 18 Δεκεμβρίου 1943, μαζί με τον Αστέριο Σιάπκα, αφού προσπάθησε πριν να δραπετεύσει από τα κρατητήρια του "510", αποτυχημένα όμως. 6
Το μαρτύριο της δίψας
Για τους πατριώτες που μεταφέρονταν για ανάκριση στο φρικτό κολαστήριο, τα βασανιστήρια δεν άρχισαν αμέσως μετά τον εγκλεισμό τους εκεί, καθώς προηγουμένως ως… «ορεκτικό» τους προσφέρονταν ένα άλλο βασανιστήριο, αυτό της δίψας.
Ένας από τους συλληφθέντες πολίτες που μεταφέρθηκαν εκεί και έζησαν από πρώτο χέρι το τι συνέβαινε στο «510», ο Α. Κοντούδης, περιέγραψε μετά την απελευθέρωση την πρώτη εικόνα που αντίκρυσε μόλις πέρασε το κατώφλι του και κυρίως όταν συνάντησε άλλους πέντε κρατούμενους που τους «περιποιούνταν» ήδη οι χιτλερικοί δήμιοι. 7 Όπως αφηγήθηκε:
«Ο ένας από τους πέντε πηγαινοέρχονταν σαν τρελός. Από το στόμα του έβγαιναν συνεχώς αφροί και άναρθρες κραυγές. Τα μάτια του έλαμπαν παράξενα.
-«Περνάει από την ανάκριση της δίψας. Έχει έξι μέρες να πιεί νερό. Μη φοβάσαι, δεν είναι τρελός», μου είπε κάποιος. Και ύστερα μου έδωσε λεπτομέρειες του «συστήματος» γιατί το είχε υποστεί και αυτός προ διμήνου.
«Ρίχνουν μέσα στο τσάϊ του ανακρινόμενου, μου είπε, ένα ειδικό φάρμακο που προκαλεί φοβερή δίψα. Όσο ζητάει ο υπόδικος νερό, τόσο τον ποτίζουν τσάϊ με φάρμακο. Δεν μπορώ να σου περιγράψω το μαρτύριο που αισθάνεται κανείς. Ιδίως όταν τον πηγαίνουν στο γραφείο, κι αυτό συμβαίνει 5-6 φορές την ημέρα και του δείχνουν ένα κρυστάλλινο κανάτι γεμάτο νερό, το οποίο του υπόσχονται ότι θα του το δώσουν, αν μαρτυρήσει.
-«Διψώ! Θα πεθάνω! Φώναζε συνεχώς ο άλλος.
Την άλλη μέρα τον πήραν ετοιμοθάνατο. Δεν διψούσε πια. Τη νύχτα μέσα στην απελπισία του, έκοψε με τα δόντια του τις αρτηρίες του αριστερού καρπού του και ήπιε όσο αίμα του χρειάζονταν για να κορέσει τη δίψα του».
Ένα άλλο βασανιστήριο που υπέβαλαν οι δήμιοι στους συλλαμβανόμενους πατριώτες, ήταν αυτό με τα νύχια. Αφηγούνταν ο Α.Κοντούδης:
«Οδηγηθήκαμε, τρεις εν όλω, στο γραφείο του 510 που ήταν στον τρίτο όροφο του οικήματος. Εκεί παρόντος του διερμηνέα Στεργιάδη,- ο οποίος προηγουμένως μας εξόρκισε «εν ονόματι των πατριωτικών μας αισθημάτων» να αποκαλύψουμε την αλήθεια – ένας Γερμανός, ειδικός φαίνεται γι’ αυτή τη δουλειά, μας πέρασε στα νύχια, ανάμεσα στο κρέας και στο νύχι, κάτι μικρές ειδικές σφήνες. Καταλαβαίνετε βέβαια τους πόνους μας, οι οποίοι έγιναν ακόμη φριχτότεροι όταν άναψε τον αναπτήρα του, φιλικότατα σαν να άναβε το τσιγάρο του, τις σφήνες. Χρειάστηκαν δύο μήνες για να θεραπευθούν τα εγκαύματα των δακτύλων μας. Τα νύχια μου, φυσικά δεν ξαναβγήκαν». 8
Νέα βασανιστήρια
Στο "510" βασανίστηκε πριν οδηγηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα ο φοιτητής Ν.Μπαλής
Ας
επιστρέψουμε όμως στις αφηγήσεις ανακρινόμενων πατριωτών στο κολαστήριο του
«510», όπως αυτές δημοσιεύθηκαν αμέσως μετά την απελευθέρωση στην απογευματινή
εφημερίδα της Θεσσαλονίκης Δημοκρατία:
«Τα μεσάνυχτα ανοίγει η πόρτα του κελιού και μπαίνει ο Μαξ. Αυτή τη φορά τον συνοδεύει εκτός από τον διερμηνέα και η σαδίστρια φίλη του, Ελληνίδα «Μαρί». Ξερακιανό, κιτρινόμαυρο θηλυκό, όλο κακία και διαστροφή.
-Καλησπέρα! Λέει ειρωνικά στον σωριασμένο όγκο που μαυρίζει στη γωνία. Πλησιάζει, τον αρπάζει γρήγορα και σέρνοντάς τον, τον αναγκάζει να καθίσει σε μία καρέκλα, πλάϊ στο τραπέζι που τόφεραν μαζί τους. Το τραπέζι έχει ειδική συσκευή χειροπέδων που κρατά τα χέρια ακίνητα. Το παιδί έχει μια ταραχή στο μάτι του. Τι βασανιστήρια τον περιμένουν πάλι!
Η Μαρί πιάνει τα χέρια του και τα τοποθετεί στις χειροπέδες που κλείνουν σφιχτά και αποκλείουν και την παραμικρή κίνηση ή σύσπαση των χεριών. Ανασηκώνει το πέτο της ζακέτας της, τραβάει μια καρφίτσα, τοποθετεί τη μύτη της κάτω από το νύχι του μεγάλου δακτύλου του παιδιού και την πιέζει σιγά-σιγά.
-Ωχ! Πονώ! Ώχ!
Οι κραυγές του παιδιού ξεσκίζουν τη σιωπή της νύχτας και μπλέκονται με τα σατανικά γέλια της Μαρί που γελά ηδονισμένη.
-Ποιος σου έδωσε τις εφημερίδες; Που τις βγάζετε; Φωνάζει ο διερμηνέας, δίνοντάς του μια γροθιά στο πρόσωπο.
-Δεν ξέρω τίποτα! Βγάλτε μου την καρφίτσα! Δήμιοι!
Μα ακολουθεί και δεύτερη και Τρίτη καρφίτσα. Η απαίσια Μαρί με σατανική επιδεξιότητα και ευχαρίστηση, τρυπά ένα-ένα τα δάχτυλα του παιδιού, που πλημμυρίζουν τώρα στο αίμα. Έχει αφήσει ατρύπητο μόνο ένα δάχτυλο.
-Θα μιλήσεις σκύλε;
-Όχι, εγώ δεν γίνομαι προδότης, απαντά σβησμένα το παλληκάρι.
Με λύσσα η Μαρί χώνει και τη δέκατη καρφίτσα, ενώ και οι τρεις δήμιοι, αυτή, ο Μαξ και ο διερμηνέας, μανιασμένοι από την αποτυχία τους, πέφτουν πάνω στο αναίσθητο παλληκάρι, το χτυπούν, του ξεριζώνουν τα μαλλιά, μπήγουν τα νύχια τους στις κομματιασμένες από το βούρδουλα σάρκες του, ώσπου απόκαμαν. Τελευταία σταμάτησε η Μαρί.
-Βαχλούχτεν! Φωνάζει ο Μαξ και εγκαταλείπει πάλι το κελί άπρακτος, ακολουθούμενος και από τους άλλους δυο. Η πόρτα έκλεισε πίσω τους δυνατά.
Χάραξε. Πέρασε και η νέα μέρα. Ξαναχάραξε». 9
Ο ηρωϊκός ΕΠΟΝίτης φοιτητής Γιώργος Γιαννούσης
Ο ηρωϊκός ΕΠΟΝίτης Γιώργος Γιαννούσης
Από τον
φεγγίτη μπαίνει μια δέσμη Απριλιάτικου ήλιου, που πέφτει πάνω στα τυραννισμένα
χέρια του παλληκαριού. Ήρθε να λαμπρύνει το παράξενο ακάνθινο ημιστέφανο, που
χωρίς να το ξέρει η Μαρί, τόχε πλέξει με δέκα καρφίτσες στα δάχτυλα του
μάρτυρα, που είχε πια ξεψυχήσει, παίρνοντας μαζί του και τα μεγάλα μυστικά του.
Ήταν ο φοιτητής της Γεωπονίας, Γιώργος Γιαννούσης, στέλεχος της ΕΠΟΝ
πανεπιστημίου, που μετέφερε τον παράνομο τύπο από το κέντρο διανομής στους
συνοικιακούς κρυψώνες. Πιάστηκε με προδοσία από τα Τάγματα Ασφαλείας στις 10
Απριλίου 1944, στην οδό Αγίου Δημητρίου και παραδόθηκε στα χέρια της Γκεστάπο
και του δημίου Μαξ που τον αποτελείωσαν κάτω από τα φριχτά βασανιστήρια που
παρακολουθήσαμε.
Με την ευκαιρία να πούμε ότι ο ΕΠΟΝίτης ήρωας και μάρτυρας φοιτητής, ήταν αδελφός του δικηγόρου Θανάση Γιαννούση (1917-2005), που είχε επίσης πλούσια δράση στο αντιστασιακό κίνημα κατά των Ναζί και μετά τη μεταπολίτευση είχε διατελέσει και Δήμαρχος Θεσσαλονίκης.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. 1. Άλλα άντρα βασανιστηρίων λειτουργούσαν στο κτήριο της οδού Τσιμισκή 72 και το «Βοσπόρειον Μέγαρον», στην Αριστοτέλους 6, όπου ήταν η έδρα της Γερμανικής Μυστικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (GFP), στο παλιό νεοκλασικό κτήριο, στην περιοχή της Ανάληψης, στην οδό Χαλκιδικής, στην πρώην ψυχιατρική κλινική Βαγιανού, εκεί που λειτουργούσε Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία (GFP), καθώς και το διώροφο κτίριο της οδού Βελισαρίου 42, στην Αγία Τριάδα, όπου στεγαζόταν η Γερμανική Ειδική Ασφάλεια γνωστή ως "SD" , όργανο του Χίμλερ με αρχηγό τον Χάιντριχ. Χώρια τα κέντρα βασανιστηρίων που είχαν δημιουργήσει οι συμμορίες των ταγματασφαλιτών στη Θεσσαλονίκη.
2. Στράτος Δορδανάς, «Γερμανικές αρχές Κατοχής και ελληνική διοίκηση», στο Βασίλης Γούναρης-Πέτρος Παπαπολυβίου, Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη 2001, Παρατηρητής, σ. 96
3. Έπεσαν για τη ζωή-Ήρωες μάρτυρες λαϊκών απελευθερωτικών αγώνων, Αθήνα 1998, έκδοση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, σ. 284-285
4. Αυτός ο «Μαξ», ήταν ο περιβόητος στην Κατοχή βασανιστής Μαξ Κέρμπελ, «ένας σαδιστής απαίσιος», όπως τον περιέγραψε ο Γιώργος Καφταντζής, που πρωταγωνιστούσε στις μεσαιωνικού τύπου ανακρίσεις οι οποίες γίνονταν άλλοτε στο «501» και άλλοτε στην κεντρική διοίκηση της GFP (Geheimfeldpolizei), τη μυστική στρατιωτική αστυνομία, στην οδό Τσιμισκή 72. Επιθεωρητής στην GFP ήταν ο Σικόφσκι και ένας από τους διερμηνείς ο Καβαλιώτης Π.Νικολαίδης (Γιώργος Καφταντζης, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, Θεσσαλονίκη 1976, χ.ε., σ.109
5. Εφημερίδα Δημοκρατία, 21 Μαρτίου 1945.
6. Βασίλης Γούναρης-Πέτρος Παπαπολυβίου, Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη 2001, Παρατηρητής, σ. 192-193 και 195
7. Στο «510», κρατήθηκε και βασανίστηκε άγρια από τους Ναζί και ο φοιτητής της Φιλοσοφικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Νίκος Μπαλής, όταν πιάστηκε από τους Γερμανούς στις 21-1-1944 μαζί με τα δύο αδέλφια του. Μετά τα βασανιστήρια που υπέστη, μεταφέρθηκε ερείπιο σωστή στο στρατόπεδο «Παύλου Μελά», από όπου τον πήραν οι κατακτητές την Παρασκευή 3-3-1944 και τον εκτέλεσαν, μαζί με 60 άλλους πατριώτες στο 4ο χιλιόμετρο του δημόσιου δρόμου Θεσσαλονίκης-Κιλκίς, σαν αντίποινα για την ανατίναξη από τους αντάρτες σιδηροδρομικής γραμμής, στις 14-2-1944. (Καφταντζής, ό.π., σ. 115)
8. Εφημερίδα Πρωϊνή Ώρα (Θεσσαλονίκης), 16 Ιουλίου 1945
9. Εφημερίδα Δημοκρατία, 21 Μαρτίου 1945
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου