Με τη συνεδρίαση το Σαββατοκύριακο της Κεντρικής Επιτροπής συνεχίζονται οι διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ, οπότε θα κατατεθούν και επισήμως οι υποψηφιότητες για την ηγεσία, η ανακοίνωση των οποίων ξεκίνησε τη βδομάδα που πέρασε.
Αυτό που επιβεβαιώνεται ως διακύβευμα των διεργασιών, είναι με ποια συνθήματα και ποιον προσανατολισμό θα ανακτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ την ικανότητα να ενσωματώνει ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις, ώστε σήμερα να στηρίζει αποτελεσματικά βασικές επιλογές της αστικής τάξης και αύριο να αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική στη διακυβέρνηση.
Στις διεργασίες αυτές, όπου παρεμβαίνουν επιχειρηματικά και όχι μόνο κέντρα, αντανακλάται η συνολικότερη κρίση στη σοσιαλδημοκρατία, που η πολιτική της, είτε ως κυβέρνηση, είτε ως αντιπολίτευση, όχι μόνο δεν έδωσε απάντηση στα λαϊκά προβλήματα που οξύνονται, αλλά επέτεινε τα αδιέξοδα. Αυτό αξιοποίησε προεκλογικά και η ΝΔ, παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως το «μικρότερο κακό».
Οπως και να 'χει, οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα που γύρισαν το προηγούμενο διάστημα την πλάτη στον ΣΥΡΙΖΑ, τίποτα θετικό δεν έχουν να περιμένουν από τις διεργασίες που αφορούν την «ανανέωση» αυταπατών περί φιλολαϊκής διαχείρισης του καπιταλισμού και της ικανότητάς του να εγκλωβίζει δυνάμεις στην πολιτική που τον τσακίζει.
Αλλωστε, παρά την ανακατωσούρα στα εσωτερικά του, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε «με το καλημέρα» της νέας κυβέρνησης της ΝΔ, «στοχοπροσηλωμένος» για τη στήριξη όλων των προτεραιοτήτων του κεφαλαίου.
Δεν έχει παρά να δει κανείς τα όσα έλεγαν οι βουλευτές του και ο πρόεδρος της ΚΟ, Σ. Φάμελλος, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τις προγραμματικές δηλώσεις, κατηγορώντας τη ΝΔ ότι «δεν ανταποκρίνεται στις ευρωπαϊκές πολιτικές και τις προσκλήσεις του μέλλοντος», για «καθυστερήσεις» και «αβελτηρίες» στην κοινή στρατηγική της «πράσινης μετάβασης», του Ταμείου Ανάκαμψης, της επιστροφής στα ματωμένα πλεονάσματα, για «αδικίες» σε ό,τι αφορά τη μοιρασιά των πακέτων που πληρώνει ο λαός, αφού «σ' αυτό το περιβάλλον του κ. Μητσοτάκη (...) ακόμα και μεγάλες επιχειρήσεις είναι στους μη προνομιούχους και πλήττονται»!
Ενώ την ώρα που οι επικίνδυνες διευθετήσεις στα Ελληνοτουρκικά τρέχουν με «ιλιγγιώδεις» ταχύτητες και ΝΑΤΟικό «σκοπό», ο ΣΥΡΙΖΑ «επαύξανε» μιλώντας για «θετικές εξελίξεις τις οποίες στηρίζουμε», λέγοντας ότι «εμείς δεν παρασυρόμαστε από τη στάση που είχε κρατήσει η Νέα Δημοκρατία στις Πρέσπες», παρουσίαζε ως «εγγυητές» ΗΠΑ και ΕΕ, ζητώντας η κυβέρνηση να συμμετέχει στο παζάρι για τα F16 και την ευρωενωσιακή πορεία της Τουρκίας, ενώ ζητούσε και συγκεκριμένη διαδικασία και χρονοδιάγραμμα για να οδηγηθούν μια ώρα αρχύτερα στη Χάγη τα Ελληνοτουρκικά.
Ανοίγοντας τον χορό των υποψηφιοτήτων, η Εφη Αχτσιόγλου υποστήριξε την Τετάρτη πως «αυτό που θέλουμε σήμερα είναι να είμαστε η δύναμη της δημιουργικής αντιπολίτευσης (...) ώστε να γίνουμε αύριο η ρεαλιστική και αποτελεσματική διακυβέρνηση υπέρ των πολλών», χαρακτηρίζοντας «ψευτοδίλημμα» το «προς το κέντρο ή προς την αριστερά».
Υπερασπίστηκε επίσης την αντιλαϊκή παρακαταθήκη του ΣΥΡΙΖΑ και τα αντιλαϊκά πεπραγμένα ως κυβέρνηση, πολλά από τα οποία άλλωστε φέρουν και τη δική της σφραγίδα, με «εμβληματικότερο» το τερατούργημα του νόμου Βρούτση - Αχτσιόγλου.
Με την υποψηφιότητά της τάχθηκαν οι Ν. Ηλιόπουλος και Αλ. Χαρίτσης, αλλά και η Λούκα Κατσέλη. Στο πλευρό της Αχτσιόγλου εμφανίστηκαν και μια σειρά στελέχη, με θητεία σε ιδρύματα και ινστιτούτα όπως το Ιδρυμα Friedrich - Ebert - Stiftung (του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας), του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς» κ.ά., ενώ δεν περνά απαρατήρητο πως ισχυρά συγκροτήματα του Τύπου υποδέχτηκαν πολύ θετικά την υποψηφιότητά της.
Από την πλευρά του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος ανακοίνωσε τη δική του υποψηφιότητα την Παρασκευή, έσπευσε να παρουσιάσει με «αριστερή» χρυσόσκονη μια σειρά από αντιδραστικούς στόχους του κεφαλαίου και του «κοινού προγράμματος» του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ και τα άλλα αστικά κόμματα, με «παγοθραυστικό» τη μεγαλύτερη παρέμβαση του αστικού κράτους, που θα ανοίγει δρόμους κερδοφορίας στους επιχειρηματικούς ομίλους.
Οπως είπε μιλώντας για «επιστροφή του κράτους παντού», επικαλούμενος τον... Μπάιντεν, τον Τραμπ και τον Σούνακ, που «λένε πως για τις μεγάλες προκλήσεις χρειάζεται κράτος που παρεμβαίνει», «χρειαζόμαστε ένα αναπτυξιακό, δημιουργικό κράτος, που δημιουργεί πλούτο, που κάνει την Ελλάδα πιο πλούσια. Προσπάθησαν να μας πείσουν ότι μόνο ο ιδιωτικός τομέας παράγει πλούτο. Κάνουν λάθος. Οταν το κράτος φτιάχνει δρόμους, δημιουργεί νοσοκομεία, φτιάχνει πλούτο. Οταν φτιάχνει συνέργειες στον ιδιωτικό τομέα, τον κρατικό τομέα, φτιάχνει πλούτο».
Αυτή την πολιτική, που παρουσιάζει ένα ταξικά ουδέτερο κράτος, το οποίο τάχα δημιουργεί όρους «ανάπτυξης για όλους» - αντίστοιχο με αυτό που παρουσίαζε λίγες μέρες πριν στις προγραμματικές δηλώσεις της η κυβέρνηση της ΝΔ - έθεσε ως προμετωπίδα και για την εφαρμογή μιας σειράς αντιδραστικών στόχων, από την «πράσινη» και «ψηφιακή» μετάβαση, τη δικαιοσύνη, έως το Μεταναστευτικό, ενώ για όλα αυτά είπε ότι «πρέπει να είμαστε σε διάλογο με την Αριστερή Σοσιαλδημοκρατία, την Αριστερά και τους Πράσινους».
Δεν παρέλειψε και εκείνος να δείξει τα αντιλαϊκά «γαλόνια» του ως υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και της «διαπραγμάτευσης» με τους δανειστές, για την εφαρμογή του βάρβαρου τρίτου μνημονίου, στο όνομα μάλιστα του «ρεαλισμού» και της «αριστεράς που ψάχνει λύσεις». Με την υποψηφιότητα Τσακαλώτου στο μεταξύ τάχθηκαν οι Ανδ. Ξανθός, Χ. Μαμουλάκης, Ν. Φίλης, Γ. Σταθάκης, Δ. Βίτσας, Θ. Δρίτσας, Π. Λάμπρου, Ανν. Καββαδία.
Την ίδια ώρα ο Ν. Παππάς, ο οποίος αναμένεται να καταθέσει τη δική του υποψηφιότητα κατά τη διάρκεια της ΚΕ, έριχνε εμμέσως πλην σαφώς πυρά στον Ευ. Τσακαλώτο, λέγοντας πως «βγάλαμε τη χώρα από τα μνημόνια, ρυθμίσαμε το χρέος και αφήσαμε γεμάτα ταμεία. Μήπως, όμως, η διαρκής υπόμνηση των 37 δισ. ευρώ είναι η άλλη όψη του νομίσματος της υπερφορολόγησης;».
«Παραδεχόταν» έτσι, στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, πως το «μαξιλάρι» που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ κληρονομιά στη ΝΔ και το οποίο έκανε «σημαία του» προεκλογικά ως εχέγγυο για την προσήλωσή του στη δημοσιονομική σταθερότητα, ήταν αποτέλεσμα άγριας φοροληστείας του λαού, ενώ την ίδια ώρα «έδειχνε» και την ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ να «ανανεώσει» την ικανότητά του για «κοινωνικές συμμαχίες» και εγκλωβισμό λαϊκών δυνάμεων στη στρατηγική του κεφαλαίου.
Ελεγε άλλωστε πως «θα είναι υποκριτικό να μην αναγνωρίσουμε ότι ήταν κρίσιμη η δυνατότητα δαπανών με απευθείας ανάθεση από την κυβέρνηση Μητσοτάκη (...) αντικειμενικά, οικοδόμησε συναινέσεις και ανοχές μέσα στην κοινωνία, τις οποίες εμείς υποτιμήσαμε. Τα τελευταία χρόνια δεν βρήκαμε σημείο επαφής με τους ενδιάμεσους θεσμούς κοινωνικής εκπροσώπησης, δεν διατηρήσαμε την εκλογική συμμαχία του 2015 μεταξύ μισθωτών και μεσαίας τάξης...».
Ενώ έθετε ως «δίλημμα» για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, αν «θα αναδιπλωθούμε, φοβούμενοι τα ανοίγματα; `Η θα υπηρετήσουμε τη διακήρυξή μας, που λέει ότι φτάνουμε μέχρι το προοδευτικό Κέντρο; Θα επιστρέψουμε στην περιοχή της ριζοσπαστικής Αριστεράς και των μικρών ποσοστών ή θα ανακάμψουμε ως ευρεία παράταξη...».
Στο μεταξύ, στάση «αναμονής» φέρονταν να κρατάνε για την υποψηφιότητά τους και οι Π. Πολάκης και Ρ. Δούρου (η άρση της βουλευτικής ασυλίας της οποίας για το Μάτι μεταβιβάστηκε την Παρασκευή στη Βουλή). Την ερχόμενη Τρίτη αναμένεται να συνεδριάσει και η ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα τις υποψηφιότητες για τις τοπικές εκλογές, με τον ΣΥΡΙΖΑ να προσπαθεί να «απλώσει δίχτυα» και στην υπόλοιπη σοσιαλδημοκρατία και ευρύτερα, εξ ου και ο Χρ. Σπίρτζης έλεγε πως η συζήτηση είναι ανοιχτή για συνεργασίες με το ΠΑΣΟΚ σε τοπικό επίπεδο.
Και επειδή τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, παραθέτουμε απλά τα όσα έγραψε την Παρασκευή στην αγγλόφωνη «Καθημερινή» ο υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρηματίας εκ των ΗΠΑ στον χώρο της ναυτιλίας, Στ. Κασσελάκης:
«Ευτυχώς, δεδομένης της φύσης της επιχείρησής μου στη ναυτιλία, τα τελευταία έξι χρόνια μπόρεσα να επανασυνδεθώ με την Ελλάδα σε μια πιο "κανονική πορεία" και μπόρεσα να διαμορφώσω τις δικές μου απόψεις για τις αλλαγές που χρειάζεται η χώρα.
Τον Απρίλιο έγινα υποψήφιος βουλευτής στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ, σε τιμητική θέση εκπροσωπώντας τους ομογενείς. Δεν ήταν μια απόφαση χωρίς σκέψη: Από το 2012 είχα αναπτύξει άριστες σχέσεις με τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο ήταν βουλευτής, στη συνέχεια υπουργός και τελικά επικεφαλής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας. Μάλιστα, έγραψα ένα κείμενο υποστήριξής του στον Εθνικό Κήρυκα ενώ διαγωνιζόταν για την ηγεσία του κόμματος. Τον σεβόμουν - και τον σέβομαι ακόμα - προσωπικά (...)
Μπήκα στον ΣΥΡΙΖΑ γιατί πίστευα ότι με τον Τσίπρα θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε το αντίστοιχο Δημοκρατικό Κόμμα της Ελλάδας, ένα κόμμα που θα μπορούσε να εφαρμόσει ένα μείγμα αλλαγών πολιτικής που κυμαίνονται από δικομματικά νομοσχέδια για την οικονομία και τη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης έως την προοδευτική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της στέγασης, της φτώχειας κ.λπ.
Πέρασα σημαντικό χρόνο με τον Τσίπρα τον Ιούνιο κάνοντας εκστρατεία σε όλη τη χώρα και δεν μετανιώνω απολύτως που αφιέρωσα τον χρόνο, την ενέργεια και τα προσωπικά μου κεφάλαια για να στηρίξω τη "Δημοκρατική" μας υπόθεση. Εκτοτε ο Τσίπρας παραιτήθηκε. Ετσι, βρίσκομαι τώρα στο κενό: όχι επειδή δεν έχω πλέον επίσημο πολιτικό ρόλο (...) αλλά επειδή δεν μπορώ να διακρίνω τους κυβερνώντες Δημοκράτες στον ορίζοντα. Δημοκρατικοί που, όπως και στις ΗΠΑ, προσφέρουν μια μεγάλη σκηνή και ένα έμπειρο ρόστερ για τη διαχείριση της διοίκησης.
Χρειάζεται βέβαια πραγματική ενδοσκόπηση εντός του κόμματος, αλλά εάν η πρόθεση είναι να ξανακυβερνήσει, ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει απλώς να αντιγράψει τη φόρμουλα των ΗΠΑ το συντομότερο δυνατό...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου