Η υγειονομική περίθαλψη την πρώτη περίοδο του αγώνα
Οι ανάγκες περίθαλψης τραυματιών και αρρώστων εμφανίστηκαν, όπως ήταν
φυσικό, από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας των αντάρτικων ομάδων των
καταδιωκόμενων αγωνιστών. Και όσο το αντάρτικο φούντωνε τόσο οι ανάγκες
αυτές μεγάλωναν, με αποτέλεσμα να καταστεί εντελώς απαραίτητη η οργάνωση
Υγειονομικής υπηρεσίας.Τον πρώτο καιρό του αντάρτικου κινήματος, όταν αυτό εκφραζόταν μέσα από τις ανταρτοομάδες, η υγειονομική περίθαλψη ήταν σχεδόν ανύπαρκτη.
Γιατροί στο βουνό δεν υπήρχαν και όσοι είχαν κάποιες γνώσεις νοσοκόμου μοιράζονταν στα τμήματα και αποτελούσαν μέρος της μάχιμης δύναμής τους, ενώ με τα νοσοκομειακά τους καθήκοντα ασχολούνταν μετά το τέλος των μαχών. Ανύπαρκτο ήταν επίσης το φαρμακευτικό υλικό, αν και σε κάποιες περιπτώσεις γινόταν δυνατή η στοιχειώδης προμήθειά του μέσα από συνδέσμους με την Εθνική Αλληλεγγύη.
Τις ελαφρές πληγές τους οι πρώτοι αντάρτες τις περιποιούνταν μόνοι τους. Τις έπλεναν με νερό, με κρασί ή με λάδι και για επιδέσμους χρησιμοποιούσαν πανιά ή κομμάτια από ρούχα. Οι ελαφρά τραυματίες ακολουθούσαν τα τμήματα, ενώ, όσοι δεν μπορούσαν να μετακινηθούν, κρύβονταν σε μαντριά, σε σπηλιές ή στα δάση, με κίνδυνο να πέσουν στα χέρια του εχθρού. Μαζί με αυτούς, τον ίδιο κίνδυνο διέτρεχαν και οι αντάρτες της υποτυπώδους Υγειονομικής υπηρεσίας, που τους φύλαγαν και τους παρείχαν στοιχειώδη βοήθεια.
Οι δυσκολίες όμως συνεχίστηκαν και όταν το αντάρτικο φούντωσε. Δεν είναι μάλιστα υπερβολή να αναφερθεί ότι επρόκειτο για ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετώπισε ο ΔΣΕ.
Οι δυσκολίες πάνω στο βουνό
Η έλλειψη, ωστόσο, των μέσων και των κατάλληλων ειδικοτήτων σε ιατρικό προσωπικό, η ανεπάρκεια υγειονομικών και γιατρών όλων των κατηγοριών και ο πόλεμος, αντιμετωπίζονταν με την ανθρωπιά και τον ηρωισμό των ανθρώπων που στελέχωναν τις υγειονομικές υπηρεσίες του ΔΣΕ. Και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, που γιατροί χειρούργησαν τραυματίες με πρωτόγονα μέσα και χωρίς να έχουν σχετική ειδίκευση.
Ο γιατρός Τάκης Σκύφτης, έγραψε αργότερα σχετικά με αυτό: «Σε κάθε σχεδιαζόμενη επίθεση των τμημάτων, εγκαθιστούσαμε το χειρουργείο σε απόσταση μικρότερη από δύο ώρες μακριά από το στόχο. Τοποθετούσαμε τέσσερα παλούκια στο έδαφος. Ξύλα και κλαδιά σχημάτιζαν το χειρουργικό τραπέζι, συνήθως κάτω από δέντρα – σπάνια σε σπίτι. Κλίβανος δεν υπήρχε, χειρουργικά γάντια δεν υπήρχαν (…). Πολλές φορές χειρουργούσαμε με κεριά τη νύχτα ή με λάμπες, αν είχαμε πετρέλαιο. Βράζαμε τα εργαλεία σε τέντζερη, βράζαμε και τις μπλούζες και πάντα τις φορούσαμε βρεγμένες – και όταν δεν είχαμε πακεταρισμένες αποστειρωμένες γάζες, βράζαμε και τις γάζες. Βοηθοί ήταν νοσοκόμες, όπως και ναρκωτές που είχαν γίνει πολύτιμοι. Με αυτές τις συνθήκες γίνονταν όλες οι εγχειρήσεις – κοιλιάς, θώρακα, κρανίου. Πολλές φορές έπεφταν και σταγόνες βροχής ή φύλλα δέντρων στα τραύματα. Όποιος γιατρός δεν έζησε αυτή την ιατρική περιπέτεια, είναι δύσκολο να το πιστέψει».
Σημαντική στις υπεράνθρωπες προσπάθειες των γιατρών που βγήκαν στο βουνό, ήταν η διεθνιστική βοήθεια που τους δόθηκε σε ιατρικό και φαρμακευτικό υλικό από τις Λαϊκές Δημοκρατίες. Όπου ήταν δυνατό, δημιούργησαν μέσα στα δάση ή σε σπηλιές αναρρωτήρια και νοσοκομεία, εκπαίδευσαν νοσηλευτικό προσωπικό, δημιούργησαν κινητές ιατρικές μονάδες με τα πρόχειρα απαρχαιωμένα μέσα που διέθεταν και ήταν μαζί αντάρτες και επιστήμονες, εφόσον με το δικό τους τρόπο συμμετείχαν στις μάχες, ακολουθώντας τα τμήματα στις πολεμικές επιχειρήσεις. Μετά μάλιστα από τις μάχες, οι γιατροί προχωρούσαν στην εξαγωγή δικών τους συμπερασμάτων για τη βελτίωση των υπηρεσιών που προσφέρανε.
Σχετικά με τη μάχη του Γράμμου, γράφει ο Νώντας Σακελλαρίου: «Η μάχη του Γράμμου πολλά μας δίδαξε. Έμπαιναν άμεσα προβλήματα, τα οποία έπρεπε να αντιμετωπισθούν. Χρειαζόταν δηλαδή να δημιουργήσουμε σχολές υγειονομικών στελεχών, που να είναι σε θέση να πλαισιώνουν τις ταξιαρχίες και τα τάγματα, εφόσον δεν ήταν εύκολο να εξασφαλίσουμε γιατρούς, να οργανώσουμε σχολές νοσοκόμων σε ευρεία κλίμακα και να εξασφαλίσουμε τους υγειονομικούς σχηματισμούς, τα νοσοκομεία, τις χειρουργικές μονάδες, τα αναρρωτήρια, το τάγμα τραυματιοφορέων, τους σταθμούς επίδεσης και προώθησης και άλλα, από τον κίνδυνο αεροπορικού βομβαρδισμού. Όλα αυτά έπρεπε γρήγορα να βρουν τη λύση τους και ακόμα, να προσαρμόσουμε την οργάνωσή μας, με βάση και το οδικό δίκτυο του χώρου».
Από το αρχείο του gkagkarin |
Η ανάπτυξη και η οργάνωση ολοκληρωμένου υγειονομικού
δικτύου
Από το καλοκαίρι του 1946, όταν το αντάρτικο άρχισε να αναπτύσσεται, είχαν ήδη βγει στο βουνό οι πρώτοι γιατροί, τους οποίους ακολούθησαν αργότερα κι άλλοι, φευγάτοι από τους τόπους εργασίας τους. Σε αυτούς προστέθηκαν στην πορεία ο Γιώργης Τζαμαλούκας “Πατέρας της αντάρτικης χειρουργικής”, όπως ονομάστηκε, και ξένοι γιατροί, κυρίως χειρούργοι από τις Λαϊκές Δημοκρατίες. Το ιατρικό προσωπικό το συμπλήρωναν εξάλλου και γιατροί του κυβερνητικού στρατού που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους αντάρτες.
Με την ίδρυση του Γενικού Αρχηγείου, τον Οκτώβρη του 1946, άρχισε να παίρνει η υγειονομική υπηρεσία κάποια ενιαία κατεύθυνση. Λειτούργησε στα Χάσια η πρώτη Σχολή Νοσοκόμων. Το Φλεβάρη του ‘47 λειτουργεί ιδιαίτερη Σχολή στο Γράμμο με θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση. Τον ίδιο χρόνο λειτουργούν Σχολές Νοσοκόμων σε όλα τα αρχηγεία περιοχών. Το υγειονομικό υλικό προέρχεται από λάφυρα. Η νοσοκομειακή περίθαλψη γίνεται σε πρόχειρες καλύβες.
Από το 1948 γίνονται συστηματικές χειρουργικές επεμβάσεις και παίρνονται μέτρα προληπτικής ιατρικής. Η μεταφορά των τραυματιών στο χώρο των Ταξιαρχιών είναι οργανωμένη σε διμοιρίες – ομάδες τραυματιοφορέων, διμοιρία στο τάγμα και ομάδα στο λόχο. Ανάλογα με τις συνθήκες κάθε Μεραρχίας και Ταξιαρχίας λειτουργούσε αναρρωτήριο για τους ελαφρά τραυματισμένους – αρρώστους.
Σε κάθε Μεραρχία υπήρχε νοσοκομείο με ανάλογους γιατρούς. Το Μάη του ‘48 χτίζεται το μεγάλο νοσοκομείο στο Γράμμο, με τη βοήθεια των κατοίκων, το οποίο διέθετε θαλάμους 10 – 12 ατόμων που χτίστηκαν για βαριά αρρώστους – τραυματίες και θάλαμοι 30 – 60 ατόμων που χτίστηκαν για τους πιο ελαφρά τραυματισμένους. Με τα παραρτήματά του, το νοσοκομείο μπορούσε να νοσηλεύσει 1.000 – 1.200 τραυματίες – αρρώστους.
Χειρούργος και νοσοκόμες του ΔΣΕ
|
Από τις περιπτώσεις καταγμάτων κρανίου που χειρουργήθηκαν στις μάχες Γράμμου – Βίτσι βγήκε το στατιστικό στοιχείο, πως η θνησιμότητα έφτασε μόνο στο 10%, ενώ η θνησιμότητα στον πόλεμο του 1914 – 1918 ήταν 80% και στον πόλεμο του 1939 – 1944 από στατιστικές Γερμανών – Άγγλων, έφτανε στο 25 – 45%! Αυτό από τους χειρουργούς χαρακτηρίστηκε “το θαύμα και τα παράδοξα του Γράμμου – Βίτσι”. Είναι επίσης εκπληκτικό το γεγονός ότι, μέσα σ’ αυτές τις ασύλληπτες συνθήκες, εκπονούνταν και επιστημονικές μελέτες, ενώ από την Υγειονομική υπηρεσία του Γενικού Αρχηγείου εκδόθηκε, εξάλλου, ένα βιβλιαράκι πρώτων βοηθειών, με τίτλο “Απλές οδηγίες για το νοσοκόμο και τον αντάρτη”, που μοιράστηκε στους νοσοκόμους και τους αντάρτες.
Ακόμα, οργανώθηκε τάγμα τραυματιοφορέων, φτιάχτηκε στο χώρο του Βίτσι άξονας διακομιδής των τραυματιών, ιδρύθηκε κεντρική φαρμακαποθήκη και οργανώθηκε η τροφοδοσία των ασθενών, έτσι ώστε να μη σημειώνονται ελλείψεις τροφών, τις οποίες είχαν ανάγκη για τη θεραπεία τους.
Το άρθρο βασίζεται στην ενότητα “Νοσοκομεία και αναρρωτήρια του ΔΣΕ” απ’ το Συλλογικό, Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας 1946 – 1949, Ριζοσπάστης – Σύγχρονη Εποχή, 1998 και αρθρογραφία του Ριζοσπάστη. Οι υπογραμμίσεις δικές μας.
Πέτρος Κόκκαλης
Η “ψυχή” της Υγειονομικής υπηρεσίας του ΔΣΕ
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην Υγειονομική υπηρεσία του ΔΣΕ, είχε ο Πέτρος Κόκκαλης, στέλεχος του ΚΚΕ και πρωτοπόρος επιστήμονας και γιατρός.
Ο Π. Κόκκαλης γεννήθηκε το 1896 στη Λιβαδειά, όπου και παρέμεινε μέχρι και που τέλειωσε το Γυμνάσιο. Απ’ το 1911, ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ιατρική στην Αθήνα και τις ολοκλήρωσε το 1919 στη Βέρνη, όταν ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Ιατρικής. Με την επιστροφή του στη χώρα, το 1929, δημοσίευσε το σπουδαίο, για την εποχή, σύγγραμμα “Χειρουργική”. Τα επόμενα χρόνια, έγινε καθηγητής του Πανεπιστημίου της Αθήνας, ενώ διηύθυνε τμήματα και κλινικές, κατά σειρά, των νοσοκομείων “Ελπίς”, “Ευαγγελισμός” και “Αρεταίειον”. Αργότερα, συμμετείχε στην ΕΑΜική αντίσταση. Το 1944 αποκτά τον τιμημένο τίτλο του μέλος του Κόμματος, ενώ την ίδια χρονιά διετέλεσε γραμματέας Υγείας και Πρόνοιας της ΠΕΕΑ, της Κυβέρνησης του Βουνού.
Μετά την απελευθέρωση, απολύθηκε από όλες τις θέσεις και ανέβηκε στο βουνό, στα χρόνια του τρίχρονου αγώνα του ΔΣΕ, όπου προσέφερε τις υπηρεσίες του ως γιατρός και ως πολιτικό στέλεχος, αναλαμβάνοντας τη θέση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Παιδείας της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης.
Μετά την οργανωμένη υποχώρηση των μαχητών του ΔΣΕ στις Λαϊκές Δημοκρατίες, πήρε και αυτός το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς. Απ’ το 1950 ως το ’55, ήταν υπεύθυνος της ΕΒΟΠ (Επιτροπή Βοήθειας για το Παιδί), που φρόντιζε για τις ανάγκες των παιδιών των πολιτικών προσφύγων. Το 1954, εγκαταστάθηκε στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, όπου ανακηρύχθηκε καθηγητής του Πανεπιστήμιου “Χούμπολντ” και μέλος της Ακαδημίας Επιστημών του Βερολίνου. Για τις υπηρεσίες του, το 1961, η ΓΛΔ τον τίμησε με το ανώτατο παράσημο “Εργασίας”. Το 1962, έφυγε απ’ τη ζωή. Τα λόγια του, όπως και όλο το παράδειγμά του, αποτελούν λαμπρό παράδειγμα έμπνευσης για τους νέους επιστήμονες: «Κανένας επιστήμονας δεν μπορεί να ισχυριστεί σήμερα, την εποχή της τόσο φανερής και οξείας αντιπαράθεσης των δύο αντίθετων ιδεολογιών, ότι δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία της ενεργητικής του τοποθέτησης απέναντι στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα».
Ο Πέτρος Κόκκαλης υπήρξε πρότυπο λαϊκού αγωνιστή – επιστήμονα, που διέθεσε τη ζωή του, αφήνοντας στην άκρη “τίτλους” και “καριέρες”, προκειμένου να “υπηρετήσει” την εργατική τάξη και το δίκαιο αγώνα της, για την οικοδόμηση της δικής της κοινωνίας, του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.
Νώντας Σακελλαρίου
Επικεφαλής της Διεύθυνσης της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ
Ο γιατρός Σακελλαρίου Επαμεινώνδας του Γεωργίου, γεννήθηκε στα Κανάλια Καρδίτσας το 1901. Τέλειωσε γιατρός το 1924. Υπηρέτησε Εφεδρος Ανθυπίατρος το 1925 και το 1926. Το 1927 διορίστηκε γιατρός στο Σανατόριο Ασβεστοχωρίου Θεσσαλονίκης.
Το 1939 ανέλαβε τη θέση Διευθυντή Κλινικής.
Κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο δεν έλαβε μέρος κατόπιν αποφάσεως του Γενικού Επιτελείου και ανέλαβε τη Διεύθυνση του Σανατορίου.
Το 1943 κατατάχτηκε στον ΕΛΑΣ, ανέλαβε τη Διεύθυνση της Υγειονομικής Υπηρεσίας της Χ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Το 1945 και το 1946, τέσσερις φορές τα μεσάνυχτα, έκαναν έρευνα στο σπίτι του.
Το Σεπτέμβρη του 1946 έφυγε για το βουνό και ανέλαβε τη Διεύθυνση της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Αρχηγείου Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας και το 1947 τη Διεύθυνση της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Γενικού Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Από το 1949 μέχρι το 1975 εργάστηκε ως γιατρός στη Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν. Το Μάιο του 1975 επαναπατρίστηκε στην Ελλάδα.
Ο Νώντας Σακελλαρίου έφυγε από τη ζωή στις 9 Σεπτεμβρίου 1994.
«Το Υγειονομικό του Δημοκρατικού Στρατού» εκδόσεις «Σύγχρονης Εποχής», του Νώντα Σακελλαρίου |
Αναπαράσταση της σπηλιάς Νοσοκομείο |
Αναπαράσταση της σπηλιάς Νοσοκομείο |
Έντυπο με τίτλο «Οδηγίες για το Νοσοκόμο του Λόχου στο πεδίο της μάχης» |
«Βοήθημα καταστροφών – ναρκοπολέμου» του Αντώνη Βρατσάνου – έκδοση ΔΣΕ 1947 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου