Πεθαίνει, 26/10/1957, ο μεγάλος λογοτέχνης Νίκος
Καζαντζάκης. Από πολύ νωρίς ήρθε σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες.
Το 1925 έως το 1929 ταξιδεύει στην ΕΣΣΔ, τη δεύτερη φορά με πρόσκληση της κυβέρνησης για τα δεκάχρονα της Επανάστασης. Εκεί θα γνωρίσει τον Μπαρμπίς,τον Ιστράτι και τον Γκόρκι. Με τον Ιστράτι θα ταξιδέψουν στη χώρα των Σοβιέτ.
Το 1925 έως το 1929 ταξιδεύει στην ΕΣΣΔ, τη δεύτερη φορά με πρόσκληση της κυβέρνησης για τα δεκάχρονα της Επανάστασης. Εκεί θα γνωρίσει τον Μπαρμπίς,τον Ιστράτι και τον Γκόρκι. Με τον Ιστράτι θα ταξιδέψουν στη χώρα των Σοβιέτ.
Ο
Καζαντζάκης θα φέρει τον Ιστράτι στην Αθήνα για να τον γνωρίσει στο ελληνικό
κοινό. Στις 11 Γενάρη του 1928, ο Καζαντζάκης και ο Ιστράτι θα μιλήσουν σε μια
μεγάλη συγκέντρωση στο θέατρο «Αλάμπρα» υπέρ της ΕΣΣΔ. Οι ομιλίες προκαλούν
διαδήλωση και ο Καζαντζάκης με τον Γληνό απειλούνται με μήνυση ως διοργανωτές.
Ο δε Ιστράτι απειλείται με απέλαση.
Τα ταξίδια
στη Ρωσία εκδόθηκαν σε δύο τόμους. Μετά τον πόλεμο ο Καζαντζάκης έφυγε στην
Αγγλία και κατόπιν στη Γαλλία, ενώ τη δεκαετία του 1950 τα έργα του δέχθηκαν
την μήνιν της
Εκκλησίας.
Το έργο του,
όντας δύσκολο ακόμη και να ενταχθεί - όπως σημειώνει ο Λίνος Πολίτης -
στα σύγχρονά του λογοτεχνικά και ποιητικά ρεύματα, «κάθεται» επάξια στο «θρόνο»
της μοναδικότητας, κερδίζοντας ταυτόχρονα τη διαχρονική του εμβέλεια και
ακτινοβολία.
Με όλο του
το έργο και κυρίως με την «Ασκητική» του, έχει αποδώσει με τη μορφή φιλοσοφικού
- ποιητικού «μανιφέστου» τις απόψεις του. Ολόκληρη η εργογραφία του Νίκου
Καζαντζάκη, από τα αυτοτελή ακόμη νεανικά του κείμενα που δημοσίευε σε
φιλολογικά περιοδικά της Αθήνας, όπως την «Πινακοθήκη», στα 1906 και 1907,
μέχρι τα κορυφαία φιλοσοφικά και λογοτεχνικά του έργα, έχει επίκεντρό της τον
άνθρωπο και τις αναζητήσεις του. Το καλοκαίρι του 1922, στη Βιέννη, ο
Καζαντζάκης ξεκινά τη σύνθεση της «Ασκητικής». Το έργο τελειώνει στο Βερολίνο,
περίπου στις αρχές του 1923. Στη μορφή αυτή δημοσιεύεται στο περιοδικό
«Αναγέννηση» του Δημήτρη Γληνού.
Στα πλαίσια του πρώτου δημόσιου διαλόγου για
τον ιστορικό υλισμό που διεξαγόταν στην Ελλάδα, ακούγονται φράσεις που έχουν
υιοθετήσει τη ρητορική της οργής και της αποφασιστικότητας του ελληνικού
προλεταριάτου του Μεσοπολέμου: «Φωτιά! Να το μέγα χρέος μας σήμερα» και
«Πόλεμος εναντίον των απίστων. Απιστοι είναι οι ευχαριστημένοι, οι χορτασμένοι,
οι στείροι». Θαυμάζει και υψώνει σε πρότυπα της ανθρωπότητας όσους δεν άγγιξε η
παγκόσμια φθορά. Για την εποχή του πιστεύει ότι οι νέοι «σωτήρες» είναι η τάξη
των «χερομάχων»: Σήμερα «ο θεός είναι αργάτης, αγριεμένος από τον κάματο, από
την οργή κι από την πείνα». Το έργο προκάλεσε αρκετές αρνητικές αντιδράσεις και
ζητήθηκε η δίωξη του Καζαντζάκη για αθεϊσμό. Η δίκη ορίστηκε για τις 10 Ιούνη
1930, αλλά δεν έγινε ποτέ.
Το 1924 -
'25, ο Καζαντζάκης αναλαμβάνει παράνομη πολιτική δράση στο Ηράκλειο, ως
πνευματικός ηγέτης μιας κομμουνιστικής ομάδας δυσαρεστημένων προσφύγων και
παλαίμαχων της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Εξαιτίας της ανάμειξής του,
συλλαμβάνεται από τις αστυνομικές αρχές της πόλης και κρατείται για ένα
εικοσιτετράωρο. Στη συνέχεια, υποβάλλει στην Ανακριτική Αρχή Ηρακλείου ένα
υπόμνημα, όπου συνοψίζει τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Το κείμενο δημοσιεύεται
στη Νέα Εφημερίδα Ηρακλείου, με τίτλο «Ομολογία Πίστεως» (16.2.1925). Μεταξύ
άλλων γράφει:
«Η σχεδόν
καθολική έλλειψις κάθε ενδιαφέροντος διά τα κοινά, η σχεδόν αποκλειστική
εξυπηρέτησις της αρχούσης τάξεως υπό της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, εις βάρος
της μεγίστης πλειονοψηφίας του λαού, καθιστά ανεπαρκή και επιπολαίαν οιανδήποτε
αλλαγήν προσώπων ή θεσμού.
Ταύτα πάντα
θεωρώ συμπτώματα της παρακμής μιας τάξεως. Η αστική τάξις απέδωκεν - και εις
θαυμαστήν ποσότητα και ποιότητα - ό,τι ηδύνατο εις την σκέψιν, εις την τέχνην,
εις την επιστήμην, εις την πράξιν. Επάλαισεν εναντίον της προηγούμενης της
φεουδαλικής ιδεολογίας, ενίκησεν, εδημιούργησεν, εξετέλεσεν τον προορισμόν της
- αρχίζει ν' αποσυντίθεται και να βαίνει εις εξαφάνισιν.
Τοιούτος
υπήρξε πάντοτε ο ρυθμός της ιστορίας. Μια τάξις, εκάστοτε εναλλάσσουσα - οι
βασιλείς, οι ευγενείς, οι αστοί - γεννάται, παλαίει, νικά, δημιουργεί, και
εξαφανίζεται. Και άλλη τάξις την διαδέχεται, διαγράφουσα και αυτή, εις την
πάροδον των αιώνων, την ιδίαν μοιραίαν τροχιάν.
Ζώμεν,
ακλονήτως πιστεύω, το τέλος μιας κοινωνικής τάξεως, της αστικής.
ΙΙ- Ποία
τάξις θα την διαδεχθή; Η τάξις των εργαζομένων - είτε εργάται είνε ούτοι, είτε
αγρόται, είτε πνευματικοί παραγωγοί.
Η τάξις αύτη
διήλθε προς ενός ήδη αιώνος, το πρώτον στάδιον της πορείας της, καθ' ό
προσεπάθη να εξεγείρη τας τάξεις των αστών το αίσθημα της φιλανθρωπίας και
δικαιοσύνης, υπέρ των πεινώντων και αδικουμένων και ικέτευεν εξ ονόματος υψηλών
ηθικών αρχών, να βελτιωθούν οι όροι της ζωής.
Ταχέως όμως
σαφώς αντελήφθη ότι η πάλη των τάξεων είνε νόμος ιστορικός, αναπόφευκτος και
όπως τα άτομα ούτω και οι λαοί, ούτω και αι κοινωνικαί τάξεις, διατρέχουν
μοιραίως τα στάδια της γεννήσεως, της ακμής και της φθοράς.
Ουδεμία
τάξις έμενε διά παντός εις την εξουσίαν. Η αστική τάξις θ' ακολουθήση και αυτή
τον απαράγραπτον φυσιολογικόν νόμον και τότε η τάξις των εργαζομένων μοιραίως
θα την διαδεχθή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου