ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ
ΔΙΚΤΥΟΥ
«Ευελιξία»
στις χρεώσεις ρεύματος, περιορισμό των απωλειών εσόδων για τους προμηθευτές
ηλεκτρικού ρεύματος, επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς
Ενέργειας και σύζευξης της εγχώριας αγοράς με εκείνες των γειτονικών βαλκανικών
χωρών μελών της ΕΕ, αλλά και μέγιστη αξιοποίηση της παραγωγής μέσω ΑΠΕ, είναι
μερικές από τις βασικές στοχεύεις που επιδιώκονται μέσω της «ψηφιοποίησης» του
δικτύου ηλεκτρισμού που
προωθεί η κυβέρνηση, ως βασικό κρίκο στην πολιτική της
«απελευθέρωσης» του κλάδου, που βυθίζει τα λαϊκά στρώματα στην ενεργειακή
φτώχεια και τη δίνη των ανταγωνισμών.
Παράλληλα το
έργο αυτό καθ' αυτό ως τμήμα της αναβάθμισης της υφιστάμενης υποδομής αποτελεί
και μια προμήθεια υψηλού κόστους, το οποίο θα φορτωθεί στις πλάτες των λαϊκών
στρωμάτων κι επίσης στο αμέσως επόμενο διάστημα θα αποτελέσει στοιχείο
αντιπαράθεσης μεταξύ των αντικρουόμενων επιχειρηματικών συμφερόντων που θα
θελήσουν να αποκτήσουν το εν λόγω «φιλέτο».
Πεδίο
μεγάλης κερδοφορίας...
Η
«ψηφιοποίηση» του δικτύου ηλεκτρισμού - αλλά και του συνόλου των δικτύων
Ενέργειας - αποτελεί μια από τις βασικές κατευθύνσεις πολιτικής του νέου
«Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργειας και το Κλίμα», που συνέταξε η κυβέρνηση της
ΝΔ, το οποίο βεβαίως «πάτησε» πάνω σε εκείνο που είχε συντάξει η προηγούμενη
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ως γενική κατεύθυνση, εξάλλου, οι μόνες αλλαγές που
παρουσιάζονται στα δύο σχέδια, όχι μόνο στο θέμα της ψηφιοποίησης των
ενεργειακών δικτύων αλλά στο σύνολο των στόχων, αφορούν επιμέρους ποσοτικά
δεδομένα και ποσοστιαίες μεταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω ως προς το
εγχώριο μείγμα Ενέργειας για παράδειγμα. Από κει κι έπειτα η στρατηγική είναι
πανομοιότυπη, καθώς και στα δύο σχέδια ενσωματώνονται τα «θέλω» των
επιχειρηματικών ομίλων και οι κατευθύνσεις που θέτει η ΕΕ για τον τομέα της
Ενέργειας, μέσα από την περιβόητη πολιτική της «απελευθέρωσης».
Η
ψηφιοποίηση του συστήματος αποτελεί μέρος του νέου επιχειρησιακού σχεδίου της
ΔΕΗ, που ανακοινώθηκε το προηγούμενο διάστημα από τον πρόεδρο της επιχείρησης
και συνδέεται άμεσα και με την απόφαση της κυβέρνησης να πωληθεί μεγάλο τμήμα
του ΔΕΔΔΗΕ, της θυγατρικής δηλαδή της ΔΕΗ που διαχειρίζεται το δίκτυο.
Η
σχεδιαζόμενη αναβάθμιση του δικτύου της επιχείρησης, συνολικού μήκους 240.000
χλμ. περίπου, σε συνδυασμό με την επικείμενη άμεση ανανέωση του αριθμού των σημερινών
μετρητών με νέας τεχνολογίας (ψηφιακούς), καθιστούν άκρως «αποδοτικό» το νέο
αυτό πεδίο κερδοφορίας και εξηγούν σε μεγάλο βαθμό το έντονο ενδιαφέρον που
επιδεικνύουν μια σειρά από επιχειρηματικοί «κολοσσοί», μεταξύ των οποίων
γερμανικής, γαλλικής, ιταλικής και κινεζικής προέλευσης, που όπως έχει
ανεπίσημα διαρρεύσει, εκφράζουν έντονη επιθυμία να εισέλθουν στο μετοχικό
κεφάλαιο του ΔΕΔΔΗΕ.
Ενδεικτικά
και μόνο να σημειώσουμε ότι σε σχετική μελέτη που είχε δοθεί στη δημοσιότητα το
2014 και αφορούσε την αντικατάσταση 7,5 εκατ. συμβατικών μετρητών από τους
νέους «έξυπνους» μετρητές, το κόστος του έργου εκτιμιόταν άνω του 1 δισ. ευρώ.
Σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες επενδύσεις για την απαιτούμενη αναβάθμιση
συνολικά του δικτύου οι εκτιμήσεις εκτόξευαν το συνολικό ποσό άνω των 2,5 δισ.
ευρώ. Πλέον, με σημερινές τιμές το κόστος αυτό ανεβαίνει ακόμη περισσότερο,
αφού η αρχική εκτίμηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα
για το ύψος των επενδύσεων που απαιτούνται σε έργα ανάπτυξης δικτύου διανομής
ηλεκτρικής ενέργειας και ψηφιοποίησης για τη δεκαετία 2020-2030, ανέρχονται στα
3,5 δισ. ευρώ. Επίσης, όπως έχει δηλώσει ο αρμόδιος υπουργός Κ.
Χατζηδάκης, την τελευταία πενταετία υλοποιούνταν στον ΔΕΔΔΗΕ έργα με ετήσιο
κόστος 130 - 150 εκατ. ευρώ όταν οι ετήσιες επενδυτικές ανάγκες έφταναν τα 200
εκατ. ευρώ.
Αμεση
διασύνδεση με τις επενδύσεις - και τους ανταγωνισμούς - στο 5G
Θα πρέπει,
επίσης, να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η ψηφιοποίηση του δικτύου ενισχύει τη
δυνατότητα του ΔΕΔΔΗΕ να αποτελέσει τον βασικό συμμετέχοντα και αποδέκτη
επενδύσεων στις τεχνολογίες επικοινωνιών «5ης γενιάς» (5G), αφού η ανάπτυξή
τους απαιτεί παράλληλα δίκτυο οπτικών ινών και παροχή ρεύματος.
Από αυτήν
την άποψη, ο κάτοχος του δικτύου ηλεκτρισμού καθίσταται βασικός «παίκτης» σε
μια ακόμη επένδυση στρατηγικής σημασίας για τα μονοπώλια, όπου ήδη συγκρούονται
σφοδρά τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ με την Κίνα, αλλά και με την
ΕΕ. Προφανώς και η απόφαση αυτή θα κριθεί στη βάση και ευρύτερων γεωπολιτικών
συσχετισμών και ανταγωνισμών, που ανάμεσα στα άλλα σηματοδοτεί και νέους πολύ
μεγάλους κινδύνους για το λαό.
Ειδικά σε
σχέση με την τελευταία επισήμανση, αξίζει να παραθέσουμε ένα σχετικό απόσπασμα
από το ΕΣΕΚ, στο οποίο καταγράφονται οι δυνητικοί κίνδυνοι ασφάλειας που
προκύπτουν από την προώθηση της ψηφιοποίησης και της σημασίας που δίνει η ΕΕ σε
αυτό το σημείο.
Συγκεκριμένα,
υπογραμμίζεται ότι μπορεί με την ψηφιοποίηση να διευκολύνεται «η λειτουργία
καινοτόμων αποκεντρωμένων αγορών ενέργειας και ευελιξίας σε πραγματικό χρόνο
και την πραγματοποίηση ασφαλών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των
τελικών καταναλωτών και παραγωγών», ωστόσο την ίδια στιγμή «δημιουργείται ένας
επιπλέον παράγοντας ρίσκου, αφού η ψηφιοποίηση όλων των διακινούμενων
δεδομένων, αφενός αυξάνει κατακόρυφα την πολυπλοκότητα του συστήματος, αφετέρου
καθιστά το σύστημα πιο ευπαθές σε κυβερνοεπιθέσεις. Καθίσταται, λοιπόν,
απαραίτητη προϋπόθεση η πιστοποίηση του εξοπλισμού και των πρωτοκόλλων
επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται να ελαχιστοποιείται η έκθεση του συστήματος
σε πιθανές κυβερνοεπιθέσεις.
Με τη σειρά τους, οι θεσμικοί φορείς σε εθνικό και
ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να διασφαλίζουν το απαραίτητο ρυθμιστικό πλαίσιο, ώστε
να γίνονται με ασφάλεια όλες οι απαιτούμενες επικοινωνίες. Στην κατεύθυνση
αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανεξετάζει επί του παρόντος τη στρατηγική της ΕΕ
για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, ενώ έχει ήδη εκδώσει μια σύσταση σχετικά με
την κυβερνοασφάλεια στον ενεργειακό τομέα».
Αυτές οι
επισημάνσεις δεν εισέρχονται τυχαία σε κείμενα στρατηγικής ούτε πρόκειται περί
γενικών κατευθύνσεων που αφορούν όλους τους προμηθευτές του απαιτούμενου
τεχνολογικού εξοπλισμού, αλλά διαμορφώνουν όρους και προϋποθέσεις σχετικά με το
ποια μονοπώλια θα μπορούν να συμμετάσχουν, αλλά και φραγμούς στη συμμετοχή
ανεπιθύμητων ανταγωνιστών.
Χαρακτηριστικές,
εξάλλου, είναι και οι πιέσεις των ΗΠΑ προς την ΕΕ, να μη δεχτεί τη συμμετοχή
κινεζικών εταιρειών - βασικά της «Huawei» - στα δίκτυά της, οι πρόσφατες
αποφάσεις του ΝΑΤΟ ότι τα κράτη - μέλη πρέπει «να διασφαλίσουν την ασφάλεια των
επικοινωνιών μας, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων 5G, αναγνωρίζοντας την ανάγκη
να βασίζονται σε ασφαλή και ανθεκτικά συστήματα». Αλλά και οι αντίστοιχες
συστάσεις των ΗΠΑ προς την κυβέρνηση κατά την πρόσφατη επίσκεψη Πομπέο που
κάλεσε την κυβέρνηση «να κάνει τις σωστές επιλογές» για τα δίκτυα της χώρας.
«Πολυεργαλείο»
για την αντιλαϊκή πολιτική, αντί για μέσο ικανοποίησης των μεγάλων κοινωνικών
αναγκών
Επιπλέον, η
ψηφιοποίηση του συστήματος ηλεκτρισμού και η αναβάθμιση των δικτύων παρέχουν
και νέες δυνατότητες σε ό,τι αφορά συνολικά την υλοποίηση της πολιτικής της
«απελευθέρωσης» που σηματοδοτεί ακόμα μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχεια.
Αλλωστε, το
κείμενο του ΕΣΕΚ είναι ξεκάθαρο. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «μέσω της
ψηφιοποίησης θα είναι δυνατή η δυναμική τιμολόγηση της παροχής και ζήτησης
Ενέργειας μέσω της επεξεργασίας και εκμετάλλευσης δεδομένων (εν. των
καταναλωτών)» και παράλληλα θα δοθεί η δυνατότητα «να αντιμετωπιστεί το
ιδιαίτερα οξυμένο πρόβλημα των ρευματοκλοπών, με την υιοθέτηση πολιτικών που θα
δώσουν κίνητρα στους διαχειριστές να εντοπίζουν τις περιπτώσεις αυτές...»,
εννοείται στο όνομα του «κοινωνικού συνόλου», ωστόσο είναι προφανής η
προσπάθεια να περιοριστούν οι απώλειες εσόδων, αλλά και να δοθεί άμεσα η
δυνατότητα στους προμηθευτές να προχωρούν σε αποκοπή ρεύματος, σε
«κακοπληρωτές», δίχως τη διαμεσολάβηση τεχνικών συνεργείων.
Επιπλέον, ο
στόχος της ψηφιοποίησης του δικτύου βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με το στόχο
ενίσχυσης της διείσδυσης των ΑΠΕ στην παραγωγή και τελική κατανάλωση, τα έργα
αποθήκευσης Ενέργειας, που παράλληλα εξετάζονται αυτό το διάστημα αλλά και τη
διάδοση της ηλεκτροκίνησης.
Εν
κατακλείδι, και ο εκσυγχρονισμός του δικτύου ηλεκτρισμού αποτελεί άλλο ένα
πεδίο όπου επιβεβαιώνεται το πώς η καπιταλιστική βαρβαρότητα, η παραγωγή με
κίνητρο το καπιταλιστικό κέρδος, εμποδίζει να αξιοποιηθούν προς όφελος των
αναγκών της κοινωνίας οι μεγάλες δυνατότητες που γεννά η δουλειά των
εργαζομένων, τις οποίες διευρύνει η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας.
Το πώς οι
τεράστιες σημερινές δυνατότητες - που σε συνθήκες εργατικής εξουσίας και
κοινωνικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για να
διασφαλιστεί η κοινωνική ευημερία και να ικανοποιηθούν οι συνεχώς διευρυνόμενες
κοινωνικές ανάγκες - υπό συνθήκες κυριαρχίας των μονοπωλίων δημιουργούν
προϋποθέσεις περαιτέρω όξυνσης της εκμετάλλευσης, επιδείνωσης της ενεργειακής
φτώχειας για τα λαϊκά νοικοκυριά. Αλλωστε και όλος ο σχεδιασμός των κυβερνήσεων,
σύμφωνα με τις σχετικές κατευθύνσεις της ΕΕ για την ολοκλήρωση της ενιαίας
αγοράς Ενέργειας, μέρος της οποίας αποτελεί και η ψηφιοποίηση του δικτύου,
αποσκοπεί στη διασφάλιση των υπαρχόντων και τη δημιουργία νέων πεδίων
κερδοφορίας για το κεφάλαιο, δημιουργώντας έτσι και νέες συνθήκες για την
όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού, που ειδικά στον τομέα της Ενέργειας και
των νέων τεχνολογιών τα τελευταία χρόνια κορυφώνεται συνεχώς, με τα «σπασμένα»
να πέφτουν στις πλάτες του λαού.
Φ. Κ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου