Επιλογή γλώσσας

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2020

Σπύρος Ευαγγελάτος


Στις 24 Ιανουαρίου 2017, σε ηλικία 77 ετών, έφυγε από τη ζωή ο ακαδημαϊκός Σπύρος Ευαγγελάτος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες.

«Ενας ακόμη μεγάλος του θεάτρου που σημάδεψε με την παρουσία του και το έργο του τη θεατρική τέχνη και πέρα από τα σύνορα της χώρας μας, ο σκηνοθέτης, καθηγητής και ακαδημαϊκός Σπύρος Ευαγγελάτος δεν είναι πια ανάμεσά μας.
Από σήμερα πέρασε στην αθανασία, έχοντας προσφέρει ένα σπουδαίο έργο ερευνητικό, μεταφραστικό και κυρίως σκηνοθετικό.
Για όλο αυτό το έργο κέρδισε το σεβασμό και την αναγνώριση από Ελληνες και ξένους. Σημαντική παρακαταθήκη και προσφορά του η δημιουργία του "Αμφι-Θεάτρου", που για δεκαετίες συντρόφεψε το θεατρικό κοινό.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στην κόρη του Κατερίνα».

Η ανακοίνωσή, για το θάνατο του Σπύρου Ευαγγελάτου, του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος γεννήθηκε στην Αθήνα (20/10/1940). Γιος του σπουδαίου συνθέτη και αρχιμουσικού Αντίοχου Ευαγγελάτου, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης (Θεατρολογία). Ηδη πτυχιούχος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου (1961) άρχισε να εργάζεται ως σκηνοθέτης, ενώ παράλληλα συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Το 1989 εξελέγη παμψηφεί αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας (Τομέας Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης) της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1991 εξελέγη παμψηφεί καθηγητής του τότε νεοσύστατου τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην ίδρυση του οποίου είχε αποφασιστικά συμβάλει.

Το 1975 ίδρυσε το Αμφι-Θέατρο, το οποίο επί 29 χρόνια συνεχίζει αδιάλειπτα τη λειτουργία του με έμφαση σε τρεις τομείς: το αρχαίο δράμα, το παλαιό και ως επί το πλείστον άγνωστο νεοελληνικό θέατρο και το διεθνές δραματολόγιο (κλασικό, νεοκλασικό και σύγχρονο). Διατέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ και της ΕΛΣ.
 
Σκηνή από την «Εκάβη»
Η «Εκάβη» είναι θύμα και θύτης
Συζήτηση με τον σκηνοθέτη Σπύρο Ευαγγελάτο

Είναι ο σκηνοθέτης των 180 περίπου σκηνοθεσιών, μέσα στη 40χρονη και πλέον πορεία του στο χώρο του θεάτρου. Ο σκηνοθέτης που περισσότερες, από κάθε άλλον συνάδελφό του, φορές έχει μετάσχει στα επιδαύρια. Φέτος, είναι η τριακοστή δεύτερη φορά που σκηνοθετεί στην Επίδαυρο. Ο Σπύρος Ευαγγελάτος, που ως γνωστόν προέρχεται από μουσική οικογένεια, ο πατέρας του ήταν ο μουσουργός και αρχιμουσικός Αντίοχος Ευαγγελάτος, η μητέρα του αρπίστρια και η αδελφή του Δάφνη είναι μεσόφωνος, κινείται με την ίδια μαεστρία σκηνοθετώντας τόσο όπερα και τραγωδία, αλλά και έργα από το κλασικό παγκόσμιο ρεπερτόριο.

«Είχα την τύχη» - ομολογεί ο Σπύρος Ευαγγελάτος - «να έχω σκηνοθετήσει όσο κανένας άλλος συνάδελφός μου, στην Επίδαυρο. Με την "Εκάβη" είναι τριάντα δύο χρόνια φέτος. Με το εθνικό θέατρο μέχρι το 1977, που έγινα διευθυντής του ΚΘΒΕ, από το '78 μέχρι το '80 με το ΚΘΒΕ, και από το '80 μέχρι σήμερα με το "Αμφιθέατρο"».
Σαράντα χρόνια θέατρο

- Σε μια τέτοια πορεία τι είχε και έχει μεγαλύτερη σημασία για σας;

«Βεβαίως μεγάλη σημασία έχει η απήχηση της δουλιάς σου στον κόσμο, αλλά και μεγάλη σημασία έχει η αυτοκριτική που ασκείς στον εαυτό σου. Εχει πει μια μεγάλη κουβέντα ο Πικάσο: "αδύνατον ένας καλλιτέχνης να μη μιμείται κάτι, αλλοίμονο στον καλλιτέχνη που μιμείται τον εαυτό του". Η δική μου προσπάθεια, στο μέτρο που το πέτυχα, ήταν όσο μπορώ να ξεπεράσω λύσεις που έχω δώσει και να προσπαθήσω να προσεγγίσω την ιδιαιτερότητα του κάθε έργου. Κι αυτό που λένε "το πρόβλημα του αρχαίου δράματος"... Δεν είναι ένα το πρόβλημα. Είναι εντελώς άλλη η κατεύθυνση των προβλημάτων στα έργα του Αισχύλου, του Ευριπίδη ή του Σοφοκλή, αλλά και μεταξύ των έργων του ίδιου συγγραφέα. Δηλαδή τι σχέση έχει η "Εκάβη" με τον "Ιωνα" - ένα ηρωικό δράμα - ή με την "Ελένη"; Τι σχέση έχει η "Ιφιγένεια εν Ταύροις" με τις "Βάκχες"; Για μένα ο αγώνας είναι με τέτοια έργα του αρχαιοελληνικού δραματολογίου, ή και με άλλα κλασικά, όπως είναι ο Σαίξπηρ, πώς μπορείς - κατά την κρίση σου βέβαια - να μεταφέρεις με μια σύγχρονη αισθητική, μεγαλύτερο μέρος των νοημάτων των έργων στο σύγχρονο κοινό».

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος, φοιτητής ακόμη της Φιλοσοφικής και ενώ είχε τελειώσει τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, εργάστηκε ως ηθοποιός σε τέσσερις παραστάσεις, ενώ είχε οργανώσει τη θεατρική ομάδα «Νεοελληνική Σκηνή» και το 1961 έκανε την πρώτη του σκηνοθεσία με το άπαικτο τότε έργο «Φορτουνάτος» του Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, έργο με το οποίο, σε άλλη βέβαια σκηνοθετική εκδοχή, εγκαινίασε το «Αμφι-Θέατρο», στην Πλάκα. Για να σπουδάσει ηθοποιός, τον επηρέασε ο Σωκράτης Καραντινός, για να επιμείνει στη σκηνοθεσία τον στήριξε ο πατέρας του. 

Συνέχισε τις σπουδές του στη Βιέννη, ενώ το 1972 τον καλεί το Εθνικό να σκηνοθετήσει την «Ηλέκτρα» στην Επίδαυρο. Είχε, βέβαια, προηγηθεί η επιτυχία της παράστασης «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας», που σκηνοθέτησε στο ΚΘΒΕ και με την οποία πήρε το χρίσμα τού πολλά υποσχόμενου σκηνοθέτη στην Αθήνα, αν και υπήρχε στην αρχή μια καχυποψία, γιατί ήταν γιος του Αντίοχου Ευαγγελάτου.



Τριάντα δύο χρόνια, λοιπόν, για τον Σπύρο Ευαγγελάτο, φέτος, στην Επίδαυρο, με την «Εκάβη» που παρουσιάστηκε την προηγούμενη βδομάδα, ενώ την Πέμπτη θα παρουσιαστεί στην Πάτρα. Η «Εκάβη» ανήκει στον κύκλο των τραγωδιών του Ευριπίδη που αντλούν το μύθο τους από τις ιστορίες των ηττημένων του Τρωικού Πολέμου. Βασισμένος στα πάθη τους, ο μεγάλος τραγικός ποιητής γράφει τα έργα αυτά, ενώ ο Πελοποννησιακός Πόλεμος είναι σε εξέλιξη, η Ελλάδα έχει ματοκυλιστεί και δεν υπάρχουν παρά μόνο ηττημένοι. Η Εκάβη, δούλα η ίδια, ζει το φόνο και των δύο της παιδιών, της Πολυξένης και του Πολύδωρου. Για να εκδικηθεί, καταστρώνει σχέδιο να τυφλώσει το φονιά - Πολυμήστορα, βασιλιά της Θράκης, και να σκοτώσει τα παιδιά του. Ετσι, «θα κόψει το χέρι που σήκωσε χέρι». Η τραγικότερη για κάποιους μορφή του παγκόσμιου θεάτρου, η μάνα - Εκάβη, φτάνει στη λύτρωση.

Αντιπολεμική κραυγή

Πρόκειται, λέει ο Σπύρος Ευαγγελάτος, για «μια τραγική αντιπολεμική κραυγή. Είναι μια σύγχρονη τραγωδία και φοβάμαι ότι θα παραμείνει σύγχρονη μέχρι το τέλος της ανθρωπότητας. Η Εκάβη είναι θύμα και θύτης. Είναι από τα φοβερότερα έργα του Ευριπίδη. Θέτει κάποια ερωτηματικά ως προς την προσέγγισή του, τα οποία σε μια βιαστική ανάγνωση ενός ανθρώπου που δεν έχει σχέση με το θέατρο, μπορεί να διαφύγουν. Τρία παραδείγματα: Πρώτο, σχετικά με την Εκάβη. Οταν εμφανίζεται, όταν της κουβαλάνε το πτώμα του γιου της του Πολύδωρου, αρχίζει να βογκάει, να φωνάζει, όπως είναι φυσικό και όταν έρχεται ο Αγαμέμνων και λέει γιατί δε θέλει να θάψει την Πολυξένη, την κόρη της που θυσιάσανε, η Εκάβη μέσα σε πέντε έξι ατάκες, απότομα, αλλάζει και περνάει σε σοφιστικότατο μονόλογο, για να πείσει τον Αγαμέμνονα να κάνει τα στραβά μάτια να σκοτώσει τον δολοφόνο του παιδιού της. Η μετάβαση αυτή από το στάδιο του θρήνου της, του φοβερού ανθρώπινου πόνου, προς το λογικά οργανωμένο λόγο, είναι ένα πρόβλημα και ένα στοίχημα και για τον σκηνοθέτη και τον ηθοποιό. Δεύτερο παράδειγμα με την Πολυξένη. Τη φωνάζει η μάνα της όταν έχει μάθει ότι θα τη σκοτώσουν και η αντίδρασή της είναι "μάνα τι έπαθες εσύ" και όχι εγώ. "Ερμη μου μάνα τι έπαθες εσύ", της λέει ξανά και ξανά. Και μετά όταν έρχεται και ο Οδυσσέας, ανακαλύπτεις - τουλάχιστον όπως το "διαβάζουμε" εμείς -, ότι αυτή είναι ταμένη του θανάτου απ' την αρχή και ότι είναι απούσα. Βεβαίως, στον αποχαιρετισμό σπαράζει στην αγκαλιά της μάνας της, επειδή τη χάνει και λυπάται όμως πως θα μείνει μόνη της. Και ένα τρίτο: Ο Πολυμήστορας, ο βασιλιάς της Θράκης και δολοφόνος του Πολύδωρου. Τον παρασέρνει μέσα στη σκηνή και η Εκάβη δολοφονεί τα παιδιά του και τυφλώνει εκείνον. Αρχίζει τότε να ουρλιάζει, να σπαράζει, να θέλει να την εκδικηθεί, να τη σκοτώσει... Ερχεται ο Αγαμέμνων και ξαφνικά αρχίζει να αφηγείται το τι έπαθε ως εξάγγελος, ενώ πριν από λίγο εσπάραζε. Πάλι τίθεται το ερώτημα πώς γίνεται αυτή η μετάβαση. 
Πράγματα πρακτικά αλλά που προσδιορίζουν το ύφος μιας παράστασης».

Είναι η πρώτη φορά που σκηνοθετεί «Εκάβη» ο Σπύρος Ευαγγελάτος. Εχει σκηνοθετήσει δύο φορές «Τρωάδες» αλλά ποτέ στην Ελλάδα. Ηταν η πρώτη του σκηνοθεσία στη Βιέννη και στη Ζυρίχη. Εχει ανεβάσει και τις επτά σωζόμενες τραγωδίες του Αισχύλου, τις τέσσερις από αυτές, δύο φορές, τον «Προμηθέα» και την «Ορέστεια». Τέσσερις από τις επτά του Σοφοκλή και από τα δέκα οκτώ του Ευριπίδη, αν βάλουμε και τον «Ρήσσο» -επειδή είναι αμφισβητούμενο - και την «Υψιπύλη», γίνονται είκοσι, έχει σκηνοθετήσει δέκα τρεις ή δεκατέσσερις. Πέντε από τον Αριστοφάνη και έναν Σενέκα.

Ο ίδιος δεν μπορεί να πει αν αγαπά κάποιον περισσότερο, απλά «Αισθάνομαι» - λέει - «δυνατότερη την αναμέτρηση με τον Αισχύλο - αν και μπορεί να ηχεί φιλόδοξο αυτό που λέω. Αλλά είναι αυτό το αδάμαστο υλικό, όπως εκείνη η "Ορέστεια" που περικλείει μια πολιτειακή έκρηξη με μεταφυσική αγωνία, που σε προκαλεί».

Η παράσταση ανεβαίνει σε μετάφραση - σκηνοθεσία Σπύρου Α. Ευαγγελάτου, σκηνικά - κοστούμια Αγνής Ντούτση, μουσική Γιώργου Κουρουπού. Τους ρόλους ερμηνεύουν: Δέσποινα Μπεμπεδέλη (Εκάβη), Σπύρος Μαρκόπουλος (Φάντασμα του Πολύδωρου), Λήδα Τασοπούλου (Πολυξένη), Θανάσης Κουρλαμπάς (Οδυσσεύς), Γιάννης Ροζάκης (Ταλθύβιος), Γιώργος Κροντήρης (Αγαμέμνων), Κώστας Αθανασόπουλος (Πολυμήστωρ). Κορυφαίες - Χορός: Ανδρομάχη Γεωργίου, Γεωργία Ανέστη, Στέλλα Κρούσκα, Μαρία Ζερβού, Λένα Μαραβέα, Σοφία Φαραζή, Αθηνά Μπερδέκα.

 Από παλαιότερη συνέντευξη του, στην Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ για τον Ριζοσπάστη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου