Η μονιμοποίηση και παραπέρα ενίσχυση όλων των αντεργατικών μέτρων, που
επιβλήθηκαν δήθεν ως «έκτακτα» και «προσωρινά» μέσα στις συνθήκες της
πανδημίας, βρίσκεται στο επίκεντρο του κυβερνητικού σχεδιασμού για το
επόμενο διάστημα, για τη στήριξη των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων
μέσα στις συνθήκες της νέας οικονομικής κρίσης.
Στο πλαίσιο αυτό, χαρακτηριστικές είναι και οι ανακοινώσεις του υπουργού Εργασίας την
περασμένη Παρασκευή ότι παρατείνονται έως το τέλος του 2020 το αντεργατικό καθεστώς της τηλεργασίας αλλά και το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», που οδηγεί σε πετσόκομμα μισθών και γενίκευση της «ευελιξίας».
Πρόκειται βέβαια για επανάληψη και συνέχεια του σεναρίου που βίωσαν οι εργαζόμενοι στα χρόνια της προηγούμενης καπιταλιστικής κρίσης, όταν όλες οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, με αλλεπάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις, «έσωζαν την οικονομία» συντρίβοντας τα εργατικά δικαιώματα, λεηλατώντας παραπέρα τις συντάξεις και κλιμακώνοντας την αντιασφαλιστική επίθεση, δίνοντας πολλαπλά εργαλεία στην εργοδοσία για να τσακίσει τους μισθούς και να απογειώσει την «ευελιξία» κάθε μορφής.
Το έργο ο λαός το έχει ξαναδεί, γι' αυτό ακριβώς δεν χωρά καμία αναμονή στην οργάνωση της εργατικής - λαϊκής απάντησης!
Καθόλου τυχαία ο ΣΕΒ, σε ένα από τα «Δελτία» του αυτήν την περίοδο, τονίζει ότι «τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην κρίση θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο πολιτικής απασχόλησης», αλλά και «να λειτουργούν συμπληρωματικά» με όλα τα υπόλοιπα αντεργατικά μέτρα, τα οποία προκλητικά βαφτίζει «σύγχρονες πολιτικές αποφυγής των απολύσεων, στη βάση διαγνωσμένων αναγκών της αγοράς εργασίας»!
Αυτές ακριβώς τις «ανάγκες της αγοράς», δηλαδή του κεφαλαίου, που δεν είναι άλλες από την ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση των μισθών, την παραπέρα διευκόλυνση των απολύσεων και συνολικά την ενίσχυση της «ευελιξίας» της εργοδοσίας να εντείνει την εκμετάλλευση των εργαζομένων προσαρμόζοντάς την στις εκάστοτε ανάγκες της, υπηρετεί η κυβέρνηση με όλες τις ΠΝΠ και τους αντεργατικούς νόμους που πρόσθεσε τους τελευταίους μήνες στο ήδη τεράστιο αντεργατικό οπλοστάσιο του κεφαλαίου.
Προδιαγράφοντας τα «προσεχώς», τις ίδιες ακριβώς ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων υπηρετεί και η περιβόητη Εκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη», για την «επόμενη μέρα» της επίθεσης στα Εργασιακά, στο Ασφαλιστικό, στην Υγεία, σε κάθε πτυχή της ζωής της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.
Οι αλλεπάλληλες ΠΝΠ και οι αντεργατικοί νόμοι της κυβέρνησης, ήδη από τα μέσα του περασμένου Μάρτη, πέραν των αδρών χρηματοδοτήσεων, των «κινήτρων» και των φοροαπαλλαγών, διασφάλισαν στην εργοδοσία μια ολόκληρη βεντάλια νέων αντεργατικών μέτρων, τα οποία μπορούν να συνδυάζονται μεταξύ τους.
Μεταξύ άλλων, η εργοδοσία μπορεί να διαμορφώνει πολλαπλές και μεταβαλλόμενες ταχύτητες εργαζομένων, μέσα στον ίδιο όμιλο και την ίδια επιχείρηση.
Ετσι, ενώ σε μια σειρά από κλάδους διατηρείται το καθεστώς της αναστολής συμβάσεων, με εργαζόμενους σε «εφεδρεία» που καλούνται να επιβιώνουν με το κρατικό επίδομα των 534 ευρώ, η εργοδοσία μπορεί ταυτόχρονα:
-- Να ξεζουμίζει ένα τμήμα των εργαζομένων μέσα από πολλαπλές ρυθμίσεις για το παραπέρα ξεχείλωμα των ωραρίων. Από την πρώτη στιγμή, οι κυβερνητικές ΠΝΠ κατοχύρωναν την «ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας» και τη δυνατότητα των εργοδοτών σε επιχειρήσεις που «πλήττονται σημαντικά» να «προσαρμόζουν το ωράριο εργασίας των εργαζομένων τους με το ωράριο λειτουργίας τους».
-- Να επιβάλλει υποαπασχόληση σε άλλους εργαζόμενους μειώνοντας τους μισθούς τους, αξιοποιώντας παλιές και νέες διατάξεις για την «εκ περιτροπής εργασία» (όπως το νέο αντεργατικό πρόγραμμα «Συν-Εργασία»).
-- Να μετακινεί εργαζόμενους μεταξύ επιχειρήσεων του ίδιου ομίλου, χωρίς να διασφαλίζει τα δικαιώματά τους.
-- Να επιβάλλει μονομερώς την τηλεργασία. Η διαχρονική απαίτηση του κεφαλαίου για γενίκευση του αντεργατικού καθεστώτος της τηλεργασίας βρήκε μαζική εφαρμογή μέσα στην πανδημία και ήρθε για να μείνει - η κυβέρνηση έχει ήδη έτοιμο το σχετικό νομοσχέδιο - αφού απογειώνει το βαθμό της εκμετάλλευσης, «σβήνοντας» το διαχωρισμό μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου και μειώνοντας τα λειτουργικά έξοδα της επιχείρησης.
Εχοντας όλα αυτά τα όπλα στο χέρι της, η εργοδοσία μπορούσε από την πρώτη στιγμή να μειώνει κατά βούληση το προσωπικό της, αφού οι περιβόητες «ρήτρες διατήρησης των θέσεων εργασίας», που διαφήμιζε η κυβέρνηση, δεν περιλάμβαναν τις «οικειοθελείς αποχωρήσεις» όπως και τις λήξεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Μετά την άρση της καραντίνας και ενώ όλα τα νέα αντεργατικά εργαλεία παραμένουν στα χέρια της εργοδοσίας, απελευθερώνονται ξανά και τυπικά οι απολύσεις.
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι «στήριξε τις θέσεις εργασίας», ακόμα και τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία είναι ήδη αποκαλυπτικά: Οι εγγεγραμμένοι άνεργοι στον ΟΑΕΔ είναι πλέον σταθερά πάνω από 1 εκατομμύριο, ενώ τον Ιούλη ο αριθμός τους ανήλθε σε 1.095.997 άτομα, αυξημένος κατά 125.796 ανέργους σε σχέση με τον Ιούλη του 2019! Και αυτό μάλιστα όταν το ίδιο διάστημα παραμένουν σε αναστολή εκατοντάδες χιλιάδες συμβάσεις εργασίας...
Ολα τα παραπάνω προωθούνται και με την αντεργατική σφραγίδα της ΕΕ, με βασικό εργαλείο το πρόγραμμα SURE για τη... μερική επιδότηση της γενίκευσης της υποαπασχόλησης, με χρήματα των εργαζομένων και του λαού! Με αφορμή την έγκριση της Κομισιόν, την περασμένη Δευτέρα, για τα σχετικά σχέδια που υπέβαλαν 15 κυβερνήσεις χωρών της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η ελληνική, επαναλήφθηκαν οι ισχυρισμοί περί «σωτηρίας των θέσεων εργασίας» και «στήριξης των εργαζομένων». Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το πρόγραμμα SURE, το οποίο έχει τη μορφή δανείων προς τα κράτη - μέλη (2,7 δισ. ευρώ στην περίπτωση της Ελλάδας), τα οποία σε τελική ανάλυση θα φορτωθούν και πάλι στους εργαζόμενους και το λαό μέσω της φορολογίας, στην πράξη έρχεται να στηρίξει την προώθηση γενικευμένης «ευελιξίας», μείωσης των μισθών και υποαπασχόλησης του εργατικού δυναμικού, ανάλογα με τις ανάγκες των καπιταλιστών, στις συνθήκες της πανδημίας και της νέας οικονομικής κρίσης.
Η πολιτική αυτή έχει ήδη «ανοίξει την όρεξη» των επιχειρηματικών ομίλων για την κλιμάκωση της αντεργατικής επίθεσης.
Απ' αυτήν την άποψη, είναι χαρακτηριστικός ο μακροσκελής κατάλογος με τις νέες αξιώσεις που διατυπώνει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) με πρόσφατη επιστολή του προς τους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, απαιτώντας τη μονιμοποίηση και επέκταση όλου του δήθεν «έκτακτου» αντεργατικού πλαισίου και των «ελαφρύνσεων» στην εργοδοσία.
Η μεγαλοεργοδοσία του Τουρισμού μεταξύ άλλων αξιώνει: Να επεκταθεί η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών μέχρι τις 31/12/2020, με δυνατότητα για νέα παράταση έως 31/3/2021. Το μέτρο της αναστολής συμβάσεων, το οποίο είναι ήδη σε ισχύ έως το τέλος Σεπτέμβρη, να παραταθεί για τους μήνες Οκτώβρη και Νοέμβρη. Να δοθεί η «δυνατότητα» στους εργαζόμενους να δουλεύουν έως 16 ώρες εβδομαδιαία σε άλλον εργοδότη ώστε να συμπληρώνουν το επίδομα των 534 ευρώ. Να επεκταθεί το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» έως και τις 31/3/2021, ώστε οι εργοδότες να μειώνουν στο μισό το χρόνο εργασίας και το μισθό που καταβάλλουν στο προσωπικό τους μέχρι την επόμενη σεζόν. Να μην «επιβαρυνθούν» οι επιχειρήσεις του κλάδου με το Δώρο Χριστουγέννων και τις άδειες για το χρόνο που οι εποχικοί εργαζόμενοι ήταν σε αναστολή. «Πάγωμα» των δόσεων των ρυθμίσεων προς τον ΕΦΚΑ έως 30/4/2021, με ισόχρονη παράταση της διάρκειας της ρύθμισης.
Ακόμα, ζητά την «αλλαγή στην ασφαλιστική κάλυψη» και «μείωση των ασφαλιστικών εισφορών», με άμεση εφαρμογή και στους εργαζόμενους σε καθεστώς τηλεργασίας.
Ανταποκρινόμενη άμεσα η κυβέρνηση, ήδη επέκτεινε το μέτρο των αναστολών στον κλάδο και για τον Οκτώβρη, όπως και το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» μέχρι το τέλος του χρόνου...
Ολα τα παραπάνω και πολύ περισσότερο την «επόμενη μέρα» της αντεργατικής επίθεσης έρχεται να κωδικοποιήσει η Εκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη», η οποία παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση στις αρχές του Αυγούστου. Με την ορολογία που συνοδεύει όλες τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, επικαλούμενη τη «χαμηλή παραγωγικότητα» και τις «αγκυλώσεις» στην ελληνική αγορά εργασίας, προδιαγράφει τα επόμενα χτυπήματα.
Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν τα εξής:
-- Η απαίτηση να γίνει ακόμα πιο ελαστικό το νομοθετικό πλαίσιο για τη δήλωση των υπερωριών των εργαζομένων, ώστε οι εργοδότες να μπορούν να αναγκάζουν τους εργαζόμενους σε αδήλωτες υπερωρίες που υποτίθεται θα δηλώνουν εκ των υστέρων... Ενα από τα πρώτα «έκτακτα» μέτρα των ΠΝΠ μέσα στην πανδημία επιβεβαιώνεται ότι ήρθε για να μείνει, συνοδευόμενο από τη σχετική απαίτηση για μείωση του κόστους των υπερωριών.
-- Η απαίτηση για μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και παραπέρα «ευελιξία» του εργατικού δυναμικού, κυρίως μέσα από την ακόμα πιο ελεύθερη δυνατότητα των επιχειρήσεων «να μεταβάλλουν» το εργατικό τους δυναμικό, δηλαδή να προχωρούν ανεξέλεγκτα σε απολύσεις όποτε το κρίνουν αναγκαίο, χωρίς να δεσμεύονται ούτε από τα προσχήματα που έχουν απομείνει μετά την απελευθέρωση των απολύσεων.
-- Ακόμα και η κατάρτιση του εργατικού δυναμικού σύμφωνα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων θα πρέπει να γίνεται με κρατικό χρήμα, δηλαδή μέσα από τη φορολόγηση του λαού. Οπως ρητά προτείνει το σχέδιο, «η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδοτεί τον εργοδότη που οργανώνει ή παρέχει κατάρτιση η οποία οδηγεί σε χειροπιαστές, πιστοποιημένες σύμφωνα με κριτήρια της αγοράς, και επιβεβαιωμένες δεξιότητες»!
Αντίστοιχα, η Εκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» σηματοδοτεί τη συνέχεια της αντιασφαλιστικής επίθεσης. Η κυβέρνηση ΝΔ, αφού «κλείδωσε» τις ανατροπές της προηγούμενης δεκαετίας, νομιμοποιώντας και μονιμοποιώντας τις ανατροπές του νόμου Κατρούγκαλου - ΣΥΡΙΖΑ, με τον νόμο που ψήφισε στις αρχές του έτους (νέος νόμος Βρούτση), αφού «έκλεισε» την υπόθεση των αναδρομικών στους συνταξιούχους με την τροπολογία η οποία «κουρεύει» ακόμα κι αυτά τα κουτσουρεμένα αναδρομικά που επιδίκασε το Συμβούλιο της Επικρατείας στη λεγόμενη «πρότυπη δίκη», τώρα πλέον βάζει πλώρη για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, ενώ υλοποιεί σταδιακά και την απόφασή της για δραστική απαλλαγή των επιχειρήσεων από τις ασφαλιστικές εισφορές κατά πέντε ολόκληρες μονάδες. Μάλιστα, η απαλλαγή των επιχειρήσεων από τις εισφορές τους προς τον ΕΦΚΑ και τους άλλους κοινωνικούς οργανισμούς (π.χ. ΟΑΕΔ) γίνεται σε μια στιγμή που τα έσοδα του ΕΦΚΑ μειώνονται σημαντικά. Μόνο το πρώτο επτάμηνο του έτους η πτώση των εσόδων εκτιμάται περίπου στο 10%, γεγονός που - κατά την πάγια τακτική όλων των κυβερνήσεων του κεφαλαίου - θα αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση για παραπέρα συμπίεση των συντάξεων και γενικά των παροχών προς τους ασφαλισμένους.
Στο πλαίσιο αυτό, χαρακτηριστικές είναι και οι ανακοινώσεις του υπουργού Εργασίας την
περασμένη Παρασκευή ότι παρατείνονται έως το τέλος του 2020 το αντεργατικό καθεστώς της τηλεργασίας αλλά και το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», που οδηγεί σε πετσόκομμα μισθών και γενίκευση της «ευελιξίας».
Πρόκειται βέβαια για επανάληψη και συνέχεια του σεναρίου που βίωσαν οι εργαζόμενοι στα χρόνια της προηγούμενης καπιταλιστικής κρίσης, όταν όλες οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, με αλλεπάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις, «έσωζαν την οικονομία» συντρίβοντας τα εργατικά δικαιώματα, λεηλατώντας παραπέρα τις συντάξεις και κλιμακώνοντας την αντιασφαλιστική επίθεση, δίνοντας πολλαπλά εργαλεία στην εργοδοσία για να τσακίσει τους μισθούς και να απογειώσει την «ευελιξία» κάθε μορφής.
Το έργο ο λαός το έχει ξαναδεί, γι' αυτό ακριβώς δεν χωρά καμία αναμονή στην οργάνωση της εργατικής - λαϊκής απάντησης!
«Ενιαίο πλαίσιο» για τις «διαγνωσμένες ανάγκες» του κεφαλαίου
Σε
αντίθεση με το κυβερνητικό παραμύθι περί «στήριξης των εργαζομένων»,
όλα τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση τους προηγούμενους μήνες αποτελούν
πάγιες αξιώσεις των επιχειρηματικών ομίλων για το ακόμα πιο «ευέλικτο»
ξεζούμισμα των εργαζομένων.Καθόλου τυχαία ο ΣΕΒ, σε ένα από τα «Δελτία» του αυτήν την περίοδο, τονίζει ότι «τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην κρίση θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο πολιτικής απασχόλησης», αλλά και «να λειτουργούν συμπληρωματικά» με όλα τα υπόλοιπα αντεργατικά μέτρα, τα οποία προκλητικά βαφτίζει «σύγχρονες πολιτικές αποφυγής των απολύσεων, στη βάση διαγνωσμένων αναγκών της αγοράς εργασίας»!
Αυτές ακριβώς τις «ανάγκες της αγοράς», δηλαδή του κεφαλαίου, που δεν είναι άλλες από την ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση των μισθών, την παραπέρα διευκόλυνση των απολύσεων και συνολικά την ενίσχυση της «ευελιξίας» της εργοδοσίας να εντείνει την εκμετάλλευση των εργαζομένων προσαρμόζοντάς την στις εκάστοτε ανάγκες της, υπηρετεί η κυβέρνηση με όλες τις ΠΝΠ και τους αντεργατικούς νόμους που πρόσθεσε τους τελευταίους μήνες στο ήδη τεράστιο αντεργατικό οπλοστάσιο του κεφαλαίου.
Προδιαγράφοντας τα «προσεχώς», τις ίδιες ακριβώς ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων υπηρετεί και η περιβόητη Εκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη», για την «επόμενη μέρα» της επίθεσης στα Εργασιακά, στο Ασφαλιστικό, στην Υγεία, σε κάθε πτυχή της ζωής της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.
Βεντάλια αντεργατικών μέτρων για την εμβάθυνση του εργασιακού Μεσαίωνα
Οι αλλεπάλληλες ΠΝΠ και οι αντεργατικοί νόμοι της κυβέρνησης, ήδη από τα μέσα του περασμένου Μάρτη, πέραν των αδρών χρηματοδοτήσεων, των «κινήτρων» και των φοροαπαλλαγών, διασφάλισαν στην εργοδοσία μια ολόκληρη βεντάλια νέων αντεργατικών μέτρων, τα οποία μπορούν να συνδυάζονται μεταξύ τους.
Μεταξύ άλλων, η εργοδοσία μπορεί να διαμορφώνει πολλαπλές και μεταβαλλόμενες ταχύτητες εργαζομένων, μέσα στον ίδιο όμιλο και την ίδια επιχείρηση.
Ετσι, ενώ σε μια σειρά από κλάδους διατηρείται το καθεστώς της αναστολής συμβάσεων, με εργαζόμενους σε «εφεδρεία» που καλούνται να επιβιώνουν με το κρατικό επίδομα των 534 ευρώ, η εργοδοσία μπορεί ταυτόχρονα:
-- Να ξεζουμίζει ένα τμήμα των εργαζομένων μέσα από πολλαπλές ρυθμίσεις για το παραπέρα ξεχείλωμα των ωραρίων. Από την πρώτη στιγμή, οι κυβερνητικές ΠΝΠ κατοχύρωναν την «ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας» και τη δυνατότητα των εργοδοτών σε επιχειρήσεις που «πλήττονται σημαντικά» να «προσαρμόζουν το ωράριο εργασίας των εργαζομένων τους με το ωράριο λειτουργίας τους».
-- Να επιβάλλει υποαπασχόληση σε άλλους εργαζόμενους μειώνοντας τους μισθούς τους, αξιοποιώντας παλιές και νέες διατάξεις για την «εκ περιτροπής εργασία» (όπως το νέο αντεργατικό πρόγραμμα «Συν-Εργασία»).
-- Να μετακινεί εργαζόμενους μεταξύ επιχειρήσεων του ίδιου ομίλου, χωρίς να διασφαλίζει τα δικαιώματά τους.
-- Να επιβάλλει μονομερώς την τηλεργασία. Η διαχρονική απαίτηση του κεφαλαίου για γενίκευση του αντεργατικού καθεστώτος της τηλεργασίας βρήκε μαζική εφαρμογή μέσα στην πανδημία και ήρθε για να μείνει - η κυβέρνηση έχει ήδη έτοιμο το σχετικό νομοσχέδιο - αφού απογειώνει το βαθμό της εκμετάλλευσης, «σβήνοντας» το διαχωρισμό μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου και μειώνοντας τα λειτουργικά έξοδα της επιχείρησης.
Εχοντας όλα αυτά τα όπλα στο χέρι της, η εργοδοσία μπορούσε από την πρώτη στιγμή να μειώνει κατά βούληση το προσωπικό της, αφού οι περιβόητες «ρήτρες διατήρησης των θέσεων εργασίας», που διαφήμιζε η κυβέρνηση, δεν περιλάμβαναν τις «οικειοθελείς αποχωρήσεις» όπως και τις λήξεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Μετά την άρση της καραντίνας και ενώ όλα τα νέα αντεργατικά εργαλεία παραμένουν στα χέρια της εργοδοσίας, απελευθερώνονται ξανά και τυπικά οι απολύσεις.
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι «στήριξε τις θέσεις εργασίας», ακόμα και τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία είναι ήδη αποκαλυπτικά: Οι εγγεγραμμένοι άνεργοι στον ΟΑΕΔ είναι πλέον σταθερά πάνω από 1 εκατομμύριο, ενώ τον Ιούλη ο αριθμός τους ανήλθε σε 1.095.997 άτομα, αυξημένος κατά 125.796 ανέργους σε σχέση με τον Ιούλη του 2019! Και αυτό μάλιστα όταν το ίδιο διάστημα παραμένουν σε αναστολή εκατοντάδες χιλιάδες συμβάσεις εργασίας...
Ολα τα παραπάνω προωθούνται και με την αντεργατική σφραγίδα της ΕΕ, με βασικό εργαλείο το πρόγραμμα SURE για τη... μερική επιδότηση της γενίκευσης της υποαπασχόλησης, με χρήματα των εργαζομένων και του λαού! Με αφορμή την έγκριση της Κομισιόν, την περασμένη Δευτέρα, για τα σχετικά σχέδια που υπέβαλαν 15 κυβερνήσεις χωρών της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η ελληνική, επαναλήφθηκαν οι ισχυρισμοί περί «σωτηρίας των θέσεων εργασίας» και «στήριξης των εργαζομένων». Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το πρόγραμμα SURE, το οποίο έχει τη μορφή δανείων προς τα κράτη - μέλη (2,7 δισ. ευρώ στην περίπτωση της Ελλάδας), τα οποία σε τελική ανάλυση θα φορτωθούν και πάλι στους εργαζόμενους και το λαό μέσω της φορολογίας, στην πράξη έρχεται να στηρίξει την προώθηση γενικευμένης «ευελιξίας», μείωσης των μισθών και υποαπασχόλησης του εργατικού δυναμικού, ανάλογα με τις ανάγκες των καπιταλιστών, στις συνθήκες της πανδημίας και της νέας οικονομικής κρίσης.
Οι νέες αξιώσεις της μεγαλοεργοδοσίας...
Η πολιτική αυτή έχει ήδη «ανοίξει την όρεξη» των επιχειρηματικών ομίλων για την κλιμάκωση της αντεργατικής επίθεσης.
Απ' αυτήν την άποψη, είναι χαρακτηριστικός ο μακροσκελής κατάλογος με τις νέες αξιώσεις που διατυπώνει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) με πρόσφατη επιστολή του προς τους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, απαιτώντας τη μονιμοποίηση και επέκταση όλου του δήθεν «έκτακτου» αντεργατικού πλαισίου και των «ελαφρύνσεων» στην εργοδοσία.
Η μεγαλοεργοδοσία του Τουρισμού μεταξύ άλλων αξιώνει: Να επεκταθεί η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών μέχρι τις 31/12/2020, με δυνατότητα για νέα παράταση έως 31/3/2021. Το μέτρο της αναστολής συμβάσεων, το οποίο είναι ήδη σε ισχύ έως το τέλος Σεπτέμβρη, να παραταθεί για τους μήνες Οκτώβρη και Νοέμβρη. Να δοθεί η «δυνατότητα» στους εργαζόμενους να δουλεύουν έως 16 ώρες εβδομαδιαία σε άλλον εργοδότη ώστε να συμπληρώνουν το επίδομα των 534 ευρώ. Να επεκταθεί το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» έως και τις 31/3/2021, ώστε οι εργοδότες να μειώνουν στο μισό το χρόνο εργασίας και το μισθό που καταβάλλουν στο προσωπικό τους μέχρι την επόμενη σεζόν. Να μην «επιβαρυνθούν» οι επιχειρήσεις του κλάδου με το Δώρο Χριστουγέννων και τις άδειες για το χρόνο που οι εποχικοί εργαζόμενοι ήταν σε αναστολή. «Πάγωμα» των δόσεων των ρυθμίσεων προς τον ΕΦΚΑ έως 30/4/2021, με ισόχρονη παράταση της διάρκειας της ρύθμισης.
Ακόμα, ζητά την «αλλαγή στην ασφαλιστική κάλυψη» και «μείωση των ασφαλιστικών εισφορών», με άμεση εφαρμογή και στους εργαζόμενους σε καθεστώς τηλεργασίας.
Ανταποκρινόμενη άμεσα η κυβέρνηση, ήδη επέκτεινε το μέτρο των αναστολών στον κλάδο και για τον Οκτώβρη, όπως και το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» μέχρι το τέλος του χρόνου...
...και το σχέδιο για την «επόμενη μέρα» της αντεργατικής επίθεσης
Ολα τα παραπάνω και πολύ περισσότερο την «επόμενη μέρα» της αντεργατικής επίθεσης έρχεται να κωδικοποιήσει η Εκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη», η οποία παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση στις αρχές του Αυγούστου. Με την ορολογία που συνοδεύει όλες τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, επικαλούμενη τη «χαμηλή παραγωγικότητα» και τις «αγκυλώσεις» στην ελληνική αγορά εργασίας, προδιαγράφει τα επόμενα χτυπήματα.
Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν τα εξής:
-- Η απαίτηση να γίνει ακόμα πιο ελαστικό το νομοθετικό πλαίσιο για τη δήλωση των υπερωριών των εργαζομένων, ώστε οι εργοδότες να μπορούν να αναγκάζουν τους εργαζόμενους σε αδήλωτες υπερωρίες που υποτίθεται θα δηλώνουν εκ των υστέρων... Ενα από τα πρώτα «έκτακτα» μέτρα των ΠΝΠ μέσα στην πανδημία επιβεβαιώνεται ότι ήρθε για να μείνει, συνοδευόμενο από τη σχετική απαίτηση για μείωση του κόστους των υπερωριών.
-- Η απαίτηση για μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και παραπέρα «ευελιξία» του εργατικού δυναμικού, κυρίως μέσα από την ακόμα πιο ελεύθερη δυνατότητα των επιχειρήσεων «να μεταβάλλουν» το εργατικό τους δυναμικό, δηλαδή να προχωρούν ανεξέλεγκτα σε απολύσεις όποτε το κρίνουν αναγκαίο, χωρίς να δεσμεύονται ούτε από τα προσχήματα που έχουν απομείνει μετά την απελευθέρωση των απολύσεων.
-- Ακόμα και η κατάρτιση του εργατικού δυναμικού σύμφωνα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων θα πρέπει να γίνεται με κρατικό χρήμα, δηλαδή μέσα από τη φορολόγηση του λαού. Οπως ρητά προτείνει το σχέδιο, «η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδοτεί τον εργοδότη που οργανώνει ή παρέχει κατάρτιση η οποία οδηγεί σε χειροπιαστές, πιστοποιημένες σύμφωνα με κριτήρια της αγοράς, και επιβεβαιωμένες δεξιότητες»!
Αντίστοιχα, η Εκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» σηματοδοτεί τη συνέχεια της αντιασφαλιστικής επίθεσης. Η κυβέρνηση ΝΔ, αφού «κλείδωσε» τις ανατροπές της προηγούμενης δεκαετίας, νομιμοποιώντας και μονιμοποιώντας τις ανατροπές του νόμου Κατρούγκαλου - ΣΥΡΙΖΑ, με τον νόμο που ψήφισε στις αρχές του έτους (νέος νόμος Βρούτση), αφού «έκλεισε» την υπόθεση των αναδρομικών στους συνταξιούχους με την τροπολογία η οποία «κουρεύει» ακόμα κι αυτά τα κουτσουρεμένα αναδρομικά που επιδίκασε το Συμβούλιο της Επικρατείας στη λεγόμενη «πρότυπη δίκη», τώρα πλέον βάζει πλώρη για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, ενώ υλοποιεί σταδιακά και την απόφασή της για δραστική απαλλαγή των επιχειρήσεων από τις ασφαλιστικές εισφορές κατά πέντε ολόκληρες μονάδες. Μάλιστα, η απαλλαγή των επιχειρήσεων από τις εισφορές τους προς τον ΕΦΚΑ και τους άλλους κοινωνικούς οργανισμούς (π.χ. ΟΑΕΔ) γίνεται σε μια στιγμή που τα έσοδα του ΕΦΚΑ μειώνονται σημαντικά. Μόνο το πρώτο επτάμηνο του έτους η πτώση των εσόδων εκτιμάται περίπου στο 10%, γεγονός που - κατά την πάγια τακτική όλων των κυβερνήσεων του κεφαλαίου - θα αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση για παραπέρα συμπίεση των συντάξεων και γενικά των παροχών προς τους ασφαλισμένους.
***
Πίσω
από την ξαναζεσταμένη σούπα περί «νέου αναπτυξιακού μοντέλου»,
«στήριξης του κόσμου της εργασίας», «μεταρρυθμίσεων για τη γρήγορη
επιστροφή στην ανάπτυξη», βρίσκεται ο νέος γύρος κλιμάκωσης της επίθεσης
σε βάρος των εργαζομένων και του λαού. Απέναντι σε αυτήν την ολομέτωπη
επίθεση επείγει η οργάνωση της εργατικής - λαϊκής απάντησης σε κάθε
κλάδο, σε κάθε χώρο δουλειάς, η ενίσχυση της πάλης για τις ανάγκες των
εργαζομένων και του λαού, οι οποίες είναι διαμετρικά αντίθετες με τα
σχέδια και τους στόχους του κεφαλαίου.
Γ. Ζαχ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου