Γεννήθηκε, 29/8/1931,
στη Νέα Ιωνία ο λαϊκός τραγουδιστής Στέλιος Καζαντζίδης
Τραγούδησε
τους καημούς, τους έρωτες, τις πίκρες, τις αδικίες του κόσμου... Φωνή - σύμβολο
μιας κοινωνίας που αγωνιζόταν να σταθεί στα πόδια της και αιμορραγούσε από τη
μάστιγα της ξενιτιάς, ο Στέλιος Καζαντζίδης τραγούδησε το μόχθο του εργάτη, τον
καημό και το θυμό του μετανάστη, την αγωνία και τους πόθους των απλών ανθρώπων
της δουλιάς.
Με τη δυνατή, καθαρή και με σπάνιες αποχρώσεις φωνή του, «μίλησε»
στις καρδιές τους, ερμηνεύοντας σπουδαία λαϊκά τραγούδια, αλλά και μεγάλες
δημιουργίες των Θεοδωράκη, Λεοντή, Χατζιδάκι, Λοΐζου, Ξαρχάκου.
Ριζωμένος στην καρδιά του λαού
Από
πολύ νωρίς ένιωσε τι σημαίνει πόνος, κοινωνική αδικία, αγώνας για την επιβίωση.
Γεννημένος τον Αύγουστο του 1931, στην προσφυγούπολη Νέα Ιωνία, ο Στέλιος
Καζαντζίδης στην αρχή της εφηβείας του μένει ορφανός από πατέρα. Αναγκάζεται να
κάνει όλες τις δουλιές του ποδαριού, προκειμένου να ζήσει τη μητέρα του και το
νεογέννητο αδελφό του. Ανάμεσα σε άλλα δούλεψε σαν αχθοφόρος και σαν
μικροπωλητής στις αγορές, ενώ κάτω από αντίξοες συνθήκες στις οικοδομές και σε
εργοστάσια της Ν. Ιωνίας.
Το 1950 ξεκινά η μεγάλη πορεία του στο τραγούδι, που
μας πρόσφερε αμέτρητες επιτυχίες: «Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Η πρώτη αγάπη», «Η
κοινωνία με κατακρίνει», «Μαντουμπάλα», «Ζιγκουάλα», «Απόκληρος της κοινωνίας»,
«Είσαι η ζωή μου», «Φεύγω με πίκρα στα ξένα», «Στις φάμπρικες της Γερμανίας»,
«Καρδιά πληγωμένη» κ.ά.
Μέσα σε μία χρονιά, το 1959, το δισκάκι 45 στροφών με
τη «Μαντουμπάλα» στη μια πλευρά και το «Δυο πόρτες έχει η ζωή», στην άλλη,
πούλησε 96 χιλιάδες αντίτυπα, σπάζοντας το ρεκόρ των 45.000, που είχε ως τότε
το «Γαρίφαλο στ' αυτί» των Χατζιδάκι - Σακελλάριου.
Οι πωλήσεις, μάλιστα,
παρέμειναν σε υψηλό επίπεδο για ακόμα 7 - 8 χρόνια. Απόλυτος κυρίαρχος στο
λαϊκό τραγούδι μέχρι το '65, ο Στ. Καζαντζίδης ερμηνεύει τραγούδια με θέμα
κοινωνικό - τα περισσότερα αναφέρονταν στη μετανάστευση- μιλώντας στις καρδιές
των εργατών με τα «Μουτζουρωμένα χέρια», όσων «γεύονται» το πικρό «Ψωμί της
ξενιτιάς», «Στον Καναδά, στη Βραζιλία», ή στου «Βελγίου τις στοές».
Τραγουδά
για τα παλικάρια στις «Φάμπρικες», για τις φτωχογειτονιές, για τον έρωτα, για
το χωρισμό, το άδικο, αλλά και για κάποιες εξωτικές γυναίκες με τα παράξενα
ονόματα Μαντουμπάλα, Ζιγκουάλα, Μανώλια...
Ερμηνεύει
τραγούδια όλων των μεγάλων δημιουργών της εποχής: Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Χιώτη,
Μητσάκη, Καλδάρα, Παπαγιαννοπούλου, Δερβενιώτη, Βίρβου, Κολοκοτρώνη,
Καραπατάκη, Μπακάλη κ.ά., ενώ γράφει και δικά του τραγούδια.
Σταθμοί στην
πορεία του Στ. Καζαντζίδη και της Μαρινέλλας υπήρξαν οι συνεργασίες τους με
τους «έντεχνους» δημιουργούς. Από τη δεκαετία του '60 ακόμη, ο Στ. Καζαντζίδης
συγκρούστηκε με το κατεστημένο των δισκογραφικών εταιριών και τη νύχτα.
Το 1965
παίρνει την απόφαση να μείνει μακριά από τα κέντρα - απόφαση που τήρησε για όλα
τα μετέπειτα 35 χρόνια. Από τότε η επαφή του με τον κόσμο γίνεται μόνο μέσα από
μικρούς δίσκους 45 στροφών που κυκλοφορούν τακτικά, με μεγάλη επιτυχία.
Προσπαθώντας να φύγει από την «Odeon - Parlophone - Megaphone» του Μάτσα
(κατοπινή «Μίνως»), στην οποία πήγε αφήνοντας την «Κολούμπια», δημιούργησε τη
δική του εταιρία, την «Standard», που έκλεισε μετά από μικρό διάστημα
λειτουργίας, ενώ ηχογράφησε και λίγα τραγούδια στη μικρή τότε «Philips».
Αναγκάζεται να γυρίσει στη «Μίνως» κι όλες του οι ηχογραφήσεις στη δεκαετία του
'70 γίνονται εκεί. Το 1976 κι ενώ έχει γνωρίσει μεγάλη επιτυχία με το δίσκο
«Υπάρχω», η φωνή του Καζαντζίδη μπαίνει σε καραντίνα εντεκάμισι χρόνων, με
δικαστικές αποφάσεις.
Ο μεθοδευμένος και εξουθενωτικός για το λαϊκό τραγουδιστή
πόλεμος, που εκπορευόταν από τις δισκογραφικές εταιρίες, τον κρατά έξω από τα
στούντιο, στην πιο ώριμη περίοδο της καριέρας του. «Χρόνια ολόκληρα με
βασάνιζαν οι εταιρίες. Μου τσάκισαν την ψυχολογία», έλεγε.
Το δεσμευτικό
συμβόλαιό του λύθηκε μόλις το 1987, με νόμο που εισηγήθηκε στη Βουλή ο Αντώνης
Τρίτσης. Από το 1987 μέχρι τέλους, η καλλιτεχνική του δραστηριότητα συνδέθηκε
με ηχογραφήσεις δίσκων. Ξεχωριστή ήταν η ερμηνεία του με τους Χ. και Π.
Κατσιμίχα στο τραγούδι του Αντώνη Βαρδή «Στην Ελλάς του 2000». Την τελευταία
πενταετία τραγούδησε έργα σε ποντιακή γλώσσα, που αγαπήθηκαν από τον Ποντιακό
Ελληνισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου