Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

Η γυναίκα στο σοσιαλισμό


Η γυναικεία ανισοτιμία είναι κοινωνικό - ιστορικό φαινόμενο σύμφυτο με την ταξική εκμετάλλευση και την ατομική - καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Δεν αποτελεί χαρακτηριστικό της ανθρώπινης κοινωνίας από τη γέννησή της, ούτε πρόκειται να τη συνοδεύει αιώνια. Εμφανίστηκε σε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, ως άμεσο αποτέλεσμα της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις και συνόδευσε όλες τις ταξικές, εκμεταλλευτικές κοινωνίες που γνώρισε η ανθρωπότητα.

Η φύση του γυναικείου ζητήματος είναι λοιπόν ταξική, οι ρίζες του βρίσκονται στις εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής. Αυτές οι σχέσεις παραγωγής έχουν με τη σειρά τους αντανάκλαση και στο εποικοδόμημα της κοινωνίας, διαμορφώνουν τις αντιλήψεις, τις απόψεις, τις προκαταλήψεις για τη θέση και το ρόλο της γυναίκας. Η εξάλειψη του γυναικείου ζητήματος προϋποθέτει την ανατροπή της υλικής βάσης που το γεννά. Προϋποθέτει την ανατροπή του καπιταλισμού, της τελευταίας εκμεταλλευτικής κοινωνίας στην Ιστορία της ανθρωπότητας και την οικοδόμηση μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, άρα χωρίς καπιταλιστές ιδιοκτήτες στα μέσα παραγωγής, η ιδιοκτησία των οποίων γίνεται κοινωνική. Είναι η κοινωνία του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Μια κοινωνία, που θα θέσει αρχικά τις βάσεις για να κατακτηθεί η ισοτιμία των δυο φύλων, ως την πλήρη εξασφάλισή της.

Το δρόμο για την απελευθέρωση των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων από την εκμετάλλευση και τη διπλή καταπίεση, άνοιξε η Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, το 1917 στη Ρωσία. Η σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα στη Σοβιετική Ενωση, στη ΓΛΔ, στις άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες, ανεξάρτητα από τις αδυναμίες, και από ένα σημείο και μετά τα λάθη και τις παρεκκλίσεις, ανέδειξε το πραγματικό περιεχόμενο της χειραφέτησης της γυναίκας.

Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να παραχωρήσει πραγματική ισοτιμία, γιατί αυτή έρχεται σε αντίθεση με τον εκμεταλλευτικό του χαρακτήρα. Εχει συμφέρον να διατηρεί την ανισοτιμία εξαιτίας του φύλου, να τη χρησιμοποιεί για να εντείνει την εκμετάλλευση και των δύο φύλων.

Η θέση που κατέκτησε η γυναίκα στο σοσιαλισμό ήταν ανώτερη από αυτή που κατέχει και στην πιο αναπτυγμένη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία. Η εργατική εξουσία και η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής έθεσαν τις βάσεις, προκειμένου οι γυναίκες να κατακτήσουν την ισοτιμία με το ανδρικό φύλο, σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Τέτοια που δεν είναι δυνατόν να κατακτηθεί χωρίς να γκρεμιστεί ο κόσμος της ανισότητας και της εκμετάλλευσης, χωρίς να ανατραπεί ο καπιταλισμός.

Η θέση της γυναίκας στην προ-επαναστατική Ρωσία

Σοβιέτ εργατών στη Μόσχα. Εργάτες και εργάτριες συζητούν για την παραγωγή

Για να εκτιμηθεί σωστά η προσφορά του σοσιαλισμού στην υπόθεση της απελευθέρωσης της γυναίκας, είναι ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι συνθήκες και τα εμπόδια που έπρεπε να ξεπεραστούν. Η Οχτωβριανή Επανάσταση, το 1917, βρήκε τη γυναίκα σε κατάσταση πραγματικής σκλαβιάς, να υφίσταται τόσο την ταξική εκμετάλλευση, όσο και τη φυλετική καταπίεση.

Από τις εργαζόμενες γυναίκες στην προ-επαναστατική Ρωσία, το 80% ήταν ανειδίκευτες εργάτριες, κυρίως οικιακές βοηθοί και μαγείρισσες. Το 13% εργαζόταν στη βιομηχανία και μόνο το 4% στην εκπαίδευση. Η εργάτρια λάμβανε τη μισή αμοιβή από αυτήν που έπαιρνε ο άνδρας εργάτης, για την ίδια ακριβώς δουλειά. Το μέσο ημερομίσθιο ενός εργάτη ανερχόταν σε 1 ρούβλι και 41 καπίκια, ενώ η εργάτρια αμειβόταν, κατά μέσο όρο, με το μισό, δηλαδή με 72 καπίκια.

Σε σχέση με την προστασία της υγείας, το 1913 αναλογούσε ένας γιατρός σε 5.656 άτομα. Αν συνυπολογίσουμε το γεγονός πως η πλειοψηφία των γιατρών συγκεντρωνόταν στις μεγάλες πόλεις, γίνεται κατανοητό πως ακόμα και η στοιχειώδης ιατρική φροντίδα και περίθαλψη παρέμενε άγνωστη σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Την ίδια χρονιά, οι κλίνες για τις εγκύους και τις λεχώνες ήταν μόλις 7.500 και μόνο το 5% των παιδιών γεννιόταν σε νοσοκομείο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν το πολύ υψηλό ποσοστό της βρεφικής θνησιμότητας. Υπολογίζεται πως ένα στα τρία παιδιά δεν κατάφερνε να επιζήσει μέχρι την ηλικία των τριών ετών.

Ο αναλφαβητισμός αποτελούσε μαζικό φαινόμενο. Το ποσοστό του έφτανε το 76% στο γενικό πληθυσμό και στις γυναίκες άγγιζε το 87%. Το να γνωρίζει μια γυναίκα γραφή και ανάγνωση ήταν εξαιρετικά σπάνιο.

Η κατάσταση ήταν ακόμα χειρότερη στην Ανατολή, στις περιοχές της Κεντρικής Ασίας. Εκεί, λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, επικρατούσαν συνθήκες βαθιάς πολιτιστικής και γενικότερης κοινωνικής καθυστέρησης. Ο αναλφαβητισμός ήταν σχεδόν καθολικός. Χαρακτηριστικό είναι πως πολλές από τις διαλέκτους των περιοχών αυτών δεν είχαν πριν την Επανάσταση γραπτή μορφή, ήταν μόνο προφορικές. Από το λεξιλόγιό τους απουσίαζαν έννοιες, όπως «σχολείο», «βιβλίο», «γιατρός». Κυριαρχούσαν ακραίες αναχρονιστικές αντιλήψεις και προκαταλήψεις, που κατέτασσαν τη γυναίκα ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο και έδιναν στον άνδρα δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω της. Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού έπρεπε να ξεπεράσει ιδιαίτερες, σύνθετες δυσκολίες.

Τα πρώτα βήματα

  

Η Οχτωβριανή Επανάσταση παραχώρησε πλήρη πολιτικά δικαιώματα στις γυναίκες, με ένα από τα πρώτα της Διατάγματα, το Δεκέμβρη του 1917. Την εποχή εκείνη, οι γυναίκες είχαν πολιτικά δικαιώματα μόλις σε 6 χώρες σε όλο τον κόσμο.

Η σοβιετική εξουσία έκανε πράξη, από τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής της, τη νομική ισότητα των δύο φύλων. Κατάργησε όλους τους νόμους που καθιστούσαν τη γυναίκα υποδεέστερη, που την κρατούσαν σε κατάσταση υποταγής. Κατάργησε επίσης τους νόμους εκείνους που διέκριναν το «νόμιμο» από το εξώγαμο παιδί. Εδωσε στη γυναίκα τη δυνατότητα να μηνύει τον άνδρα που δεν αναγνώριζε το παιδί του. Καθιέρωσε τον πολιτικό γάμο και αναγνώρισε ίσα δικαιώματα σε άνδρες και γυναίκες στην οικογένεια. Απαγόρευσε την πορνεία, παίρνοντας ταυτόχρονα μέτρα για την εξάλειψή της.

Η μάχη ενάντια στον αναλφαβητισμό ήταν μια από τις μεγαλύτερες μάχες των πρώτων χρόνων της σοβιετικής εξουσίας. Σύμφωνα με το Διάταγμα που εκδόθηκε το Δεκέμβρη του 1917, οι αναλφάβητοι εργαζόμενοι είχαν μειωμένη κατά 2 ώρες εργάσιμη μέρα, προκειμένου να παρακολουθούν τμήματα εκμάθησης ανάγνωσης και γραφής. Η αμοιβή τους δε μειωνόταν αντίστοιχα, αλλά παρέμενε πλήρης. Από το 1917 έως το 1920 έμαθαν γραφή και ανάγνωση 7 εκατομμύρια άνθρωποι, ανάμεσά τους 4 εκατομμύρια γυναίκες.

Η ισοτιμία που κατέκτησαν οι γυναίκες στο σοσιαλισμό δεν περιοριζόταν μόνο στα πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες, δεν εξαντλούνταν στη νομική ισότητα με τον άνδρα. Η σοβιετική εξουσία κατέβαλε διαρκή και επίμονη προσπάθεια, ώστε η ισότητα απέναντι στο νόμο να μην είναι μόνο τυπική, αλλά να γίνει και ουσιαστική ισότητα, ισότητα στη ζωή.

Η συμμετοχή των γυναικών στην εργατική εξουσία

Ο σοσιαλισμός δημιούργησε πλήθος υπηρεσιών, που παρείχαν βοήθεια στη μητέρα και στήριζαν το ζευγάρι των γονιών: Συμβουλευτικά γραφεία, βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς, «σπίτια μητέρας και βρέφους»
  

Στα πλαίσια της εργατικής εξουσίας οι εργαζόμενοι, άνδρες και γυναίκες, απέκτησαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Με τη συμμετοχή τους στα συμβούλια εργαζομένων, τα Σοβιέτ, που αποτελούσαν τον πυρήνα της εξουσίας, νομοθετούσαν, υλοποιούσαν τις αποφάσεις και τους νόμους, ασκούσαν έλεγχο, διεύθυναν μέσα από τον κεντρικό σχεδιασμό την παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων.

Το κόμμα των Μπολσεβίκων έδωσε ιδιαίτερο βάρος στην προσέλκυση των γυναικών της εργατικής τάξης στην εξουσία. Στο 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, το 1917, ψηφίστηκε η συμμετοχή των οργανώσεων των εργαζόμενων γυναικών, μαζί με άλλες μαζικές οργανώσεις, στη διακυβέρνηση του κράτους. Η ενεργός συμμετοχή των γυναικών συναντούσε δυσκολίες εξαιτίας και των καθυστερημένων αντιλήψεων για τη θέση και το ρόλο τους. Η επίμονη προσπάθεια είχε ως αποτέλεσμα τη συνεχή αύξηση του αριθμού των εργατριών και αγροτισσών στα σοβιέτ και στα λαϊκά δικαστήρια. Από το 1922 έως το 1928 ο αριθμός των γυναικών αντιπροσώπων αυξήθηκε κατά 9 φορές, φτάνοντας τις 830.700. Τη δεκαετία του '70 οι γυναίκες αποτελούσαν το 35,5% του Ανώτατου Σοβιέτ και το 45,8% των τοπικών Σοβιέτ. Την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ κατείχαν μόλις το 5% στην ομοσπονδιακή και τις τοπικές κυβερνήσεις.

Αντίστοιχη θετική πείρα υπάρχει και από τη συμμετοχή των γυναικών στη δημόσια ζωή και την πολιτική δραστηριότητα στη ΓΛΔ. Είναι χαρακτηριστικό πως το ποσοστό των γυναικών που ήταν μέλη σωματείων ανερχόταν στη ΓΛΔ σε 96%, ενώ στην ΟΔΓ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 13%.

Η συμμετοχή των γυναικών στη σοσιαλιστική παραγωγή

H T. Kislyakova, η καλύτερη μηχανικός του σοβχόζ «Μελίνκοφ», πίνακας του Yuri Milovich Tulin, 1961

 

Στο σοσιαλισμό η εργατική δύναμη έπαψε να είναι εμπόρευμα και οι εργαζόμενοι, εκτός από παραγωγοί, έγιναν και ιδιοκτήτες του πλούτου που δημιουργούσε η δουλειά τους. Από τους πρώτους μήνες της επικράτησής της, και παρά τις αντίξοες συνθήκες, η Οχτωβριανή Επανάσταση καθιέρωσε την 8ωρη εργάσιμη ημέρα. Παραχωρήθηκε στους εργαζόμενους μια ελεύθερη ημέρα την εβδομάδα και το δικαίωμα για κανονική άδεια και διακοπές κάθε χρόνο. Εξασφαλίστηκε μόνιμη δουλειά για όλους και εξαλείφθηκε το φαινόμενο της ανεργίας.

Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έδωσε τη δυνατότητα για νέες κατακτήσεις στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Από το 1956 καθιερώθηκε στη Σοβιετική Ενωση το 7ωρο και η πενθήμερη εργάσιμη εβδομάδα. Οι διακοπές εξασφαλίστηκαν ως δικαίωμα για όλους και το σοβιετικό κράτος είχε φροντίσει για τη δημιουργία των απαραίτητων υποδομών για την ανάπαυση και την αναψυχή των εργαζομένων. Οι κατακτήσεις αυτές δεν ήταν μόνο πρωτόγνωρες την εποχή που σημειώθηκαν. Αποτελούν και σήμερα ακόμη φάρο για την εργατική τάξη, δείχνουν τι μπορεί να προσφέρει στους εργαζόμενους η απελευθέρωσή τους από την εκμετάλλευση του κεφαλαίου.

Η εργασία στη σοσιαλιστική παραγωγή αναδείχθηκε σε βασικό στοιχείο της χειραφέτησης της γυναίκας. Νομοθετήθηκε η παροχή ίσης αμοιβής σε γυναίκες και άνδρες για ίση εργασία. Η ισότητα στο σοσιαλισμό δε γινόταν όμως αντιληπτή ως εξίσωση των δύο φύλων ως προς την παραγωγικότητα της εργασίας τους. Η διαφορετικότητα του γυναικείου οργανισμού και οι ιδιαίτερες ανάγκες του λήφθηκαν σοβαρά υπόψη και θεσπίστηκαν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την προστασία του στους χώρους δουλειάς.

Απαγορεύθηκε η νυχτερινή εργασία των γυναικών στη βιομηχανία και περιορίστηκε το όριο βάρους που επιτρεπόταν να σηκώνουν οι εργάτριες. Η συνταξιοδότηση των γυναικών γινόταν στην ηλικία των 55 χρόνων, με 5ετή διαφορά από τους άνδρες.

Στην ύπαιθρο, οι αλλαγές στην αγροτική παραγωγή είχαν σημαντική αντανάκλαση στην αλλαγή της θέσης της γυναίκας. Με τη μάχη ενάντια στους κουλάκους, την αστική τάξη του χωριού, έγινε δυνατή η συνένωση των διάσπαρτων ατομικών αγροτικών νοικοκυριών σε παραγωγικούς συνεταιρισμούς, τα κολχόζ. Ανοιξε έτσι ο δρόμος για να αλλάξει ο παραδοσιακός τρόπος ζωής και να ξεπεραστούν οι προκαταλήψεις για το ρόλο των γυναικών. Προκαταλήψεις που ήταν ιδιαίτερα έντονες στις συνθήκες σκοταδισμού και θρησκοληψίας, που κυριαρχούσαν έως τότε στο χωριό. Μεγαλύτερες αλλαγές σημειώθηκαν στα κρατικά αγροκτήματα, τα σοβχόζ, όπου η κοινωνική παραγωγή ήταν άμεση. Με την εξάλειψη του αναλφαβητισμού, τη θέσπιση της υποχρεωτικής παιδείας και τη γενίκευση της ανώτατης μόρφωσης μειώθηκε και το ποσοστό της ανειδίκευτης εργασίας των γυναικών. Η άνοδος της επιστημονικής και της τεχνικής ειδίκευσης και η αξιοποίηση της τεχνολογίας στην παραγωγή συνέβαλαν ώστε να κατακτήσουν οι γυναίκες στην ΕΣΣΔ όλους σχεδόν τους τομείς επαγγελματικής δραστηριότητας. Μετά από τις πρώτες τέσσερις δεκαετίες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης έφτασαν να αποτελούν το 40% του συνόλου των επιστημόνων, το 72% των γιατρών, το 71% των εκπαιδευτικών, το 1/3 των μηχανικών.

Στη ΓΛΔ η συμμετοχή στην κοινωνική παραγωγή ήταν επίσης σημαντική. 8 στις 10 γυναίκες, από αυτές που βρίσκονταν σε ηλικία κατάλληλη προς εργασία, εργάζονταν. Τα ποσοστά της ειδικευμένης γυναικείας εργασίας αυξάνονταν συνεχώς. Το 1970, για παράδειγμα, οι γυναίκες συνιστούσαν το 67% του ειδικευμένου προσωπικού στη χημική βιομηχανία και το 56% των μηχανικών.

Η κοινωνική αναγνώριση και προστασία της μητρότητας

 

Οι γυναίκες με μικρά παιδιά είχαν τη βοήθεια και τη στήριξη του σοσιαλιστικού κράτους της ΕΣΣΔ. Στη φωτογραφία, δύο βοηθοί καταστήματος μετέφεραν τρόφιμα στη μητέρα μικρών παιδιών

Ο σοσιαλισμός επέτρεψε να συνδυαστεί χωρίς αντιφάσεις η συμμετοχή της γυναίκας στην κοινωνική εργασία με τη μητρότητα. Το δικαίωμα στην εργασία δεν ερχόταν σε αντιπαράθεση με το δικαίωμα στη μητρότητα, και τα δύο προστατεύονταν με μια σειρά μέτρων.

Στα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας οργανώθηκε δίκτυο ιατρείων για την παρακολούθηση των γυναικών στα μαιευτήρια και τα γυναικολογικά τμήματα των νοσοκομείων. Παρόμοιο δίκτυο λειτουργούσε στα χωριά και στα κολχόζ. Το πρόβλημα της εξασφάλισης νοσοκομειακής περίθαλψης κατά τον τοκετό για όλες τις γυναίκες είχε λυθεί ολοκληρωτικά.

Ειδικοί και αυστηρότατοι νόμοι προστάτευαν στη Σοβιετική Ενωση την εργαζόμενη γυναίκα κατά το διάστημα της εγκυμοσύνης, του τοκετού και έπειτα από τη γέννηση του παιδιού. Κάθε μητέρα δικαιούταν 4 μήνες άδειας, 2 πριν και 2 μετά τον τοκετό, με πλήρεις αποδοχές. Αν επιθυμούσε να σταματήσει τη δουλειά της για ένα χρόνο, ο νόμος εξασφάλιζε το δικαίωμα επανόδου στην ίδια εργασία που είχε πριν. Στα εστιατόρια που λειτουργούσαν στους χώρους δουλειάς ετοιμαζόταν ειδικό φαγητό για τις εγκύους, κατάλληλο ώστε να καλύπτει τις ιδιαίτερες διατροφικές τους ανάγκες. Οι μητέρες δικαιούνταν ένα διάλειμμα 30 λεπτών κάθε 3 ώρες εργασίας, προκειμένου να θηλάσουν το παιδί τους, χωρίς καμία μείωση των αποδοχών τους. Επίσης, καταβάλλονταν επιδόματα, ως πρόσθετη στήριξη στους γονείς προκειμένου να ικανοποιήσουν τις ανάγκες που προκύπτουν από τη γέννηση ενός παιδιού. Ηδη το 1927, σε κάθε γέννα παιδιού καταβάλλονταν 30 ρούβλια και άλλα 7,5 ρούβλια κάθε μήνα για τους επόμενους 9 μήνες.

Οι πρόσθετες και εξειδικευμένες ανάγκες που έχει ο γυναικείος οργανισμός λόγω του αναπαραγωγικού του ρόλου προστατεύθηκαν ιδιαίτερα στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου συστήματος υγείας. Το 1918 ιδρύθηκε στα πλαίσια του Λαϊκού Επιτροπάτου κοινωνικής πρόνοιας τμήμα προστασίας της μητρότητας και του παιδιού. Η λειτουργία του εξασφάλιζε την προστασία του εμβρύου, την ανάπτυξη του παιδιού, την προαγωγή της υγείας της μητέρας. Την περίοδο 1929-1932 οι δαπάνες για την υγεία τετραπλασιάστηκαν, δημιουργήθηκαν μια σειρά από υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας που αφορούσαν την εγκυμοσύνη και τον τοκετό. Το 1940 οι κλίνες για τις εγκύους έφτασαν τις 147.000 ενώ το 1975 τις 223.000. Ολες αυτές οι υπηρεσίες, τα νοσοκομεία, τα μαιευτήρια, οι γιατροί ήταν στην ευθύνη του κράτους και απολύτως δωρεάν για τους εργαζόμενους που τις χρειάζονταν. Η παροχή δωρεάν ιατρικής φροντίδας και περίθαλψης, το βάρος που δόθηκε στην πρόληψη και στην προαγωγή της υγείας του πληθυσμού, είχε ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη μείωση της θνησιμότητας, τόσο των βρεφών, όσο και του γενικού πληθυσμού, την αύξηση της μέσης διάρκειας ζωής.

Το 1987 στην ΕΣΣΔ στο κρατικό σύστημα προστασίας της μητέρας και του παιδιού εντάσσονταν, ανάμεσα στ' άλλα, πάνω από 28 χιλιάδες γυναικεία ιατρεία και παιδικές πολυκλινικές.

Ο σοσιαλισμός δημιούργησε ένα πλήθος υπηρεσιών που παρείχαν βοήθεια στη μητέρα και στήριζαν το ζευγάρι των γονιών: Συμβουλευτικά γραφεία, βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς, «Σπίτια μητέρας και βρέφους». Μετά τη γέννηση του παιδιού, οι γονείς δέχονταν τη βοήθεια και τις συμβουλές εξειδικευμένου προσωπικού για τη φροντίδα του παιδιού τους. Η βοήθεια αυτή παρεχόταν με επισκέψεις των γονιών στις συμβουλευτικές υπηρεσίες, αλλά και με επισκέψεις των ειδικών στο σπίτι της οικογένειας.

Το δίκτυο των υποδομών και υπηρεσιών προσχολικής αγωγής και δημιουργικής απασχόλησης βρεφών και νηπίων ήταν τόσο πυκνό ώστε να βρίσκεται μέσα ή δίπλα σε κάθε χώρο εργασίας. Οι υποδομές αυτές ήταν κρατικές και παρέχονταν δωρεάν ή με ασήμαντη επιβάρυνση για την οικογένεια. Το 1927, ο αριθμός των βρεφοκομείων και των «Σπιτιών μητέρας και βρέφους» έφτασε στις πόλεις σε 1.705 και στα χωριά σε 4.110. Το 1977 υπήρχαν περισσότερα από 106.000 νηπιαγωγεία και παιδικοί σταθμοί, με ικανότητα υποδοχής 11.700.000 παιδιών. Ακόμα και στην περίπτωση ασθενείας του παιδιού, ειδικές υπηρεσίες και προσωπικό μπορούσαν να αναλάβουν τη φροντίδα του, στους χώρους των αναρρωτηρίων των σταθμών. Το 1987 πάνω από 16 εκατομμύρια Σοβιετικά παιδιά πήγαιναν σε 140 χιλιάδες παιδικούς σταθμούς. Το κράτος κάλυπτε τα 4/5 των εξόδων συντήρησής τους: Το ποσόν που πλήρωναν οι γονείς δεν κάλυπτε ούτε καν το κόστος διατροφής των παιδιών, ενώ για ορισμένες οικογένειες όπως οι πολύτεκνες ή με χαμηλά εισοδήματα οι παιδικοί σταθμοί ήταν δωρεάν. Ακόμη τα παιδιά μέχρι την ηλικία των 3 χρόνων δικαιούνταν δωρεάν φάρμακα.

Ο κρατικός προϋπολογισμός προέβλεπε κονδύλια, που το ύψος τους συνεχώς αυξανόταν, για τη φροντίδα των παιδιών στα βρεφοκομεία, τους παιδικούς σταθμούς, τις κατασκηνώσεις και σε άλλα ιδρύματα εξωσχολικής απασχόλησης.

Με τον τρόπο αυτό η γυναίκα μπορούσε να συμμετέχει στην παραγωγή, να μην ξεκόβεται από αυτή λόγω της μητρότητας, να μην πέφτει το βάρος της ανατροφής του παιδιού αποκλειστικά στους δικούς της ώμους.

Αντίστοιχο δίκτυο συμβουλευτικών, βρεφικών και παιδικών σταθμών δημιουργήθηκε και στη ΓΛΔ. Ιδιαίτερη βοήθεια και υποστήριξη παρεχόταν στους ανύπαντρους γονείς και στις πολύτεκνες οικογένειες. Αυτή περιλάμβανε κρατικές επιχορηγήσεις για την αγορά ρουχισμού, επίπλων και άλλων αγαθών, καθώς και τη διάθεση περισσότερων θέσεων για διακοπές στα λεγόμενα «Σπίτια ανάπαυσης».

Επιπλέον, η ΕΣΣΔ εξασφάλισε το χαμηλότερο νοίκι στον κόσμο. Οι δαπάνες για τη στέγη ισοδυναμούσαν με το 3% περίπου του προϋπολογισμού μιας οικογένειας. Από το 1948 οι τιμές του ρεύματος, της θέρμανσης, του ζεστού νερού, του τηλεφώνου έμεναν αμετάβλητες γι' αυτά τα αγαθά. Κάτω από τις ευνοϊκές αυτές συνθήκες, δινόταν έμπρακτη στήριξη στην εργαζόμενη γυναίκα και στην οικογένειά της.

Η προσπάθεια για την κοινωνικοποίηση του νοικοκυριού

  

Στο σοσιαλισμό το νοικοκυριό δεν θεωρούνταν αποκλειστικά ατομική και οικογενειακή υπόθεση που έπρεπε να βαραίνει κυρίως τη γυναίκα. Η οικογένεια δεν αποτελούσε οικονομικό κύτταρο της κοινωνίας και δε μετακυλίονταν στην ευθύνη της οι εργασίες που μπορούσαν να πραγματοποιηθούν στην κοινωνική παραγωγή. Αντιθέτως, η κάλυψη των σχετικών αναγκών αντιμετωπιζόταν ως ευθύνη της σοσιαλιστικής κοινωνίας, η οποία έπρεπε να δημιουργήσει αντίστοιχες υποδομές και υπηρεσίες.

Δόθηκε βάρος τόσο στον τεχνικό εξοπλισμό του ατομικού νοικοκυριού, όσο και στη μεταφορά όσων εργασιών ήταν δυνατό στην κοινωνική παραγωγή. Είναι ενδεικτικό ότι ήδη από τη δεκαετία του 1960, τα ατομικά νοικοκυριά των εργαζομένων στην ΕΣΣΔ διέθεταν πλυντήριο ρούχων. Παράλληλα, δημιουργήθηκε ένα δίκτυο υπηρεσιών για την ικανοποίηση των αναγκών της οικογένειας. Τόσο στην ΕΣΣΔ όσο και στη ΓΛΔ οι εργαζόμενοι μπορούσαν να σιτίζονται σε εστιατόρια που λειτουργούσαν στους χώρους δουλειάς τους και τα παιδιά στα σχολεία και στους παιδικούς σταθμούς. Υπήρχαν πλυντήρια, σιδερωτήρια, υπηρεσίες για την επιδιόρθωση ρούχων, για την επισκευή οικιακών συσκευών.

Στη ΓΛΔ στα μεγάλα εργοστάσια λειτουργούσε εμπορικό κατάστημα με πολύπλευρες υπηρεσίες, όπως πλυντήριο, ραφείο και κομμωτήριο. Επίσης, κάθε Παρασκευή οι εργαζόμενοι μπορούσαν να προμηθευτούν σε χαμηλή τιμή μισομαγειρεμένα γεύματα, τα οποία μπορούσαν να ετοιμαστούν πολύ γρήγορα το Σαββατοκύριακο στο σπίτι.

Με τον τρόπο αυτό απελευθερωνόταν για τη γυναίκα και για ολόκληρη την οικογένεια χρόνος που μπορούσε να διατεθεί στην ενασχόληση με τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, την αναψυχή. Η απαλλαγή της γυναίκας από τα πολλαπλά βάρη που ήταν αναγκασμένη να σηκώνει της έδωσε τη δυνατότητα να συμμετέχει στην κοινωνική παραγωγή, αλλά και στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Με την έννοια αυτή η κοινωνικοποίηση των εργασιών του νοικοκυριού αναδείχθηκε σε σημαντικό κρίκο για τη χειραφέτηση της γυναίκας. Επιπλέον αυξανόταν ο ελεύθερος χρόνος της.

Η συμβολή των γυναικών στη σοσιαλιστική οικοδόμηση

Η σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά και η οικοδόμηση της νέας κοινωνίας έχουν απαραίτητο όρο και προϋπόθεση την ενεργό συμμετοχή, τη συμβολή και τη δράση της εργατικής τάξης και των σύμμαχων λαϊκών στρωμάτων. Οι Σοβιετικές γυναίκες κατέθεσαν σημαντική συμβολή στην υπόθεση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Στην Οχτωβριανή Επανάσταση αναγνώρισαν το μεγαλύτερο σύμμαχο στην πάλη τους ώστε να απαλλαγούν από τη διπλή καταπίεση και την εκμετάλλευση. Ανταποκρίθηκαν στο καθήκον τους και στάθηκαν σταθερές στην υπεράσπιση του σοσιαλισμού, κατέβαλαν ακόμα και θυσίες όταν αυτό απαιτήθηκε.

Η εδραίωση της σοβιετικής εξουσίας δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Οι δυνάμεις της αστικής τάξης, με τη συνδρομή του διεθνούς κεφαλαίου, κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να την καταπνίξουν. Στις οξυμένες συνθήκες που δημιούργησε το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου, οι εργάτριες και οι αγρότισσες έλαβαν μέρος στην επαναστατική πάλη μέσα και από ειδικές γυναικείες επιτροπές, τα «Ζενοτντέλι», οι οποίες ιδρύθηκαν το Νοέμβρη του 1918.

Κατά τη διάρκεια, αλλά και αμέσως μετά τον εμφύλιο, προκειμένου να στηριχτεί η σοβιετική εξουσία στα πρώτα της βήματα και να αντιμετωπίσει τους πολλούς και ισχυρούς της εχθρούς, γεννήθηκαν τα Κομμουνιστικά Σάββατα. Οι εργαζόμενοι, δηλαδή, επέλεγαν συνειδητά να προσφέρουν επιπλέον εργασία το Σάββατο. Από το Μάη του 1920 έως το Μάρτη του 1921 υπολογίζεται πως 250.000 γυναίκες έλαβαν μέρος στα Κομμουνιστικά Σάββατα στη Μόσχα, συμβάλλοντας και αυτές με την εθελοντική τους εργασία στην επικράτηση της επανάστασης στον εξελισσόμενο εμφύλιο πόλεμο.

Ενδεικτικό παράδειγμα της συμβολής των γυναικών στα πρώτα και δύσκολα χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αποτελούν οι εργάτριες του εργοστασίου ιματισμού στην περιοχή του Σμόλενσκ. Οι γυναίκες αυτές πήραν την πρωτοβουλία να παραμένουν στη δουλειά μετά το τέλος της βάρδιάς τους και να ασχολούνται με την επιδιόρθωση εκατοντάδων χαλασμένων μηχανών, που βρίσκονταν στο χώρο του εργοστασίου. Ο στόχος τους επιτεύχθηκε το 1924, όταν όλες οι μηχανές μπόρεσαν να τεθούν ξανά σε λειτουργία, αυξάνοντας κατακόρυφα την παραγωγή.

Η αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στην παραγωγή συνέβαλε ώστε, το 1926, να ανακτήσει η χώρα το προπολεμικό επίπεδο παραγωγής, να ξεπεραστούν οι καταστροφές του εμφυλίου και να ανοικοδομηθεί η οικονομία.

Το 1935 γεννήθηκε το Σταχανοφικό κίνημα. Το κίνημα δηλαδή των πρωτοπόρων εργατών, που οργανώνοντας την παραγωγή με βάση τις κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνικής συνέβαλαν στη μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Πολλές γυναίκες αναδείχθηκαν, στα πλαίσια του Σταχανοφικού κινήματος, σε πρωτοπόρες εργάτριες και έδωσαν ώθηση στην αλματώδη ανάπτυξη της παραγωγής. Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι και αυτό της Ουκρανής Πάσα Αγκελίνα: Ως επικεφαλής μηχανοτρακτερικού σταθμού κατάφερε να αναδιοργανώσει την παραγωγή ώστε να οργώσει 1.225 εκτάρια ανά τρακτέρ, αντί για 300 εκτάρια που ήταν η καθορισμένη έως τότε απόδοση.

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος

1942. Παρόλο που όλος ο ανδρικός πληθυσμός ήταν στον πόλεμο, οι γυναίκες πήραν κι αυτές τα όπλα στη μάχη κατά του ναζισμού
  

Η περίοδος του Β' Παγκοσμίου πολέμου αποτελεί μια από τις πιο ηρωικές σελίδες της ιστορίας της Σοβιετικής Ενωσης. Στην τιτάνια μάχη του σοβιετικού λαού ενάντια στο φασισμό, το «παρών» έδωσαν και χιλιάδες γυναίκες. Η συμβολή τους ήταν σημαντική τόσο στο μέτωπο και στις μάχες, όσο και στα μετόπισθεν, στην προσπάθεια να προσαρμοστεί η παραγωγή στις πολεμικές ανάγκες.

Εως το τέλος του 1941, πάνω από 1.360 εργοστάσια είχαν μεταφερθεί από τις περιοχές που απειλούνταν προς τα ανατολικά της χώρας, προκειμένου να συνεχιστεί η λειτουργία τους. Εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες εργάστηκαν σε αυτά, αντικαθιστώντας στην παραγωγή τους άνδρες που πολεμούσαν στο μέτωπο. Οι εργάτριες ενός εργοστασίου της Μόσχας έγραφαν στους συναδέλφους τους στο μέτωπο: «Για εμάς δεν υπάρχει μέτωπο και μετόπισθεν. Θα δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για να σας αντικαταστήσουμε στην παραγωγή και να σας προμηθεύσουμε με όλα τα απαραίτητα εφόδια. Θα δουλέψουμε μέρα και νύχτα αν απαιτηθεί, και αν χρειαστεί θα πολεμήσουμε στο πλευρό σας».

Στα κολχόζ, περισσότερες από 1 εκατομμύριο γυναίκες έγιναν οδηγοί και μηχανικοί, πάνω από 200 χιλιάδες ανέλαβαν υπεύθυνες συνεργείων και πρόεδροι. Εδωσαν μάχη προκειμένου να εξασφαλιστούν τρόφιμα για τους στρατιώτες και τον υπόλοιπο λαό.

Εκτός από την κάλυψη των κενών στην παραγωγή, 1 εκατομμύριο γυναίκες πήραν μέρος στις μάχες, στο μέτωπο, στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού αλλά και στα αντάρτικα τμήματα, στο παρτιζάνικο κίνημα. Στη Μόσχα συμμετείχαν στη δημιουργία της αμυντικής ζώνης, στην κατασκευή οδοφραγμάτων, αντιαρματικών χαρακωμάτων και άλλων οχυρωματικών έργων. Στο πολιορκημένο Λένινγκραντ ανέλαβαν τη φροντίδα των τραυματιών και των ορφανών. Πάλεψαν σκληρά για να συνεχιστεί η ζωή στην πόλη, παρά την πείνα και το κρύο, παρά τις απώλειες του πολέμου.

Ο ηρωισμός των Σοβιετικών γυναικών προσωποποιείται στην ιστορία και στο παράδειγμα της Ζόγια Κοσμοντεμιάνσκαγια. Η Ζόγια, μαθήτρια από τη Μόσχα και μέλος της Κομσομόλ, έλαβε μέρος στο παρτιζάνικο κίνημα. Αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς, βασανίστηκε άγρια και τελικά εκτελέστηκε, σε ηλικία 18 ετών. Οι ναζί δεν κατάφεραν να τη λυγίσουν, μέχρι το τέλος δεν αποκάλυψε ούτε ένα από τα ονόματα των συντρόφων της, δεν έδωσε την παραμικρή πληροφορία που θα μπορούσε να τους φανεί χρήσιμη.

Ο δρόμος για την εξάλειψη της γυναικείας ανισοτιμίας

Η σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι επαναστατική πάλη για την αλλαγή των σχέσεων παραγωγής, για την αναδιοργάνωση όλων των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων, για την εξάλειψη των αναχρονιστικών αντιλήψεων και προκαταλήψεων που παραμένουν στο εποικοδόμημα της νέας κοινωνίας. Η απελευθέρωση της γυναίκας ταυτίζεται με αυτή την πορεία εδραίωσης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών - κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, με τη δημιουργία αντίστοιχης κοινωνικής συνείδησης, με τη διαπαιδαγώγηση ενός «νέου τύπου» ανθρώπου.

Ο σοσιαλισμός είναι η πρώτη, η ανώριμη βαθμίδα του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού. Η ταξική εκμετάλλευση εξαλείφεται, όμως υπάρχουν κοινωνικές ανισότητες που παραμένουν. Εξακολουθεί να υπάρχει κοινωνική διαστρωμάτωση, μορφές ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας. Επομένως, στη σοσιαλιστική κοινωνία τίθενται οι βάσεις για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο της ανισοτιμίας της γυναίκας, γίνονται σημαντικά βήματα για την απελευθέρωσή της, όμως το γυναικείο ζήτημα δεν εξαλείφεται πλήρως, δεν αποτελεί παρελθόν.

Σε κάθε κοινωνία επιζεί το προγενέστερο πνευματικό υλικό. Ετσι, και στη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης επιβιώνουν ιδέες και συνήθειες, ακόμα και όταν έχει πλέον ανατραπεί η υλική - οικονομική βάση που τις γεννούσε. Ειδικά οι προκαταλήψεις, οι λαθεμένες αντιλήψεις και πρακτικές σχετικά με τη θέση της γυναίκας εμφανίζουν πολύ μεγάλη αντοχή. Η ιδιαίτερη αυτή αντοχή οφείλεται στο γεγονός ότι το γυναικείο ζήτημα προϋπάρχει του καπιταλισμού, διατρέχει όλες τις ταξικές κοινωνίες που γνώρισε η ανθρωπότητα, έχει δηλαδή ιστορία χιλιάδων χρόνων. Ο ρυθμός εξάλειψης των αντιλήψεων και των συνηθειών αυτών, συνδέεται με τους ρυθμούς οικοδόμησης, με την εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων και πρώτα της ίδιας της γυναικείας εργατικής δύναμης, την επέκταση και το βάθεμα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής και κατανομής.

Είναι χαρακτηριστική η διαφορά που υπήρχε στη θέση της γυναίκας στη σοσιαλιστική, άμεσα κοινωνική παραγωγή και στη συνεταιριστική αγροτική παραγωγή. Στα κολχόζ, όπου η ιδιοκτησία ήταν ατομική ή ομαδική και όχι κοινωνική, η γυναίκα κατανάλωνε περισσότερο χρόνο στις οικιακές εργασίες, η αναλογία των παιδιών που πήγαιναν στους παιδικούς σταθμούς ήταν σημαντικά μικρότερη. Ο παραδοσιακός τρόπος ζωής, οι αντιλήψεις και οι προκαταλήψεις για τη θέση της γυναίκας επιβίωναν σε μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση με την πόλη, όπου στη βιομηχανία επικρατούσαν οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής.

Η στασιμότητα και η υποχώρηση που σημειώθηκε, από μια περίοδο και μετά, στη σοσιαλιστική οικοδόμηση δεν μπορούσε παρά να έχει αρνητικό αντίκτυπο και στην πορεία εξάλειψης της γυναικείας ανισοτιμίας. Η σταδιακή αποδυνάμωση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής και η παράλληλη ενίσχυση των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, με αφετηρία το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, μπήκαν εμπόδιο στην κατάκτηση της γυναικείας ισοτιμίας. Την ίδια στιγμή, καλλιεργούνταν επανάπαυση αλλά και αυταπάτες ότι πλέον στο σοσιαλισμό η ισοτιμία είχε γίνει πράξη, ότι αποτελούσε πραγματικότητα.

Την εποχή που διαμορφώθηκε η πολιτική της Περεστρόικα, όχημα για την αντεπανάσταση, επανήλθαν με έντονο τρόπο οι λεγόμενες παραδοσιακές αντιλήψεις. Η συμμετοχή της γυναίκας στην παραγωγή κατηγορήθηκε ως η αιτία της χαλάρωσης των οικογενειακών δεσμών, προτάθηκε στις γυναίκες ο συνδυασμός της εργασίας με τις οικογενειακές ευθύνες. Εγινε λόγος ακόμα και για επιστροφή τους σε αυτό που θεωρούνταν «καθαρά γυναικεία αποστολή», στις οικιακές εργασίες και στη φροντίδα των παιδιών. Η υπόσκαψη των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής σημείωσε ανάλογη επίδραση στη συνείδηση.

Για να εξαλειφθεί το γυναικείο ζήτημα δεν αρκεί η εδραίωση των νέων σχέσεων παραγωγής. Απαιτείται η διαρκής εμβάθυνσή τους, μέχρι την πλήρη και ανεπίστρεπτη επικράτησή τους. Χρειάζεται το καινούριο να παλέψει με το παλιό και τις επιβιώσεις του μέχρι να κυριαρχήσει ολοκληρωτικά. Μόνο η πλήρης και οριστική επικράτηση των σοσιαλιστικών - κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, η ωρίμανση του νέου τρόπου παραγωγής και το ξεπέρασμα των αρχικών στοιχείων ανωριμότητάς του, θα βάλει το γυναικείο ζήτημα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, χωρίς να έχει πια καμία δυνατότητα να αναβιώσει.


Ε. Χ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου