H ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα, στην εκδήλωση της ΚΕ με θέμα: «Για το Πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας» που θα γίνει την Τετάρτη 20 Οκτώβρη στις 7 μ.μ. στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι,
Αγαπητά μέλη της πανεπιστημιακής, ακαδημαϊκής και ερευνητικής κοινότητας,
Αναμφίβολα ζούμε σε μια περίοδο μεγάλων και σύνθετων εξελίξεων και προβλημάτων, με την πανδημία να ξαναφουντώνει και με την κυβέρνηση να αρνείται να πάρει μέτρα προστασίας στους κρίσιμους χώρους και να θωρακίσει το δημόσιο σύστημα Υγείας, με ένα τεράστιο κύμα ακρίβειας, που φανερώνει τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της καπιταλιστικής οικονομίας, με την επίθεση στα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, αλλά και με σοβαρές και πολύ επικίνδυνες διεθνείς εξελίξεις, στις οποίες εμπλέκεται -πολύ ενεργά μάλιστα- και η χώρα μας.
Σε αυτές τις συνθήκες, δεν σημαίνει καθόλου ότι το θέμα που συζητάμε σήμερα είναι μακριά και έξω από τη ζωή των λαϊκών οικογενειών. Το ακριβώς αντίθετο. Η συζήτηση για το Πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας συνδέεται άμεσα με τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι του μόχθου, τα νέα παιδιά.
Χωρίς άλλη καθυστέρηση μπαίνω στο θέμα που σήμερα συζητάμε.
Τι είναι αυτό που ενοποιεί τους προβληματισμούς και τις ανάγκες των νέων, για τη γνώση του επιστημονικού τους αντικειμένου, για την επαγγελματική τους αποκατάσταση;
Τι είναι αυτό που ενοποιεί τη διδακτική και ερευνητική προσπάθεια μελών ΔΕΠ, διδασκόντων, ερευνητών, τη διάθεσή τους να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, αλλά και τα σταθερά και αμετακίνητα διλήμματα που αντιμετωπίζουν;
Είναι πολυτέλεια να συζητάμε για το πώς θα γίνει κατορθωτό να επιστρέψει η επιστήμη και τα πορίσματά της στην κοινωνία;
Είναι παράκαιρο να επιδιώκουμε να φωτίσουμε την καθημερινότητα των φοιτητών, των ερευνητών, των διδασκόντων με τα μεγάλα μεγέθη και τα θεμελιώδη ερωτήματα; Όπως το πώς αναπτύσσεται η επιστημονική γνώση και πού κατευθύνεται η αξιοποίησή της;
Για όλα τα παραπάνω ζητήματα επιδιώκουμε να ανοίξουμε μια ειλικρινή συζήτηση με όσες και όσους πραγματικά ενδιαφέρονται για την άνοδο του πολιτιστικού, μορφωτικού επιπέδου του λαού μας, των παιδιών του.
Σε όλα αυτά τα ερωτήματα, πρόσθετη βοήθεια για να απαντήσουμε αποτελεί η πείρα της πανδημίας και των κλειστών Πανεπιστημίων.
Θα αναρωτηθεί κάποιος: "Είναι δυνατό να αντλούμε επιχειρήματα από μια περίοδο που τα Πανεπιστήμια δεν λειτουργούσαν;".
Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Την ίδια περίοδο που χιλιάδες νέοι και νέες που σπουδάζουν είχαν να δουν αμφιθέατρο παραπάνω από έναν χρόνο, η επιχειρηματική λειτουργία τους ουσιαστικά δεν σταματούσε λεπτό. Και μάλιστα για να είμαστε ακριβείς, όχι μόνο δεν σταματούσε, αλλά τροφοδοτούσε και την αδυναμία να εντάξουν τα Πανεπιστήμια μια σειρά υποδομές που διαθέτουν στην υπόθεση της ασφαλούς και διά ζώσης λειτουργίας.
Βλέπετε, με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων, η ακίνητη περιουσία τους βρίσκεται στους καταλόγους του ΤΑΙΠΕΔ και αναμένει την εμπορική της εκμετάλλευση, με απλά λόγια: Τα κλειστά για τις νέες και τους νέους Πανεπιστήμια ανέδειξαν πιο ανάγλυφα τις προτεραιότητες και τις ιεραρχήσεις των κυβερνήσεων, οι οποίες είναι αναντίστοιχες των δυνατοτήτων που υπάρχουν.
Διότι, πράγματι και οι δημόσιες υποδομές παραμένουν αναξιοποίητες και το υψηλής στάθμης επιστημονικό δυναμικό, είτε λιμνάζει, είτε αναζητά λύσεις στη φυγή στο εξωτερικό, αποδεικνύοντας έτσι στην πράξη πόσο νοιάζονται οι κυβερνήσεις για το φαινόμενο του "brain drain".
Όμως και σήμερα, η επιστροφή των Πανεπιστημίων στην -κατά βάση- διά ζώσης λειτουργία δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι έχουν σωρευθεί διαχρονικά τέτοια προβλήματα.
Αυτό έχει σαν συνέπεια το γεγονός ότι μια σταθεροποίηση της χρηματοδότησης στα ίδια επίπεδα ή ακόμα και μια μικρή αύξησή της όχι μόνο να μην αντιστρέφει την αρνητική κατάσταση, αλλά να δημιουργεί και όρους για νέα έκρηξη προβλημάτων.
Τέτοιο ακραίο, αλλά οπωσδήποτε υπαρκτό παράδειγμα, αποτελεί το γεγονός του στοιβάγματος φοιτητών σε αίθουσες, που και σε προ-Covid συνθήκες θα ήταν απαγορευτικές για να πραγματοποιηθεί σοβαρή διδακτική επιστημονική πράξη.
Πόσο δε μάλλον σήμερα, που και υγειονομικά αποτελεί πρόβλημα μια τέτοια κατάσταση.
Όμως το μεγάλο ζήτημα είναι άλλο. Γιατί δεν έχουν προχωρήσει οι αναγκαίες, επιστημονικά θεμελιωμένες έρευνες, για να αποτιμηθεί το βάθος των μορφωτικών κενών που έχουν δημιουργηθεί αυτή την περίοδο;
Αν δεν είναι αυτή η ύψιστη προτεραιότητα, τότε ποια είναι;
Πού σκοντάφτει η ικανοποίηση αυτής της ανάγκης, εφόσον υφίσταται μάλιστα και "εθνική αρχή" που αξιολογεί τα Πανεπιστήμια;
Έτσι, άραγε, εκφράζεται η διακήρυξη των κυβερνήσεων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΟΣΑ, περί επένδυσης στο επιστημονικά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό;
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς τις κυβερνήσεις -γενικά κι αόριστα- για απραξία. Ίσα - ίσα. Πρωτοβουλίες νομοθετικές παίρνουν. Οι οποίες προφανώς και εκφράζουν την αντικειμενική σχέση οικονομίας - πολιτικής και εκπαίδευσης.
Σε αυτή τη σχέση, η πρωτοκαθεδρία της οικονομίας αποκαλύπτεται μερικές φορές πιο φανερά ως φωτογραφία της στιγμής, ενώ άλλοτε απαιτείται μια πιο βαθιά και με ευρύτερο χρονικό ορίζοντα μελέτη, για να αντιληφθούμε τα υπόγεια ρεύματα των απαιτήσεων της οικονομίας που συντελούν σε εκπαιδευτικές αλλαγές.
Αυτή η αντικειμενική σχέση οικονομίας - εκπαίδευσης και πολύ περισσότερο, οικονομίας - Πανεπιστημίων, στον καπιταλισμό παίρνει μια νέα ποιοτική διάσταση.
Οι Μαρξ - Ένγκελς στο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο", με τη βαθιά διαλεκτική τους ματιά μας λένε:
"Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να επαναστατεί αδιάκοπα τα εργαλεία παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής, δηλαδή όλες τις κοινωνικές σχέσεις".
Παράλληλα όμως τονίζουν:
"Η σύγχρονη αστική κοινωνία, που δημιούργησε τόσο ισχυρά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο εκείνο που δεν καταφέρνει πια να κυριαρχήσει πάνω στις καταχθόνιες δυνάμεις που ο ίδιος κάλεσε".
Το πρόβλημα λοιπόν είναι στον μάγο. Δηλαδή στην ουσία της καπιταλιστικής κοινωνίας, τα κίνητρα ανάπτυξης και σχεδιασμού της επιστήμης.
Ο Μαρξ γράφει σε άλλο κείμενό του:
"Στους καιρούς μας το κάθε τι μοιάζει να εγκυμονεί το αντίθετό του. Η μηχανή είναι προικισμένη με τη θαυμαστή δύναμη να μειώνει τον μόχθο και να τον κάνει αποδοτικότερο - και όμως βλέπουμε πως γεννάει την πείνα και την εξαντλητική κόπωση. Οι πρόσφατα απελευθερωμένες δυνάμεις του πλούτου γίνονται (...) πηγές στέρησης. Η ανθρωπότητα γίνεται κύριος της φύσης, αλλά ο άνθρωπος γίνεται σκλάβος του ανθρώπου...".
Πράγματι. Φαίνεται ότι κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον καπιταλισμό ότι δεν προωθεί την επιστήμη, τις παραγωγικές δυνάμεις. Ολόκληρα άρθρα και βιβλία, αναλύσεις επί αναλύσεων στον Τύπο εκθειάζουν αυτόν τον νέο μαγικό κόσμο.
Πρόκειται φυσικά για αντιλήψεις οι οποίες κρύβουν ότι όλη η πορεία του ανθρώπου είναι μια διαδικασία κατάκτησης της γνώσης για το πώς παρεμβαίνει στον φυσικό κόσμο. Επιδιώκουν να ταυτίσουν την έννοια της έρευνας με τον σκοπό της καπιταλιστικής ανάπτυξης, του καπιταλιστικού κέρδους.
Το κυριότερο όμως είναι ότι κρύβουν την ταξική φύση αυτής της ανάπτυξης.
Ο Ναζίμ Χικμέτ αναρωτιέται:
"Θα πάμε στο φεγγάρι και ακόμα πιο μακριά
εκεί που και τα τηλεσκόπια είναι τυφλά…
Μα πότε εδώ πάνω στη Γη µας
κανένας πια δεν θα πεινά;
Κανένας άλλον δεν θα φοβάται;
Κανείς κανέναν δεν θα υποβαθμίζει;
Κανείς ελπίδα δεν θα κλέβει κανενός;
Κομμουνιστής αν είμαι,
είναι γιατί έδωσα απάντηση σ' αυτά…".
Φυσικά, αγαπητοί μου, τα "μυστήρια των ουρανών" βρίσκονται σχεδόν όλα εδώ πάνω, στη Γη.
Γι’ αυτό το ΚΚΕ, εμείς οι κομμουνιστές, κάνουμε προσπάθεια να μελετάμε, να αναλύουμε τη σημερινή κατάσταση στον χώρο της επιστήμης, αλλά και τα πολλά και επείγοντα θέματα της ζωής, της εργασίας και των σπουδών των φυσικών φορέων της:
Των διδασκόντων, όλων των εργασιακών σχέσεων και όλων των επιστημονικών αντικειμένων.
Των εργαζόμενων στα Πανεπιστήμια.
Των νέων που ακολουθούν μεταπτυχιακές ή και διδακτορικές σπουδές.
Των νέων που σπουδάζουν σε προπτυχιακό επίπεδο.
Και η αλήθεια είναι ότι κανείς μας δεν πλήττει μέσα σε αυτήν την αλλεπάλληλη πορεία των αλλαγών και των απανωτών νόμων για τα Πανεπιστήμια.
Μάλιστα, στο κείμενο που παρουσιάζουμε σήμερα, γράφουμε χαρακτηριστικά ότι μέσα στα τελευταία 20 χρόνια έχουν ψηφιστεί 4 νόμοι-πλαίσιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση, καθώς και δεκάδες άλλοι, οι οποίοι ρυθμίζουν επιμέρους, αλλά και πολύ ουσιαστικές πλευρές στη λειτουργία και στην ίδια τη φυσιογνωμία τους.
Και το ερώτημα παραμένει: Τι καλό είδε ο λαός μας, οι νέοι μας, από αυτές τις αλλαγές;
Μήπως υπήρχε κάποια ουσιαστική συμβολή στο να αναβαθμιστούν οι σπουδές για τους πολλούς, η επαγγελματική αποκατάσταση με βάση το πτυχίο;
Μήπως το να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο της εμπορευματοποίησης της πανεπιστημιακής μόρφωσης θα μας λύσει τα προβλήματα;
Εδώ και χρόνια η λαϊκή οικογένεια παλεύει να καλύψει τις ανάγκες των παιδιών της, πληρώνοντας, ξανά και ξανά, και για όλο και περισσότερες δραστηριότητες, λόγω έλλειψης υποδομών και ουσιαστικής στήριξης.
Και η ψαλίδα δεν κλείνει. Συνεχώς μεγαλώνει. Γιατί, αλήθεια, με το να συνεχίσουμε στον δρόμο της κατηγοριοποίησης των πτυχίων, των πανεπιστημιακών τμημάτων, αυτό θα ανεβάσει το συνολικό μορφωτικό επιστημονικό επίπεδο των φοιτητών και των φοιτητριών;
Εδώ και χρόνια, οι κοινωνικοί φραγμοί στη μόρφωση εντείνονται.
Συναντάμε ακόμα τις εκφράσεις του ανορθολογισμού και της αναρχίας του καπιταλισμού, όπου ακόμα και οι φοιτητές του ίδιου πανεπιστημιακού τμήματος έχουν ακολουθήσει εντελώς διαφορετικό πρόγραμμα σπουδών.
Γιατί, αλήθεια, με το να συνεχίσουμε στα βήματα της αποσύνδεσης του πτυχίου από το επάγγελμα, θα δοθεί απάντηση στη νεανική και κοινωνική ανάγκη οι νέοι επιστήμονες να εργάζονται στο αντικείμενο που έχουν σπουδάσει, σε αυτό που επιθυμούν;
Από πού κι ως πού με το να συνεχίσουμε να αξιολογούμε τα Πανεπιστήμια με τα κριτήρια της αγοράς, θα υπάρξει αναβάθμιση της πανεπιστημιακής μόρφωσης για όλους και όλες;
Εδώ και χρόνια συναντάμε Πανεπιστήμια της χώρας σε περίοπτη θέση σε διεθνείς πίνακες κατάταξης. Γεγονός που δείχνει, ανάμεσα στα άλλα, και την υψηλή στάθμη του επιστημονικού δυναμικού.
Αλλά τι αντίκτυπο έχει αυτό στην καθημερινότητα της μεγάλης πλειοψηφίας αυτών που εργάζονται και σπουδάζουν σε αυτά;
Ρητορικά τα ερωτήματα...
Ο δρόμος που ακολουθούν οι κυβερνήσεις είναι μάλλον αδιέξοδος και είναι αυτός που μας έφερε ως εδώ.
Παραφράζοντας λίγο τον Αϊνστάιν, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι το εξής:
Κανένα πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί, ακολουθώντας τον ίδιο τρόπο σκέψης που χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργήσει αυτό το πρόβλημα.
Γιατί λοιπόν αυτή η επιμονή από όλες τις αστικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο;
Στην έκδοση που παρουσιάζουμε σήμερα επιδιώκουμε να δώσουμε απαντήσεις.
Ξεκινάμε από ένα αντικειμενικό γεγονός:
Η ανάπτυξη των επιστημών και των τεχνολογικών εφαρμογών τους, η ίδια η ανάπτυξη της παραγωγικής ικανότητας του ανθρώπου ανεβάζουν τον πήχη της γενικής μόρφωσης, αλλά και την επέκταση της τεχνικής και επιστημονικής εκπαίδευσης.
Σήμερα, αυτή η ανάγκη καλύπτεται με αντιφάσεις, όπως είναι η πιο υποβαθμισμένη εκπαίδευση για τους πολλούς και η πιο αναβαθμισμένη για τους λίγους.
Και μιλώντας για την επικαιρότητα να πούμε το εξής:
Τέτοιος αγώνας ενάντια στην ένταση των κοινωνικών φραγμών, στη μόρφωση και την κατηγοριοποίηση των σχολείων είναι η δίκαιη πάλη των εκπαιδευτικών που αρνούνται να μετρήσουν και να αποτιμήσουν την παιδαγωγική σχέση με τα αγοραία κριτήρια της κυβέρνησης και συνολικότερα της ΕΕ και του ΟΟΣΑ.
Και γι’ αυτό βρίσκει στήριξη από σημαντικό τμήμα της κοινωνίας.
Έχουμε λοιπόν μπροστά μας μια μεγάλη εκπαιδευτική αντίφαση.
Ενώ υπάρχουν οι δυνατότητες, αλλά και η αναγκαιότητα ολόπλευρης επιστημονικής μόρφωσης, τελικά συναντάμε γενικευμένα την αδυναμία συγκρότησης ενός στέρεου υπόβαθρου μελέτης του κόσμου.
Και αυτή η αντίφαση διαπερνά τις εξελίξεις στα Πανεπιστήμια.
Στα Πανεπιστήμια, που πράγματι στην εποχή μας, είναι ο βασικός παράγοντας ανάπτυξης της επιστήμης.
Και γι’ αυτό καθίστανται κομβικός μηχανισμός για την καπιταλιστική ανάπτυξη και την αστική εξουσία στο σύνολό της.
Αυτή η εγγύτητα των Πανεπιστημίων με την καπιταλιστική παραγωγή, τις υπηρεσίες και την αστική εξουσία και τους μηχανισμούς της αποτελεί μια κρίσιμη αιτία των συνεχόμενων αλλαγών.
Με επίκεντρο την πιο οργανική και αρμονική σύνδεσή τους με τις εκάστοτε ανάγκες της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Τελικά, παρ’ όλη αυτή την ανοδική τάση, η υπαγωγή της επιστημονικής έρευνας στις ανάγκες διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου μπαίνει φραγμός στην ανεμπόδιστη επιστημονική έρευνα.
Υπονομεύει τη δημιουργική, αντικειμενική κριτική εξέταση, των ανεπαρκειών της ήδη κατακτημένης γνώσης σε κάθε επιστημονικό τομέα, με γνώμονα την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας.
Υπονομεύει τη δημιουργικότητα του ερευνητή, την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των επιστημόνων, με στόχο την ανάπτυξη νέας επιστημονικής γνώσης προς όφελος της κοινωνικής ευημερίας.
Ευνοεί τη "μυστικότητα" ανάμεσα στους επιστήμονες και στις διάφορες επιστημονικές ομάδες.
Λειτουργεί τελικά και ανασταλτικά στην ακόμα πιο γρήγορη ανάπτυξη της επιστήμης και διάχυσης των πορισμάτων της, κυρίως προς όφελος των συνολικών κοινωνικών αναγκών.
Το βασικό συμπέρασμα είναι το εξής:
Παρά την ανάπτυξη της επιστήμης, στο μονοπωλιακό καπιταλισμό, διευρύνεται το χάσμα ανάμεσα στις επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες από τη μία και στην ικανοποίηση των αναγκών της ίδιας της κοινωνίας από την άλλη.
Να, λοιπόν, ποια είναι η καρδιά του προβλήματος.
Ο καπιταλισμός αναπτύσσει την επιστήμη μόνο στο βαθμό που του δίνει "κέρδος", οικονομικό αλλά και πολιτικό.
Τα παραδείγματα είναι πολλά:
Στοιχείο παρασιτισμού και σχετικής στασιμότητας αποτελεί η λεγόμενη ενσωματωμένη αχρήστευση των εμπορευμάτων. Δηλαδή, η αξιοποίηση των επιστημονικών γνώσεων για τον τεχνητό περιορισμό της διάρκειας ζωής τους, η οποία αποτελεί μέρος των προγραμμάτων σπουδών.
Αξίζει να αναρωτηθούμε: Γιατί όλα τα ερευνητικά προγράμματα (ακόμα και τα μικρότερα) οφείλουν να έχουν ξεχωριστή ενότητα εργασίας, οδικό χάρτη για το πώς η προτεινόμενη ερευνητική ιδέα θα βρει το δρόμο της στην αγορά ή και πώς το έργο θα είναι βιώσιμο με δικά του έσοδα μετά το πέρας της χρηματοδότησης;
Ας το θέσουμε όμως και γενικότερα: Είναι προς όφελος της κοινωνίας να μη χρηματοδοτείται μια πολύ καλή και πρωτοπόρα ιδέα, ακόμα κι αν πάρει άριστα επιστημονικά, αν δεν μπορεί να αξιοποιηθεί εμπορικά για κέρδος;
Αλλά δεν πρόκειται αποκλειστικά για την οικονομική πλευρά του ζητήματος.
Μια που βρισκόμαστε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ας θέσουμε το ερώτημα:
Γιατί, αλήθεια, στις κοινωνικές επιστήμες κυριαρχεί η τάση προς την ανάλυση των ατομικών βιωμάτων, που όσο και αν είναι αναγκαία, ως σκαλοπάτι προς την επιστημονική γενίκευση, μένει όμως μόνο εκεί και δεν ερμηνεύονται οι σχέσεις του κάθε ανθρώπου με την κοινωνία, μέσω της δραστηριότητάς του, η κοινωνική του θέση;
Γιατί, αλήθεια, τα προβλήματα των εξαρτήσεων κυρίως ιατρικοποιούνται και δεν αντιμετωπίζονται και ως φαινόμενα της καπιταλιστικής αποξένωσης, που γεννά την αίσθηση της απώλειας του νοήματος στη ζωή, της απώλειας του ελέγχου, την αναζήτηση τρόπων φυγής από την πραγματικότητα;
Φίλες και φίλοι,
Προφανώς και γνωρίζουμε ότι η επιστήμη δεν αναπτύσσεται σε κοινωνικό κενό. Και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα εξετάζοντας την ίδια την ιδεολογική λειτουργία των Πανεπιστημίων.
Όμως, παρά την εμβέλεια, το βάθος και την πολυμορφία της ιδεολογικής κυριαρχίας της αστικής, άρχουσας τάξης σήμερα, υπάρχουν αντικειμενικά περιθώρια να εισχωρήσουν στα Πανεπιστήμια οι επαναστατικές, μαρξιστικές ιδέες.
Να συμπορευτούν ακόμα περισσότεροι επιστήμονες στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης, στην οποία η επιστήμη διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο.
Σε αυτή την όμορφη, αλλά και απαιτητική υπόθεση, καλούμε να πάρουν μέρος οι πανεπιστημιακοί, οι ερευνητές, τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, που "δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό".
Αντιμετωπίζοντας, χωρίς αμηχανία, αλλά από τη σκοπιά των σύγχρονων δυνατοτήτων και αναγκών της εποχής μας μια σειρά -υποτίθεται εκσυγχρονισμένα, αλλά στην ουσία τους σκουριασμένα- ιδεολογήματα που συναντώνται στα Πανεπιστήμια.
Ας αναρωτηθούμε:
Γιατί η αριστεία να σημαίνει το μάντρωμα των επιστημονικών πορισμάτων από την αστική τάξη και το κράτος της, για να μπουν -όταν αυτή επιλέξει- στην υπηρεσία των κερδών της;
Γιατί αριστεία να σημαίνει επιβράβευση της επιβίωσης κάποιου στον ανταγωνισμό;
Γιατί η εξωστρέφεια να σημαίνει ότι τα πορίσματα της επιστημονικής έρευνας παρέχονται στα μεγάλα μονοπώλια, με όρους μυστικότητας, με όρους πατέντας;
Αυτό μόνο εξωστρέφεια δεν είναι, αλλά εγκλεισμός της γνώσης στα δεσμά της κερδοφορίας.
Γιατί, αλήθεια, η γενική διακήρυξη για μια "τάξη" που πρέπει να μπει στον ακαδημαϊκό χάρτη, οδηγεί τελικά, ανάμεσα σε άλλα, στην ουσιαστική υποβάθμιση με ορίζοντα ακόμα και το κλείσιμο πανεπιστημιακών τμημάτων που ασχολούνται με το περιβάλλον, τη δασοπροστασία, τη μελέτη των οικοσυστημάτων, τη γεωλογία;
Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα που πλήττεται κάθε χρόνο από πυρκαγιές, πλημμύρες και τόσα άλλα υποτίθεται "ακραία καιρικά φαινόμενα"…
Άραγε, περισσεύουν οι αναλύσεις για την ανάγκη πρόληψης, μελέτης και περιβαλλοντικού σχεδιασμού;
Γιατί η αξιολόγηση που γίνεται εδώ και πολλά χρόνια στα Πανεπιστήμια έχει τελικά μεγαλώσει την απόσταση ανάμεσα σε αυτά που διδάσκονται οι φοιτητές και σε αυτά που πρέπει να διδαχθούν, με βάση την εξέλιξη της κάθε επιστήμης;
Φίλες και φίλοι, σε αυτά τα γιατί προσπαθούμε να δώσουμε ολοκληρωμένη απάντηση. Οι θέσεις μας για τα Πανεπιστήμια αφορούν το σήμερα.
Και ως μέθοδος ανάλυσης της υπάρχουσας κατάστασης και των συνεχόμενων εξελίξεων, αλλά και ως συνολική αντιπαράθεση με τη χρόνια εφαρμοσμένη στρατηγική του κεφαλαίου που παράγει αποτελέσματα.
Θέτουμε στο επίκεντρο της συζήτησης και της διεκδίκησης ορισμένα κομβικά ζητήματα:
Το θέμα δεν είναι να απορρίψουμε τη στενή σχέση των Πανεπιστημίων με την κοινωνία, αλλά να πάψει αυτή να γίνεται στο έδαφος της σύνδεσής τους με την αγορά, που τελικά σημαίνει απομόνωσή τους από τις κοινωνικές ανάγκες.
Να ανοίξει ο δρόμος ώστε τα Πανεπιστήμια να συνδεθούν με τη ζωή, χωρίς να μεσολαβεί το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους στη λειτουργία τους. Με κεντρικά σχεδιασμένη παραγωγή και κοινωνικές υπηρεσίες, με κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και με την εργατική τάξη, το λαό στην εξουσία.
Το θέμα δεν είναι να ψάχνουμε συνεχώς τρόπο για να ανακυκλώσουμε το δήθεν περισσευούμενο επιστημονικό δυναμικό, αλλά να βαδίσουμε τον δρόμο της κατάργησης αυτής της απαράδεκτης κατάστασης, όπου το πτυχίο είναι ένα προσόν ανάμεσα στα άλλα και η επαγγελματική αποκατάσταση είναι έρμαιο της αγοράς και του πελατειακού κράτους.
Δηλαδή να ανοίξει ο δρόμος ώστε να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας και το πρόβλημα της αναντιστοιχίας σπουδών - επαγγέλματος, να κατοχυρωθεί το πτυχίο ως μοναδική προϋπόθεση για το επάγγελμα.
Το ΚΚΕ τοποθετείται με ευθύνη και λέει ότι υπάρχει πληθώρα αποδείξεων για το γεγονός ότι σήμερα υπάρχει και έμψυχο δυναμικό και υποδομές που μπορούν να μπουν σε κίνηση ώστε να αναπτυχθούν και να αξιοποιηθούν οι επιστήμες, να αναπτυχθεί η επιστήμη προς όφελος των πολλών.
Με λίγα λόγια: Σήμερα κανείς δεν περισσεύει, αν θέλουμε να απαντήσουμε στις κοινωνικές ανάγκες.
Αν επιδιώκουμε να βελτιώσουμε την υγεία του λαού μας, θα πρέπει να στελεχώσουμε με τις βασικές ειδικότητες όλα τα επαρχιακά Κέντρα Υγείας. Να εξασφαλίσουμε γιατρούς, ακόμη και στο τελευταίο χωριό, να αναπτύξουμε την Προληπτική Ιατρική. Άρα χρειαζόμαστε κι άλλους γιατρούς, χρειαζόμαστε περισσότερους σχολιάτρους, γιατρούς Εργασίας, μια σειρά από ειδικότητες που η σημερινή καπιταλιστική ανάπτυξη περιθωριοποιεί, τη στιγμή που υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε όλα τα νοσοκομεία, σε όλες τις δομές Υγείας.
Αν θέλουμε να θωρακίσουμε αντισεισμικά τη χώρα μας, χρειαζόμαστε έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό μηχανικών που θα προσληφθούν για να αναλάβουν το έργο του ελέγχου, της ενίσχυσης όλων των κτιρίων, τουλάχιστον αυτών της μαζικής συνάθροισης, όπως είναι τα εργοστάσια, οι μεγάλες επιχειρήσεις, τα σχολεία, τα Πανεπιστήμια, οι αίθουσες ψυχαγωγίας της νεολαίας.
Αν θέλουμε σχεδιασμένα να μεταβάλουμε τις πόλεις-τέρατα σε ανθρώπινες, χρειαζόμαστε περισσότερους ειδικούς στον τομέα της Χωροταξίας και της Πολεοδομίας.
Αν θέλουμε η εκπαίδευσή μας πραγματικά να μορφώνει και όχι να παραμορφώνει τους νέους ανθρώπους, οι αναπληρωτές και άνεργοι εκπαιδευτικοί δεν αρκούν, χρειαζόμαστε μόνιμες και σταθερές προσλήψεις εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων.
Αν θέλουμε να αξιοποιήσουμε τον πλούσιο ορυκτό πλούτο της χώρας μας, πρέπει να ιδρύσουμε και άλλες Σχολές Μεταλλειολόγων και όχι να συζητάμε την αλλαγή του αντικειμένου των σημερινών αποφοίτων τους.
Θα πρέπει να προσλαμβάνουμε και όχι να απολύουμε εργαζόμενους, όπως στη ΛΑΡΚΟ ή αλλού.
Και τα παραδείγματα δεν έχουν τελειωμό...
Στον δρόμο για μια τέτοια κοινωνία δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ζωτική ανάγκη, οι νέοι και οι νέες να έχουν επιστημονική μόρφωση.
Άλλωστε, αν μια φορά λέμε ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ολόπλευρη μόρφωση, ανεξάρτητα από το επάγγελμα που ασκούν, στον σοσιαλισμό αυτό είναι ακόμα περισσότερο αναγκαίο.
Για τη σοσιαλιστική κοινωνία είναι κυριολεκτικά οξυγόνο η ενεργητική συμμετοχή των εργατικών - λαϊκών δυνάμεων στη διεύθυνση, στον έλεγχο, στην επέκταση, γενίκευση και εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης σε όλους τους τομείς και στην αξιοποίηση των ανεπτυγμένων μέσων παραγωγής.
Ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο γίνεται αναγκαίο από την πρώτη στιγμή να ανεβαίνει ο πήχης των απαιτήσεων για το μορφωτικό επίπεδο όλων των εργαζομένων.
Γιατί η γνώση και η δράση αποτελούν όρο και προϋπόθεση για την πραγματική ελευθερία.
Και ο σοσιαλισμός είναι η κοινωνία της ουσιαστικής ελεύθερης επιλογής και του σεβασμού των κλίσεων. Γιατί καθαρίζει το έδαφος από την άνιση αφετηρία από την οποία ξεκινάνε οι νέοι τη ζωή τους.
Γιατί ο σοσιαλισμός είναι η κοινωνία που μπαίνουν οι βάσεις για την ελεύθερη και δημιουργική ανάπτυξη του κάθε ατόμου. Η κοινωνία όπου η ελεύθερη ανάπτυξη όλων είναι προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός.
Έτσι μόνο η ελευθερία του ενός δεν είναι εμπόδιο στην ελευθερία του άλλου.
Ο σοσιαλισμός της εποχής μας μπορεί να δώσει απάντηση στις νεανικές αναζητήσεις, στις αγωνίες, στη δημιουργικότητα, στην όρεξη για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.
Η ευθύνη της σοσιαλιστικής κοινωνίας απέναντι στους νέους και στις νέες που σπουδάζουν δεν εξαντλείται όμως μόνο σε αυτό. Ούτε στο αυτονόητο γεγονός ότι οι σπουδές είναι δωρεάν, σε αποκλειστικά δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα. Η πραγματική στήριξη διατρέχει όλες τις πτυχές των σπουδών.
Στην πολιτική πρόταση του ΚΚΕ το εργατικό κράτος καλύπτει τις ανάγκες διαβίωσης και σπουδών, ώστε να μην επιβαρύνονται οικονομικά οι φοιτητές και οι οικογένειές τους. Για να μπορούν να αφοσιωθούν απρόσκοπτα στις σπουδές τους και να αντεπεξέλθουν στην ευθύνη που αναλαμβάνουν να τις ολοκληρώσουν.
Κι έτσι να δημιουργείται το έδαφος ώστε να εξαλείφονται οι όροι που γεννούν το φαινόμενο της παράτασης των σπουδών.
Κι αυτό, όπως καταλαβαίνετε, είναι διαμετρικά αντίθετο, στον αντίποδα από τους διάφορους "κόφτες" που επεξεργάζονται κατά καιρούς οι κυβερνήσεις.
Ένα τέτοιο Πανεπιστήμιο προετοιμάζει τους φοιτητές για να αναπτύξουν επιστημονική εργασιακή δραστηριότητα. Και γι’ αυτό οι σπουδές είναι συνδεδεμένες ολοκληρωμένα με την επιστημονική έρευνα.
Και ολόπλευρη επιστημονική μόρφωση σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι ο αυριανός επιστήμονας, σε όλη τη διάρκεια των σπουδών του, συνδέει αρμονικά τη θεωρία με την εφαρμογή της. Κατακτά τη μεθοδολογία της έρευνας. Σταδιακά βαθαίνει στο επιστημονικό αντικείμενο που σπουδάζει.
Με ολοκληρωμένη, βαθιά γνώση του επιστημονικού του αντικειμένου και ικανότητα να αναλάβει και να διεκπεραιώσει με ελεύθερη κρίση, αυτονομία και δημιουργικότητα το ρόλο του.
Γιατί κανείς δεν μπορεί να είναι δημιουργικός στο αντικείμενό του, όταν δεν έχει γνώση και επίγνωση της σύνδεσης του ειδικού επιστημονικού αντικειμένου του με το όλο σύστημα της ανθρώπινης γνώσης και της κοινωνικής ζωής.
Και για όλα τα παραπάνω, το Πανεπιστήμιο προφανώς και αποτιμά τη λειτουργία του. Με διαμετρικά αντίθετα κριτήρια και σταθμά. Η αξιολόγηση του επιπέδου και της ανάπτυξης του κάθε πανεπιστημιακού ιδρύματος γίνεται με βάση τους στόχους της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Με όρους συνεργασίας και άμιλλας μεταξύ των Πανεπιστημίων.
Εφόσον, λοιπόν, οι στόχοι του Πανεπιστημίου αντανακλούν τις προτεραιότητες μιας κοινωνίας που θέτει στο επίκεντρό της την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας, το Πανεπιστήμιο έχει ουσιαστικό εξωστρεφή προσανατολισμό. Δηλαδή είναι ευαίσθητο στα κοινωνικά προβλήματα.
Ένα τέτοιο Πανεπιστήμιο, ριζικά διαφορετικό, δίνει τελικά νέα πνοή και ορισμό στις κακοποιημένες έννοιες της "εξωστρέφειας", της "αξιολόγησης", της "ελευθερίας". Γιατί απευθύνεται σε όλους και διαχέει τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας σε όλους και όλες. Και για αυτό τελικά αξιολογείται. Και γι’ αυτό τελικά είναι πραγματικά ελεύθερο. Είναι ελεύθερο από τις "δεσμεύσεις", τα "μυστικά" και τους "πολέμους" των καπιταλιστών.
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η ιστορία του Κόμματός μας, αλλά και η πρόσφατη επικαιρότητα της πανδημίας αποδεικνύουν στην πράξη ότι οι κομμουνιστές έχουμε εμπιστοσύνη στην επιστήμη. Αυτό όμως σημαίνει ότι την αμφισβητούμε με το ίδιο νόμισμα: Επιστημονικά.
Άρα, σήμερα, η παρέμβαση του ΚΚΕ είναι πάλη ενάντια στον παλιό, αλλά και τον σκοταδισμό τού σήμερα. Τον σκοταδισμό της άποψης ότι η αντικειμενική αλήθεια είναι "ντεμοντέ". Τον σκοταδισμό των θεωριών συνωμοσίας, αλλά και τον σκοταδισμό τελικά της άποψης ότι τα πάντα θα λυθούν από κάποια "έξυπνα εργαλεία"...
Υπερασπιζόμαστε την επιστήμη σημαίνει ότι την αντιμετωπίζουμε ως αυτό που ακριβώς είναι: Η προσπάθεια του ανθρώπου να βάλει λογική τάξη, να βρει τις σχέσεις ανάμεσα σε έναν άπειρο κόσμο που αλλάζει συνεχώς.
Το πραγματικά νέο δεν μπορεί να είναι η άρνηση του ανθρώπου να γνωρίσει τον κόσμο.
Όμως η πιο σημαντική αμφισβήτηση είναι αυτή για την οποία γράφει ο Μπρεχτ. Ο οποίος μας μιλάει για την αμφιβολία, την ομορφότερη απ’ όλες, σαν οι φοβισμένοι αδύναμοι σηκώνουν το κεφάλι και παύουν να πιστεύουν στων τυράννων τους τη δύναμη!
Γιατί, τελικά, αυτό είναι το ζήτημα.
Να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινωνία στο ύψος των ονείρων και των ανθρώπων.
Εκεί θα βρίσκει νόημα ο σκοπός της επιστήμης, που είναι να συμβάλλει στο ξαλάφρωμα της ανθρώπινης ύπαρξης από τον μόχθο, την άγνοια και τον σκοταδισμό.
Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να ολοκληρώσω την παρέμβασή μου, ευχόμενος καλή δύναμη σε όλους και όλες!
....
Μίλησαν ακόμα η Αφροδίτη Κτενά, πανεπιστημιακός και μέλος του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ, και ο Θοδωρής Κωτσαντής, μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ. Παρεμβάσεις έκαναν οι:
Βασίλης Ζουμπουρλής, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Χημικής Βιολογίας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων του ΕΙΕ (δείτε εδώ video) Βαγγέλης Χριστοφόρου, καθηγητής στο ΕΜΠ (δείτε εδώ video) Άννα Λάζου, επίκουρη καθηγήτρια Φιλοσοφίας Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθήνας (δείτε εδώ video) Γιώργος Τριμπέρης, ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Φυσικής ΕΚΠΑ (δείτε εδώ video)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου