Ελαστικά ωράρια, «διευθέτηση» του εργάσιμου χρόνου και επιδότηση των επιχειρήσεων με κρατικό χρήμα δείχνουν τα «πειράματα» και η «διεθνής εμπειρία»
Την ίδια ώρα που με κάθε τρόπο από τη μεγαλοεργοδοσία και τις κυβερνήσεις όλων των «αποχρώσεων», στην Ελλάδα και διεθνώς, γενικεύεται η επίθεση στον σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο, βαθαίνει η «ευελιξία» και εντείνεται η εκμετάλλευση, διάφορα αστικά επιτελεία εμφανίζονται να θέτουν θέμα «4ήμερης εργασίας», «35ωρης εργάσιμης βδομάδας» κ.λπ.
Το θέμα αναπαράγεται είτε με δημοσιεύματα - καρμπόν, που αναφέρονται στο τάδε «πείραμα» του δείνα «επιχειρηματικού ομίλου» σε κάποιο μέρος του κόσμου ή σε κάποια σχέδια για «πιλοτικά» προγράμματα ορισμένων κυβερνήσεων, είτε με παρεμβάσεις όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, που - μετά την εμβάθυνση όλου του αντεργατικού οπλοστασίου και στο θέμα του χρόνου εργασίας - αναπαράγει τώρα τέτοιες «προτάσεις» για «35ωρο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας», με «πιλοτική εφαρμογή» και φυσικά με «αντισταθμιστικά μέτρα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους»...
Κοινή συνισταμένη όλων των παραπάνω «πειραμάτων» και «προτάσεων» είναι ότι προβάλλονται ως «αναπτυξιακή διέξοδος», με την οποία θα είναι τάχα όλοι κερδισμένοι, και οι εργαζόμενοι, «που θα δουλεύουν λιγότερο», αλλά και τα αφεντικά, που θα βλέπουν αύξηση της παραγωγικότητας, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κ.λπ.
Ολα αυτά όμως καμία σχέση δεν έχουν με το δίκαιο αίτημα των εργαζομένων για 7ωρη - 5ήμερη - 35ωρη σταθερή δουλειά για όλους, με παράλληλη αύξηση μισθών, κατοχύρωση Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, πλήρη ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, κατοχύρωση της κυριακάτικης αργίας, περισσότερες μέρες άδειας κ.ο.κ.
Καμία σχέση δεν έχουν με τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων, με την αντικειμενική δυνατότητα για μείωση του σταθερού χρόνου εργασίας και αύξηση του ελεύθερου χρόνου τους, με βάση τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και της επιστήμης και τη διαρκή αύξηση του παραγόμενου πλούτου από τη δουλειά των εργαζομένων.
Η αλήθεια είναι επίσης ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι και τόσο «καινοτόμα», ενώ η πραγματική διεθνής εμπειρία κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνει το «όλοι κερδισμένοι».
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί το ψευδεπίγραφο 35ωρο στη Γαλλία, που «έμπασε» πιο αποφασιστικά την εφαρμογή της «διευθέτησης» του εργάσιμου χρόνου - και στην πλειοψηφία τους οι εργαζόμενοι κατέληξαν σε επιστροφή στο 40ωρο και ακόμα περισσότερο, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις σε συγκεκριμένους κλάδους (νέες τεχνολογίες κ.λπ.), όπου η «φύση της δουλειάς» επέτρεπε την εργασία από απόσταση και άλλες μορφές ελαστικοποίησης του χρόνου εργασίας.
Παρόμοια «πειράματα» επαναλήφθηκαν και στη συνέχεια, ενώ επανήλθαν πιο έντονα στο προσκήνιο με αφορμή την πανδημία, τη σφοδρή οικονομική κρίση του 2020 και τους περιορισμούς στην καπιταλιστική παραγωγή.
Αφετηρία ήταν και παραμένει η αύξηση της παραγωγικότητας, η επέκταση της απλήρωτης δουλειάς, η μείωση του λειτουργικού κόστους μιας επιχείρησης, η παραπέρα διάλυση του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας. Ολα αυτά που μπορούν να επιφέρουν αύξηση της κερδοφορίας και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μιας επιχείρησης.
Είναι προφανές δηλαδή ότι μέσα σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον εντεινόμενου ανταγωνισμού μεταξύ των μονοπωλίων, με ορυμαγδό αντεργατικών - αντιασφαλιστικών μέτρων και ολοένα μεγαλύτερη ελαστικοποίηση της εργασίας, όλα με στόχο την αύξηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, αυτό που πράγματι μελετούν αστικά κόμματα και επιτελεία δεν μπορεί να είναι το πώς θα υπάρξει μια «όαση» γενικής μείωσης του εργάσιμου χρόνου χωρίς μείωση μισθών!
Αντίθετα, και η διεθνής εμπειρία που επικαλούνται επιβεβαιώνει ότι βάση της όποιας συζήτησης είναι οι εκάστοτε ανάγκες των μονοπωλίων, παίρνοντας υπόψη τη φάση του καπιταλιστικού οικονομικού κύκλου, τις «ιδιαιτερότητες» κάθε κλάδου, τη θέση κάθε χώρας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα κ.ο.κ., ώστε να διασφαλίζεται κάθε φορά το κατάλληλο «μείγμα» και πλαίσιο για την αποδοτικότερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, τη μείωση του «μη μισθολογικού κόστους», τη διατήρηση του αναγκαίου ειδικευμένου εργατικού δυναμικού σε φάσεις μείωσης της παραγωγής και εντεινόμενων ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών, την κρατική κάλυψη της «χασούρας» στη φάση της κρίσης, συνολικότερα την εξασφάλιση νέων κρατικών χρηματοδοτήσεων, φοροαπαλλαγών, «κινήτρων» κ.ά., με τον τελικό λογαριασμό να γυρνάει τελικά ξανά στον λαό, μέσω της φορολογίας, της επίθεσης στο Ασφαλιστικό κ.λπ.
Καθόλου τυχαία, λοιπόν, οι σχετικές έρευνες που διεξάγονται προσπαθούν να εξετάσουν αν μια μείωση των ωρών εργασίας, σε κλάδους όπου αυτό είναι εφικτό, πραγματικά «αξίζει» για τους επιχειρηματικούς ομίλους, με δεδομένη και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας με τις νέες τεχνολογίες.
Ενδεικτικά είναι δημοσιεύματα του οικονομικού περιοδικού «Forbes» για τα ενδεχόμενα οφέλη που θα μπορούσαν να έχουν ορισμένοι όμιλοι και κλάδοι από την 4ήμερη εργασία «σε έναν κόσμο μετά την πανδημία», πάντα με κριτήριο το «κόστος - όφελος» για την εργοδοσία.
Ερευνα της «SimpleTexting» δείχνει ότι η 4ήμερη βδομάδα εργασίας μπορεί να μειώσει τα γενικά έξοδα και άλλα κόστη (ρεύμα και θέρμανση/κλιματισμός, είδη γραφείου, καθαριότητα, πιο αργή φθορά εξοπλισμού, π.χ. εκτυπωτών, φωτοαντιγραφικών κ.λπ.). Για παράδειγμα, στο πείραμα της «Microsoft Japan», το 2019, το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε κατά 23%. Αν μάλιστα ορισμένες επιχειρήσεις πρόσφεραν προηγουμένως δωρεάν σνακ ή γεύματα, η εξοικονόμηση ήταν ακόμα μεγαλύτερη...
Επίσης, στις ΗΠΑ διεξάγονται δημοσκοπήσεις από την «Gallup» με το «πονηρό» ερώτημα τι θα ήταν διατεθειμένοι να «χάσουν» οι εργαζόμενοι για μια 4ήμερη εργάσιμη βδομάδα, π.χ. εταιρικό ασφαλιστικό πρόγραμμα Υγείας, άλλα ρεπό που δικαιούνται, να δεχτούν να εργάζονται 1 - 2 ώρες παραπάνω τη μέρα κ.λπ. Μείωση των ωρών εργασίας δηλαδή, αλλά με το αζημίωτο για την εργοδοσία.
Παράλληλα, η έρευνα της «SimpleTexting» δείχνει ότι οι εταιρείες που θα εφαρμόσουν 4ήμερη εργασία γίνονται πιο ανταγωνιστικές στην εξεύρεση κατάλληλων εργαζομένων και ταλέντων - ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν τους ομίλους τα τελευταία χρόνια. Σε άμεση σχέση με τα παραπάνω, έρευνα της «Gallup» υπολογίζει πως η εναλλαγή θέσεων εργασίας των γεννημένων μεταξύ 1980 και 1996 εργαζομένων (το λεγόμενο «millennial turnover») κοστίζει στην οικονομία των ΗΠΑ 30,5 δισ. δολάρια ετησίως.
Ο διεθνής και ελληνικός Τύπος έχει κατακλυστεί επίσης από «copy - paste» δημοσιεύματα που αναπαράγουν ότι στην Ισλανδία δύο πειράματα για 4ήμερη εργασία (το 2015 και το 2019) ήταν τόσο επιτυχημένα, που σήμερα περίπου το 86% των εργαζομένων δουλεύουν Δευτέρα - Πέμπτη...
Στην πραγματικότητα, στην Ισλανδία οι ώρες εργασίας μειώθηκαν από 40 σε 35 ή 36 τη βδομάδα για το 1,3% των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ μερικοί εργαζόμενοι μπορούσαν να επιλέξουν να «διαχειριστούν» τις εργάσιμες ώρες τους σε τέσσερις μέρες.
Στην πράξη, οι ώρες εργασίας έχουν μειωθεί κατά μόλις 13 λεπτά τη μέρα για ορισμένο προσωπικό στις δημόσιες υπηρεσίες και κατά 35 λεπτά τη βδομάδα για τους εμποροϋπαλλήλους!
Τα πειράματα, ωστόσο, έδειξαν μια αύξηση της παραγωγικότητας και της απόδοσης των εργαζομένων, αλλά όχι ιδιαίτερα σημαντική σε σχέση με τις περισσότερες ώρες εργασίας, με αποτέλεσμα πολλές επιχειρήσεις να μη βρίσκουν και τόσο «ελκυστική» την ιδέα του μειωμένου χρόνου εργασίας.
«Η ιδέα μιας 4ήμερης βδομάδας εργασίας δεν είναι τόσο "στη μόδα" στην Ισλανδία, όσο στο Ηνωμένο Βασίλειο», λέει ο Guοmundur Haraldsson, ένας από τους συγγραφείς της έκθεσης και ερευνητής του ισλανδικού ερευνητικού οργανισμού Alda (Association for Sustainability and Democracy), που συνεργάζεται με τη βρετανική «δεξαμενή σκέψης» «Autonomy», η οποία προωθεί την ιδέα της 4ήμερης εργασίας στη Βρετανία.
Θυμίζουμε ότι η Μ. Βρετανία υπήρξε από τις πρώτες χώρες που υιοθέτησαν τις σκληρότερες προβλέψεις της ευρωπαϊκής Οδηγίας για τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας (π.χ. ρήτρα opt out) όσο ήταν μέλος της ΕΕ, ελαστικοποιώντας στο έπακρο την αγορά εργασίας.
Επιπλέον, η καθηγήτρια του Henley Business School, Rita Fontinha, διευκρινίζει ότι το ισλανδικό πείραμα «δεν περιλάμβανε τη μετάβαση σε τετραήμερη εργάσιμη βδομάδα» αλλά μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, καθώς η Ισλανδία είχε τον μεγαλύτερο εργάσιμο χρόνο σε σχέση με τις άλλες σκανδιναβικές χώρες. Αυτό - μεταξύ άλλων - την καθιστούσε λιγότερο ανταγωνιστική στην προσέλκυση ξένου εργατικού δυναμικού.
«Η πανδημία έδειξε ότι μπορούμε να κάνουμε δραστικές αλλαγές στην επαγγελματική ζωή, η ευελιξία θα είναι το κλειδί για επιτυχημένη μετάβαση σε μικρότερη εργάσιμη βδομάδα», προσθέτει, σαν γενικό συμπέρασμα από το ισλανδικό «πείραμα».
Στο Βέλγιο, η επτακομματική κυβέρνηση συνασπισμού επεξεργάζεται ένα μεγάλο πακέτο μεταρρυθμίσεων που υπόσχεται «να αλλάξει το εργασιακό τοπίο όπως το γνωρίζαμε», στον απόηχο και της πανδημίας. Εκεί περιλαμβάνονται η προαιρετική 4ήμερη εργάσιμη βδομάδα, νόμοι για το «δικαίωμα αποσύνδεσης» όσων δουλεύουν από το σπίτι, κανόνες για την καταγραφή του χρόνου εργασίας κ.ά.
Σύμφωνα με βελγικά ΜΜΕ («VTM Nieuws»), η κυβερνητική πρόταση συμπυκνώνει τη σημερινή βδομάδα εργασίας, 38 - 40 ωρών, σε τέσσερις μεγαλύτερες εργάσιμες μέρες.
Δηλαδή οι εργαζόμενοι θα καλούνται να δουλεύουν ακόμα πιο εντατικά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη φθορά της σωματικής και ψυχικής τους υγείας, και θα κουράζονται το ίδιο, αν όχι περισσότερο. Εξάλλου, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το «δικαίωμα στην αποσύνδεση» θα γίνει «σεβαστό» από τους εργοδότες, οι οποίοι διαθέτουν και μια σειρά άλλα εργαλεία εξυπηρέτησης των εκάστοτε αναγκών τους σε φάσεις που η παραπάνω ρύθμιση δεν θα τις καλύπτει.
Στην Ισπανία, η κυβέρνηση Σοσιαλιστών - «Unidas Podemos», ορμώμενη από τη μείωση της παραγωγής πολλών εργοστασίων και τη γενίκευση της «ευελιξίας» κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ανακοίνωσε ότι η 4ήμερη βδομάδα θα δοκιμαστεί από φέτος με κρατική χρηματοδότηση, καλώντας όσες επιχειρήσεις το επιθυμούν να εμπλακούν.
Πρόκειται για ένα μέτρο έμμεσης επιδότησης των επιχειρηματικών ομίλων με περίπου 50 εκατ. ευρώ για τρία χρόνια από τον κρατικό προϋπολογισμό (από το 100% τον πρώτο χρόνο στο 33% τον τρίτο).
Αντίστοιχα, το παράδειγμα της γαλλικής «Renault», που δίνει άδεια σε 13.000 εργαζόμενους τις Παρασκευές, κάθε άλλο παρά «στροφή στην 4ήμερη εργασία» μπορεί να θεωρηθεί. Αντίθετα, πρόκειται για μέτρο ενταγμένο στα προγράμματα επιδοτούμενης υποαπασχόλησης (chomage partiel) της γαλλικής κυβέρνησης, σε μια προσπάθεια να μειωθούν τα κόστη των βιομηχάνων, επειδή οι παραγγελίες έχουν μειωθεί, λόγω της πανδημίας και της έλλειψης ημιαγωγών (μικροτσίπ). Ετσι, οι βιομήχανοι πληρώνουν λιγότερα και οι εργαζόμενοι λαμβάνουν τον ίδιο μισθό, καθώς τη διαφορά την επιδοτεί το κράτος.
Η ίδια συζήτηση έχει ανοίξει τα τελευταία χρόνια στη Βρετανία. Στη Σκοτία η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί 10 εκατ. λίρες επιδότηση στις εταιρείες για να δοκιμάσουν την 4ήμερη εργασία. Η βρετανική κυβέρνηση διατηρεί επιφυλάξεις για το 4ήμερο, ωστόσο δεν αποκλείει άλλου είδους παρόμοιες αλλαγές μέσω «ευέλικτης» εργασίας.
Αντίστοιχα «πιλοτικά» προγράμματα 4ήμερης εργασίας από τον Γενάρη του 2022 ανακοίνωσε και η Ιρλανδία.
Αυτήν ακριβώς τη «διεθνή εμπειρία» επικαλούνται άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλ. Τσίπρας όταν μιλούν για «πιλοτική» εφαρμογή του «35ωρου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας», σπεύδοντας να προσθέσουν ότι θα συνοδεύεται από «αντισταθμιστικά μέτρα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους» για τους εργοδότες...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου