Η γνώση είναι δύναμη και αποτελεί αναντικατάστατο εργαλείο προκειμένου να ερμηνεύουμε τον κόσμο στην κίνησή του, να βλέπουμε πίσω από τα γεγονότα και τις εικόνες, να μπορούμε να βαθαίνουμε στις ρίζες των κοινωνικών φαινομένων, στις γενεσιουργούς τους αιτίες, να ανακαλύπτουμε τη διαλεκτική τους σχέση με την κοινωνική εξέλιξη και την κινητήρια δύναμή της, που είναι η ταξική πάλη. Με αυτόν τον τρόπο θα αποκαλύπτεται και η λύση των προβλημάτων και ο δρόμος που οδηγεί σ' αυτήν.
Οι εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής» σταθερά υπηρετούν αυτήν την ανάγκη. Ετσι και στη θεματολογία γύρω από τον φασισμό μπορεί να βρει κανείς στις εκδόσεις μας υλικό που αναδεικνύει την ουσία του, την ιστορική του διαδρομή, τις παραλλαγές στην εμφάνισή του, τη σχέση αίματος με την αστική τάξη και το κράτος της, τις προϋποθέσεις να τσακιστεί.
Ο φασισμός είναι η πιο σκληρή, η πιο αυταρχική και αντιδραστική μορφή της αστικής διακυβέρνησης, μια μορφή της δικτατορίας του κεφαλαίου που μπορεί να αντικαθιστά σε μια δοσμένη συγκυρία την κοινοβουλευτική δημοκρατία και να αντικαθίσταται από αυτήν χωρίς όμως να κινδυνεύουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης και χωρίς να κλονίζεται η εξουσία της. Το πέρασμα μάλιστα στη φασιστική διακυβέρνηση μπορεί να γίνεται όχι πάντα βίαια ή με πραξικοπήματα, αλλά και με κοινοβουλευτικές διαδικασίες, όπως έγινε με τον Μεταξά στην Ελλάδα το 1936 ή τον Χίτλερ την ίδια περίοδο στη Γερμανία.
Μια σειρά χαρακτηριστικά του φασισμού όπως ο εθνικισμός, ο σοβινισμός, οι ρατσιστικές θεωρίες, η εξύμνηση της βίας κ.λπ. δεν συνιστούν ιδιαιτερότητες δικές του. Αποτελούν τυπικές εκφράσεις του ιμπεριαλισμού, του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού, που βέβαια εκφράζονται με μεγαλύτερη ένταση και βιαιότητα από τον φασισμό. Τέτοια χαρακτηριστικά άλλωστε κυριαρχούν στις μέρες μας σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, χαρακτηριστικά που εκπορεύονται από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τις λεγόμενες «δημοκρατικές» κυβερνήσεις, που δίνουν όρκους ενάντια στον φασισμό.
Ακόμα και όταν ο φασισμός δεν βρίσκεται στη διακυβέρνηση ή δεν την διεκδικεί άμεσα, χρησιμοποιείται ως απειλή, ως πολύτιμη εφεδρεία του συστήματος που λειτουργεί κατά περίπτωση είτε ως φόβητρο πολιτικό, είτε ως μηχανισμός καταστολής απέναντι στο κίνημα.
Ο φασισμός είτε ως πολιτική δύναμη είτε ως κρατική πολιτική στηρίζεται και χρηματοδοτείται από την αστική τάξη για την εξυπηρέτηση των στόχων της. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, η πολιτική και οικονομική ενίσχυση της ναζιστικής Γερμανίας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα στήριξης του φασισμού από μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, αλλά και από τις λεγόμενες αντιφασιστικές - δημοκρατικές κυβερνήσεις της Δύσης, προκειμένου να χτυπήσουν τον κοινό τους εχθρό, την Σοβιετική Ενωση.
Κάλπικος ο αντιφασισμός ρεφορμιστών και οπορτουνιστών
Αν ανατρέξουμε στην αστική και οπορτουνιστική βιβλιογραφία θα βρούμε διάφορες προσεγγίσεις για τον φασισμό, με κοινό χαρακτηριστικό την αταξική του προσέγγιση. Του αποδίδονται ακόμη και χαρακτηριστικά που δεν έχει, αλλά επιδιώκει να προβάλλει στα συνθήματα και την ορολογία που χρησιμοποιεί, επιχειρώντας, κυρίως στο ιδεολογικό του προφίλ, να εμφανιστεί διαχρονικά ως αντισυστημική δύναμη. Στην ουσία όμως ποτέ δεν αμφισβήτησε τον καπιταλισμό. Το γεγονός ότι στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον φασισμό είναι ο ρατσισμός, η εξύμνηση της βίας κ.λπ., τους οδηγεί στη θέση ότι κάθε ανορθολογική έκφραση ξενοφοβίας είναι φασιστική, ότι τέτοια είναι η μη αποδοχή και ανοχή στη διαφορετικότητα, φτάνοντας στο σημείο να υιοθετήσουν τον επικίνδυνο ανορθολογισμό της λεγόμενης ελευθερίας του ατομικού αυτοπροσδιορισμού, του ατομικού δικαιωματισμού, αποκομμένου από τα κοινωνικά δικαιώματα, στοιχεία της κυρίαρχης ιδεολογίας που υπηρετούν την ενσωμάτωση και τον αποπροσανατολισμό.
Αντίστοιχα, ο διαχωρισμός «δημοκρατικές - φασιστικές δυνάμεις», παρά τις όποιες υπαρκτές αστικές πολιτικές αντιθέσεις, συγκαλύπτει την κύρια αντίθεση: Κεφάλαιο - εργασία. Δηλαδή, την αντίθεση ανάμεσα στις δύο βασικές τάξεις της κοινωνίας, ανάμεσα σε αυτούς που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο και στα παράσιτα που ιδιοποιούνται το μεγαλύτερο μέρος του. Από αυτήν την άποψη, πρέπει να είναι σαφές ότι επειδή τόσο ο φασισμός όσο και η φιλελεύθερη και η σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση, αλλά και οι δυνάμεις του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού σε τελευταία ανάλυση εξίσου υπηρετούν τη διατήρηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ο αντιφασισμός τους δεν είναι γνήσιος και δεν μπορεί να είναι, στο βαθμό που ακόμα και η πιο σκληρή στάση απέναντί του δεν απαντά στα αίτια που τον γεννούν και δεν είναι σε θέση να τον αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και μόνιμα.
Η στάση τους γίνεται υποκριτική και ο αντιφασισμός τους κάλπικος αν αναλογιστούμε ότι: Μιλούν για «κόκκινο και μαύρο φασισμό» εξισώνοντας τον φασισμό με τον κομμουνισμό, τον Λένιν και τον Στάλιν με τους Χίτλερ και Μουσολίνι. Προβάλλουν την ανορθολογική, αταξική προσέγγιση περί ολοκληρωτισμών. Υιοθετούν ανάλογα ψηφίσματα και μνημόνια, απαγορεύουν τη δράση ΚΚ. Μολύνουν τις εργατικές - λαϊκές συνειδήσεις με τη θεωρία των «δύο άκρων», που με τόσο αίμα πλήρωσε η εργατική τάξη στη Γερμανία και σε όλο τον κόσμο.
Ας θυμηθούμε το αναμάσημα περί ακραίων ομάδων που συγκρούονται, μετά την επίθεση των χρυσαυγιτών στους κομμουνιστές στο Πέραμα το 2013, που ακολούθησε η δολοφονία Φύσσα λίγες μέρες μετά. Ακόμα και στα τελευταία γεγονότα στη Θεσσαλονίκη, διά στόματος του υπουργού Πολιτικής Προστασίας άνοιξαν επίσημα ξανά θέμα για τα άκρα και την αποστασιοποίηση από τα ξύλα και τα κλομπ των φασιστών, αλλά και των άλλων, όπως με νόημα υπαινίχθηκε. Πρόκειται για κανονικές επιχειρήσεις αποπροσανατολισμού και ξεπλύματος της φασιστικής δράσης, στις οποίες βέβαια κατά περίπτωση συμβάλλουν προβοκατόρικες ομάδες, ελεγχόμενες από διάφορα κέντρα.
Επιδιώκουν να τσακίσουν προληπτικά κάθε προοπτική αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας
Εξισώνουν τους εργατικούς - λαϊκούς αγώνες και την περιφρούρησή τους με τη δράση κρατικών και παρακρατικών δυνάμεων. Παίρνουν μέτρα και νομοθετούν όχι μόνο σε βάρος των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, αλλά επιδιώκουν να τσακίσουν προληπτικά κάθε δυνατότητα και προοπτική αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας.
Προκειμένου να επιδράσουν στις εργατικές - λαϊκές συνειδήσεις, ενοχοποιούν ακόμα και τον όρο «ριζοσπαστισμός» ως κάτι αρνητικό και βέβαια προβάλλουν την ύπουλη επίκληση της ανάγκης καταδίκης της βίας από όπου κι αν προέρχεται, προκειμένου να νομιμοποιήσουν το μονοπώλιο της κρατικής βίας και καταστολής απέναντι στο εργατικό - λαϊκό κίνημα.
Στην επιχείρηση αυτή πρωτοστατεί η ΕΕ και οι κυβερνήσεις της δημιουργούν μηχανισμούς επεμβάσεων και αντιμετώπισης του «εχθρού λαού». Οι επιλογές τους αυτές συνοδεύονται από βιομηχανία αποφάσεων, ανακοινώσεων και ψηφισμάτων που η υλοποίησή τους χρηματοδοτείται με εκατοντάδες εκατομμύρια από τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Σε μια τέτοια ανακοίνωση το 2019, για τις ανατροπές στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αναφερόταν: «Τριάντα χρόνια πριν, εκατομμύρια άνθρωποι πολέμησαν για την ελευθερία τους και για την ενότητα και γκρέμισαν το Σιδηρούν Παραπέτασμα», το κείμενο είχε την υπογραφή της τότε κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Ολα αυτά τα παρουσιάζουν ως προσπάθεια να περιφρουρήσουν την αστική δημοκρατία από τους εχθρούς της, ανάγοντάς την στον πιο αποτελεσματικό αντίπαλο του φασισμού. Βέβαια η αστική τάξη δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από τον φασισμό, αφού δικό της δημιούργημα, δικό της αίμα είναι και αυτήν υπηρετεί.
Αυτό που πραγματικά τους απασχολεί είναι να περιφρουρήσουν και να καθαγιάσουν την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Γι' αυτό από κοινού με τους φασίστες έχουν σημαία τους τον αντικομμουνισμό, γι' αυτό θέλουν τους εργαζόμενους ψηφοφόρους, χειροκροτητές της μιας ή της άλλης εκδοχής της αστικής διαχείρισης.
Πρέπει να είναι σαφές ότι η αστική εξουσία πραγματοποιείται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ανάλογα με τον συσχετισμό δυνάμεων, τους ανταγωνισμούς και τις αντιθέσεις στο στρατόπεδό της, το επίπεδο όξυνσης της ταξικής πάλης, τον βαθμό οργάνωσης της εργατικής τάξης, τις διαθέσεις των εργατικών μαζών που πρέπει να υποταχθούν, τον κίνδυνο δηλαδή και την απειλή που αισθάνεται η αστική τάξη. Με βάση αυτά η αστική τάξη επιλέγει και την πολιτική μορφή με την οποία ασκεί την κυριαρχία της. Στη βάση αυτή τοποθετείται και απέναντι στις φασιστικές δυνάμεις.
Γνήσιος αντιφασισμός είναι ο αντικαπιταλισμός, η πάλη για τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό
Η ιστορική πείρα δείχνει ότι το εργατικό επαναστατικό κίνημα ακόμα και όταν κατά περιόδους αμυνόμενο σε ανάλογες επιθέσεις, εστιάζει την πάλη του στην υπεράσπιση και διεύρυνση δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, δεν μπορεί να χάνει την αυτοτέλειά του, συμμαχώντας σε μέτωπα αντιφασιστικά με τέτοιες δυνάμεις, γιατί αδυνατίζει η αναγκαία σκληρή διαπάλη με την αστική δημοκρατία αλλά και τον ρεφορμισμό - οπορτουνισμό στο εργατικό κίνημα, αποσυνδέεται ο φασισμός από τη ρίζα του και την αιτία που τον γεννά, με αποτέλεσμα να αποσυνδέεται η αντιπαράθεση μαζί του από την αναγκαιότητα ανατροπής του καπιταλισμού και της δικτατορίας του κεφαλαίου.
Υπάρχει πλούσιο υλικό στις εκδόσεις που προτείνουμε για τον βρώμικο ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας, παρά τις αυταπάτες της περιόδου από μεριάς των ΚΚ για τον ρόλο του συμμάχου που την καλούσαν να παίξει, αυταπάτες για τις οποίες έχουμε ασκήσει κριτική. Ο ρόλος της είναι γνωστός διαχρονικά από τη συμπόρευσή της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με την αστική τάξη, τη συμβολή της στην άνοδο του ναζισμού και του φασισμού αλλά και τη συμβολή της στην κατάπνιξη του επαναστατικού προλεταριακού κινήματος. Οι ρίζες της είναι βαθιά ποτισμένες με το αίμα χιλιάδων Γερμανών, Ούγγρων και Φιλανδών εργατών, που οι σοσιαλδημοκρατικές ηγεσίες σφαγίασαν στις προλεταριακές επαναστάσεις του 1918 - 1923. Ακόμα και όταν ο Χίτλερ ανέλαβε τη διακυβέρνηση, το SPD απέρριψε την πρόταση του ΚΚ Γερμανίας για κήρυξη πολιτικής απεργίας, ισχυριζόμενο ότι «το μπαρούτι της απεργίας» έπρεπε να διαφυλαχτεί και ότι ο Χίτλερ εκλέχτηκε από τον λαό.
Σήμερα η εργατική τάξη και τα εργατικά - λαϊκά στρώματα πρέπει να ξεφύγουν από τη σύγχυση που δημιουργεί το γεγονός ότι η πιο προσφιλής και πιο εναρμονισμένη στην ουσία του καπιταλισμού μορφή διακυβέρνησης είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία, που εξασφαλίζει την πολιτική εκπροσώπηση όλων των τμημάτων από τους καπιταλιστές μέχρι και την εργατική τάξη. Η μορφή αυτή σίγουρα βολεύει την αστική τάξη, γιατί μέσα από την επίφαση της λαϊκής συμμετοχής και ετυμηγορίας εξασφαλίζει την εθελοντική υποταγή στους κανόνες της αστικής δημοκρατίας, ενισχύει τη σύγχυση για την αιτία των προβλημάτων, κρύβει τον πραγματικό αίτιο και θολώνει την πραγματική διέξοδο με βάση τις ανάγκες και τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας.
Ενα χρόνο μετά την καταδικαστική απόφαση για την ηγεσία της ΧΑ, ας θυμηθούμε τα λόγια του Μπρεχτ σχολιάζοντας τους πανηγυρισμούς για το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου: «Μη χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. H σκύλα που το γέννησε ζει και είναι πάλι σε οργασμό».
Γι' αυτό και δεν μας αρκεί να κρυφτούν οι φασίστες στα λαγούμια τους, γιατί από εκεί μπορεί να τους ξαναβγάλουν αυτοί που τους έκρυψαν προσωρινά. Καθήκον των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων είναι το ολοκληρωτικό τσάκισμα του φασισμού, που θα γίνει πράξη με την ήττα του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος. Γι' αυτό εμείς λέμε ότι γνήσιος αντιφασισμός είναι ο αντικαπιταλισμός, η πάλη για τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Και η υπόθεση αυτή είναι καθήκον του σήμερα και δεν παίρνει αναβολή.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΚΑΛΑΚΗΣ
"Ο φασισμός είναι μια μορφή της δικτατορίας του κεφαλαίου"...
ΑπάντησηΔιαγραφή...και μάλλον η αυθεντική στη φάση του ανεπτυγμένου Ιμπεριαλισμού, που δεν εντοπίζεται μόνο "σε μια χούφτα χώρες", παρά σε όλα τα μήκη και πλάτη της γής!