Επιλογή γλώσσας

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

Αντιλαϊκές παρεμβάσεις χωρίς τέλος για την ανάκαμψη του κεφαλαίου


ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
 
Ανάκαμψη και μεγέθυνση του παραγόμενου ΑΕΠ με ρυθμό πάνω από 8% το φετινό 12μηνο, με σχετική επιβράδυνση στο 5% για το 2022 και στο 3,9% για το 2023 βλέπει η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) στην «ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική» που κατατέθηκε χτες από τον διοικητή της, Γ. Στουρνάρα, στον πρόεδρο της Βουλής και το υπουργικό συμβούλιο.

Η προοπτική αυτή περιβάλλεται από σειρά «αβεβαιοτήτων» και κινδύνων, ενώ σε κάθε περίπτωση μοχλός της αναπτυξιακής διαδικασίας των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων είναι η κλιμάκωση των αντιλαϊκών παρεμβάσεων, σε συνδυασμό με τον πακτωλό των εκταμιεύσεων από την ΕΕ. Σύμφωνα με την ΤτΕ, «οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν με πολύ υψηλούς ρυθμούς τα δύο επόμενα έτη. Αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι έως το 2029 η Ελλάδα προβλέπεται να λάβει στήριξη ύψους 40 δισ. ευρώ περίπου από τον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ 2021 - 2027 και 32 δισ. ευρώ από το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης, ενώ παράλληλα αναμένεται και η προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων».

Γνωστή η αντιλαϊκή συνταγή για τις «προκλήσεις»

Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, «παρά την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας, η πιστοληπτική αξιολόγησή της υπολείπεται της επενδυτικής βαθμίδας. Αυτό δημιουργεί μία σειρά από προβλήματα, κυρίως όμως στερεί την ελληνική οικονομία από πολύτιμους επενδυτικούς πόρους που θα μπορούσαν να εισρεύσουν από το εξωτερικό σε πολλούς κλάδους και τομείς, είτε ως δανειακά κεφάλαια χαμηλού κόστους είτε ως συμμετοχή στο κεφάλαιο επιχειρήσεων».

Η λεγόμενη «ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας», ως προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων από το πάγιο πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση την κλιμάκωση και μονιμοποίηση των αντιλαϊκών παρεμβάσεων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ:

-- Μια σημαντική πρόκληση αφορά την ικανότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα να απορροφήσουν πλήρως και εγκαίρως τους διαθέσιμους χρηματοδοτικούς πόρους από το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης την περίοδο 2021 - 2026 και από το ΕΣΠΑ την περίοδο 2021 - 2027, από το «υπερμνημόνιο» δηλαδή του Ταμείου Ανάκαμψης, που έχει ως προϋπόθεση τις «εκταμιεύσεις» καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και νέων μέτρων.

-- Ο τραπεζικός τομέας αντιμετωπίζει μια σειρά από «προκλήσεις», όπως η αδύναμη κερδοφορία και η ανάγκη για ποσοτική αλλά και ποιοτική ενίσχυση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, καθώς και τη μεγάλη μάζα με τα «κόκκινα» δάνεια. Προαναγγέλλεται δηλαδή μεταξύ άλλων η κλιμάκωση των εκβιασμών και πλειστηριασμών με βάση και το νέο Πτωχευτικό Κώδικα.

-- Η σημαντική αύξηση του κρατικού χρέους«καθιστά τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του πρωτεύοντα στόχο της δημοσιονομικής πολιτικής», ενώ με την επιστροφή της οικονομίας σε πλήρη λειτουργία, «η διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας μέσα από τη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων ανάγεται σε κεντρικό μέλημα της οικονομικής πολιτικής». Πρόκειται για τη συζήτηση για επιστροφή σε μια πιο «σφιχτή» δημοσιονομική πολιτική, για να αποπληρωθούν τα μεγάλα κρατικά χρέη που δημιουργούν τα σημερινά «πακέτα» που πηγαίνουν στους επιχειρηματικούς ομίλους.

-- Ως ξεχωριστή πρόκληση μπαίνει βέβαια η «κλιματική αλλαγή», που κατά την Τράπεζα «αναδεικνύει ως νέα πρόκληση τη μετάβαση της οικονομίας σε πιο καθαρές μορφές Ενέργειας», για να ανοίξουν τα νέα «πράσινα» πεδία κερδοφορίας, ωστόσο επισημαίνεται ότι «η έλλειψη ικανής προόδου στην τεχνολογία αποθήκευσης Ενέργειας καθυστερεί την πράσινη μετάβαση».

-- «Μετά το τέλος του καθεστώτος ενισχυμένης εποπτείας της ΕΕ και την άρση της "γενικής ρήτρας διαφυγής", η Ελλάδα θα ενταχθεί στο καθεστώς μεταπρογραμματικής επιτήρησης (post-pro-gramme surveillance), όπως ισχύει για τις χώρες που έχουν λάβει δάνεια στήριξης».

Επιπλέον, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζεται: «Είναι προς το συμφέρον της χώρας να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως αυτές θα περιγράφονται στις συστάσεις της ΕΕ στο πλαίσιο της Διαδικασίας Μακροοικονομικών Ανισορροπιών και του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, που ισχύει για όλες τις χώρες της ΕΕ, και να δώσει την απαραίτητη έμφαση στην ενίσχυση των επενδύσεων μέσω και της αξιοποίησης των πόρων του ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας».

Στο «διά ταύτα» υπογραμμίζεται: «Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στις μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, στην ενίσχυση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, στις επενδύσεις στην Εκπαίδευση, στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του Δημοσίου, στον ψηφιακό μετασχηματισμό του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης», ενώ «η αποτελεσματική διασύνδεση της αγοράς εργασίας με τις ανάγκες αλλά και τις ευκαιρίες που προκύπτουν από την 4η Βιομηχανική Επανάσταση είναι παράγοντας καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας».

Σε κλοιό πληθωριστικών πιέσεων και «αβεβαιότητας»

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την ΤτΕ, ο πληθωρισμός, βάσει του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, αναμένεται να απογειωθεί το 2022 στο 3% (από 0,6% στο φετινό 12μηνο), ενώ η όποια αποκλιμάκωση αναμένεται... το 2023, υπό την προϋπόθεση ότι «θα αποκατασταθούν τα προβλήματα στις παγκόσμιες αλυσίδες προσφοράς και θα υποχωρήσουν οι τιμές Ενέργειας και εισαγόμενων πρώτων υλών και ενδιάμεσων προϊόντων».

Σε ό,τι αφορά τα κύματα των ανατιμήσεων στην παγκόσμια οικονομία σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι «οι ελλείψεις που παρατηρήθηκαν στον εφοδιασμό της παραγωγής με βασικές εισροές (όπως οι ημιαγωγοί), οι αυξημένοι χρόνοι παράδοσης προϊόντων σε κλάδους όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, και η κάμψη της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας στα μέσα του 2021 (εξαιτίας της επιδείνωσης της πανδημίας στις αναδυόμενες οικονομίες) περιόρισαν προσωρινά τη δυναμική της ανάκαμψης του διεθνούς εμπορίου».

Μάλιστα, οι διαταραχές ενδέχεται να ενταθούν περαιτέρω λόγω των επιπτώσεων από την κατακόρυφη αύξηση των διεθνών τιμών της Ενέργειας και των αυξανόμενων ελλείψεων σε εργατικό δυναμικό στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η πρόβλεψη για την οικονομική δραστηριότητα υπόκειται εξάλλου και σε κάθε είδους «αβεβαιότητες και κινδύνους».

Μεταξύ αυτών οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας, την επιτάχυνση του πληθωρισμού, την πιθανή αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μετά τη λήξη των μέτρων κρατικής στήριξης και ενδεχομένως ένα χαμηλό ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Αναφέρεται ακόμη ότι εξακολουθεί να υπάρχει αυξημένη αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις πληθωριστικές πιέσεις στις πρώτες ύλες, στο κόστος μεταφορών και στην Ενέργεια, ενώ η συνέχιση των πληθωριστικών πιέσεων στις τιμές εισαγόμενων προϊόντων θα μπορούσε να περιορίσει την ιδιωτική κατανάλωση και τη δυναμική της ανάπτυξης.

Παράλληλα, σημειώνεται πως «μια ταχύτερη του αναμενομένου αλλαγή κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ θα μπορούσε να προκαλέσει ισχυρούς κλυδωνισμούς στις χρηματοπιστωτικές αγορές, επηρεάζοντας αρνητικά την παγκόσμια και την ελληνική οικονομία».

Τέλος, ειδικά όσον αφορά την ελληνική οικονομία, η πρόσφατη επιδείνωση των επιδημιολογικών δεδομένων, σε συνδυασμό με τη σχετικά χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αυξάνει την αβεβαιότητα και τους κινδύνους, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου