Επιλογή γλώσσας

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2022

2/3/1927 Επεξετάθη χθες η απεργία των εργατριών εις όλα τα εργοστάσια ταπητουργίας των Ποδαράδων


«Ποδαράδες» και καθαρευουσιάνικα «Νέα Ιωνία». Είτε έτσι τον πης, είτε αλλιώς το συνοικισμό που είναι πέρα από τα Πατήσια, το γεγονός είναι ότι είναι μια κόλαση και τίποτε περισσότερο. Υπάρχουν μερικά καλά σπίτια, αρκετά εργοστάσια υψώνουν τα από μπετόν αρμέ κτίριά των, το τρένο περνά αδιάκοπα κουβαλώντας ξένοιαστους ανθρώπους προς την Κηφισσιά η μεγάλη όμως αυτή πόλη δεν είναι παρά ένα άθροισμα μικρών πέτρινων και ξυλίνων παραπηγμάτων και αντίσκηνων ακόμα. Πέντε χρόνια μετά την καταστροφή εξακολουθούν να υπάρχουν πρόσφυγες μέσα σε αντίσκηνα (...).


*

Οταν εγκαταστάθηκαν στη μηρμυγκοφωληά αυτή δεκάδες χιλιάδων απροστατεύτων τις περισσότερες φορές γυναικών και κοριτσιών και η Επιτροπή Αποκαταστάσεως μεταβάλλονταν σε ανεξέλεγκτο κύριο των προσφύγων τους οποίους εγκαθιστούσε εδώ κι εκεί, διάφοροι έμποροι του ξένου ιδρώτα έστησαν τις ξόβεργες των δίπλα στους συνοικισμούς. Ετσι στάθηκαν τα διάφορα εργοστάσια ταπητουργίας, υφαντουργίας κλπ. στους Ποδαράδες, κυριώτερα των οποίων είναι του γνωστού ευνοούμενου του Παγκάλου, Κυρκίνη. Ο κόσμος των πεινασμένων πιάστηκε στις ξόβεργες. Πεινούσε. Δεν μπορούσε να κάμη αλλιώς. Οσα, όσα.

Δυόμιση και τρεις δραχμές το χιλιόκομπο. Δηλαδή 20-26 δραχμές μεροκάματο ύστερα από 14 και 16 ώρες δουλειά. Από το μαύρο πρωί έως τη σκοτεινή νύχτα. Εως τις δέκα το βράδυ. Δυό ώρες δηλαδή πριν από τα μεσάνυχτα.

*

Τον τελευταίο καιρό οι εργοδότες δεν έβρισκαν αρκετά τα κολοσσιαία κέρδη των. Δεν έλαβαν, φυσικά, υπόψιν των, ότι και τα μεροκάματα των εργατριών δεν ήσαν καθόλου αρκετά. Οτι δεν μπορούσαν ούτε καν ψωμί ν' αγοράσουν.

Προχθές - αρχή νέας βδομάδας - τους ανήγγειλαν, ότι ο χιλιόκομπος θα πληρώνεται πενήντα λεφτά λιγότερο. Χωρίς καμιά οργάνωση - πάνω στην αγανάκτησή των - εκήρυξαν απεργία. Είναι γνωστά τα προχθεσινά από όσα έγραψε ο «Ριζοσπάστης» και μόνο ο «Ριζοσπάστης». (...)

Χθες επιτροπή των Συμβουλίων του Εργατικού Κέντρου επήγε να ενισχύση τις εργάτριες. (...)

Ενας αρκετά μεγάλος αριθμός απεργών ξεκινώντας με την επιτροπή από το κέντρο των Ποδαράδων κατηυθύνθη προς το μέρος των εργοστασίων.

Οταν διήρχε προ του εργοστασίου του Κυρκίνη ήταν περασμένο το μεσημέρι. Ηταν η ώρα που οι εργάτριες έχουν το «δικαίωμα» να κάμουν λίγων λεπτών διακοπή για να πεταχθούν στα αντικρυνά παραπήγματά τους για να τσιμπήσουν κάτι για φαΐ. Η σιδερένια όμως πόρτα δεν ανοίγει. Ο φύλακας βλοσυρός απαγορεύει την έξοδο.

Είχε πάρει διαταγή να απαγορεύση την έξοδο γιατί υπάρχει κίνδυνος να ενωθούν με τις άλλες εργάτριες που έχουν απεργήσει.

Η πόρτα είναι σιδερένια, οι τοίχοι και τα κάγκελα πολύ ψηλά.

Οταν εσταμάτησαν έξω από τα εργοστάσια οι απεργοί η Επιτροπή των Συμβουλίων θέλει να μιλήσει προς τις κλεισμένες μέσα στο κλουβί.

Καθώς δεν υπήρχε άλλο μέσο η σ. Ράικα ανεβασμένη στον τοίχο έχοντας μπρος της όλες τις αποκλεισμένες εργάτριες είπε τα εξής: «Εδώ και μια βδομάδα κουβεντιάζοντας ανάμεσά μας όταν εκηρύχθη η απεργία στην Κοκκινιά λέγαμε: Ο,τι έπαθαν αυτές θα πάθουμε κι εμείς. Οι εργοδότες μας αφού μπόρεσαν να ελαττώσουν τα μεροκάματα της Κοκκινιάς θα ζητούσιν να ελαττώσουν και τα δικά μας. Δεν πέρασαν πολλές μέρες και ο φόβος μας επραγματοποιήθη. Ολα τα αφεντικά υπέγραψαν πρωτόκολλο αναμεταξύ των και συμφώνησαν να μας μικρύνουν τα μεροκάματα. (...)

Με την ελάττωση που κάμνουν στα μεροκάματά μας μάς καταδικάζουν να πεθάνουμε από την πείνα. Δεν μπορούμε όμως να πεθάνουμε. Πρέπει να ζήσουμε. Τι πρέπει όμως να κάμουμε; Οι εργοδότες μας, τα αφεντικά μας ενώθηκαν για να αυξήσουν ακόμα πιο πολύ τα μεγάλα τους κέρδη.

Πρέπει κι εμείς να ενωθούμε και να οργανωθούμε. Μονάχα έτσι θα μπορέσουμε να πετύχουμε να μη μας ελαττώσουν σήμερα τα μεροκάματα, να ζητήσουμε αύριο να καλυτερέψουμε τη θέση μας».

Ολα εκείνα τα φτωχά κορίτσια που ζούσαν κάτω από την τρομοκρατία των επιστατών και των υπαλλήλων ήταν σαν να τους ανοίγονταν ένας νέος κόσμος μπροστά των.

- Αν ενωθούμε... αν ενωθούμε...

Και η ιδέα αυτή που δειλά - δειλά εμφανίζονταν μέσα στο μυαλό τους άρχισε να παίρνει καινούργιο φως.

Πάνω από τα κάγκελα μιλεί εκ μέρους των Συμβουλίων του Εργατικού Κέντρου ο σ. Μαρνιέρος.

Τονίζει την ανάγκη της οργανώσεως, χωρίς αυτή είναι αδύνατη η καλυτέρεψη της ζωής των.

Τα σίδερα και οι φύλακες είχαν αχρηστευθή. Ολες είχαν ακούσει. (...)

Εξω σκορπισμένοι μέσα στις εργάτριες ήταν δυό-τρία όργανα των Κυρκίνηδων. Μερικοί χωμένοι υπαλληλίσκοι και το τροπάριo ακούονταν αηδιαστικό αποκρουστικό:

- Πρέπει να φχαριστάτε τον Κυρκίνη. Αυτός σας δίνει και τρώτε.

- Αυτός μας δίνει ή τα χέρια μας; (...)

***

Μετά την ήττα του ελληνικού στρατού στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία της Μικράς Ασίας, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και χιλιάδες γυναίκες που αναγκάστηκαν να ενταχθούν μαζικά στη βιομηχανία για να μπορέσουν να επιβιώσουν.

Ο κλάδος της ταπητουργίας δημιουργήθηκε ουσιαστικά απ' το μηδέν μετά την εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα. Ηδη απ' το 1923 λειτουργούσαν σε όλη την Ελλάδα περίπου 40 ταπητουργεία με προσωπικό περίπου 4.000 άτομα, κυρίως γυναίκες. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1929, στον κλάδο εργάζονταν 11.000 εργαζόμενοι, οι 10.000 απ' αυτούς γυναίκες.

Η ανάπτυξη του κλάδου, όπως φαίνεται και απ' το παραπάνω πρωτοσέλιδο άρθρο του «Ριζοσπάστη», στηρίχθηκε στην άγρια εκμετάλλευση των γυναικών και των παιδιών της προσφυγιάς.

Ενα απ' τα κυριότερα κέντρα της ταπητουργίας ήταν ο προσφυγικός συνοικισμός των Ποδαράδων (Ν. Ιωνία), όπου και στις 28 Φλεβάρη 1927 ξέσπασε απεργία των εργατριών.

Η απεργία ξεκίνησε απ' το ταπητουργείο του Φ. Καχραμάνη, όταν ανακοινώθηκε στις εργάτριες η μείωση της αμοιβής τους:

«Αν και ανοργάνωτες εντελώς, μπροστά όμως στον κίνδυνο της πείνας έπειτα από την ανακοίνωση της αποφάσεως των εργοδοτών απεργήσανε, χωρίς καμμιά να μείνη στο εργοστάσιο»Ριζοσπάστης», 1.3.1927).

Από την επόμενη μέρα η απεργία επεκτάθηκε και στα άλλα εργοστάσια, ενώ στις 2 Μάρτη χίλιες περίπου εργάτριες, μεταξύ των οποίων πολλά ανήλικα κορίτσια από 5 - 11 χρονών, έκαναν πορεία μέχρι τα Πατήσια και στη συνέχεια με τη συγκοινωνία κατέβηκαν στο κέντρο της Αθήνας, στα υπουργεία Οικονομικών και Εσωτερικών. Ταυτόχρονα, εργατικά σωματεία άρχιζαν να συγκεντρώνουν χρήματα προς ενίσχυση των απεργών.

Η απεργία κράτησε περίπου δέκα μέρες και έληξε αφού αποφασίστηκε η συγκρότηση μιας Επιτροπής η οποία θα εξέταζε αν συντρέχουν «σοβαροί λόγοι υποβιβασμού των ημερομισθίων» («Ριζοσπάστης», 11.3.1927).

Bλ. περισσότερα:

-- Στη νέα έκδοση του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 100 χρόνια απ' τη Μικρασιατική Καταστροφή, που θα κυκλοφορήσει σύντομα απ' τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».

 

1 σχόλιο:

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου