Στις 23 Ιούνη 1848 οι εργάτες του Παρισιού ξεχύνονται στους δρόμους και στήνουν οδοφράγματα. Ηταν η απάντησή τους στο όργιο της τρομοκρατίας που εξαπέλυσε η αντεπανάσταση. Η εξέγερση αυτή είναι φανερά προλεταριακή. Στα οδοφράγματα υψώθηκαν κόκκινες σημαίες με τα συνθήματα «Ψωμί ή μολύβι», «Δικαίωμα εργασίας», «Ζήτω η κοινωνική δημοκρατία».
Στις προκηρύξεις που τύπωναν οι ξεσηκωμένοι εργάτες, ζητούσαν να διαλυθεί η συντακτική συνέλευση και να περάσουν τα μέλη της από δίκη, να πιαστούν τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής, να απομακρυνθεί ο στρατός από το Παρίσι, να αναγνωριστεί στο λαό το δικαίωμα να καταρτίσει ο ίδιος το σύνταγμα, να διατηρηθούν τα εθνικά συνεργεία και να κατοχυρωθεί το δικαίωμα της εργασίας. «Αν αλυσοδέσουν το Παρίσι τότε θα υποδουλωθεί ολόκληρη η Ευρώπη», έγραφε μια προκήρυξη, τονίζοντας τη διεθνή σημασία που είχε η εξέγερση.
Τέσσερις μέρες, από τις 23 έως τις 26 Ιούνη, γίνονται λυσσασμένες οδομαχίες. Από το ένα μέρος πολεμούσαν 40-45 χιλιάδες εργάτες, και από το άλλο τα κυβερνητικά στρατεύματα, η κινητή φρουρά και σώματα της εθνοφρουράς, που η συνολική τους δύναμη έφτανε τις 250.000 άνδρες.
Αν και οι εργάτες πολέμησαν ηρωικά, η προλεταριακή εξέγερση του Παρισιού συντρίφτηκε. Η εξέγερση του Ιούνη του 1848 είχε πολύ μεγάλη ιστορική σημασία. Ο Κ. Μαρξ την ονόμασε «πρώτη μεγάλη μάχη ανάμεσα στις δύο τάξεις που χωρίζεται η σύγχρονη κοινωνία. Ηταν ένας αγώνας, για να διατηρηθεί ή να συντριβεί το αστικό σύστημα».
Στο έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850», ο Κ. Μαρξ σημείωνε ανάμεσα σε άλλα:
«Η 25 του Φλεβάρη 1848 παραχώρησε στη Γαλλία τη δημοκρατία, η 25 του Ιούνη της επέβαλε την επανάσταση. Και ύστερα από τον Ιούνη η επανάσταση σήμαινε: ανατροπή της αστικής κοινωνίας, ενώ πριν από το Φλεβάρη, σήμαινε: ανατροπή της μορφής του κράτους.
Ο αγώνας του Ιούνη καθοδηγήθηκε από τη δημοκρατική ομάδα της αστικής τάξης. Με τη νίκη, η πολιτική εξουσία έπεσε αναγκαστικά στα χέρια της. Η κατάσταση πολιορκίας έριξε δίχως αντίσταση το δεμένο χειροπόδαρα Παρίσι στα πόδια της, ενώ στις επαρχίες επικρατούσε μια ηθική κατάσταση πολιορκίας, η απειλητική, κτηνώδης υπεροψία της νίκης των αστών και ο αχαλίνωτος φανατισμός των χωρικών για την ιδιοκτησία.
Από τα κάτω, λοιπόν, δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος!
Μαζί με την επαναστατική δύναμη των εργατών τσακίστηκε και η πολιτική επιρροή των ρεπουμπλικάνων δημοκρατών, δηλαδή των μικροαστών δημοκρατών που αντιπροσωπεύονταν στην εκτελεστική επιτροπή από τον Λεντρί - Ρολέν, στη συντακτική εθνοσυνέλευση από το κόμμα των ορεινών1 και στον Τύπο από τη Ρεφόρμ2.
Στις 16 του Απρίλη είχαν συνωμοτήσει μαζί με τους αστούς δημοκράτες ενάντια στο προλεταριάτο, στις μέρες του Ιούνη είχαν πολεμήσει ενάντιά του μαζί με τους ίδιους.
Ετσι, μόνοι τους ανατίναξαν τη βάση πάνω στην οποία υψωνόταν το κόμμα τους σα δύναμη, γιατί η μικροαστική τάξη μπορεί τόσον καιρό μονάχα να κρατήσει μια επαναστατική στάση απέναντι στην αστική τάξη, όσο στέκεται πίσω της το προλεταριάτο.
Τους δώσανε τα παπούτσια στο χέρι. Η ψευτοσυμμαχία που κλείστηκε μ' αυτούς, απρόθυμα και υστερόβουλα την εποχή της προσωρινής κυβέρνησης και της εκτελεστικής επιτροπής καταγγέλθηκε ανοιχτά από τους αστούς δημοκράτες. Περιφρονημένοι και παραπεταμένοι σαν σύμμαχοι, ξεπέσανε στο δευτερεύοντα ρόλο των σωματοφυλάκων των τρίχρωμων δημοκρατών, από τους οποίους δεν μπορούσαν ν' αποσπάσουν καμιά παραχώρηση, που ήταν όμως υποχρεωμένοι να υποστηρίζουν την κυριαρχία των τρίχρωμων κάθε φορά που οι αντιδημοκρατικές αστικές ομάδες φαινόταν ότι διαμφισβητούσαν αυτήν την κυριαρχία και μαζί της τη δημοκρατία».
Η επαναστατική περίοδος της Γαλλίας 1848-49 ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη όσο και τυπική, όχι μόνο γι' αυτήν τη χώρα, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Ο Μαρξ, εκείνη την περίοδο, έχει λειψά στοιχεία στη διάθεσή του για τη διαρκώς μεταβαλλόμενη οικονομική κατάσταση και κατά συνέπεια έχει μιαν ιδιαίτερη δυσκολία να αναγάγει τα πολιτικά γεγονότα της περιόδου σε αποτελέσματα αιτιών που είναι σε τελευταία ανάλυση οικονομικά. Γι' αυτό, όπως λέει ο Φ. Ενγκελς, «η υλιστική μέθοδος θα υποχρεωθεί εδώ να περιορίζεται πολύ συχνά στα να ανάγει τις πολιτικές συγκρούσεις στους αγώνες συμφερόντων ανάμεσα στις υπάρχουσες κοινωνικές τάξεις ή ταξικές ομάδες που τις δημιούργησε η οικονομική εξέλιξη, και να δείχνει ότι τα διάφορα πολιτικά κόμματα είναι η λίγο ή πολύ αντίστοιχη πολιτική έκφραση των ίδιων αυτών τάξεων και ταξικών ομάδων». Η εξέλιξη των γεγονότων και η διασταύρωσή τους από τον ίδιο τον συγγραφέα δικαίωσε τα αρχικά συμπεράσματα του Κ. Μαρξ. Το γεγονός, δηλαδή, όπως γράφει ο Φ. Ενγκελς, «ότι η παγκόσμια εμπορική κρίση του 1847 ήταν η καθαυτό μητέρα των επαναστάσεων του Φλεβάρη και του Μάρτη, και ότι η βιομηχανική ευημερία που ξαναγύριζε βαθμιαία από τα μέσα του 1848 και έφτασε στην πλήρη άνθησή της το 1849 και το 1850, ήταν η ζωογόνα δύναμη της ευρωπαϊκής αντίδρασης, που ξαναδυνάμωσε». Αυτό το τελευταίο συμπέρασμα εδραιώθηκε με το πραξικόπημα του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στις 2 του Δεκέμβρη 1851 και ο Μαρξ ασχολήθηκε πάλι με την ιστορία της Γαλλίας.
Ο Κ. Μαρξ έγραψε για τη συγκεκριμένη περίοδο σε δύο έργα του. Το ένα «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850», και το άλλο «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη». Σύντομα αποσπάσματα απ' αυτά τα δύο έργα παρουσιάζουμε σήμερα. Τα αποσπάσματα έχουν παρθεί από τις εκδόσεις των δύο έργων από τη «Σύγχρονη Εποχή».
1. Ορεινοί ονομάζονταν, στην περίοδο της επανάστασης του 1848, οι αντιπρόσωποι των μικροαστών δημοκρατών στη συντακτική συνέλευση και στη νομοθετική συνέλευση. Η ονομασία είναι παρμένη από την εποχή της μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης, όπου την αριστερή πτέρυγα της συμβατικής την ονόμαζαν «όρος», γιατί οι αριστεροί αυτοί βουλευτές, στις συνεδριάσεις της συμβατικής, κάθονταν στο βάθος, στις ψηλότερες έδρες. «Το κόμμα των ορεινών, το 1848, αντιπροσώπευε αντίθετα μια μάζα που ταλαντευόταν ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο» (Μαρξ). Οι ορεινοί αυτοί δεν ήταν παρά μια αξιοθρήνητη παρωδία του «όρους» (σημ. τ. μετ.).
2. Reforme (Ρεφόρμ): Οργανο του κόμματος των ορεινών στα 1848 (σημ. τ. μετ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου