Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 15ης προς 16η Αυγούστου του 1960, στην αίθουσα του μεταβατικού Υπουργικού Συμβουλίου (αργότερα Μέγαρο της Βουλής των Αντιπροσώπων) στη Λευκωσία, έγινε η επίσημη ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο τελευταίος βρετανός κυβερνήτης της Κύπρου Σερ Χιού Φουτ, φορώντας φράκο, την ταινία του μεγαλόσταυρου και τα παράσημά του, διάβασε της προκήρυξη της Βασίλισσας της Αγγλίας όπου πιστοποιούνταν ότι η Μεγάλη Βρετανία εγκατέλειπε την κυριαρχία της στο νησί, εκτός φυσικά από τις περιοχές όπου θα διατηρούσε στρατιωτικές βάσεις, σύμφωνα με όσα όριζαν οι Συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Στη συνέχεια το λόγο πήραν οι Γενικοί Πρόξενοι της Ελλάδας και της Τουρκίας Γ. Χριστόπουλος και Β. Τουρέλ, ο ηγέτης των Ελληνοκυπρίων Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων Φαζίλ Κιουτσούκ.
Κατά το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου έγινε στο μέγαρο του κυβερνείου υποστολή της αγγλικής σημαίας και έπαρση της κυπριακής, ενώ την επομένη άρχισαν να λειτουργούν οι μηχανισμοί του νέου κράτους, συμπληρώθηκε ο κατάλογος των υπουργών, οι βουλευτές των δύο κοινοτικών Βουλών είχαν ήδη εκλεγεί και το παλιό κυβερνείο μετονομάστηκε σε Προεδρικό Μέγαρο1.
Μια νέα σελίδα άνοιγε για την Κύπρο; Μάλλον καινούριες γραμμές γράφονταν στην παλιά που στην αρχή της έφερε τον τίτλο «Νατοποίηση - διχοτόμηση». Ας δούμε όμως πώς φτάσαμε στην ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και ειδικότερα τι ήταν το καθεστώς των συμφωνιών της Ζυρίχης και του Λονδίνου.
Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου
Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου δημιούργησαν στην Κύπρο έναν τύπο «εξαρτημένου - ανεξάρτητου» κράτους υπό την κηδεμονία της Μ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας, που όμοιό του, έστω και ως δείγμα, δεν υπήρχε στον κόσμο. Σήμερα, βέβαια, κανένας δεν υπερασπίζεται εκείνες τις συμφωνίες, δεδομένου ότι χρεοκόπησαν στην πράξη κι είχαν οδυνηρά αποτελέσματα για τον κυπριακό λαό. Τότε όμως, όταν δηλαδή υπογράφηκαν, δεν έλειπαν οι θριαμβολογίες. Στις 11/2/1959, την ημέρα της υπογραφής τη συμφωνίας της Ζυρίχης, ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας Κ. Καραμανλής δήλωνε με έκδηλη υπερηφάνεια: «Η ημέρα αυτή ανήκει εις τας ευτυχεστέρας ημέρας της ζωής μου και θα αποτελέσει σταθμόν εις την ιστορίαν της Κύπρου. Εις τη Ζυρίχην εθέσαμεν με τον πρωθυπουργό της Τουρκίας κ. Μεντερές τας βάσεις διά την επίλυσιν ενός εκ των δυσκολοτέρων διεθνών ζητημάτων. Εσχεδιάσαμεν λύσιν διά της οποίας αποδίδεται μετά μακραίωνα δουλείαν εις τον Κυπριακόν Λαόν η ελευθερία του. Εξ άλλου διά της ευτυχούς επιλύσεως του Κυπριακού προβλήματος αποκαθίσταται η φιλία και η συνεργασία μεταξύ Ελλάδος, Τουρκίας και Αγγλίας»2.
Ο Καραμανλής βέβαια είχε κάθε λόγο να λέει τα παραπάνω, αφού είχε καταφέρει να οδηγήσει την Κύπρο στη μέγκενη του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών υλοποιώντας τις δεσμεύσεις του απέναντί τους. Και τέτοιες δεσμεύσεις είχε αναλάβει, όπως πλέον έχει αποκαλυφθεί με αδιαμφισβήτητα στοιχεία, πριν γίνει πρωθυπουργός, ούτως ώστε να επιλεγεί και να στηριχτεί από το συμμαχικό παράγοντα γι' αυτό το ρόλο3. Ας επανέλθουμε όμως στο θέμα των συμφωνιών.
Στις 5 Φεβρουαρίου 1959 άρχισαν στη Ζυρίχη, με θέμα το Κυπριακό, υψηλού επιπέδου συνομιλίες ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία με τη συμμετοχή των πρωθυπουργών των δύο χωρών Καραμανλή και Μεντερές καθώς και των υπουργών Εξωτερικών Αβέρωφ και Ζορλού, πλαισιωμένων από διπλωματικούς υπαλλήλους και στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες. Η διάσκεψη που κράτησε έξι μέρες περιορίστηκε στις τελικές διευθετήσεις του θέματος. Το βασικό πλαίσιο των συμφωνιών είχε ήδη συμφωνηθεί μέσω των διαπραγματεύσεων που είχαν διεξαγάγει μυστικά - αλλά πάντα εν γνώσει των Αμερικανών και των Βρετανών - ο Αβέρωφ και ο Ζορλού ολόκληρο το Δεκέμβρη του 1958 και το Γενάρη του 1959 στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι. Ετσι, μέχρι τα μέσα Γενάρη 1959 είχε επέλθει συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών στα βασικά ζητήματα και λίγες μέρες αργότερα, στις 29/1, σε σύσκεψη που έγινε στο σπίτι του Ελληνα πρωθυπουργού έλαβε γνώση των εξελίξεων και ο Μακάριος ο οποίος - όπως φανερώνουν τα δημοσιευμένα πρακτικά της σύσκεψης - έδειξε μάλλον ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα4.
Η δουλιά επομένως του Καραμανλή και του Μεντερές στη Ζυρίχη δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και στις 11 Φεβρουαρίου ανακοινώθηκε η υπογραφή συμφωνίας. Εμενε πλέον το τελικό στάδιο της διαδικασίας, η υπογραφή δηλαδή των συμφωνηθέντων από τη Μ. Βρετανία, τους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους. Ετσι λίγες μέρες αργότερα, στις 17 Φεβρουαρίου, ύστερα από πρόσκληση του Βρετανού πρωθυπουργού Μακ Μίλαν άρχισε η διάσκεψη του Λονδίνου με τη συμμετοχή των πρωθυπουργών και υπουργών Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας καθώς και εκπροσώπων των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Η διάσκεψη κράτησε τρεις μέρες και κατέληξε στην υπογραφή των συμφωνιών απ' όλους τους ενδιαφερόμενους. Ορισμένες αντιρρήσεις εκ μέρους του Μακαρίου και των Ελλήνων της Κύπρου κάμφθηκαν γρήγορα και δεν επηρέασαν καθόλου το περιεχόμενο όσων είχαν καθοριστεί με τη συμφωνία της Ζυρίχης. Για την Κύπρο άνοιγε, πια, μια νέα, τραγική, σελίδα στην ιστορία της.
του Γρηγοριάδη Κώστα
Το
περιεχόμενο των Συμφωνιών
Στα βασικότερα σημεία τους οι συμφωνίες προέβλεπαν:
- Τη δημιουργία ανεξάρτητου κυπριακού κράτους με επίσημες γλώσσες την ελληνική και την τουρκική, υπό την κηδεμονία της Μ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Τα τρία κράτη - κηδεμόνες εγγυούνταν την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας, με το δικαίωμα να επεμβαίνουν από κοινού ή το καθένα χωριστά όταν αυτή απειλείται.
- Τον αποκλεισμό οποιασδήποτε μερικής ή ολικής ένωσης του κυπριακού κράτους με κάποιο άλλο. Στο πλαίσιο αυτό τα βασικά σημεία του κυπριακού συντάγματος, διατυπωμένα με βάση τις αρχές των συμφωνιών, δε θα ήταν δυνατό να τροποποιηθούν.
- Ως σύστημα διακυβέρνησης της Κύπρου ορίστηκε η προεδρική δημοκρατία με πρόεδρο Ελληνοκύπριο και αντιπρόεδρο Τουρκοκύπριο εκλεγμένους, τον πρώτο από τους ελληνικής και τον δεύτερο από τους τουρκικής καταγωγής κατοίκους του νησιού. Και ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος οπλίζονταν με το δικαίωμα του βέτο για θέματα της εξωτερικής πολιτικής, των Ενόπλων Δυνάμεων, της ασφάλειας κλπ.
- Το Υπουργικό Συμβούλιο θα αποτελούνταν από επτά Ελληνοκύπριους και τρεις Τουρκοκύπριους.
- Θα υπήρχε μία ενιαία Βουλή όπου το 70% των εδρών θα το είχαν οι Ελληνοκύπριοι και το 30% οι Τουρκοκύπριοι (οι δύο κοινότητες θα ψήφιζαν ξεχωριστά η κάθε μία). Επίσης, θα υπήρχαν δύο ακόμη Βουλές, μία ελληνοκυπριακή και μία τουρκοκυπριακή που θα αποφάσιζαν για τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και πνευματικά ζητήματα των δύο κοινοτήτων.
- Οι μεγαλύτεροι δήμοι της Κύπρου θα διχοτομούνταν.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία θα είχε στρατό δύο χιλιάδων ανδρών, από τους οποίους το 60% θα ήταν Ελληνοκύπριοι και το 40% Τουρκοκύπριοι. Ισος αριθμός ανδρών θα αποτελούσε και τα Σώματα Ασφαλείας αλλά εδώ ο συσχετισμός θα ήταν 70% προς 30% αντίστοιχα με δύο αρχηγούς, έναν από κάθε κοινότητα.
- Η Μ. Βρετανία θα διατηρούσε τις βάσεις της στις περιοχές Ακρωτήρι, Επισκοπή, Παραμάλι, Δεκέλεια, Πέργαμος, Αγιος Νικόλαος και Ξυλοφάγου, καθώς και το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λιμάνι της Αμμοχώστου και το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Επίσης, στο νησί θα στάθμευε τριμερές στρατηγείο Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου καθώς και ελληνική στρατιωτική δύναμη 950 ανδρών και τουρκική 650 για την εγγύηση τήρησης των συμφωνιών5.
Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι το κυπριακό κράτος της «εξαρτημένης ανεξαρτησίας» που δημιουργήθηκε ήταν στηριγμένο πάνω στην αρχή της διχοτόμησης. Κι αυτό δεν άργησε να φανεί σ' όλες του τις διαστάσεις. Πριν όμως αναφερθούμε σ' αυτό, να σημειώσουμε πως στη Ζυρίχη ο Καραμανλής και ο Μεντερές υπέγραψαν μια «συμφωνία κυρίων» η οποία μεταξύ άλλων προέβλεπε:
«Η Ελλάς και η Τουρκία θα υποστηρίξουν την είσοδο της Δημοκρατίας της Κύπρου εις το ΝΑΤΟ. Η εγκατάστασις βάσεων του ΝΑΤΟ εις τη Νήσον, ως και η σύνθεσις αυτών, εξαρτάται εκ συμφωνίας των δύο κυβερνήσεων.
Συνεφωνήθη μεταξύ των δύο πρωθυπουργών ότι θα παρέμβουν παρά τω Προέδρω και Αντιπροέδρω της Δημοκρατίας της Κύπρου, αντιστοίχως επί τω σκοπώ όπως τεθούν εκτός νόμου το Κομμουνιστικόν Κόμμα και η κομμουνιστική δράσις...»6 (!!!).
Μετά την υπογραφή των συμφωνιών άρχισαν οι προεργασίες για τη συγκρότηση του κυπριακού κράτους που τυπικά ολοκληρώθηκαν με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα όμως, άρχισε μια διαδικασία για την ολοκλήρωση της διχοτόμησης στην οποία το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί πρωτοστάτησαν και την καθοδήγησαν.
Η ολοκλήρωση της διχοτόμησης
Η διχοτόμηση της Κύπρου - που ως διαδικασία είναι απολύτως ταυτισμένη με τη σαφή επιδίωξη του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ να έχουν το νησί υπό τον απόλυτο έλεγχό τους - ολοκληρώθηκε τον Ιούλη - Αύγουστο του '74 με την τουρκική εισβολή, την κατοχή από τα στρατεύματα του ΑΤΤΙΛΑ του 36,3% του κυπριακού εδάφους και τη δημιουργία - αργότερα - του ψευδοκράτους του Ντενκτάς. Πριν όμως συμβούν όλα αυτά, υπάρχει μια ολόκληρη πορεία συνεχούς υπονόμευσης έστω κι αυτής της νόθας της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας με την ταυτόχρονη προώθηση διαφόρων διχοτομικών σχεδίων στα οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συναινούν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις.
Οι συγκρούσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων το Δεκέμβρη του 1963 και ο χωρισμός της Λευκωσίας σε δύο κοινότητες με τη χάραξη της «πράσινης γραμμής» είναι το πρώτο μεγάλο βήμα προς τη διχοτόμηση. Το επόμενο, επιχειρήθηκε με το περιβόητο Σχέδιο Ατσεσον που πρόβλεπε την «ένωση» της Κύπρου με την Ελλάδα υπό την προϋπόθεση ότι θα παραχωρούνταν στην Τουρκία η χερσόνησος της Καρπασίας είτε κατά κυριαρχία είτε με μακρόχρονη εκμίσθωση. Τότε, μάλιστα, η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου ήταν έτοιμη να παραχωρήσει στην Τουρκία το Καστελόριζο εφόσον γινόταν δεκτή από μέρους της τελευταίας η Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα7.
Τελικά το Σχέδιο Ατσεσον, με τις όποιες παραλλαγές του ναυάγησε. Οταν, μάλιστα, επιχείρησε, κατά κάποιο τρόπο, να το ξαναφέρει στο προσκήνιο η χούντα των συνταγματαρχών, η Τουρκία ενθαρρημένη από τους «συμμάχους» είχε βάλει για τον εαυτό της υψηλότερους στόχους στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, περιμένοντας να τους ικανοποιήσει με την πρώτη κατάλληλη ευκαιρία. Κι η ευκαιρία δόθηκε εκείνο το πρωινό της 15ης Ιουλίου του 1974, όταν η χούντα του Ιωαννίδη ανέτρεπε τον Μακάριο.
Η συνέχεια είναι γνωστή και το μαρτύριο του κυπριακού λαού δε λέει ακόμη να τελειώσει. Το χειρότερο, δε, όλων είναι πως η επίσημη Ελλάδα έχει, εδώ και χρόνια, αποδεχτεί τη διχοτόμηση, γι' αυτό και αναζητά μια συμβιβαστική, με την Τουρκία, λύση του κυπριακού ζητήματος στο πλαίσιο της αυστηρής αμερικανονατοϊκής κηδεμονίας. Τον Αύγουστο του '74 όμως, μπρος στην πίεση των ορδών του δεύτερου ΑΤΤΙΛΑ, η κυβέρνηση Καραμανλή αποχωρούσε από την ατλαντική συμμαχία κατηγορώντας τη για ανικανότητα να αναχαιτίσει την Τουρκία8, θεωρώντας την, δηλαδή, ουσιαστικά συνυπεύθυνη στο έγκλημα που είχε συντελεστεί. Το θυμίζουμε αυτό ως την πιο μικρή απόδειξη πως ο κυπριακός λαός μόνο συμφορές μπορεί να περιμένει από τους αμερικανονατοϊκούς ιμπεριαλιστές δημίους του.
1Νίκου Κρανιδιώτη: «Δύσκολα χρόνια: Κύπρος 1950 - 1960», Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, σελ. 452 - 453
2Εφημερίδες 12/2/1958
3Αλέξη Παπαχελά: «Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας - ο Αμερικανικός παράγων 1947 - 1967», εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, σελ. 48 και Σπ. Λιναρδάτου: «Από τον εμφύλιο στη Χούντα» τόμος β' σελ. 351
4Ευαγγ. Αβέρωφ: «Ιστορία χαμένων ευκαιριών, κυπριακό 1950 - 1963», εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, τόμος β', σελ. 168 - 175
5Τα κείμενα των συμφωνιών: Ν. Κρανιδιώτη, στο ίδιο, σελ. 534- 556 και Γ. Ζωίδη - Τ. Αδάμου: «Η πάλη της Κύπρου για τη Λευτεριά», ΠΛΕ - 1960, σελ. 193 - 212
6Ν. Κρανιδιώτη, στο ίδιο, σελ. 546
7Ν. Κρανιδιώτη: «Ανοχύρωτη Πολιτεία», τόμος Α', σελ. 217- 218, «Οι διεθνείς διαστάσεις του Κυπριακού», εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ 29 - 30, Σπ. Λιναρδάτου: «Από τον εμφύλιο στη Χούντα», τόμος Ε' σελ. 51 - 52 κ.ά.
8Εφημερίδες 15/8/1974
"Ρ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου