Επιλογή γλώσσας

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2023

Η επιστροφή της σοσιαλδημοκρατίας στη Λατινική Αμερική: Φάρσα ή τραγωδία;


 «Ο Χέγκελ κάνει κάπου την παρατήρηση πως όλα τα μεγάλα κοσμοϊστορικά γεγονότα και πρόσωπα παρουσιάζονται, σαν να λέμε, δυο φορές. Ξέχασε να προσθέσει, τη μια φορά σαν τραγωδία, την άλλη σαν φάρσα». Με αυτά τα λόγια ξεκινά ο Κ. Μαρξ το σπουδαίο έργο του «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» στο οποίο καταπιάνεται με τα πολιτικά γεγονότα της περιόδου 1848–1851 στη Γαλλία.

Θυμηθήκαμε την φράση του Μαρξ με αφορμή την επιστροφή του Λούλα ντα Σίλβα στην προεδρία της Βραζιλίας, η οποία έρχεται ως επιστέγασμα της ευρύτερης ανοδικής πορείας που έχει καταγράψει η σοσιαλδημοκρατία την τελευταία τριετία σε μια σειρά χώρες της Λατινικής Αμερικής. Προηγήθηκαν οι εκλογικές νίκες του Λόπες Ομπραδόρ στο Μεξικό (2018), του Γκάμπριελ Μπόριτς στην Χιλή, του Πέδρο Καστίγιο στο Περού και της Σιομάρα Κάστρο στην Ονδούρα (2021) και του Γκουστάβο Πέτρο στην Κολομβία (2022), οι οποίες χαιρετίστηκαν από πληθώρα μέσων ενημέρωσης ως «θρίαμβος της αριστεράς» που δήθεν μπορεί να προσφέρει φιλολαϊκό αδιέξοδο στα προβλήματα της εργατικής τάξης και των λαών.

Μια σειρά οπορτουνιστικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, συνεχίζουν να σπέρνουν αυταπάτες ότι η ανάδειξη στην εξουσία μιας «αριστερής», ή «προοδευτικής», κυβέρνησης αποτελεί θετική εξέλιξη για τα λαϊκά συμφέροντα. Ακόμη και ορισμένες αποκαλούμενες κομμουνιστικές δυνάμεις, έχοντας υιοθετήσει την βαθύτατα λανθασμένη στρατηγική των «ενδιάμεσων σταδίων», βλέπουν κυβερνήσεις τύπου Λούλα ως… προστάδιο για τον σοσιαλισμό.

Μόνο που το έργο το έχουμε ξαναδεί. Η ιστορία έρχεται να επιβεβαιώσει ότι καμία – ανεξαιρέτως – από τις επονομαζόμενες «αριστερές-προοδευτικές κυβερνήσεις» που κλήθηκαν να διαχειριστούν το καπιταλιστικό σύστημα δεν κατάφερε να λύσει τα μεγάλα προβλήματα της εργατικής τάξης και των λαών. Στις καλύτερες των περιπτώσεων πάρθηκαν ορισμένα φιλολαϊκά μέτρα κατά της ακραίας φτώχειας τα οποία, όμως, στην συνέχεια αναιρέθηκαν γιατί ήταν ασύμβατα με τις ανάγκες του κεφαλαίου.

Οι θιασώτες των «ενδιάμεσων σταδίων», στην Ελλάδα και διεθνώς, δείχνουν πως δεν διδάχθηκαν τίποτε από την ιστορία. Η πικρή εμπειρία της «Λαϊκής Ενότητας» το διάστημα 1970–73 απέδειξε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ειρηνικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό είναι αδύνατον να υπάρξει. Αποδείχθηκε περίτρανα πως καμιά «αντιμονοπωλιακή-αντιιμπεριαλιστική» κυβέρνηση, όσο καλές προθέσεις κι’ αν έχει, δεν μπορεί στο έδαφος του καπιταλισμού και της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας να ανοίξει το δρόμο για πραγματική αλλαγή των συσχετισμών υπέρ της εργατικής τάξης.

Η οπορτουνιστική θεωρία του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα», αυτό το είδος ξαναζεσταμένης σοσιαλδημοκρατίας πασπαλισμένης με ριζοσπαστική συνθηματολογία, απέτυχε παταγωδώς. Σήμερα, γινόμαστε μάρτυρες των αρνητικών επιπτώσεων που είχαν για τους εργαζόμενους της Λατινικής Αμερικής οι αυταπάτες περί «αριστερής διαχείρισης» του καπιταλιστικού συστήματος.

Στη Βενεζουέλα, η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του Ενωμένου Σοσιαλιστικού Κόμματος PSUV, υπό την πίεση του βορειοαμερικάνικου ιμπεριαλισμού και στο πλαίσιο ενδοαστικών παζαριών με την δεξιά αντιπολίτευση, οδηγείται διαρκώς σε ολοένα και αντιδραστικότερες πολιτικές, υιοθετώντας αντεργατικά μέτρα και διολισθαίνοντας προς τον αυταρχισμό θέτοντας εμπόδια στη δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος Βενεζουέλας και πρωτοπόρων συνδικαλιστών. Χαρακτηριστικά τα λόγια του Πέδρο Έουσε, μέλους του ΠΓ του ΚΚ Βενεζουέλας: «Αυτή η κυβέρνηση δεν είναι σοσιαλιστική. Ο σοσιαλισμός ουδέποτε κατακτήθηκε στη χώρα μας. Ούτε καν ξεκίνησε να οικοδομείται. Είναι αλήθεια ότι στην επίσημη προπαγάνδα χρησιμοποιούνται κλισέ περί «σοσιαλισμού», «επανάστασης», «εργατικής κυβέρνησης», όμως στην πραγματικότητα οι οικονομικές και εργατικές πολιτικές, ιδιαίτερα από το 2018 και έπειτα, έχουν ξεκάθαρα νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό».

Στην Χιλή, ο «φρέσκος αέρας» που δήθεν θα έφερνε η ανάδειξη του αριστερού Γκάμπριελ Μπόριτς στην εξουσία (με την συμμετοχή του ΚΚ Χιλής) αποδείχθηκε γρήγορα… αέρας κοπανιστός. Λίγους μόλις μήνες μετά την εκλογή του, ο Χιλιανός πρόεδρος φρόντισε να παραδώσει τα «διαπιστευτήριά» του στον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν, εκφράσει την στήριξή του στον Ουκρανό πρόεδρο Β. Ζελένσκι και να εξαπολύσει όργιο αστυνομικής καταστολής κατά διαδηλωτών, στα πρότυπα του δεξιού προκατόχου του Σεμπάστιαν Πινέρα.

Στο Μεξικό, η κυβέρνηση του πολυδιαφημισμένου Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ ακολούθησε σε όλα σχεδόν τα κυρίαρχα ζητήματα την «πεπατημένη» των προηγούμενων αστικών κυβερνήσεων: εκκλήσεις για «εθνική ενότητα» και ταξική συμφιλίωση, αντεργατικές μεταρρυθμίσεις, προώθηση των συμφερόντων του μεξικάνικου κεφαλαίου και καταστολή εργατικών-λαϊκών κινητοποίησεων. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτέλεσε η βάρβαρη καταστολή αστυνομίας και εργοδοσίας κατά απεργών στο εργοστάσιο του φιλοκυβερνητικού μεγιστάνα Κάρλος Σλιμ στο Ντος Μπόκας, τον Οκτώβρη του 2021.

Σε ότι αφορά τη Βραζιλία, το παρελθόν του Λούλα ντα Σίλβα δεν αφήνει κανένα περιθώριο αισιοδοξίας. Το ρεύμα της αριστερής διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος εκφράστηκε μέσα από της κυβερνήσεις του «Κόμματος των Εργαζομένων» (PT) την περίοδο 2002–2016. Η διακυβέρνηση του Λούλα ντα Σίλβα (2003–2010) είχε, πράγματι, προχωρήσει σε ορισμένες φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις οι οποίες, ως έναν βαθμό, περιόρισαν τα ποσοστά της ακραίας εξαθλίωσης (π.χ τη διετία 2004–2005 το πραγματικό εισόδημα των φτωχότερων νοικοκυρών αυξήθηκε κατά 28% και ο κατώτατος μισθός κατά 25%). Ωστόσο, ακόμη και αυτές οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης είχαν, όπως αποδείχθηκε, επιφανειακό και ως εκ τούτου προσωρινό χαρακτήρα, μιας και δεν έρχονταν σε πραγματική ρήξη με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Ακολουθώντας σοσιαλδημοκρατική συνταγή, η κυβέρνηση Λούλα έδινε με το ένα χέρι ορισμένες παροχές στους εργαζόμενους την ίδια στιγμή που με το άλλο έτρεφε με κάθε τρόπο την εξουσία των μονοπωλίων. Άλλωστε, ήταν η περίοδος της διακύβερνησης του PT κατά την οποία σημαντικοί τομείς του βραζιλιάνικου κεφαλαίου γιγαντώθηκαν, η χώρα έγινε η έκτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και η αστική της τάξη ξεκίνησε να αποκτά ολοένα και ισχυρότερη επιρροή σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο μέσω της συμμετοχής της σε καπιταλιστικές διακρατικές ενώσεις και συμμαχίες (BRICS, MERCOSUR, UNASUR, κλπ). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι 2001 τα έσοδα των βραζιλιάνικων επενδυτικών τραπεζών ανέρχονταν σε 200 εκατ. δολάρια ενώ το 2007 είχαν εκτοξευθεί στα 1,6 δισεκ. Δολάρια.

Η σοσιαλδημοκρατικής κοπής διαχείριση που άσκησαν ο Λούλα ντα Σίλβα και η διάδοχός του, Ντίλμα Ρουσέφ, όχι μόνο δεν άλλαξε τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των φτωχών λαϊκών στρωμάτων της Βραζιλίας αλλά, επιπλέον, αποδείχθηκε ευνοική για το μεγάλο κεφάλαιο. Το 2011, έπειτα από οκτώ χρόνια «αριστερής κυβέρνησης» του PT, τα στοιχεία του ΟΗΕ έκαναν λόγο για 60 εκατομμύρια φτωχούς, με πάνω από 8 εκατομ. Βραζιλιάνους σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης. Οι κοινωνικές ανισότητες εντάθηκαν, τα εγχώρια και διεθνή μονοπώλια έστησαν «φαγοπότι» με τις διοργανώσεις του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου (2014) και των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο (2016), ενώ η διαφθορά στους κόλπους του κυβερνώντος «Κόμματος των Εργατών» πήρε διαστάσεις επιδημίας.

Η ενδοαστική σύγκρουση που κλιμακώθηκε βαθμιαία μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, σε συνδιασμό με την ανάδειξη κυβερνητικών σκανδάλων, άλλαξε τους συσχετισμούς δύναμης στο αστικό πολιτικό σήστημα της χώρας. Τμήματα της αστικής τάξης που επί μια σχεδόν δεκαετία συνέδεσαν τα συμφέροντά τους με την πολιτική του σοσιαλδημοκρατικού PT, άρχισαν να στρέφονται σε άλλες λύσεις. Έτσι, στο έδαφος της απογοήτευσης πλατιών εργατολαϊκών μαζών από τις κυβερνήσεις του «Κόμματος των Εργαζόμενων» άνοιξε ο δρόμος για τον ερχομό, το 2018, του ακροδεξιού Ζαϊχ Μπολσονάρου.

Φάρσα ή τραγωδία;

Σήμερα, τηρουμένων όλων των αναλογιών και υπο διαφορετικές ιστορικές συνθήκες, η Λατινική Αμερική ζει μια επανάληψη αυτού που συνέβη στις αρχές του 21ου αιώνα. Την ανάδειξη στην εξουσία κυβερνήσεων με αριστερό πρόσημο που συνοδεύονται από υποσχέσεις περί φιλολαϊκής διαχείρισης, ή και μεταρρύθμισης, του εκμεταλλευτικού συστήματος. Από κοντά σπέρνονται και οι γνωστές αυταπάτες περί «πολυπολικού κόσμου», υπό την ηγεσία ανερχόμενων καπιταλιστικών δυνάμεων όπως η Κίνα και η Ρωσία, που δήθεν θα οδηγήσουν τους λαούς της Λατινικής Αμερικής μακριά από την επιρροή του βορειοαμερικάνικου ιμπεριαλισμού.

Μόνο που, πλέον, υπάρχει συσσωρευμένη πείρα. Οι εργαζόμενοι, οι λαοί γνωρίζουν πλέον καλά ότι «φιλολαϊκός» καπιταλισμός δεν υπάρχει και πως καμιά «αριστερή» κυβέρνηση, όσο καλές προθέσεις κι’ αν έχει, δεν πρόκειται να αμφισβητήσει την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, ούτε να έρθει σε σύγκρουση με την εξουσία των μονοπωλίων.

Η ιστορία όμως δείχνει να επαναλαμβάνεται. Κι’ αν για τα λαϊκά συμφέροντα η «πρώτη φορά αριστερά» στη Λατινική Αμερική αποδείχθηκε μια «φάρσα», το πιθανότερο είναι πως η επάνοδος της σοσιαλδημοκρατίας στην εξουσία θα σημαδευτεί από τραγωδίες, με μοναδικούς χαμένους, ως συνήθως, την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Νίκος Μόττας

2 σχόλια:

  1. Για να είναι τραγωδία πρέπει να παρασύρει μεγάλες μάζες σε σημαντικές επαναστατικές πράξεις, χωρίς καμιά πρόνοια για περιφρούρηση και συνέχεια. Δε μου φαίνεται πως εδώ, τώρα, συντρέχει κάτι τέτοιο. Μάλλον φάρσα μπορεί πια να είναι η σοσιαλδημοκρατία στην Λατινική Αμερική.
    --------------------------------------------------
    Οφφ-τόπικ: Με τον "κ. Καθηγητή" πάλι τι τρέχει; Πάει στον βρόντο και η n-ιοστή (έχω χάσει τον λογαριασμό) "επαναπροσέγγισή" του με το ΚΚΕ;
    Μήπως φταίει και το ΚΚΕ, που δείχνει υπερβολική "μεγαλοψυχία" σε καβαλημένα καλάμια, φαφλατάδες και πολιτικούς γυρολόγους με τόσες αμαρτίες; Πόσες φορές πια; Ουτε καν ψηφοθηρικά (λέω, τώρα...) δεν δικαιολογείται για "celebrities", που δεν εκπροσωπούν παρά μόνο τον αυτοϋπερτιμημένο εαυτό τους. Μακάρι (κι αυτή τη φορά!) να κάνω λάθος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου