Τη νύχτα στις 22 προς 23 Αυγούστου 1890 (με το παλιό ημερολόγιο) ξέσπασε μια φοβερή πυρκαγιά.
Ο μήνας Αύγουστος κάθε έτους θυμίζει τις τεράστιες πυρκαγιές που έζησε η Θεσσαλονίκη τα παλιότερα χρόνια και οι οποίες με τις ανυπολόγιστες καταστροφές που είχαν προκαλέσει στις υποδομές, τα εκατοντάδες καμένα σπίτια, τα λαβωμένα μνημεία, τα πυρπολημένα αρχεία και τους χιλιάδες άστεγους, σημάδεψαν βαθιά το κορμί της Μακεδονικής πρωτεύουσας.
Οι πλέον καταστροφικές πυρκαγιές που σημειώθηκαν στη Θεσσαλονίκη ήταν το 1890, με 3.500 περίπου κατεστραμμένα σπίτια και μαγαζιά και 6.000 άστεγες οικογένειες και 27 χρόνια αργότερα, το 1917, με την πύρινη λαίλαπα να αλλάζει σημαντικά τη φυσιογνωμία της πόλης, δεδομένου ότι η πυρκαγιά που μαίνονταν επί 32 ώρες, είχε κάψει 9.500 σπίτια σε έκταση 1.000.000 m², αφήνοντας άστεγα πάνω από 70.000 άτομα.
Σκηνή από την πυρκαγιά του 1890, από την εφημερίδα «Le Monde Illustré», 1890 |
Οι συχνές πυρκαγιές οφείλονταν ως τον 16ο αιώνα, κυρίως στις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων και τα υλικά κατασκευής των σπιτιών, καθώς οι δρόμοι ήταν ιδιαίτερα στενοί και τα οικήματα ήταν χτισμένα με φτηνά και εύφλεκτα υλικά, κυρίως ξυλοδεσιές και τούβλα καμωμένα από λάσπη και άχυρο, σε ασφυκτικά κοντινή απόσταση το ένα από το άλλο. Το αποτέλεσμα ήταν να καταγράφονται στη Θεσσαλονίκη κατά την Οθωμανική περίοδο πολυάριθμες πυρκαγιές που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αλλοίωση της αρχικής της ρυμοτομίας και της φυσιογνωμίας της πόλης. ΟΙ φωτιές αυτές αντιμετωπίζονταν πολύ δύσκολα κάθε φορά, δεδομένου ότι δεν υπήρχε οργανωμένη πυροσβεστική υπηρεσία και με το έργο της πυρόσβεσης ασχολούνταν κυρίως οι πυροσβεστικές ομάδες των ασφαλιστικών εταιρειών.
Έτσι, αυτοί που ασχολούνταν με την κατάσβεση των πυρκαγιών ήταν οι απλοί πολίτες που πληροφορούνταν κάθε φορά ότι ξέσπασε κάπου φωτιά από τις κανονιές που ρίχνονταν από το ειδικό παρατηρητήριο που υπήρχε στο Επταπύργιο ή τις κωδωνοκρουσίες των εκκλησιών.
Οι σημαντικότερες πυρκαγιές που έπληξαν διαχρονικά τη Θεσσαλονίκη ήταν αυτές των ετών 1545, 1610, 1620, 1890, 1896, 1898 και 1917. Οι πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν ως τα τέλη του 19ου αιώνα, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του αστικού ιστού της πόλης, καθώς υπήρξαν η αφορμή για την καταστροφή των στενοσόκακων και τη διάνοιξη ευθύγραμμων οδών σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Σύμφωνα με σχετικό νόμο του 1864 οι καμένες περιοχές ρυμοτομήθηκαν από την αρχή.
Άστεγοι από την πυρκαγιά του 1890 έχουν μεταφέρει σε ασφαλές σημείο όσα υπάρχοντά τους μπόρεσαν να περισώσουν. Η εικόνα δημοσιεύτηκε στη βρετανική εφημερίδα «The Graphic», τον Σεπτέμβριο του 1890. |
Η πυρκαγιά του 1890
Η μεγάλη πυρκαγιά στην οποία αναφερόμαστε αναλυτικά, ξέσπασε τις 22-23 Αυγούστου του 1890 νότια της Εγνατίας οδού, από ένα ισραηλιτικό ρακοπωλείο πίσω από το μοναστήρι της Αγίας Θεοδώρας. Η πυρίκαυστη περιοχή είχε έκταση 241.372 τετραγωνικά μέτρα και συνολικά αποτεφρώθηκε το 8% της έκτασης της εντός των τειχών Θεσσαλονίκης. Τότε κάηκε η περιοχή από την οδό Αγίου Νικολάου (Kastilya Havrasi) ως την οδό Παλαιών Πατρών Γερμανού (Akce Mescid) και από τη θάλασσα ως την Εγνατία.
Ως αποτέλεσμα της πυρκαγιάς «εκάη ή μάλλον εσαρώθη, πυκνός συνοικισμός εντός της πόλεως, εκ πενιχρών οικιών, καλυβών, ως εκαλούντο, εν ω εσήποντο εν πάση αθλιότητι και απεριγράπτω ακαθαρσία πολυμελείς οικογένειαι συνεστιβαγμέναι, αποτελούσαι την τάξιν των αχθοφόρων, ρακοσυλλεκτών, καταγωγέων και λοιπών της κατωτάτης εργατικής τάξεως της Θεσσαλονίκης».
Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η καταστροφή στη Θεσσαλονίκη από την πυρκαγιά του 1917 |
“Θύμα τεράστιας πυρκαγιάς”
Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ευρωπαϊκό τύπο της εποχής, "Η μακεδονική πρωτεύουσα, η Σαλονίκη η οποία παλιά λεγόταν Θεσσαλονίκη και είχε αποκτήσει φήμη από τα ταξίδια και τα γράμματα του Απόστολου Παύλου, ένα από τα καλύτερα λιμάνια και εμπορικό κέντρο της βαλκανικής, έπεσε θύμα μιας τεράστιας πυρκαγιάς. Σε δύο μέρες η φωτιά κατέστρεψε περισσότερα από 1200 σπίτια, μεταξύ των οποίων και του Βρετανού και του Έλληνα προξένου και το σύνολο σχεδόν της Εβραϊκής συνοικίας όπου τα σπίτια ήταν εύφλεκτα.. Μεγάλη ξηρασία, λειψυδρία και ο ισχυρός άνεμος της νύχτας συνέβαλαν στο ξέσπασμα μιας φωτιάς που ήταν σχεδόν αδύνατο να σβήσει, έτσι ώστε το κύριο έργο περιοριζόταν στην διάσωση ανθρώπων. Κάηκαν κυβερνητικά αρχεία τριακοσίων χρόνων, η κατοικία του Έλληνα επισκόπου και ο μητροπολιτικός ναός, το ελληνικό νοσοκομείο με 13 άρρωστους ανθρώπους και επτά συναγωγές"
Η πυρίκαυστη περιοχή περιλάμβανε τις εβραϊκές συνοικίες Aguda, Aya Sofia, Baru, Kaldirgoc, Leviye, Pulya, τις ελληνικές Νέας Παναγίας και Μητροπολίτη και τις τουρκικές Dabag Hayredding και τμήμα της Akce Mescid. Η πυρκαγιά κατέστρεψε τις εβραϊκές συνοικίες σε ποσοστό 78%, τις ελληνικές σε ποσοστό 17% και τις τουρκικές συνοικίες σε ποσοστό 5%.
Ο τελικός απολογισμός της πυρκαγιάς ήταν τρομακτικός: 3.500 περίπου σπίτια και μαγαζιά καταστράφηκαν και έμειναν άστεγες 6.000 οικογένειες, από τις οποίες οι 5.000 ήταν εβραϊκές. Κάηκε ολοσχερώς το μητροπολιτικό μέγαρο με τα πολύτιμα αρχεία του, όπως και ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Δημητρίου και στη θέση του χτίστηκε ο ναός του Γρηγορίου Παλαμά. Από τη φωτιά σημαντικές ζημιές έπαθε και η εκκλησία της Αγίας Σοφίας που επισκευάστηκε το 1908.
Το σημαντικό
είναι ότι από τη φωτιά στο κτίριο της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης κάηκε ολοσχερώς
το αρχείο της ελληνικής κοινότητας Θεσσαλονίκης στο οποίο, εκτός των άλλων,
υπήρχαν πολύτιμα στοιχεία για τη συμμετοχή των κατοίκων της Μακεδονίας στην
εθνεγερσία του 1821 και τη δράση της Φιλικής Εταιρείας στη Θεσσαλονίκη.
Μία περιγραφή από το “Φάρο της Μακεδονίας”
Στο τεύχος 1454 της εφημερίδας Φάρος της Μακεδονίας , το Σάββατο 25 Αυγούστου 1890, υπάρχει αναλυτική περιγραφή της πυρκαγιάς η οποία σάρωσε το κέντρο της Θεσσαλονίκης:
“Η πυρκαγιά εξερράγη εντός του μικρού παζαρίου όπισθεν της Αγίας Θεοδώρας, έκ τινος ισραηλιτικού ρακοπωλείου. Αι άγριαι φλόγες διαδίδοντο αστραπηδόν από οικίαν εις οικίαν, από της Αγ. Θεοδώρας επεξετάθεσαν αφού εγίνοντο παρανάλωμα του πυρός πολυάριθμαι ισραηλιτικαί και 19 χριστιανικαί οικίαι μέχρι του τεμένους της Αγ. Σοφίας, ης τα κυριότερα μέρη κατέκαυσε ως και την κορυφήν του τεμένους, είτα προεκταθέν κατέκαυσε το υπό της αειμνήστου Πουλχερίας Πρασσακάκη δωρηθέν οίκημα, τέως δε Ελληνικόν Γυμνάσιον [......] Το πυρ εξακολούθη προς την προκυμαίαν πυρπολούν παν το προσυχόν, εκείθεν εξετάθη μέχρι της Νέας Παναγίας, εκάη η Ιερά Μητρόπολις, η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου μετά του πολυτίμου ιερού λειψάνου του πολιούχου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά [....], επίσης και όλα τα ιερά κειμήλια και σκεύη της εκκλησίας. Επίσης εκάησαν και τα αρχεία της ημετέρας Κοινότητος. [...] Το πυρ εκείθεν ακαριαίως μεταδιδόμενον έκαυσε τον ιερόν ναόν της Αγίας Περσιοτήσης, το πρώην Διδασκαλείον, ιδιοκτησία της ημετ. Κοινότητος, το Ελληνικόν Προξενείον, επίσης ιδιοκτησία της ημετ. Κοινότητος, το Νοσοκομείον της Ελλ. Ορθοδόξου Κοινότητος το ιδρυθέν υπό τιοιυ αειμνήστου Θεαγένους Χαρίση, η υπό του αειμνήστου Δημητρίου Χαρίση δωρηθεία οικία προς χρήση Γηροκομείου τέως αγγλικόν προξενείον, καi εν μικρόν παρεκκλήσιον της αγίας Μαρίνης της Μεγαλομάρτυρος. Ούτω λοιπόν το καταστρεπτικόν πυρ φθάσαν μέχρι της ενορίας της Μεγάλης Παναγίας, θεία ευνοία κατεστάλη. [...] Εις 3.500 ανέρχονται αι πυροποληθείσαι εν διαστήματι 10 ωρών οικίαι, εργαστήρια και τα ρηθέντα ημ. φιλανθρωπικά καθιδρύματα συμπεριλαμβανομένων 7 μεγάλων συναγωγών ων τα ονόματα εισί τα εξής: Νέα Ιταλία, Παλαιά Ιταλία, Πούλια, Αργάββα, Μεσαρασδάν, Σαλτιελήμ και Βεδέλ. Υπολογίζεται ότι το εν τρίτον εξ αυτών ήσαν λιθόκτιστα. Εις 6.000 ανέρχονται οι εκ της πυρκαίας παθούσαι οικογένειαι εξ ων 5.000 ισραηλιτικαί, 30 οθωμανικαί και αι λοιπαί χριστιανικαί, υπολογίζονται δε περί τας 20.000 άνθρωποι εξ ων 15.000 ισραηλίται, 150 οθωμανοί και οι λοιποί χριστιανοί. Η δε ολική ζημιάανέρχεται εις εν εκατομμύριον οθωμ. λιρών”.
Χάραξη νέων οδών
Πρέπει να πούμε ότι δύο χρόνια μετά την πυρκαγιά και συγκεκριμένα το 1892 υπήρξε ο ανασχεδιασμός και η χάραξη νέων οδών στην πυρποληθείσα περιοχή, με σαφείς επιπτώσεις στη μορφολογία της πόλης. Έτσι, δημιουργήθηκαν οι οδοί Αγίας Σοφίας (Aya Sofia Cami’ i, πλάτους 18 μέτρων) στην οποία συγκεντρώθηκαν τα πλουσιότερα αρχοντόσπιτα, Τσιμισκή (Capanaca), Βασιλέως Ηρακλείου (Hamam Matalon, πλάτους 12 μέτρων). Από την οικοδόμηση της περιοχής και μετά, η διανοιγμένη λεωφόρος Αγίας Σοφίας αναφέρεται πλέον ως «η λεωφόρος των πλούσιων σπιτιών».
Πηγή: Το δημοσίευμα βασίστηκε σε στοιχεία από τη μελέτη της Πολιτικού Μηχανικού
του ΑΠΘ Σοφίας Δημουλά με τίτλο “Τα «καμένα» της Θεσσαλονίκης: οι μεταβολές στη
ρυμοτομία της περιοχής μετά τις πυρκαγιές του 1890 και του 1917 έως σήμερα, με
τη χρήση GIS”. Επίσης στα δημοσιεύματα της εφημερίδας ¨"Φάρος της
Μακεδονίας" εκείνης της εποχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου