ΓΙΑ 15 ΜΕΡΕΣ ΚΑΙΓΕΤΑΙ Ο ΕΒΡΟΣ
Μέλη και στελέχη του ΚΚΕ μιλούν για το πώς «ο λαός σώζει τον λαό» αυτές τις μέρες στον Εβρο
ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Δημήτρης ΜΑΒΙΔΗΣ
Ο Σταύρος Μπάζας, μέλος της Επιτροπής Περιοχής Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης του ΚΚΕ, είναι η φωνή πίσω από ένα βίντεο που δημοσιεύθηκε το βράδυ της Δευτέρας 21 Αυγούστου, στο οποίο κάνει δραματικές εκκλήσεις για ένα πυροσβεστικό όχημα στον Αβαντα της Αλεξανδρούπολης. «Γύρω από εδώ έχει σβήσει η φωτιά, με αυτήν την αναζωπύρωση θα πάρει φωτιά όλο εδώ το χωριό μέχρι την πλατεία στον Αβαντα. Ενα πυροσβεστικό θέλει στον δρόμο για τη δεξαμενή, ένα πυροσβεστικό... Δεν μπορούμε να το παλέψουμε μόνοι μας», ακούγεται να λέει.
Ο ίδιος, μαζί με άλλα μέλη του ΚΚΕ και κατοίκους του χωριού με αγροτικά μηχανήματα έδωσαν εκείνο το βράδυ μάχη για να σωθούν σπίτια και λαϊκές περιουσίες από το πύρινο μέτωπο. Κατά τις 7 το απόγευμα, που έφτασε στο χωριό μαζί με άλλα μέλη του ΚΚΕ, η φωτιά άρχισε να κατεβαίνει τους λόφους που βρίσκονται πάνω από το χωριό. Η εκκένωση είχε ήδη ξεκινήσει, ωστόσο μαζί με κατοίκους που είχαν αγροτικά μηχανήματα, κατευθύνθηκαν στο βόρειο κομμάτι του χωριού, το οποίο από την πλατεία φαινόταν πως το είχε καταπιεί η φωτιά.
«Πήγαμε προς την άκρη του χωριού για να δούμε εάν η φωτιά είχε φτάσει», είπε και είδαν ότι οι φλόγες βρίσκονταν σε απόσταση αναπνοής από τις πρώτες αυλές. Τότε ήρθε ένας κάτοικος με ένα τρακτέρ που κουβαλούσε μια δεξαμενή με νερό και ποτιστικό λάστιχο. «Βάλαμε το τρακτέρ στην αυλή του σπιτιού και σβήναμε τις μικροεστίες που ξεσπούσαν στις αυλές, στα κεραμίδια των σπιτιών όπου φτάναμε με το λάστιχο. Ηρθε τότε ένας αστυνομικός, από τον οποίο ζητούσαμε να βρει πυροσβεστικό όχημα για να σώσουμε το χωριό. Οταν βρέθηκε το πρώτο πυροσβεστικό στην περιοχή δεν είχε νερό για να έρθει να βοηθήσει. Είχε κοπεί το νερό και δεν μπορούσαμε να γεμίσουμε τη δεξαμενή του τρακτέρ. Οπου είχαμε πρόσβαση με το λάστιχο τα προλάβαμε, δεν καταφέραμε όμως να φτάσουμε σε μια αποθήκη με λάστιχα που κάηκε. Τότε μας τελείωσε και το νερό, και αρχίσαμε απεγνωσμένα να ψάχνουμε για πυροσβεστικό όχημα». Οπως είπε, εκείνη τη στιγμή ένιωσε ένα αίσθημα ανημποριάς, ανάμεικτο με θυμό, γιατί, όπως εξήγησε, αποδείχθηκε ότι το χωριό αφέθηκε από το κράτος στην τύχη του. «Το παράτησαν έτσι και θα καίγονταν τα σπίτια χωρίς λόγο! Η επιμονή των κατοίκων, οι προσπάθειες, οι εκκλήσεις κατάφεραν να αποσοβήσουν τα χειρότερα».
«Η φωτιά ξεκίνησε ξημερώματα Σαββάτου, έφτασε εδώ στο χωριό το απόγευμα. Πέρασε κάτω από τη Νίψα, έκαψε το Δωρικό όπου προκάλεσε μεγάλη ζημιά, απλώθηκε στο Αετοχώρι και έφτασε στην Αγνάντια. Οταν ήρθα εγώ ήταν παιδιά από το χωριό εδώ με τα τρακτέρ και άλλα γεωργικά μηχανήματα. Εκείνη την ώρα καιγόταν ένα ξυλουργείο. Ηρθε το τρακτέρ και φτιάξαμε αντιπυρική ζώνη γύρω από το μαντρί, και τότε έσβησε η φωτιά που πήγαινε προς τον Απαλό».
Στη συνέχεια όμως το μέτωπο τη φωτιάς πλησίασε ξανά το χωριό κινούμενο κυρίως μέσα από ένα ρέμα που δεν είχε καθαριστεί. Αφού οι κάτοικοι μαζί με μηχανήματα της Περιφέρειας και του δήμου που είχαν επιταχθεί ανέκοψαν για δεύτερη φορά την πορεία της φωτιάς το απόγευμα, αντιμετώπισαν νέα απειλή μετά τα μεσάνυχτα.
Ο Σιδέρης αποτυπώθηκε σε φωτογραφία εκείνο το απόγευμα πάνω σε μια μπουλντόζα, μαζί με τον οδηγό, την ώρα που έφτιαχναν αντιπυρικές ζώνες. «Το απόγευμα ξεκινήσαμε να κάνουμε αντιπυρική στο αλσύλλιο πάνω από το χωριό. Υπήρχε ένας φορτωτής που βρισκόταν στη διασταύρωση και περίμενε να του δώσουν οδηγίες. Οταν του είπαμε να ανέβει προς το χωριό που πλησίαζε νέο μέτωπο δεν ήξερε πού ακριβώς να πάει. Ανέβηκα επάνω και τον οδήγησα στο σημείο. Συνεννοηθήκαμε με τον επικεφαλής της Πυροσβεστικής, που έδωσε κάποιες κατευθύνσεις να διαμορφώσουμε θέσεις για τα πυροσβεστικά οχήματα σε περίπτωση που θα έφταναν για να επιχειρήσουν».
Στο σημείο δίπλα στο αλσύλλιο υπάρχει ένα ρέμα, μέσα από το οποίο κινήθηκε γρήγορα η φωτιά. Η φωτιά περνούσε μέσα από τα ρέματα, και εδώ και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Το ρέμα του χωριού μέχρι τη φωτιά δεν φαινόταν, ήταν όλο μέσα στα βάτα. Δεν είχε καθαριστεί ποτέ, εμφανίστηκε και πάλι μετά τη φωτιά. Το ίδιο έγινε στη Νίψα, στο Δωρικό, στο Αετοχώρι. Φάνηκε ότι υπάρχει συγκεκριμένη έλλειψη, ότι πουθενά δεν υπάρχουν αντιπυρικές ζώνες».
Ο ίδιος τόνισε ότι αναδείχθηκε για ακόμη μια φορά η ανάγκη ο λαός της περιοχής να διεκδικήσει οργανωμένα και αγωνιστικά μέτρα ουσιαστικής πρόληψης και αντιπυρικής προστασίας, τα οποία σώζουν ζωές και περιουσίες αλλά το κράτος θεωρεί απλά κόστος, όπως και άμεσα μέτρα αντιπλημμυρικής θωράκισης, δεδομένου ότι η περιοχή έχει αντιμετωπίσει πολλές πλημμύρες και πριν από τις φωτιές.
Ο Δημήτρης Γιαννούδης, μέλος της ΕΠ Ανατ. Μακεδονίας - Θράκης του ΚΚΕ, έδωσε μαζί με κατοίκους της Παλαγίας πολύωρη μάχη τα ξημερώματα της Τρίτης 22 Αυγούστου για να σωθούν κατοικίες στον οικισμό. Η μαρτυρία του είναι συγκλονιστική. Η φωτιά ήρθε σε δύο κύματα στον οικισμό. Το πρώτο ήρθε κατά τις 2.30 τη νύχτα, ενώ το δεύτερο περίπου στις 4 το ξημέρωμα. Οταν ο ίδιος βρέθηκε εκεί, μαζί με λιγοστούς κατοίκους και μερικά μέλη του ΚΚΕ, έφτασε στην περιοχή και ένα πυροσβεστικό όχημα, στο οποίο επέβαιναν μόλις δύο πυροσβέστες.
Η φωτιά πλησίασε τα σπίτια και σε αυτήν την περίπτωση μέσα από ένα ρέμα που δεν ήταν καθαρισμένο. «Εκαιγε τις αυλές των σπιτιών, και προλάβαμε να μην πάρουν φωτιά τα σπίτια την τελευταία στιγμή. Επεκτεινόταν μέσα από τις αυλές. Εκ των υστέρων είδαμε μάλιστα ότι σε μία από αυτές υπήρχε μεγάλη δεξαμενή υγραερίου, το οποίο δεν το γνώριζε και η Πυροσβεστική. Γλιτώσαμε από μεγάλο ατύχημα».
Το πυροσβεστικό όχημα έφυγε μόλις τελείωσε το νερό, καθώς στη γύρω περιοχή δεν υπάρχει κρουνός για να γεμίσει νερό. «Οταν το πυροσβεστικό έφυγε, ξεκίνησε μια μεγάλη αναζωπύρωση, ξαναπήρε όλο το σημείο, και μείναμε με κάτι κλαδιά στα χέρια για ώρες. Προσπαθούσαμε να την αποτρέψουμε από το να φτάσει στον ελαιώνα, αλλά στο τέλος δεν τα καταφέραμε. Οταν έφτασε περίπου στο ένα μέτρο από τα πρώτα πουρνάρια, είχαμε εξαντληθεί, δεν άντεχε κανείς άλλο με τα κλαδιά. Διαρκώς κάναμε εκκλήσεις, παίρναμε τηλέφωνα στην Πυροσβεστική να στείλει όχημα. Τελικά ήρθε την τελευταία στιγμή ένα πυροσβεστικό όχημα με νερό κατά τις 6 το πρωί και καταφέραμε να σώσουμε τα σπίτια σε εκείνη την πλευρά».
«Φάνηκε με δραματικό τρόπο πως δεν υπάρχει απολύτως κανένας σχεδιασμός για την προστασία της ζωής του λαού από το αστικό κράτος», τόνισε ο Σάββας Δευτεραίος. «Χρειάστηκαν τουλάχιστον 12 ώρες από την αρχή της εκκένωσης μέχρι το στήσιμο του πρώτου σταθμού πρώτων βοηθειών στο πρώην ΙΚΑ Αλεξανδρούπολης. Εκεί δεν υπήρχε τίποτα. Για παράδειγμα, δεν είχαν ράμματα, και όταν στάλθηκε νοσοκόμος στο νοσοκομείο για να φέρει πίσω, η αστυνομία τον σταμάτησε και δεν του επέτρεπε την πρόσβαση. Ενα χάος... Οι εργαζόμενοι του νοσοκομείου και του ΕΚΑΒ ξεπέρασαν κάθε όριο προσφοράς εκείνο το βράδυ για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες από την έλλειψη σχεδιασμού».
Την πλήρη έλλειψη σταθμού πρώτων βοηθειών βίωσε και ο Σταύρος Μπάζας, όταν με το ξημέρωμα, αφού είχε περάσει ώρες στα πύρινα μέτωπα πήγε στο λιμάνι, όπου μεταφέρονταν οι ασθενείς του νοσοκομείου.
«Περίμενα ότι θα είχαν στήσει έναν σταθμό πρώτων βοηθειών εκεί», είπε, «γιατί έκαιγε το στήθος μου, πονούσε, και έκαιγε και ο λαιμός μου από την κάπνα. Ζήτησα να μου μετρήσουν το οξυγόνο, αλλά δεν υπήρχε τίποτα. Δεν είχαν καν ένα οξύμετρο. Ούτε στο ΕΚΑΒ ούτε πουθενά. Ακόμα δεν είχε στηθεί ο σταθμός πρώτων βοηθειών στο πρώην ΙΚΑ, οπότε δεν είχαν ακόμα ενημέρωση για να μου δώσουν οδηγίες για το πού να πάω».
Ταυτόχρονα, το βράδυ της μεγάλης εκκένωσης ο Διονύσης Κλάδης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, Γραμματέας της ΕΠ Ανατ. Μακεδονίας - Θράκης και υποψήφιος περιφερειάρχης με τη «Λαϊκή Συσπείρωση», βρισκόταν στα γραφεία της ΚΟ Εβρου του ΚΚΕ, τα οποία παρέμειναν ανοιχτά όλο το βράδυ, έτοιμα να υποδεχθούν κόσμο και να συνδράμουν όσους είχαν ανάγκη. Στήθηκε μέσα σε σύντομο διάστημα μηχανισμός, προκειμένου να εξασφαλιστούν μέσα μετακίνησης για κατοίκους που δεν διέθεταν και έπρεπε να απομακρυνθούν από τα σπίτια τους, αλλά και να βρεθούν σπίτια να φιλοξενήσουν όσους δεν είχαν πού να μείνουν.
Ακόμα και τις προηγούμενες μέρες, στα γραφεία του ΚΚΕ έφταναν οι καταγγελίες των εργαζομένων που αναγκάζονταν από την εργοδοσία να δουλεύουν σε εξαιρετικά επικίνδυνες συνθήκες. Κλιμάκιο του ΚΚΕ μετέβη την Κυριακή 20/8 στην Αμφιτρίτη με επικεφαλής τον Διονύση Κλάδη και απαίτησε και κατάφερε να σταματήσει η λειτουργία σε πτηνοτροφική μονάδα, καθώς ενώ δούλευαν μέσα εργάτες, η φωτιά είχε φτάσει στα 100 μέτρα.
Την επόμενη μέρα, το ΚΚΕ και εργατικά σωματεία προχώρησαν σε παρέμβαση στο Τμήμα Υγιεινής και Ασφάλειας Εργασίας στην Αλεξανδρούπολη απαιτώντας άμεσα μέτρα προστασίας των εργαζομένων, μεταφέροντας τις καταγγελίες των εργαζομένων της Βιομηχανικής Περιοχής Αλεξανδρούπολης ότι αναγκάζονται να δουλέψουν μέσα σε αποπνικτική ατμόσφαιρα από τους καπνούς. «Η Πολιτική Προστασία και όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν είχαν κανένα σχέδιο για τους εργαζόμενους, ψάχναμε να βρούμε υπεύθυνο για την ασφαλή απομάκρυνση των εργαζομένων και η μια υπηρεσία μας έστελνε στην άλλη δηλώνοντας αναρμόδια», μας δήλωσε ο Δ. Κλάδης και συνέχισε: «Για άλλη μια φορά φάνηκε και το αδυσώπητο πρόσωπο του κράτους και της εργοδοσίας που με τις φωτιές να βρίσκονται λίγα μέτρα από τους χώρους δουλειάς η παραγωγή συνεχιζόταν κανονικά μη και πειραχτούν τα κέρδη».
Την Πέμπτη 24 Αυγούστου ο Αναστάσης Γεωργιάδης, μαζί με άλλα μέλη του ΚΚΕ και κατοίκους της Αλεξανδρούπολης ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των κατοίκων της Δαδιάς που ζητούσαν κόσμο να βοηθήσει να σωθεί το χωριό. «Φάνηκε στην πράξη η σημασία της οργάνωσης και της αλληλεγγύης, το πώς ο λαός σώζει τον λαό. Οταν είσαι οργανωμένος στα σωματεία, δίνεις την καθημερινή πάλη, μέσα από την οργανωμένη δράση μπορείς να συμβάλεις περισσότερο. Φάνηκε γιατί σε πολλές περιπτώσεις ο κόσμος αρχικά δεν ήξερε τι να κάνει, πώς να συμβάλει. Οι ελλείψεις στην Πυροσβεστική είναι τεράστιες. Στο χωριό όταν φτάσαμε δεν υπήρχε πυροσβεστικό. Με τσάπες, με αγροτικά μηχανήματα και κλαδιά καταφέραμε να ανακόψουμε την πορεία της φωτιάς που κατευθυνόταν στο χωριό, να την εκτρέψουμε προς τα καμένα. Οταν είχε πια αποτραπεί ο μεγάλος κίνδυνος, εμφανίστηκε και ένα μικρό όχημα της Πυροσβεστικής και έριξε νερό στις αναζωπυρώσεις». Στη συνέχεια βρέθηκε και στις Τρεις Βρύσες, όπου ξυλοκόποι είχαν επιστρέψει στο δάσος. «Ολα τα δέντρα που είχαν κόψει κάηκαν, καταστράφηκε η φετινή δουλειά τους. Μάλιστα, οι ίδιοι είπαν πως όλο το δάσος μυρίζει θάνατο...».
Η πρωτοπόρα αυτή δράση των μελών και των στελεχών του ΚΚΕ, που βρίσκονται όλες αυτές τις μέρες στην πρώτη γραμμή της μάχης για να σωθούν λαϊκές περιουσίες, να προστατευτούν οι εργαζόμενοι, να περιοριστεί η ανυπολόγιστη καταστροφή στο περιβάλλον, είναι το φως απέναντι στο σκοτάδι των διαφόρων φασιστοειδών που αυτές τις μέρες βρήκαν την ευκαιρία να συρθούν έξω από τις τρύπες τους και να χύσουν το ρατσιστικό τους δηλητήριο.
Τα φασιστοειδή αξιοποίησαν ξανά την ανοχή του αστικού κράτους και των κυβερνήσεων στη δράση τους, αλλά και τα αντιδραστικά αντανακλαστικά που διαμορφώνουν υπαρκτά προβλήματα που βιώνει ο λαός της περιοχής. Τέτοιο είναι, για παράδειγμα, το αίσθημα ανασφάλειας που προκαλεί η ανεξέλεγκτη δράση των κυκλωμάτων διακινητών προσφύγων και μεταναστών, ως αποτέλεσμα της βάρβαρης πολιτικής της ΕΕ και των κυβερνήσεων ενάντια στους κατατρεγμένους, που τους σπρώχνει στα νύχια των δουλεμπόρων. Ετσι, τα φασιστοειδή έφτασαν στο σημείο να μεταδίδουν ζωντανά τις «περιπολίες» στα κυνήγια κεφαλών των αυτόκλητων «σερίφηδων». Την ώρα που ο τόπος όλος είχε παραδοθεί στις φλόγες, τα φασιστοειδή έπαιξαν για ακόμη μία φορά τον γνωστό τους ρόλο και επιχειρώντας να στρέψουν την οργή και την αγανάκτηση στους κυνηγημένους πρόσφυγες και μετανάστες, έδωσαν το καλύτερο πάτημα προκειμένου να αθωωθούν το αστικό κράτος και η κυβέρνηση από τις εγκληματικές ευθύνες για τις τεράστιες ελλείψεις στην αντιπυρική προστασία, για την κατάσταση με την απογυμνωμένη από προσωπικό και μέσα Πυροσβεστική.
Στον Εβρο αυτές τις μέρες για μία ακόμη φορά υπήρχαν δύο κόσμοι. Ο κόσμος των ακροδεξιών και των φασιστοειδών που λειτούργησαν ως μακρύ χέρι του αστικού κράτους, και ο κόσμος της αλληλεγγύης, του αγώνα που φωτίστηκε από τη δράση των κομμουνιστών, οι οποίοι συνεχίζουν τώρα να πρωτοστατούν ώστε το επόμενο διάστημα να οργανωθεί ο αγώνας μέσα από τα σωματεία και τους φορείς για άμεσες αποζημιώσεις και μέτρα ανακούφισης των πληγέντων, για την αποκατάσταση των δασών, για ενίσχυση των πυροσβεστικών μέσων και για να προστατευτεί η ζωή του λαού και στη συνέχεια, με μέτρα αντιπλημμυρικής, αντιπυρικής θωράκισης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου