Ηταν 30 Απριλίου του 1945 και ώρα 21.50 όταν ο επιλοχίας Μ. Α. Φ.
Γιεγκόροφ και ο λοχίας Μ. Β. Καντάρια του σοβιετικού στρατού έστησαν την
κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο, τη Σημαία της Νίκης, πάνω από τον
κεντρικό Τρούλο του Ράιχσταγκ. Αμέσως μετά, ο διοικητής της 3ης στρατιάς
κρούσης στρατηγός Β. Ι. Κουζνετσόφ, που παρακολουθούσε προσωπικά την
ιστορική μάχη κατάληψης του Ράιχσταγκ, πήρε στο τηλέφωνο το κέντρο
διοίκησης και ανακοίνωσε στο στρατάρχη Ζούκοφ: «Στο Ράιχσταγκ κυματίζει η
κόκκινη σημαία! Ζήτω, σύντροφε στρατάρχη!»1.
Παρόλο που δεν είχαν τελειώσει οι μάχες και τα ναζιστικά στρατεύματα συνέχιζαν να αμύνονται μέσα στο Βερολίνο, το γεγονός είχε ξεχωριστή σημασία.
Ηταν πια φανερό πως ο πόλεμος στην Ευρώπη από στιγμή σε στιγμή τελείωνε οριστικά. Αλλά η σημαία πάνω στο Ράιχσταγκ είχε διπλή σημασία. Δε φανέρωνε μόνο το τέλος του πολέμου. Ταυτόχρονα αποκάλυπτε στα ματιά ολόκληρης της ανθρωπότητας, στο παρόν, αλλά και στο μέλλον ως ιστορία, τον πραγματικό νικητή του πολέμου. Την επομένη ξημέρωνε Πρωτομαγιά. Η Παγκόσμια Ημέρα της Εργατικής Τάξης.
Εκείνη ακριβώς τη μέρα, η κόκκινη σημαία πάνω στο Ράιχσταγκ, έδειχνε στο παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας πως η νίκη κατά του φασισμού ήταν πρωτίστως νίκη ενός λαού και ενός κράτους. Του σοβιετικού λαού και του πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία, της Σοβιετικής Ενωσης. Ας δούμε όμως με περισσότερες λεπτομέρειες αυτό το ιστορικό γεγονός.
Παρόλο που δεν είχαν τελειώσει οι μάχες και τα ναζιστικά στρατεύματα συνέχιζαν να αμύνονται μέσα στο Βερολίνο, το γεγονός είχε ξεχωριστή σημασία.
Ηταν πια φανερό πως ο πόλεμος στην Ευρώπη από στιγμή σε στιγμή τελείωνε οριστικά. Αλλά η σημαία πάνω στο Ράιχσταγκ είχε διπλή σημασία. Δε φανέρωνε μόνο το τέλος του πολέμου. Ταυτόχρονα αποκάλυπτε στα ματιά ολόκληρης της ανθρωπότητας, στο παρόν, αλλά και στο μέλλον ως ιστορία, τον πραγματικό νικητή του πολέμου. Την επομένη ξημέρωνε Πρωτομαγιά. Η Παγκόσμια Ημέρα της Εργατικής Τάξης.
Εκείνη ακριβώς τη μέρα, η κόκκινη σημαία πάνω στο Ράιχσταγκ, έδειχνε στο παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας πως η νίκη κατά του φασισμού ήταν πρωτίστως νίκη ενός λαού και ενός κράτους. Του σοβιετικού λαού και του πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία, της Σοβιετικής Ενωσης. Ας δούμε όμως με περισσότερες λεπτομέρειες αυτό το ιστορικό γεγονός.
Η μεγάλη επίθεση
Ηταν 6 Ιανουαρίου του 1945, όταν ο Στάλιν έλαβε από τον Ουίνστον Τσόρτσιλ ένα αγωνιώδες τηλεγράφημα:«Εις την Δύσιν - έγραφε ο Βρετανός πρωθυπουργός2 -
διεξάγονται πολύ σκληραί μάχαι και εις κάθε στιγμήν είναι δυνατόν να
απαιτηθούν από την Ανωτάτην Διοίκησιν μεγάλαι αποφάσεις. Γνωρίζετε και
από την προσωπικήν σας πείραν πόσον ανησυχητική είναι η κατάστασις, όταν
αναγκάζεται κανείς να αμύνεται επί πολύ ευρέως μετώπου, ύστερα από
προσωρινήν απώλειαν της πρωτοβουλίας.
Ο στρατηγός Αϊνζεχάουερ επιθυμεί πολύ και είναι απαραίτητον να γνωρίζη εις γενικάς γραμμάς τι σκοπεύετε να πράξετε, δεδομένου ότι τούτο θα έχη βεβαίως αντίκτυπον επί όλων των ιδικών του και των ιδικών μας αποφάσεων... Θα Σας είμαι υπόχρεος αν με πληροφορήσετε κατά πόσον ημπορούμε να υπολογίζωμεν επί μεγάλης ρωσικής επιθέσεως εις το μέτωπον του Βίσλα ή εις κάθε άλλον τόπον κατά την διάρκειαν του Ιανουαρίου ή εις κάθε άλλην στιγμήν που Σεις θα δεχθήτε ενδεχομένως να ανακοινώσετε... Το ζήτημα τούτο το θεωρώ κατεπείγον».
Τι είχε άραγε συμβεί ώστε ολόκληρη η Δύση - Βρετανοί και Αμερικανοί, διά στόματος Τσόρτσιλ - να παρακαλάει για μια επίθεση του Κόκκινου Στρατού;
Λίγες μέρες πριν σταλεί αυτό το τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ προς στο Σοβιετικό ηγέτη και συγκεκριμένα στις 16 Δεκεμβρίου του 1944 τα γερμανικά στρατεύματα κατάφεραν να ξεδιπλώσουν μεγάλη αντεπίθεση στις Αρδένες, να δημιουργήσουν πανικό και να σπείρουν την αποδιοργάνωση στα νώτα των αμερικανικών στρατευμάτων και μέχρι τις 26 Δεκεμβρίου να έχουν διεισδύσει στην άμυνα των συμμαχικών στρατευμάτων σε βάθος 90 περίπου χιλιομέτρων. Στις αρχές Ιανουαρίου 1945 οι γερμανικές δυνάμεις πραγματοποίησαν, με μεγάλη επιτυχία, επίθεση στην Αλσατία, στην περιοχή του Στρασβούργου και απείλησαν την ίδια την πόλη που η συμμαχική διοίκηση ήταν έτοιμη να την εκκενώσει, γεγονός που αποτράπηκε την τελευταία στιγμή. Εν τω μεταξύ η αντεπίθεση των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων, στις 3 Ιανουαρίου, στο βόρειο πλευρό των γερμανικών μονάδων που είχαν προωθηθεί στις Αρδένες, δεν είχε την παραμικρή επιτυχία. Ετσι η κατάσταση των συμμαχικών δυνάμεων στο δυτικό μέτωπο παρέμενε κρίσιμη και μια δεύτερη Δουγκέρκη ήταν προ των πυλών. Σε κείνες ακριβώς τις συνθήκες, ολόκληρη η Δύση έστρεφε τα μάτια προς την Ανατολή, αναζητώντας τη διέξοδο στα στρατεύματα της Σοβιετικής Ενωσης.
Στις 7/1/1945 ο Στάλιν έστειλε τη δική του απάντηση στο αγωνιώδες μήνυμα του Τσόρτσιλ. «...Ετοιμαζόμεθα - έγραφε ο Σοβιετικός ηγέτης3 - δι' επίθεσιν, αλλά ο καιρός τώρα δεν ευνοεί την επίθεσίν μας. Εν τούτοις το Επιτελείον της Ανωτάτης Διοικήσεως υπολογίζον την θέσιν των συμμάχων μας, απεφάσισε να τελειώση με σύντονον ρυθμόν τας προετοιμασίας και αδιαφορούν διά τον καιρόν, θα αρχίση ευρείας κλίμακος επιθετικάς επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών εις όλον το κεντρικόν μέτωπον, το βραδύτερον εντός του δευτέρου δεκαπενθημέρου του Ιανουαρίου. Να μην αμφιβάλλετε ότι θα πράξωμεν παν το δυνατόν, διά να συνδράμωμεν τα ένδοξα συμμαχικά μας στρατεύματα».
Ο στρατηγός Αϊνζεχάουερ επιθυμεί πολύ και είναι απαραίτητον να γνωρίζη εις γενικάς γραμμάς τι σκοπεύετε να πράξετε, δεδομένου ότι τούτο θα έχη βεβαίως αντίκτυπον επί όλων των ιδικών του και των ιδικών μας αποφάσεων... Θα Σας είμαι υπόχρεος αν με πληροφορήσετε κατά πόσον ημπορούμε να υπολογίζωμεν επί μεγάλης ρωσικής επιθέσεως εις το μέτωπον του Βίσλα ή εις κάθε άλλον τόπον κατά την διάρκειαν του Ιανουαρίου ή εις κάθε άλλην στιγμήν που Σεις θα δεχθήτε ενδεχομένως να ανακοινώσετε... Το ζήτημα τούτο το θεωρώ κατεπείγον».
Τι είχε άραγε συμβεί ώστε ολόκληρη η Δύση - Βρετανοί και Αμερικανοί, διά στόματος Τσόρτσιλ - να παρακαλάει για μια επίθεση του Κόκκινου Στρατού;
Λίγες μέρες πριν σταλεί αυτό το τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ προς στο Σοβιετικό ηγέτη και συγκεκριμένα στις 16 Δεκεμβρίου του 1944 τα γερμανικά στρατεύματα κατάφεραν να ξεδιπλώσουν μεγάλη αντεπίθεση στις Αρδένες, να δημιουργήσουν πανικό και να σπείρουν την αποδιοργάνωση στα νώτα των αμερικανικών στρατευμάτων και μέχρι τις 26 Δεκεμβρίου να έχουν διεισδύσει στην άμυνα των συμμαχικών στρατευμάτων σε βάθος 90 περίπου χιλιομέτρων. Στις αρχές Ιανουαρίου 1945 οι γερμανικές δυνάμεις πραγματοποίησαν, με μεγάλη επιτυχία, επίθεση στην Αλσατία, στην περιοχή του Στρασβούργου και απείλησαν την ίδια την πόλη που η συμμαχική διοίκηση ήταν έτοιμη να την εκκενώσει, γεγονός που αποτράπηκε την τελευταία στιγμή. Εν τω μεταξύ η αντεπίθεση των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων, στις 3 Ιανουαρίου, στο βόρειο πλευρό των γερμανικών μονάδων που είχαν προωθηθεί στις Αρδένες, δεν είχε την παραμικρή επιτυχία. Ετσι η κατάσταση των συμμαχικών δυνάμεων στο δυτικό μέτωπο παρέμενε κρίσιμη και μια δεύτερη Δουγκέρκη ήταν προ των πυλών. Σε κείνες ακριβώς τις συνθήκες, ολόκληρη η Δύση έστρεφε τα μάτια προς την Ανατολή, αναζητώντας τη διέξοδο στα στρατεύματα της Σοβιετικής Ενωσης.
Στις 7/1/1945 ο Στάλιν έστειλε τη δική του απάντηση στο αγωνιώδες μήνυμα του Τσόρτσιλ. «...Ετοιμαζόμεθα - έγραφε ο Σοβιετικός ηγέτης3 - δι' επίθεσιν, αλλά ο καιρός τώρα δεν ευνοεί την επίθεσίν μας. Εν τούτοις το Επιτελείον της Ανωτάτης Διοικήσεως υπολογίζον την θέσιν των συμμάχων μας, απεφάσισε να τελειώση με σύντονον ρυθμόν τας προετοιμασίας και αδιαφορούν διά τον καιρόν, θα αρχίση ευρείας κλίμακος επιθετικάς επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών εις όλον το κεντρικόν μέτωπον, το βραδύτερον εντός του δευτέρου δεκαπενθημέρου του Ιανουαρίου. Να μην αμφιβάλλετε ότι θα πράξωμεν παν το δυνατόν, διά να συνδράμωμεν τα ένδοξα συμμαχικά μας στρατεύματα».
Η μεγάλη σοβιετική στρατιωτική
επίθεση ξεκίνησε στις 12/1/1945. Την αρχή έκανε το Πρώτο Ουκρανικό
Μέτωπο από τις θέσεις εξόρμησης δυτικά του Σαντομίρ. Στις 14/1, το
Δεύτερο Λευκορωσικό Μέτωπο ξεδίπλωσε τη δική του επίθεση από την
αριστερή όχθη του Βιστούλα νότια της Βαρσοβίας. Στις 15/1 ήταν η σειρά
του Τρίτου Λευκορωσικού Μετώπου να εξαπολύσει επίθεση στην Ανατολική
Πρωσία. Ταυτόχρονα το Τέταρτο Ουκρανικό Μέτωπο εξαπέλυσε επίθεση στα
Καρπάθια. Η επίθεση των σοβιετικών στρατιωτικών δυνάμεων ήταν τεραστίων
διαστάσεων. Κάλυπτε ένα μέτωπο 1.200 χιλιομέτρων - από τη Βαλτική ως τα
Καρπάθια - με τη συμμετοχή 150 μεραρχιών. Ολόκληρος ο κόσμος είχε μείνει
άφωνος. «Είναι ίσως η πιο μεγάλη επίδειξη στρατιωτικής δύναμης που έχει
δει ποτέ ο κόσμος» έγραφαν οι αγγλικές εφημερίδες και το Γερμανικό
Πρακτορείο Ειδήσεων υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει ότι «ποτέ δεν έγινε στην
πολεμική ιστορία μια τέτοια επίθεση»4.
Λίγο πριν εκδηλωθεί η σοβιετική επίθεση, οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις τοποθετούσαν το τέλος του πολέμου στα τέλη του 1945 κι αυτό όχι άδικα. Η συνολική δύναμη της σοβιετικής πολεμικής μηχανής ήταν ακόμη άγνωστη, οι Δυτικοί γνώριζαν πως από μόνοι τους δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά πράγματα και η Γερμανία παρέμενε ακόμη ισχυρή. Στα τέλη του 1944 - αρχές του 1945 ο γερμανικός στρατός, παρά τις βαριές του ήττες στο ανατολικό μέτωπο, είχε στις τάξεις του 5.400.000 άνδρες, 28.500 πυροβόλα και όλμους, 3.950 άρματα και 1.960 αεροπλάνα. Οι εφεδρείες του, που αργότερα χρησιμοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο εναντίον των σοβιετικών στρατευμάτων, αριθμούσαν 2.433.000 άνδρες, 2.700 πυροβόλα, 5.300 άρματα και άλλα επιθετικά όπλα και 3.270 αεροπλάνα5.
Υπό αυτές τις συνθήκες κανείς δεν περίμενε πως η στρατιωτική μηχανή του Χίτλερ θα εκμηδενιζόταν μέσα σε λίγους μήνες. Κι όμως από τη στιγμή που ξεκίνησε η σοβιετική επίθεση δε χρειάστηκαν περισσότερο από 40 μέρες για να καταρρεύσουν όλα σχεδόν τα ουσιώδη στρατιωτικά εμπόδια που μπορούσε να προβάλει ο γερμανικός στρατός. Με τεράστια ορμή οι δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού συνέκλιναν προς το Βερολίνο, σφίγγοντας όλο και περισσότερο την τανάλια γύρω από τον κάποτε αήττητο στρατό του Χίτλερ.
Οταν ξεδιπλώθηκε σ' όλη της την έκταση η σοβιετική επίθεση και φάνηκε καθαρά ότι το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη ήταν ζήτημα του άμεσου χρονικού διαστήματος, η γερμανική αντίσταση στο δυτικό μέτωπο εξασθένησε απότομα, ενώ στο ανατολικό πήρε φρενώδη χαρακτηριστικά. Μάλιστα το ανώτατο στρατηγείο της Γερμανίας πήρε τη βάρβαρη απόφαση να μετατρέψει το ανατολικό τμήμα της χώρας σε κρανίου τόπο. Επρεπε να καταστραφούν όλες οι βιομηχανίες, οι αποθήκες τροφίμων, οι γέφυρες, οι σιδηροδρομικές γραμμές, οι αυτοκινητόδρομοι, τα φράγματα, οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, τα ορυχεία, οτιδήποτε, με δυο λόγια, που θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο στον Κόκκινο Στρατό6.
Στο τέλος Φεβρουαρίου του 1945, τα αγγλοαμερικανικά στρατεύματα πέρασαν εύκολα τη «γραμμή Ζίγκφριντ» των γερμανικών οχυρών κι ακόμη πιο εύκολα πέρασαν το σοβαρό υδάτινο φράγμα στο Ρήνο, αφού οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις δεν ανατίναξαν τις γέφυρές του καθώς υποχωρούσαν. Ολη αυτή η κατάσταση μύριζε άσχημα, γεγονός που δεν άργησε να αποκαλυφθεί.
Στις αρχές Μαρτίου του 1945, το γερμανικό στρατηγείο έστειλε στην Ελβετία τον στρατηγό Βολφ για να κάνει διαπραγματεύσεις με αντιπροσώπους των ΗΠΑ και της Αγγλίας. Η σοβιετική κυβέρνηση, που πληροφορήθηκε το γεγονός, επέμεινε να πάρουν μέρος στις διαπραγματεύσεις και εκπρόσωποι του σοβιετικού στρατηγείου, αλλά το νόμιμο αυτό δικαίωμά της απορρίφθηκε από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας. Επρόκειτο για μια σαφέστατη παραβίαση των αρχών της αντιχιτλερικής συμμαχίας που κανείς δεν μπορούσε να αντιληφθεί τότε όλη τη σημασία της. Οι διαπραγματεύσεις κράτησαν δύο εβδομάδες και αποσκοπούσαν στη διευκόλυνση της προέλασης των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων προς Ανατολάς με τη μεταφορά των γερμανικών δυνάμεων από το δυτικό μέτωπο στο μέτωπο με τον Κόκκινο Στρατό. Εκ των υστέρων, κρίνοντας από τα ίδια τα γεγονότα, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως οι διαπραγματεύσεις εκείνες κατέληξαν σε συμφωνία. Η σοβιετική ηγεσία πάντως δεν αμφέβαλε καθόλου γι' αυτό. Μάλιστα ο Στάλιν, σε μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ, στις 3/4/1945, ήταν απολύτως κατηγορηματικός: «Οι διαπραγματεύσεις - έγραφε7 - διεξήχθησαν και ετερματίσθησαν διά συμφωνίας με τους Γερμανούς, συμφώνως προς την οποίαν ο Γερμανός διοικητής εις το δυτικόν μέτωπον στρατάρχης Κέσσελριγκ εδέχθη να ανοίξη το μέτωπον και να αφήση να διέλθουν προς ανατολάς τα αγγλο- αμερικανικά στρατεύματα και οι Αγγλο-αμερικανοί υποσχέθηκαν αντ' αυτού να ελαφρύνουν διά τους Γερμανούς τους όρους της ανακωχής».
Η πραγματικότητα στο πεδίο των μαχών ήταν αυτή που περιγράφει ο Στάλιν στο μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ. Από τα τέλη Μαρτίου του '45 τα γερμανικά στρατεύματα στο δυτικό μέτωπο πέρασαν ουσιαστικά στο «συμβολικό» πόλεμο. Οι λίγες δυνάμεις που έμειναν εκεί παραδίδονταν χωρίς σοβαρή αντίσταση, ενώ ο κύριος στρατιωτικός όγκος μεταφέρθηκε στο ανατολικό μέτωπο, όπου ως το τέλος έδωσε σκληρότατες μάχες με το σοβιετικό στρατό8. Παρ' όλα αυτά τίποτα δεν ήταν σε θέση να φράξει το δρόμο του Κόκκινου Στρατού προς το Βερολίνο, αν και οι χιτλερικοί προσπάθησαν με κάθε δυνατό τρόπο, χωρίς βεβαίως να το καταφέρουν, να το παραδώσουν στους Δυτικούς.
Η επιχείρηση του Βερολίνου άρχισε στις 16 Απριλίου του 1945. Σε όλη τη ζώνη πυρός, ο εχθρός χρησιμοποίησε ένα εκατομμύριο άνδρες, 10.400 πυροβόλα και όλμους, 1.500 άρματα και αυτοκινούμενα βαρέα όπλα και 3.300 αεροπλάνα9. Το συγκρότημα του Βερολίνου αυτό καθ' αυτό αριθμούσε 200 περίπου χιλιάδες άνδρες, 3.000 κανόνια και όλμους, 250 άρματα μάχης και βαριά πολλαπλά ρουκετοβόλα10. Χωρίς αμφιβολία η πόλη είχε μετατραπεί σε μια ιδιαίτερα οχυρωμένη περιοχή. Τα στρατεύματα της πόλης τα διοικούσε ο ίδιος ο Χίτλερ, αν και διοικητής τους είχε οριστεί ο στρατηγός πυροβολικού Βάιντλινγκ.
Από την πρώτη ημέρα της επίθεσης ο Κόκκινος στρατός διέσπασε την πρώτη γραμμή άμυνας του εχθρού κι άρχισε η μάχη για τη δεύτερη αμυντική γραμμή. Τις πρώτες τέσσερις ημέρες της επίθεσης στα στρατεύματα του 1ου Λευκορωσικού Μετώπου προχώρησαν 30 χιλιόμετρα σε έκταση μετώπου 70 χιλιόμετρα. Τα στρατεύματα του 1ου Ουκρανικού Μετώπου, που άρχισαν ταυτόχρονα την επίθεση, διέσπασαν τις εχθρικές γραμμές στις τρεις πρώτες ημέρες και προχώρησαν σε μια μεγάλη κυκλωτική κίνηση κατά των γερμανικών δυνάμεων νοτιότερα του Βερολίνου. Τα σχέδια του γερμανικού στρατηγείου να διατηρήσει την αμυντική γραμμή στους ποταμούς Οντερ και Νάισε, ώσπου να φτάσουν στο Βερολίνο τα αμερικανικά στρατεύματα απέτυχαν παταγωδώς.
Εν τω μεταξύ μέσα στο Βερολίνο γίνονταν σκληρότατες οδομαχίες. Από τις 26 Απριλίου άρχισε ο κατακερματισμός της πόλης σε τμήματα. Στις 28 του μηνός το συγκρότημα του Βερολίνου κόπηκε σε τρία απομονωμένα τμήματα και η γερμανική διοίκηση έχασε την ικανότητα να διευθύνει τα στρατεύματά της. Δύο ημέρες μετά τα σοβιετικά στρατεύματα κατέλαβαν με έφοδο το Ράιχσταγκ και έστησαν στο θόλο του την Κόκκινη Σημαία της Νίκης. Την 1η Μαΐου του 1945 ανακοινώθηκε πως ο Χίτλερ αυτοκτόνησε. Στις 2 Μαΐου και ώρα 3 το μεσημέρι, τα γερμανικά στρατεύματα σταμάτησαν κάθε αντίσταση. Το Βερολίνο είχε πέσει.
Λίγο πριν εκδηλωθεί η σοβιετική επίθεση, οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις τοποθετούσαν το τέλος του πολέμου στα τέλη του 1945 κι αυτό όχι άδικα. Η συνολική δύναμη της σοβιετικής πολεμικής μηχανής ήταν ακόμη άγνωστη, οι Δυτικοί γνώριζαν πως από μόνοι τους δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά πράγματα και η Γερμανία παρέμενε ακόμη ισχυρή. Στα τέλη του 1944 - αρχές του 1945 ο γερμανικός στρατός, παρά τις βαριές του ήττες στο ανατολικό μέτωπο, είχε στις τάξεις του 5.400.000 άνδρες, 28.500 πυροβόλα και όλμους, 3.950 άρματα και 1.960 αεροπλάνα. Οι εφεδρείες του, που αργότερα χρησιμοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο εναντίον των σοβιετικών στρατευμάτων, αριθμούσαν 2.433.000 άνδρες, 2.700 πυροβόλα, 5.300 άρματα και άλλα επιθετικά όπλα και 3.270 αεροπλάνα5.
Υπό αυτές τις συνθήκες κανείς δεν περίμενε πως η στρατιωτική μηχανή του Χίτλερ θα εκμηδενιζόταν μέσα σε λίγους μήνες. Κι όμως από τη στιγμή που ξεκίνησε η σοβιετική επίθεση δε χρειάστηκαν περισσότερο από 40 μέρες για να καταρρεύσουν όλα σχεδόν τα ουσιώδη στρατιωτικά εμπόδια που μπορούσε να προβάλει ο γερμανικός στρατός. Με τεράστια ορμή οι δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού συνέκλιναν προς το Βερολίνο, σφίγγοντας όλο και περισσότερο την τανάλια γύρω από τον κάποτε αήττητο στρατό του Χίτλερ.
Δολοπλοκίες της Δύσης και των χιτλερικών
Οταν ξεδιπλώθηκε σ' όλη της την έκταση η σοβιετική επίθεση και φάνηκε καθαρά ότι το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη ήταν ζήτημα του άμεσου χρονικού διαστήματος, η γερμανική αντίσταση στο δυτικό μέτωπο εξασθένησε απότομα, ενώ στο ανατολικό πήρε φρενώδη χαρακτηριστικά. Μάλιστα το ανώτατο στρατηγείο της Γερμανίας πήρε τη βάρβαρη απόφαση να μετατρέψει το ανατολικό τμήμα της χώρας σε κρανίου τόπο. Επρεπε να καταστραφούν όλες οι βιομηχανίες, οι αποθήκες τροφίμων, οι γέφυρες, οι σιδηροδρομικές γραμμές, οι αυτοκινητόδρομοι, τα φράγματα, οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, τα ορυχεία, οτιδήποτε, με δυο λόγια, που θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο στον Κόκκινο Στρατό6.
Στο τέλος Φεβρουαρίου του 1945, τα αγγλοαμερικανικά στρατεύματα πέρασαν εύκολα τη «γραμμή Ζίγκφριντ» των γερμανικών οχυρών κι ακόμη πιο εύκολα πέρασαν το σοβαρό υδάτινο φράγμα στο Ρήνο, αφού οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις δεν ανατίναξαν τις γέφυρές του καθώς υποχωρούσαν. Ολη αυτή η κατάσταση μύριζε άσχημα, γεγονός που δεν άργησε να αποκαλυφθεί.
Στις αρχές Μαρτίου του 1945, το γερμανικό στρατηγείο έστειλε στην Ελβετία τον στρατηγό Βολφ για να κάνει διαπραγματεύσεις με αντιπροσώπους των ΗΠΑ και της Αγγλίας. Η σοβιετική κυβέρνηση, που πληροφορήθηκε το γεγονός, επέμεινε να πάρουν μέρος στις διαπραγματεύσεις και εκπρόσωποι του σοβιετικού στρατηγείου, αλλά το νόμιμο αυτό δικαίωμά της απορρίφθηκε από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας. Επρόκειτο για μια σαφέστατη παραβίαση των αρχών της αντιχιτλερικής συμμαχίας που κανείς δεν μπορούσε να αντιληφθεί τότε όλη τη σημασία της. Οι διαπραγματεύσεις κράτησαν δύο εβδομάδες και αποσκοπούσαν στη διευκόλυνση της προέλασης των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων προς Ανατολάς με τη μεταφορά των γερμανικών δυνάμεων από το δυτικό μέτωπο στο μέτωπο με τον Κόκκινο Στρατό. Εκ των υστέρων, κρίνοντας από τα ίδια τα γεγονότα, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως οι διαπραγματεύσεις εκείνες κατέληξαν σε συμφωνία. Η σοβιετική ηγεσία πάντως δεν αμφέβαλε καθόλου γι' αυτό. Μάλιστα ο Στάλιν, σε μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ, στις 3/4/1945, ήταν απολύτως κατηγορηματικός: «Οι διαπραγματεύσεις - έγραφε7 - διεξήχθησαν και ετερματίσθησαν διά συμφωνίας με τους Γερμανούς, συμφώνως προς την οποίαν ο Γερμανός διοικητής εις το δυτικόν μέτωπον στρατάρχης Κέσσελριγκ εδέχθη να ανοίξη το μέτωπον και να αφήση να διέλθουν προς ανατολάς τα αγγλο- αμερικανικά στρατεύματα και οι Αγγλο-αμερικανοί υποσχέθηκαν αντ' αυτού να ελαφρύνουν διά τους Γερμανούς τους όρους της ανακωχής».
Η πραγματικότητα στο πεδίο των μαχών ήταν αυτή που περιγράφει ο Στάλιν στο μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ. Από τα τέλη Μαρτίου του '45 τα γερμανικά στρατεύματα στο δυτικό μέτωπο πέρασαν ουσιαστικά στο «συμβολικό» πόλεμο. Οι λίγες δυνάμεις που έμειναν εκεί παραδίδονταν χωρίς σοβαρή αντίσταση, ενώ ο κύριος στρατιωτικός όγκος μεταφέρθηκε στο ανατολικό μέτωπο, όπου ως το τέλος έδωσε σκληρότατες μάχες με το σοβιετικό στρατό8. Παρ' όλα αυτά τίποτα δεν ήταν σε θέση να φράξει το δρόμο του Κόκκινου Στρατού προς το Βερολίνο, αν και οι χιτλερικοί προσπάθησαν με κάθε δυνατό τρόπο, χωρίς βεβαίως να το καταφέρουν, να το παραδώσουν στους Δυτικούς.
Η Μάχη του Βερολίνου
Η επιχείρηση του Βερολίνου άρχισε στις 16 Απριλίου του 1945. Σε όλη τη ζώνη πυρός, ο εχθρός χρησιμοποίησε ένα εκατομμύριο άνδρες, 10.400 πυροβόλα και όλμους, 1.500 άρματα και αυτοκινούμενα βαρέα όπλα και 3.300 αεροπλάνα9. Το συγκρότημα του Βερολίνου αυτό καθ' αυτό αριθμούσε 200 περίπου χιλιάδες άνδρες, 3.000 κανόνια και όλμους, 250 άρματα μάχης και βαριά πολλαπλά ρουκετοβόλα10. Χωρίς αμφιβολία η πόλη είχε μετατραπεί σε μια ιδιαίτερα οχυρωμένη περιοχή. Τα στρατεύματα της πόλης τα διοικούσε ο ίδιος ο Χίτλερ, αν και διοικητής τους είχε οριστεί ο στρατηγός πυροβολικού Βάιντλινγκ.
Από την πρώτη ημέρα της επίθεσης ο Κόκκινος στρατός διέσπασε την πρώτη γραμμή άμυνας του εχθρού κι άρχισε η μάχη για τη δεύτερη αμυντική γραμμή. Τις πρώτες τέσσερις ημέρες της επίθεσης στα στρατεύματα του 1ου Λευκορωσικού Μετώπου προχώρησαν 30 χιλιόμετρα σε έκταση μετώπου 70 χιλιόμετρα. Τα στρατεύματα του 1ου Ουκρανικού Μετώπου, που άρχισαν ταυτόχρονα την επίθεση, διέσπασαν τις εχθρικές γραμμές στις τρεις πρώτες ημέρες και προχώρησαν σε μια μεγάλη κυκλωτική κίνηση κατά των γερμανικών δυνάμεων νοτιότερα του Βερολίνου. Τα σχέδια του γερμανικού στρατηγείου να διατηρήσει την αμυντική γραμμή στους ποταμούς Οντερ και Νάισε, ώσπου να φτάσουν στο Βερολίνο τα αμερικανικά στρατεύματα απέτυχαν παταγωδώς.
Εν τω μεταξύ μέσα στο Βερολίνο γίνονταν σκληρότατες οδομαχίες. Από τις 26 Απριλίου άρχισε ο κατακερματισμός της πόλης σε τμήματα. Στις 28 του μηνός το συγκρότημα του Βερολίνου κόπηκε σε τρία απομονωμένα τμήματα και η γερμανική διοίκηση έχασε την ικανότητα να διευθύνει τα στρατεύματά της. Δύο ημέρες μετά τα σοβιετικά στρατεύματα κατέλαβαν με έφοδο το Ράιχσταγκ και έστησαν στο θόλο του την Κόκκινη Σημαία της Νίκης. Την 1η Μαΐου του 1945 ανακοινώθηκε πως ο Χίτλερ αυτοκτόνησε. Στις 2 Μαΐου και ώρα 3 το μεσημέρι, τα γερμανικά στρατεύματα σταμάτησαν κάθε αντίσταση. Το Βερολίνο είχε πέσει.
Λίγες ημέρες αργότερα ο πόλεμος στην Ευρώπη θα τελείωνε οριστικά και ο Στάλιν θα προέβαινε σε μια σύντομη ανακεφαλαίωσή του.
«Πριν από τρία χρόνια - έλεγε ο Σοβιετικός ηγέτης στο διάγγελμά του στις 9 Μαΐου 194511 - ο Χίτλερ δήλωσε δημόσια πως μέσα στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται και ο διαμελισμός της Σοβιετικής Ενωσης και η απόσπαση από αυτή του Καυκάσου, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, των Βαλτικών και άλλων περιοχών. Δήλωσε ξεκάθαρα: "Θα εξοντώσουμε τη Ρωσία ώστε να μην μπορέσει ποτέ πια να σηκωθεί". Αυτό ήταν πριν τρία χρόνια. Δεν ήταν όμως τυχερό να πραγματοποιηθούν οι παράφρονες ιδέες του Χίτλερ. Η πορεία του πολέμου τις εξανέμισε. Στην πραγματικότητα έγινε κάτι εντελώς αντίθετο από αυτό που έλεγαν μέσα στο παραλήρημά τους οι χιτλερικοί. Η Γερμανία τσακίστηκε κατακέφαλα. Τα γερμανικά στρατεύματα συνθηκολογούν. Η Σοβιετική Ενωση πανηγυρίζει τη νίκη, αν και δεν ετοιμάζεται ούτε να διαμελίσει, ούτε να εκμηδενίσει τη Γερμανία».
1. Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκοφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 410.
2. «Αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ατλη - Ρούσβελτ - Τρούμαν», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Α` σελ. 348-349.
3. «Αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ατλη - Ρούσβελτ - Τρούμαν», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Α` σελ. 349.
4. Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», σελ. 115-116.
5. «Ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 310-311 και Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», σελ. 110.
6. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», Σύνταξη: Γ. Α. Ντεμπόριν, Εποπτεία: Στρατηγός Ι. Ι. Ζούμπκοφ, εκδόσεις ΚΑΔΜΟΣ, Αθήνα 1959, τόμος Β`, σελ. 220-221.
7. «Αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ατλη - Ρούσβελτ - Τρούμαν», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος β`, σελ. 200.
8. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β` Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός Αιώνας», σελ. 406.
9. Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», σελ. 122.
10. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β` Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις ΚΥΨΕΛΗ, τόμος Γ`, σελ. 95.
11. Ι. Β. Στάλιν: «Ο Μεγάλος Πόλεμος για την Πατρίδα», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1946, σελ. 136-137.
«Πριν από τρία χρόνια - έλεγε ο Σοβιετικός ηγέτης στο διάγγελμά του στις 9 Μαΐου 194511 - ο Χίτλερ δήλωσε δημόσια πως μέσα στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται και ο διαμελισμός της Σοβιετικής Ενωσης και η απόσπαση από αυτή του Καυκάσου, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, των Βαλτικών και άλλων περιοχών. Δήλωσε ξεκάθαρα: "Θα εξοντώσουμε τη Ρωσία ώστε να μην μπορέσει ποτέ πια να σηκωθεί". Αυτό ήταν πριν τρία χρόνια. Δεν ήταν όμως τυχερό να πραγματοποιηθούν οι παράφρονες ιδέες του Χίτλερ. Η πορεία του πολέμου τις εξανέμισε. Στην πραγματικότητα έγινε κάτι εντελώς αντίθετο από αυτό που έλεγαν μέσα στο παραλήρημά τους οι χιτλερικοί. Η Γερμανία τσακίστηκε κατακέφαλα. Τα γερμανικά στρατεύματα συνθηκολογούν. Η Σοβιετική Ενωση πανηγυρίζει τη νίκη, αν και δεν ετοιμάζεται ούτε να διαμελίσει, ούτε να εκμηδενίσει τη Γερμανία».
1. Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκοφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 410.
2. «Αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ατλη - Ρούσβελτ - Τρούμαν», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Α` σελ. 348-349.
3. «Αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ατλη - Ρούσβελτ - Τρούμαν», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Α` σελ. 349.
4. Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», σελ. 115-116.
5. «Ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 310-311 και Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», σελ. 110.
6. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», Σύνταξη: Γ. Α. Ντεμπόριν, Εποπτεία: Στρατηγός Ι. Ι. Ζούμπκοφ, εκδόσεις ΚΑΔΜΟΣ, Αθήνα 1959, τόμος Β`, σελ. 220-221.
7. «Αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ατλη - Ρούσβελτ - Τρούμαν», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος β`, σελ. 200.
8. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β` Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός Αιώνας», σελ. 406.
9. Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», σελ. 122.
10. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β` Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις ΚΥΨΕΛΗ, τόμος Γ`, σελ. 95.
11. Ι. Β. Στάλιν: «Ο Μεγάλος Πόλεμος για την Πατρίδα», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1946, σελ. 136-137.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου