Επιλογή γλώσσας

Τρίτη 2 Απριλίου 2019

(My) Market(ing) συλλογής οδηγιών

«Όμως, πέραν των νεοφιλελεύθερων ονειρώξεων του “μητσοτακισμού”, τα όσα εξιστορούμε αποτελούν μια πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που θέλει τις μεγάλες αλυσίδες των σούπερ μάρκετ να επιβάλλουν με φωτιά και σίδηρο τους ρυθμούς τους στους προμηθευτές τους, οι οποίοι με τη σειρά τους- άλλο που δεν ήθελαν- προχωρούν σε κατάφωρες μορφές εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού τους’»
«Η διευθύντρια των “My Market” – αυτή που ζητούσε από τους εργαζόμενους των 300 ευρώ να χαμογελάνε γιατί πληρώνονται – απολύθηκε.

Επειδή, λοιπόν, πίσω από εκείνον που στέλνει το “ραβασάκι” υπάρχει κι αυτός που (…)“διατάζει” το “ραβασάκι”,  ρωτάμε:

α) Τώρα το καθεστώς των εργαζόμενων με τα 300 ευρώ «απολύθηκε»; Καταργήθηκε;

β) Τώρα το καθεστώς των ρουφιάνων, (…)το καθεστώς των «μυστικών επισκεπτών» που σαν ασφαλίτες με πολιτικά κυκλοφορούν στους χώρους δουλειάς για να καρφώνουν στους εργοδότες τους …σκυθρωπούς εργαζόμενους, «απολύθηκε»; Καταργήθηκε;

γ) Τώρα και όποτε οι «τσιφλικάδες» του κεφαλαίου αλλάζουν (…)το “κυνοτροφείο” που εκτρέφει τα “πιτ μπουλ” τους “απολύθηκε”; Καταργήθηκε;

Είναι πασίγνωστη – ακόμα και στους ρουφιάνους που ενδεχομένως επιχειρήσουν να μας παραχαράξουν – η… συμπάθεια που τρέφουμε για τα “πιτ μπουλ” των κεφαλαιοκρατών και για τον ρόλο τους.

Για αυτό ακριβώς τρέφουμε και την ελπίδα οι “χαμογελαστοί εργαζόμενοι” των 300 ευρώ να μην στέκονται απέναντι στην σκλαβιά τους με όρους θυμικού. Να μην τρώνε τη  “φόλα” όταν οι “αφέντες” μπορεί και να χαραμίζουν κάποιο από τα “σκυλιά” τους προς διαιώνιση της ζούγκλας. Ούτε, επίσης, στον αμείλικτο ταξικό πόλεμο που μαίνεται, να θρέφουν αυταπάτες για εκείνους που το “αριστερό” (άμα τε και… “επαναστατικό” τους) “γινάτι” το εξαντλούν απέναντι στα… κατοικίδια».

Μ’ αυτόν τον τρόπο σχολίαζε ο «Ημεροδρόμος» στις αρχές του προηγούμενου μήνα τις εξελίξεις στην αλυσίδα σούπερ μάρκετ «My Market», έπειτα από τη διαρροή του σημειώματος, εκ της διεθύνσεως, παρακαλώ, που καλούσε τους εργαζόμενους να χαμογελούν, γιατί έχουν δουλειά.

Κι ως γνωστόν (καταργώντας κάθε κανόνα σύγχρονης λογιστικής) «το 300 σε σχέση με το μηδέν είναι 300% περισσότερο», όπως θρασύτατα υπενθύμιζε στους δυσαρεστημένους και χαμηλά αμειβόμενους υπαλλήλους (διάβαζε υποτακτικούς) της εταιρείας, ο φιλοκυβερνητικός, σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, αχυράνθρωπος της εργοδοσίας.

Όμως, ας μην τυφλωθούμε απ’ το μεμονωμένο της περίπτωσης, όπως θα ήθελαν οι κομψευόμενοι αριστεροί ικέτες του ΔΝΤ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και της ντόπιας πλουτοκρατίας, γιατί, πολύ απλά, δεν είναι μεμονωμένο.

Ήταν, πάλι, σε τούτα τα δημοσιογραφικά μετερίζια, όταν η Σοφία Πάτα, η εργαζόμενη που απολύθηκε από το «Πλαίσιο» επειδή δεν χαμογελούσε αρκετά, δήλωνε: «μας ζητούσαν (…)να είμαστε μέσα στην τρελή χαρά. Τα κριτήρια που υπήρχαν καθορίζονταν με βάση τους πληρωμένους πελάτες- γνωστοί και ως Mystery shoppers- που έρχονταν για να μας αξιολογήσουν»!

Ωστόσο, ξαναλέμε, μη βιαστείτε να πείτε ότι αυτές οι εργοδοτικές πρακτικές, πρακτικές που παραπέμπουν στον πρώιμο καπιταλισμό, αποτελούν ίδιον γνώρισμα της χρεοκοπημένης και ξενόδουλης Ελλάδας, γιατί σε λίγο θα αποδείξουμε ότι το θέμα «λερώνει» όλο τον φιλεύσπλαχνο και, κατά τα άλλα, δημοκρατικά απαστράπτοντα κεφαλαιοκρατικό μας κόσμο…

Ας κάνουμε, όμως, ένα μουσικό διάλειμμα και επανερχόμαστε.



Ίσως μετά την swing jazz version της Διεθνούς, με την αλά Σινάτρα ερμηνεία του Tony Babino, να περιμένετε να ακολουθήσει ένα αντικαπιταλιστικό-καταγγελτικό μανιφέστο.

Η αλήθεια είναι ότι, έμμεσα τουλάχιστον, θα το επιχειρήσουμε. Προτού φτάσουμε όμως στην καταγγελία, θα πρέπει να κατανοήσουμε τους σύγχρονους μηχανισμούς επιβολής της λογικής της εμπορευματοποίησης και του κέρδους ως ύψιστης αξιακής αρετής στον κοινωνικό μας βίο.

Κυρίες και κύριοι, καλώς ήλθατε στον θαυμαστό κόσμο της διαφήμισης…

Ο ορισμός

Κάθε καταναλωτική απόφαση, αναφέρουν τα εγχειρίδια εκπαίδευσης εκκολαπτόμενων διαφημιστών, αποτελεί απάντηση σε έναν προβληματισμό, σε μία ανάγκη. Ανάγκη που μπορεί να κυμαίνεται από το πώς θα σβήσουμε τη δίψα μας, μέχρι το τι θα φορέσουμε σε μια συναυλία του πιο πολιτικοποιημένου καλλιτέχνη του αιώνα μας (διαλέξτε εσείς σε ποιον αναφέρεστε) Ρότζερ Γουώτερς.

Όταν η Apple κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το πρώτο «iPhone», μυριάδες iCultists (μεταξύ αυτών και ο δήμαρχος της Φιλαδέλφειας), για μέρες, είχαν σχηματίσει ουρές έξω από ένα κατάστημα της εταιρείας για να είναι εκείνοι οι οποίοι πρώτοι θα αγόραζαν τη συσκευή, παρά το γεγονός ότι μπορούσαν να παραγγείλουν το νέο επαναστατικό τηλέφωνο από το διαδίκτυο. Όπως μάλιστα δήλωνε ένας από τους χιλιάδες πιστούς ακόλουθους της εταιρείας- σύμβολο της μέχρι πρότινος παγκόσμιας κυριαρχίας των ΗΠΑ στον χώρο της τεχνολογίας: « Εάν η Apple πουλούσε ψωμί σε φέτες, φυσικά και θα το αγόραζα» [ ΤΝΥork Times, 30/6/2007, «Gave Up Sleep and Maybe a First-Born, but at Least I Have an iPhone»]


Η ανάμιξη με το προϊόν, πληροφορούμαστε πάλι από τα ίδια εγχειρίδια, είναι το απείκασμα της βαθμίδας ενδιαφέροντος του υποψήφιου αγοραστή για αυτό. Κι εδώ είναι το μεγάλο στοίχημα, μα και το Άγιο Δισκοπότηρο για τα στελέχη του μάρκετινγκ, καθώς όσο περισσότερο συνδεθεί μια μάρκα με έναν καταναλωτή, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η συμμετοχή που θα δημιουργηθεί.

Στόχος επομένως είναι η προσήλωση στη μάρκα, η επαναλαμβανόμενη αγορά του προϊόντος, όχι, μόνο, από συνήθεια, αλλά, κυρίως, λόγω της ισχυρής, θετικής στάσης του καταναλωτή απέναντι σ’ αυτό.

Πάνω σ’ ετούτη τη λογική βασίζεται και το «όπλο» της μαζικής εξατομίκευσης. Της εξατομίκευσης, δηλαδή των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών για τον μεμονωμένο πελάτη σε τιμή μαζικής παραγωγής.

Αυτή η στρατηγική εφαρμόζεται σε μια ευρεία γκάμα προϊόντων και υπηρεσιών: από τις ιστοσελίδες των μεγάλων ναυαρχίδων του Τύπου που επιτρέπουν στον αναγνώστη να επιλέξει ποιο μέρος της εφημερίδας θέλει να διαβάσει, μέχρι τις τεχνικές που επιστρατεύουν εταιρείες όπως η Mars Snackfood, η οποία εισήγαγε τα Μ&Μs Faces (συγκεκριμένες παρτίδες με ένα πρόσωπο και ένα προσωπικό μήνυμα να αναγράφεται πάνω στο γλυκό, έπειτα από αίτημα του καταναλωτή στην ιστοσελίδα της εταιρείας) προκειμένου να ενθαρρύνει τη δημιουργία ενός συναισθηματικού δεσίματος.

Αλλά, ακόμη κι αν ανήκετε σε εκείνη τη μερίδα του αγοραστικού κοινού που δεν «τσιμπά» με τόσο φθηνά μαρκετίστικα τρικάκια, μην ανησυχείτε, ο Διάβολος της αγοράς φορά «Prada» και είναι πάντα έτοιμος να τραβήξει την προσοχή σας.

Να, όπως μια αυστραλιανή εταιρεία κατασκευής σφραγίδων για τα χέρια, οι οποίες χρησιμοποιούνταν στα νυχτερινά κέντρα για τον εντοπισμό των πελατών που είχαν πληρώσει είσοδο, είχε ενσωματώσει πάνω τους λογότυπα ή διαφημιστικά μηνύματα, μετατρέποντας μ’ αυτόν τον τρόπο τα χέρια σε μια νέα διαφημιστική πλατφόρμα [Νewsweek, 19/11/2007, «Αds That Stay with You»].

Αλλά όπως και το μεγαθήριο των προϊόντων σώματος, Axe, το οποίο για μία ολόκληρη χρονιά χρηματοδοτούσε ένα από τα πιο γνωστά κέντρα διασκέδασης στη Νέα Υόρκη, το Ηamptons, έχοντας διαφημίσεις στον θάλαμο του DJ και στις τουαλέτες.

Στην καρδιά είναι ο στόχος

Οι κοινωνικοί επιστήμονες γνωρίζουν ότι οι περισσότερες από τις καταναλωτικές αποφάσεις μας έχουν ως οδηγό τα συναισθηματικά μας αντανακλαστικά έναντι των προϊόντων. Στη γλώσσα τους αναφέρονται σ’ αυτά τα αντανακλαστικά με τον όρο «επιρροή». Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί οι μεγαλύτερες διαφημιστικές εταιρείες στοχεύουν στην αλλαγή της διάθεσης ή στην ταυτοτική σύνδεση ενός προϊόντος με μια συναισθηματική ανταπόκριση.

Τα παραδείγματα είναι πολλά.

Ενδεικτικότερο όλων, κατά τη γνώμη μας, είναι εκείνο των καλλυντικών LUSH, τα οποία εισήγαγαν το “Emotional Brilliance’’, μια σειρά καλλυντικών που έδινε τη δυνατότητα στον αγοραστή να επιλέξει το προϊόν με βάση τη διάθεσή του («Αυτοπεποίθηση», φερειπείν), καθοδηγώντας τον στην επιλογή του χρώματος της ημέρας.

Ωστόσο, έχοντας πάντα την αγωνία αν συνεχίζετε να βρίσκετε ενδιαφέρουσες αυτές τις σκόρπιες σκέψεις για τη θεατή και, εντός ολίγου, αθέατη πλευρά του κεφαλαιοκρατικού θαύματος του 21ου αιώνα, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στην παγκόσμια εκστρατεία «ευτυχίας» της Coca-Cola.

Aφού θυμίσουμε τα όσα σχετικά με την εταιρεία έγραφε ο αγαπημένος φίλος, συγγραφέας και αρθρογράφος Κώστας Λουλουδάκης, εδώ, στον «Ημεροδρόμο», ότι δηλαδή ο τοξικός μύκητας Fusarium oxysporum ανακαλύφθηκε σε φυτείες κόκας ιδιοκτησίας της Coca-Cola, η οποία χρησιμοποιεί, νομίμως βεβαίως, συστατικά του φυτού στο αναψυκτικό της, θα μας επιτρέψετε ένα σύντομο ταξίδι στον χρόνο, εκεί, στις αρχές της δεκαετίας μας, όταν η αμερικανική πολυεθνική δημιούργησε ένα μηχάνημα αυτόματης πώλησης στο Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης που προσέφερε δωρεάν το ανθρακούχο «νέκταρ» της με αντάλλαγμα… αγκαλιές.



«Οι αντιδράσεις ήταν εκπληκτικές», ανέφερε o διευθυντής Ολοκληρωμένης Επικοινωνίας Μάρκετινγκ για την ΝΑ Ασία, Leonardo O’ Grady. «Κάποια στιγμή», συνέχιζε, «τέσσερις έως πέντε άνθρωποι αγκάλιαζαν το μηχάνημα»…

Το παραπάνω βίντεο, αδιάψευστος μάρτυρας των λεγομένων του.

Ωραία, και τι θέλετε να μας πείτε με όλα αυτά, ενδεχομένως να ρωτήσετε. Στην παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία, ζούμε. Νομίζετε ότι μας εντυπωσιάζει το γεγονός ότι χτυπούν στο συναίσθημα στοχεύοντας την τσέπη; Προϊόντα προς πώληση διαφημίζουν, όχι φιλεύσπλαχνες αγαθοεργίες.

Έχετε δίκιο, θα σας απαντήσουμε. Μόνο που ο πρώτος λόγος αναφοράς μας στην τέχνη της παραποίησης της πραγματικότητας, έχει να κάνει με την, επιτρέψτε μας τον όρο, χυδαία εξέλιξη του συγκεκριμένου μέσου κερδοσκοπίας και (εμπορικής) εκμετάλλευσης. Ο δεύτερος, θα φανερωθεί λίγο πριν το τέλος, στη σούμα.

Στο θέμα μας και πάλι.

Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, γι’ αυτό άλλωστε είμαστε εμείς εδώ, ότι εταιρείες όπως η Google, η CBS, η Disney, η Frito-Lay κ.ά., στο πλαίσιο ανεύρεσης στον ανθρώπινο εγκέφαλο του «μοχλού» πραγματοποίησης νέων αγορών, έχουν συνεργαστεί με νευρολόγους, αναπτύσσοντας την τεχνική του neuromarketing. Mια τεχνική που χρησιμοποιεί ένα μηχάνημα εγκεφαλικής απεικόνισης (τη μαγνητική τομογραφία (Fmri)), το οποίο παρακολουθεί τη ροή του αίματος κατά τη διάρκεια εκτέλεσης κάποιας πνευματικής εργασίας.  

Τα ευρήματα αυτής της εξέτασης προσπάθησαν παλαιότερα να εκμεταλλευτούν και οι «αυτοκινητάδες» της DaimlerChrysler, οι οποίοι κατέγραψαν εγκεφαλογραφήματα ανδρών την ώρα που μπροστά απ’ τα μάτια τους περνούσαν φωτογραφίες με σπορ αυτοκίνητα. Σύμφωνα με τους ερευνητές της εταιρείας, οι συγκεκριμένες εικόνες ενεργοποίησαν τα κέντρα επιβράβευσης του εγκεφάλου και ειδικότερα ένα τμήμα στο οποίο βασίζεται η αναγνώριση προσώπων.

Σκηνές από ταινία φαντασίας; Μακάρι να βρίσκεστε σ’ αυτή τη σφαίρα σκέψης. Γιατί, εμείς δεν το πήραμε τόσο ψύχραιμα…

Οι ευφυείς πράκτορες του διαδικτύου

«Τα δεδομένα είναι η πρώτη ύλη του μέλλοντος», υπενθύμιζε τον Σεπτέμβρη του 2015 στα μέλη του κόμματός της η Άνγκελα Μέρκελ, στο συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών. Ένα συνέδριο που διοργανώθηκε με την… ευγενική χορηγία της Google, της Facebook, της Γερμανικής Ένωσης για την Ψηφιακή Οικονομία και του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Γερμανικών Εταιρειών Συμμετοχών [ Για περισσότερες πληροφορίες επί του θέματος βλ. dimitriskoulalis.wordpress.com ].

Η τεράστια συλλογή μεταδεδομένων με κρυφό και έμμεσο τρόπο, συμφωνούν αρκετοί αναλυτές (δικαιώνοντας, έστω λίγο παραφρασμένα, τη ρήση της κριτικού ταινιών Annette Michelson το 1979 ότι στην «εποχή των ψηφιακών επικοινωνιών, τα δεδομένα σας – και όχι εσείς οι ίδιοι – είναι το προϊόν που παραδίδεται μαζικά») πωλείται στους διαφημιστές, χωρίς έσοδα για τους καταναλωτές-παραγωγούς, των οποίων η εργασία τούς αποφέρει κέρδος.

Το φάντασμα της «υπεραξίας» πλανιέται πάνω από τα κεφάλια των ταγών του τέλους της Ιστορίας, ίσως ισχυριζόταν κάποιος σ’ αυτό το σημείο…

Κλείνει η παρένθεση.

Πράγματι, τα forums, τα fun clubs, οι ομάδες χρηστών και φυσικά τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) αποτελούν θησαυρό για τους «ευφυείς πράκτορες» του κυβερνοχώρου, τα εξελιγμένα προγράμματα λογισμικού που χρησιμοποιούν τεχνικές φιλτραρίσματος για να αξιολογήσουν τις αντιδράσεις παλαιότερων καταναλωτών για ένα προϊόν και να το πλασάρουν με νέους τρόπους στους επόμενους.



Για την εγκυρότητα των λεγομένων μας, ζητάμε τη βοήθεια των ανθρώπων της Netflix, του μονοπωλητή, για την ώρα, καθώς η Apple ετοιμάζει την κίνησή της, στις διαδικτυακές ενοικιάσεις DVD και προβολής σειρών. Όπως, λοιπόν, αναφέρεται στα στοιχεία, οι συνδρομητές της Netflix συνιστούν τα 2/3 των ταινιών που οι άνθρωποι παραγγέλνουν. Στην πραγματικότητα το 70-80% των ενοικιάσεων προέρχεται περισσότερο από τον κατάλογο των παλαιότερων 38 χιλ. ταινιών της εταιρείας, παρά από τις πρόσφατες κυκλοφορίες.

Κι αν σας μπερδέψαμε μ’ όλα αυτά, φάτε ένα σνακ, ίσως σας αλλάξει η διάθεση.

Πώς ξέρουμε ότι αυτό θα συμβεί; 

Ίσως απλά να το διαισθανθήκαμε. Ίσως πάλι, να διαθέτουμε κι εμείς, όπως η εταιρεία Kraft, μια συσκευή παρακολούθησης της διάθεσής σας, σαν το «Mood Monitor», με την οποία στέλνονται τυχαία κουπόνια στους χρήστες του Facebook ή και του Twitter για να διαπιστωθεί ποιος πληκτρολογεί το σύμβολο δυσαρέσκειας L.

Αλλά, μπορεί και να έχουμε εγκαταστήσει στον υπολογιστή σας το λογισμικό εξόρυξης κειμένων «Τοne check», το οποίο παρουσιάζει τα συναισθήματα που εντοπίζει- μέσω λέξεων-κλειδιών- στο προσωπικό σας email, για να τα δώσει στη συνέχεια στους αναλυτές συναισθημάτων που σαρώνουν διεθνώς τα ΜΚΔ και τα emails, προκειμένου να συλλέξουν και να αποκωδικοποιήσουν τις φράσεις που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι όταν μιλούν για ένα προϊόν ή μια εταιρεία.

Τρομάξατε; Όχι ακόμη; Τώρα που θα περάσουμε από τη θεατή- ναι, αυτή ήταν η θεατή πλευρά- του κόσμου των πολυεθνικών στα εργασιακά κάτεργα εντός των μητροπόλεων του κέρδους, ίσως να αλλάξετε γνώμη.

Αξιότιμοι πελάτες,

Σας ενημερώνουμε ότι κατόπιν σχετικής πληροφόρησης από καταναλωτή και σε συνέχεια εσωτερικών μακροσκοπικών ελέγχων από την εταιρεία μας για την παρουσία ευρωτίασης σε μεμονωμένα τεμάχια του προϊόντος “Maitre Jean Pierre Rye Bread 500g”, με ημερομηνίες λήξης 19.09.2018, 26.09.2018 και 03.10.2018 που παράγεται από την εταιρεία Harry-Brot GmbH, ανακοινώνουμε ότι η εταιρία μας προχώρησε για προληπτικούς λόγους στην απόσυρση του προϊόντος.

Με αυτή την ανακοίνωση ενημέρωνε η Lidl Hellas τον περασμένο Σεπτέμβριο τους καταναλωτές της για την απόσυρση παρτίδας με μουχλιασμένα ψωμάκια.

Τίμια και συνεπής στάση απέναντι στους πελάτες, θα πείτε. Όμοια σκεφτήκαμε κι εμείς. Για λίγο, όμως.

Κι αυτό, γιατί εκτός του ότι δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο στην εν λόγω αλυσίδα σούπερ μάρκετ, πιθανότατα αυτό το ατυχές συμβάν να κρύβει πίσω του μια ιστορία άγριας εκμετάλλευσης, ζέστης και μπόλικου ιδρώτα…

Οδηγός μας στο ξετύλιγμα αυτής της ιστορίας είναι η μαρτυρία του μαχητικού Γερμανού δημοσιογράφου Γκίντερ Βάλραφ, ο οποίος εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στη γερμανική εταιρεία αρτοποιίας «Gebr. Weinzheimer Brot GmbH & Co. KG», η οποία παρασκεύαζε τα ψωμάκια «τσιαπάτα» για λογαριασμό της Lidl.

Aς πάρουμε, όμως, τα πράγματα απ’ την αρχή.

Ο κάτοχος του εν λόγω ομίλου επιχειρήσεων, Ντίτερ Σβαρτς, ένας εκ των πλουσιότερων Γερμανών, με τραπεζικές καταθέσεις που ξεπερνούν τα 10 εκατ. ευρώ, προσέλαβε τον Βάλραφ, ως Φρανκ Κίμερλε, για 7, 66 ευρώ μεικτό ωρομίσθιο – από τα οποία καθαρά έμεναν στον εργάτη λιγότερα από 6 ευρώ- μετά την, μαντέψτε, αμισθί, περίοδο δοκιμής.

Εδώ, μια μικρή στάση. Σημαντική, νομίζουμε.

Αν και η έρευνα του Βάλραφ σημειώθηκε πριν το 2011, η μετατροπή των ανέργων σε φτωχούς εργάτες αποτελεί και σήμερα την κατευθυντήρια γραμμή της κυρίαρχης οικονομικής πολιτικής στη Γερμανία.

Τα λεγόμενα «mini jobs» ή «οριακή απασχόληση» με απολαβές που φτάνουν έως 450 ευρώ/μήνα, απασχολούν γύρω στα 7 εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, τη συντήρηση και επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσυκλετών, στα ξενοδοχεία και τις υπηρεσίες εστίασης, την υγειονομική περίθαλψη κ.ά.

Το 2014, όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Από τον μεγάλο πόλεμο στη διαρκή κρίση» (Λιβάνης) ο καθηγητής Οικονομικών στο Παν/μιο της Ζυρίχης, Μάρκ Σενέ, οι χαμηλόμισθοι τομείς στους οποίους το 2013 οι ωριαίες αποδοχές ήταν χαμηλότερες από 9,30 ευρώ/ώρα, αυξήθηκαν ραγδαία, περιλαμβάνοντας το 24,31% των μισθωτών, δηλαδή, 8,37 εκατ. εργαζόμενους. Ο νέος κατώτατος μισθός που καθορίστηκε τον Ιανουάριο του 2015 ανερχόταν πλέον σε 8, 50 ευρώ την ώρα και αφορούσε σχεδόν 4 εκατ. μισθωτούς.

Όλα αυτά, σε μια χώρα που, μόνο το 2015, το ΑΕΠ της είχε αύξηση 1,7% και οι εκατομμυριούχοι το 2016 αυξήθηκαν σε 16.492 από 12.424.

Συνεχίζουμε.

Όπως είπαμε ο Βάλραφ κατάφερε να τρυπώσει στη Weinzheimer, μολονότι χρειάστηκε να κάνει κάποιες αισθητικές παρεμβάσεις για να πιάνει το απαιτούμενο όριο ηλικίας που ζητούσε η εταιρεία(20-30 χρόνων).

Γρήγορα κατάλαβε ότι στην εταιρεία με «πάνω από 600 χρόνια παράδοση» το χάος και οι τραυματισμοί αποτελούσαν αδήριτη εργασιακή πραγματικότητα.

«Εδώ ξεζουμίζουν ανθρώπους και μηχανές και κάνουν οικονομία στα πάντα», ομολόγησε ένα μηχανικός της μονάδας στον δημοσιογράφο. «Το Lidl ορίζει τα ποσοστά παράδοσης. Για κάθε παλέτα που δεν παραδίδεται η Weinzheimer πληρώνει 150 ευρώ».

Ποσό το οποίο αφαιρούταν, όπως όλα δείχνουν, από τις απαραίτητες δαπάνες που εγγυόντουσαν την ασφάλεια των εργαζομένων στον χώρο εργασίας, χωρίς η εργοδοσία να κρύβει ότι ακριβώς επειδή θεωρεί τους εργάτες αναλώσιμους, δε δίνει δεκάρα τσακιστή για την προστασία τους.

Γι’ αυτόν τον λόγο τα ποσοστά ατυχημάτων στον συγκεκριμένο εργοδοτικό στίφτη ήταν ιδιαίτερα υψηλά. Κανείς δεν εφιστούσε την προσοχή στους νέους εργάτες ως προς τους πιθανούς κινδύνους, πουθενά δεν ήταν τοποθετημένες προειδοποιητικές πινακίδες, μιας και όλα αυτά κόστιζαν πολύ περισσότερο από τους ίδιους τους εργαζόμενους.

«Είχα ένα κόψιμο που αιμορραγούσε άσχημα», αφηγείται ένας εργάτης της Weinzheimer στον Βάλραφ, «και μια εγκεφαλική διάσειση. Ο υπεύθυνος βάρδιας μού αρνήθηκε τις πρώτες βοήθειες, αλλά τουλάχιστον ζήτησε συγγνώμη. (…) Αφού βρήκα μόνος μου το ντουλαπάκι των πρώτων βοηθειών, διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν υλικά για περιποίηση τραυμάτων. Δεν μου επιτράπηκε να πάω στο νοσοκομείο, παρά μόνο με το τέλος της βάρδιάς μου στις δύο το μεσημέρι».

Όσοι καταφέρατε να αντέξετε την ακατάσχετη φλυαρία μας και είστε ακόμη εδώ, περιμένετε, μην τσατίζεστε. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμη.

Ίσως η πιο απάνθρωπη περίπτωση εργασιακής παρενόχλησης εκ μέρους της εταιρείας είναι αυτή του Ότμαρ Τίλε, ενός ανθρώπου που εργάστηκε στο εν λόγω ζυμωτήριο της ξεδιάντροπης απληστίας για 33 ολόκληρα χρόνια.

Όταν το αφεντικό θέλησε να του τροποποιήσει τη σύμβαση εργασίας, η οποία προέβλεπε μείωση κατά 500 ευρώ και τοποθέτησή του στην πιο βαριά δουλειά σε νυχτερινή βάρδια, ο Τίλε αρνήθηκε. Παρά το γεγονός ότι είχε στα χέρια του ιατρική γνωμάτευση που απαγόρευε, εξαιτίας μιας καρδιακής πάθησης, να εργάζεται βράδυ, εξαναγκάστηκε σε εργασία με βάρδιες. «Θέλανε να φύγω μόνος. Είχα χάσει τον ύπνο μου, μέρα νύχτα σκεφτόμουν την εταιρεία», εξομολογείται στις σελίδες του βιβλίου «Από τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο» (Τόπος).

Και φυσικά ο κατάλογος των εργατών που βίωσαν στο πετσί τους την αδιαφορία της επιχείρησης για την υγεία τους δεν σταματά εδώ. Υπήρξαν περιπτώσεις ανθρώπων που με κίνδυνο να καούν ζωντανοί υποχρεώθηκαν να κάνουν οξυγονοκόλληση σε ένα χαλασμένο σιλό αλεύρων. Άλλοι καταγγέλλουν ότι υποχρεώθηκαν να επιστρώσουν σε ένα καρβουνιασμένο φούρνο έναν μισοκαρβουνιασμένο υαλοβάμβακα με μόνο μέσο προστασίας μια μάσκα αξίας 0,99 €, όταν όλοι γνωρίζουν ότι οι ίνες του υαλοβάμβακα είναι καρκινογόνες!!!

Εκμετάλλευση-καταπίεση-ρουφιανιά- παρακολούθηση

Είχαμε σκεφτεί να κλείσουμε το θέμα του αιματοβαμμένου άρτου της Lidl εδώ, και να προχωρήσουμε σε μια πιο φαντεζί, πιο κοσμοπολίτικη μορφή σύγχρονου εργασιακού καταναγκασμού, στα Starbucks. Εκεί που υποχρεούσαι, ως… (κακοπληρωμένος) μπαρίστα, να κοιτάς κατάματα και να χαμογελάς στον πελάτη μέσα σε 3’’ από την είσοδό του στο μαγαζί. Εκεί που απαγορεύεται ή σχεδόν απαγορεύεται να αρρωστήσεις. Εκεί που, αν είσαι γυναίκα, έλα, μωρέ, θα πρέπει να ανέχεσαι να σου βάζουν χέρι οι διευθυντές, ενίοτε και οι πελάτες. Εκεί που, τέλος, μπορεί η βάρδιά σου να τελειώνει στις 11 το βράδυ και η επόμενη να ξεκινά στις 4 το πρωί, οπότε, τι πιο βολικό για το κορμί σου από παλέτες για στρώμα και δύο σάκους με καφέ για μαξιλάρι στην αποθήκη του μαγαζιού;

Αλλά, έχουμε ακόμη ανοιχτούς λογαριασμούς με τα… ψωμάκια.

Τα ψωμάκια, τα οποία, από τη στιγμή που παράγονταν αποκλειστικά για τη γερμανική αλυσίδα έκαναν έτι περισσότερο δύσκολη τη ζωή των εργατών. Αφού, η Lidl πίεζε για ολοένα και μεγαλύτερη παραγωγή και ο ιδιοκτήτης μετέδιδε αυτή την πίεση στους απασχολούμενούς του με τον πιο σκληρό τρόπο.

Όταν το σούπερ μάρκετ έστελνε μεγάλες παραγγελίες, οι εξαθλιωμένοι μύστες του γερμανικού θαύματος δούλευαν ασταμάτητα για δύο- τρεις εβδομάδες, δίχως ένα ρεπό. Σε ακραίες περιπτώσεις μάλιστα, το κοντέρ μερικών άγγιζε τις 420 ώρες δουλειάς τον μήνα.

Αντίθετα, όταν το Lidl χαμήλωνε ταχύτητα, το εργοστάσιο έστελνε τους εργάτες σπίτι τους- χωρίς λεφτά!- αδιαφορώντας για το πώς θα τα βγάλουν πέρα.

Ας έπιαναν δεύτερη κι αν χρειαζόταν και τρίτη δουλειά. Ας έφτιαχναν μια δική τους εταιρεία, μας ψιθυρίζει στ’ αφτί η μεφιστοφελική φωνή της λογικής του «μητσοτακισμού».

Όμως, πέραν των νεοφιλελεύθερων ονειρώξεων της Πειραιώς, τα παραπάνω συνιστούν μια πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που θέλει τις μεγάλες αλυσίδες των σούπερ μάρκετ να επιβάλλουν με φωτιά και σίδηρο τους ρυθμούς τους στους προμηθευτές τους, οι οποίοι με τη σειρά τους- άλλο που δεν ήθελαν- προχωρούν σε κατάφωρες μορφές εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού τους.

Κι αυτά δεν τα λέει μια σταμπαρισμένη στήλη, όπως είμαστε εμείς, αλλά το ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο στην «έγγραφη διακήρυξη για τη διεύρυνση της κατάχρησης εξουσίας μεγάλων σούπερ μάρκετ που αναπτύσσουν δραστηριότητες στην ΕΕ και για τα αντίστοιχα μέτρα εξυγίανσης».

Αλλά, ακόμη και αν το Lidl δεν υπαγόρευε τους κανόνες του παιχνιδιού, τα μικρότερα σκυλόψαρα του εκμεταλλευτικού βάλτου θα τους είχαν εφεύρει.

Για του λόγου το αληθές, μια αναρτημένη ανακοίνωση του «Mr ψωμάκια» προς τους υποτελείς του (ορθρογραφικά και γραμματικά λάθη αυτούσια):

«Αξιότιμες και αξιότιμοι υπαλλήλους,

Ως παντού γνωστόν, η εταιρεία Lidl είναι στο μεταξύ ο μοναδικός μας πελάτης. (…)Σε ενδεχόμενη επιστροφή λόγω παραπόνων από μεριάς της εταιρείας Lidl τα εκάστοτε ποσά αφαιρούνται στον επόμενο λογαριασμό. Εκείνο είναι αυτή τη βδομάδα η περίπτωση, διότι πάνω από 150 παλέτες (…) δηλώθηκαν ως μουχλιασμένες. Αυτό το γεγονός δεν είναι για τη διοίκηση της επιχείρησης προβλέψιμο, ωστόσο όμως αντιληπτό. Η μούχλα προκύπτει από (…) τσαπατσούλικη εργασία. Όταν βλέπω πόσο ακάρθατοι μένουν οι χώροι (…) και πως οι υπάλληλοι πιστεύουν ότι δε χρειάζεται να ακολουθούν την προβλεπόμενη διαδικαία, αλλά μετά να κλαίγονται ξοπίσω από τον φευγάτο τους μισθό, αυτουνού τον συμβουλεύω(…) να ξανασκεφτεί τη δική του τρόπος συμπεριφοράς. (…) Εγώ,  η εταιρεία Lidl και όλους τους τελικούς πελάτες, δεν έχω κανενός είδους κατανόηση για αυτή την εργασιακή αντίληψη. Εδώ κι ένα σεβαστό διάστημα έχει αντικατασταθεί σε εμάς το εργατικό φιλότιμο από δηλώσεις ασθενείας, με αποτέλεσμα να τιμωρούνται εντέλει οι υπάλληλοι εκείνοι που κερδίζουν το μισθό τους με υποδειγματική δουλειά. Παρακαλώ λοιπόν όλες και όλους (…) να κατανοήσουν την κατάσταση(…) έτσι ώστε να διασφαλιστούν στο μέλλον οι μισθοί τους».

Με φιλικούς χαιρετισμούς
Μπ. Βεστερχόρστμαν
Διευθύνων Σύμβουλος

Ποιοι ήταν οι υποδειγματικοί υπάλληλοι για τον Βεστερχόρστμαν;

Υπάλληλοι σαν εκείνον τον Βιετναμέζο, τον οποίο καλούσε συχνά πυκνά στο γραφείο του, όταν δεν παρακολουθούσε (ακόμη και απ’ το κρεβάτι του) τους υπόλοιπους με τις κάμερες που είχε εγκαταστήσει για να τους ελέγχει, θέλοντας να τον φυτεύσει ως έμπιστό του στο συμβούλιο των εργαζομένων με αντάλλαγμα τη μετατροπή της σύμβασής του σε αορίστου χρόνου.

Ποιοι ευθύνονται για την μούχλα; Μα, φυσικά, οι εργαζόμενοι, όπως διαβάσαμε.

Αν και, ένας πρώην ηλεκτρολόγος μηχανολόγος της εταιρείας, ο Τόρστεν Σολτς, ενθυμούμενος την εποχή που δούλευε στη Weinzheimer, αναφέρει ότι «ο θάλαμος διόγκωσης, από όπου περνάνε ακατέργαστα κομμάτια, ήταν μες στη μούχλα. Είναι λογικό, αφού εκεί παράγεται μια ορισμένη θερμοκρασία και κάποιοι υδρατμοί: εκεί δεν φουσκώνουν μόνο ψωμάκια, εκεί θρέφεται και η μούχλα, αν την αφήσεις».

Κι όχι απλά μια θερμοκρασία, θα συμπληρώσουμε, αλλά, ειδικά το καλοκαίρι, το θερμόμετρο μέσα στους χώρους δουλειάς έδειχνε 60 βαθμούς, ελλείψει συστημάτων κλιματισμού και απαγωγής σκόνης και με κλειστά τα παράθυρα, μιας και δεν «θα πάθαιναν τίποτα οι άνθρωποι με λίγο ιδρώτα», όπως κυνικά δήλωνε ο Βεστερχόρστμαν.

***

Ήρθε η ώρα της «σούμας», λοιπόν. Του τελικού απολογισμού, του δεύτερου λόγου για τον οποίο, όπως προείπαμε, αφήσαμε το μυαλό μας να περιπλανηθεί στους λαβύρινθους τόσο περίπλοκων σκέψεων.

Κοιτώντας πάνω, στα όσα γράψαμε, βλέπουμε ότι οι σπηλιές του Αλή Μπαμπά των μεγάλων πολυεθνικών είναι πιο γεμάτες από ποτέ. Όπως ανέφερε μάλιστα το «Wealth Report 2018», ο αριθμός των πολυεκατομμυριούχων αυξήθηκε κατά 10% σε σχέση με το 2016. Πρόκειται για πρωτοφανή συγκέντρωση πλούτου, αφού κάθε δύο μέρες εμφανιζόταν άλλος ένας δισεκατομμυριούχος.

Φράγκα, λεφτά που θα επενδυθούν στις διάνοιες της διαφήμισης, θα μπουγαδιαστούν στα φορολογικά «πλυντήρια» της απατεωνιάς, θα γίνουν προϊόν νόμιμου ή παράνομου τζόγου, αλλά ποτέ δεν θα φτάσουν στην τσέπη αυτού που παράγει- συγχωρέστε μας για το δογματικό λεξιλόγιο- τον πλούτου αυτού του κόσμου.

Ας έχουν τον νου τους, όμως, οι θερμοί υποστηρικτές της δαρβινιστικής πίστης στην επιβίωση του ισχυρότερου. Αρκεί μια σπίθα για να ξεσπάσει η πυρκαγιά. Κι αυτό δεν το υπογραμμίζουμε εμείς, μόνο. Το έχει κάνει ήδη από το 2016 η «μετριοπαθής» μαριονέτα των πλουσίων: Ο Εμμανουέλ Μακρόν.


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΛΑΛΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου