Ξενοδοχεία, εστιατόρια, οικογένειες απέλυσαν
καθαρίστριες, σερβιτόρους, νταντάδες λόγω lockdown. Και χιλιάδες σκληρά
εργαζόμενοι αναγκάστηκαν να γίνουν αποδέκτες ελεημοσύνης για να επιβιώσουν.
Η πόλη αριθμεί περί τους 500.000 κατοίκους και είναι μία από τις πλουσιότερες στον κόσμο όπως φυσικά και της χώρας των 8,5 εκατ κατοίκων στην οποία ανήκει, όπου το κεφαλήν ετήσιο εισόδημα ανέρχεται περίπου στα 67.500 δολάρια το χρόνο.
Αναφερόμαστε φυσικά στη Γενεύη της Ελβετίας, διάσημη για την
ουδετερότητά της, τις σοκολάτες, τα τυριά, τα ρολόγια και τις τράπεζές της.
Επίσης είναι μια από τις τις χώρες της Ευρώπης που δεν επλήγη τόσο όσο άλλες
από την πανδημία κορονοϊού αφού μέχρι σήμερα έχει περί τα 31.000
κρούσματα και περί τους 1.900 νεκρούς ενώ πλέον ο αριθμός των νέων κρουσμάτων
και θανάτων είναι πολύ χαμηλός (ενδεικτικά την Πέμπτη 33 νέες περιπτώσεις και
ένας θάνατος). Οι επιδόσεις της στην αντιμετώπιση της πανδημίας ήταν σχετικά
καλές.
Κι όμως η πλούσια Ελβετία αποτυγχάνει σε αυτό που θα περίμενε κανείς να της είναι πιο εύκολο να διαχειριστεί: την στήριξη των πιο αδύναμων που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία. Απόδειξη της αποτυχίας είναι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην Γενεύη.
«Οι πρώτοι έφτασαν πριν τις 2 π.μ. Στις 4 π.μ., περισσότερα από 100 άτομα περίμεναν στο σκοτάδι έξω από το γήπεδο χόκεϊ επί πάγου. Μέχρι τις 7 π.μ., η ουρά είχε φτάσει το ένα μίλι (1,6χλμ) βόρεια προς το ποτάμι, στη συνέχεια δυτικά κάτω από την όχθη του ποταμού, μετά γύρω από ένα χώρο στάθμευσης αθλητικών κέντρων, πέρα από τα γήπεδα σκουός, το box club, το θέατρο, κάτω από το Pont de Saint-Georges…».
Αυτή είναι η περιγραφή στους New York Times για την ατελείωτη ουρά που είχαν σχηματίσει για μια ακόμη φορά το περασμένο Σάββατο περί τα 3.000 άτομα, κάτοικοι Γενεύης-μιας από τις πλουσιότερες πόλεις στον κόσμο- προκειμένου να λάβουν ένα πακέτο με τρόφιμα αξίας 25 δολαρίων. Μεταξύ αυτών μητέρες με μωρά στα χέρια, κάποιοι σε αναπηρικά αμαξίδια. Πολλοί χρειάζεται να περιμένουν ακόμη και έξι ώρες για να λάβουν τη βοήθεια.
Είναι οι χαμηλόμισθοι, οι εργαζόμενοι χωρίς χαρτιά ή/και ασφάλιση, εκείνοι που βρίσκονται στο τελευταίο σκαλοπάτι της εργατικής τάξης και οι περισσότεροι στην πόλη συχνά ξεχνούν την ύπαρξή τους. Ή προτιμούν να μην τους θυμούνται.
Πρόκειται για χιλιάδες ανθρώπους που εργάζονται στο περιθώριο της ελβετικής οικονομίας και έχασαν τις δουλειές τους μέσα σε μία νύχτα τον Μάρτιο όταν ξενοδοχεία, εστιατόρια και εύπορες οικογένειες απέλυσαν καθαρίστριες, υπηρέτριες, σερβιτόρους που εργάζονταν για αυτούς όταν επιβλήθηκε το lockdown.
Μη έχοντας τα απαραίτητα έγγραφα για να λάβουν κρατική στήριξη οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην φιλανθρωπία για να επιβιώσουν. Οι ανάγκες ήταν τόσο μεγάλες που τελικά ομάδες εθελοντών και τοπικοί αξιωματούχοι αποφάσισαν να λειτουργήσουν μια φορά την εβδομάδα, μια τράπεζα τροφίμων.
«Αν θέλατε να καταγράψετε με μια κάμερα τη Γενεύη τι εικόνες θα επιλέγατε; Χρήμα, χρήμα, χρήμα...οκ και τυρί και σοκολάτα. Ο Covid-19 όμως ανέδειξε μια άλλη πλευρά» σχολιάζει η Λώρα Κότον ελβετο-βρετανή διακοσμήτρια νοσοκομείων και εθελόντρια στην τράπεζα τροφίμων που εδρεύει στο γήπεδο χόκεϊ επί πάγου.
Ο 38χρονος Σούκι Σινεντόρ από τη Μογγολία ζούσε ήδη στα όρια της φτώχειας πριν ο κορονοϊός «χτυπήσει» την Ελβετία. Κέρδιζε 1.600 δολάρια το μήνα καθαρίζοντας ένα εστιατόριο και ήταν μετά βίας αρκετά για να μπορεί να ταΐζει τα παιδιά του στην πανάκριβη Γενεύη.
Τον Μάρτιο το εστιατόριο όπου εργαζόταν έκλεισε και το αφεντικό του τον απέλυσε. Τώρα φοβάται πως θα χάσει και το διαμέρισμα όπου ζει ενώ βασίζεται στην τράπεζα τροφίμων για να καλύψει τις βασικές ανάγκες του ίδιου και των παιδιών του.
Το Σάββατο, ξύπνησε στη 1 π.μ. και περπάτησε 3χλμ για να φτάσει στο γήπεδο και να εξασφαλίσει μια καλή θέση στην ουρά. Κι όμως ήδη είχαν συγκεντρωθεί πολλοί.
«Είναι μια καταστροφή», σχολιάζει για την κατάσταση που βιώνει ενώ πίσω του, μέσα στο σκοτάδι, ένα γιγαντιαίο λογότυπο της Rolex ξεπροβάλλει από τα κεντρικά της εταιρείας.
Οι εικόνες αυτές με τις ατελείωτες ουρές ανάγκασε ορισμένους κατοίκους της Γενεύης να αναγνωρίσουν χωρίς περιστροφές τις βαθείες ανισότητες που κρύβει η πόλη τους και που παλαιότερα αγνοούσαν ή αρνούνταν να αποδεχθούν.
Παράδοξο θα έλεγε κανείς καθώς η Γενεύη φιλοξενεί υπηρεσίες του ΟΗΕ, του ΠΟΥ, το Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, της Ύπατης Αρμοστείας. Και όμως το πνεύμα και οι αξίες αυτών των οργανισμών αυτών δεν φαίνεται να έχουν διαποτίσει πολλούς από τους ανθρώπους της πόλης.
Ενώ οι Ελβετοί πολίτες και οι επιχειρήσεις έλαβαν οικονομική στήριξη από το κράτος κατά το lockdown οι αλλοδαποί εργαζόμενοι, και πλέον ευάλωτοι, αφέθηκαν στην τύχη τους.
Ακόμη και αλλοδαποί εργαζόμενοι με νόμιμες άδειες φοβούνταν να υποβάλλουν αιτήσεις για την κρατική βοήθεια, μήπως στη συνέχεια δεν τους τις ανανέωναν. Άλλοι πάλι δεν ήξεραν καν πως είχαν δικαίωμα να λάβουν την κρατική βοήθεια.
Η Νουμπιάνι Ρόχα, είναι έγκυος και όμως στις 5 τα ξημερώματα στέκεται στην ατελείωτη ουρά μαζί με την 8χρονη κόρη της. Είναι κάτοχος νόμιμης άδειας εργασίας και δούλευε ως νταντά. Μέχρι τώρα ουδείς όμως της είχε πει πως δικαιούται της κρατικής βοήθειας.
Οι πρώτοι που δραστηριοποιήθηκαν στη Γενύη, εντοπίζοντας το οξύ επισιτιστικό πρόβλημα που υπήρχε ήταν, περί τα τέλη Μαρτίου, τα μέλη του Caravane De Solidarité, μιας ομάδας που ιδρύθηκε αρχικά ως απάντηση στην προσφυγική κρίση του 2015.
Άρχισαν να μοιράζουν τρόφιμα στο δρόμο κάτι που οδήγησε στη σύλληψή ενός εκ των επικεφαλής της ομάδας. Η κατηγορία ήταν για μη τήρηση των απαραίτητων αποστάσεων, λόγω πανδημίας.
Το θέμα όμως πήρε διαστάσεις και υπήρξαν αντιδράσεις. Έτσι οι αρχές της πόλης επέτρεψαν τη διανομή τροφίμων μέσα σε σχολεία που παρέμεναν κλειστά Όμως, καθώς οι γραμμές έξω από τα σχολεία συνέχιζαν να μεγαλώνουν, ήταν σαφές ότι υπήρχε ανάγκη για μεγαλύτερο χώρο.
Στις αρχές Μαΐου, οι τοπικές αρχές επέτρεψαν στους εθελοντές να εγκατασταθούν στο Patinoire des Vernets, ένα παγοδρόμιο ακριβώς έξω από το κέντρο της πόλης.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έσπευσαν να συνδράμουν προσφέροντας πολύτιμη εμπειρία για την οργάνωση της όλης προσπάθειας και την καλύτερη διαχείριση της κατάστασης.
«Είναι πολύ περίεργο», σχολιάζει ο η δρ. Ρομπέρτα Πετρούτσι ιατρική συντονίστρια για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. «Δεν πίστευα ποτέ πως θα δω κάτι τέτοιο λίγα μέτρα μακριά από εκεί που μένω», προσθέτοντας πως συνήθως εργάζεται στο πεδίο σε χώρες όπως η Συρία, η Υεμένη, το Ιράκ, το Κογκό και η Λιβερία.
Λίγο πιο μακριά λειτουργεί πλέον ένα καταφύγιο για άστεγους. Αρχικά δημιουργήθηκε για να παράσχει βοήθεια σε όσους ήδη ζούσαν στο δρόμο αλλά τώρα καταφεύγουν σε αυτό και νέοι επισκέπτες. Άνθρωποι που έχασαν τα σπίτια τους ως αποτέλεσμα της ανεργίας που έφεραν τα μέτρα για την πανδημία και η αδιαφορία της Πολιτείας.
Η όλη δράση στο γήπεδο του χόκεϊ και η διανομή τροφίμων, «αφηγείται» βέβαια και μια άλλη πιο αισιόδοξη πλευρά της σκληρής αυτής πόλης όπως θέλει να πιστεύει ο συνιδρυτής του Caravane De Solidarité, Τσαρμελέιν Χερνάντεζ.
Η όλη δράση βασίζεται αποκλειστικά στην σκληρή δουλειά εθελοντών και στις δωρεές και είναι προϊόν, όπως τονίζει, δεκαετιών ακτιβιστικής δράσης στην Γενεύη που ανέπτυξε μια πιο ανεκτική κουλτούρα συγκριτικά με άλλα καντόνια στην Ελβετία.
Μεταξύ των δωρητών στην τράπεζα τροφίμων είναι μερικοί από τους πλουσιότερους κατοίκους της πόλης οι οποίοι ξεφορτώνουν πράγματα από αυτοκίνητα Porsche, Tesla, Mercedes.
Στο μεταξύ ο άνεργος Σούκι από τη Μογγολία που είχε πάει στο στάδιο από τη 1πμ, έφυγε στις 8 το πρωί με μια τσάντα τρόφιμα στα χέρια και όπως είπε θα περνούσε τις επόμενες 12 ώρες περπατώντας στην πόλη, πηγαίνοντας από πόρτα σε πόρτα για να ζητήσει δουλειά.
Η πόλη αριθμεί περί τους 500.000 κατοίκους και είναι μία από τις πλουσιότερες στον κόσμο όπως φυσικά και της χώρας των 8,5 εκατ κατοίκων στην οποία ανήκει, όπου το κεφαλήν ετήσιο εισόδημα ανέρχεται περίπου στα 67.500 δολάρια το χρόνο.
Κι όμως η πλούσια Ελβετία αποτυγχάνει σε αυτό που θα περίμενε κανείς να της είναι πιο εύκολο να διαχειριστεί: την στήριξη των πιο αδύναμων που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία. Απόδειξη της αποτυχίας είναι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην Γενεύη.
Ουρά 1,5χλμ από τις 2π.μ.
«Οι πρώτοι έφτασαν πριν τις 2 π.μ. Στις 4 π.μ., περισσότερα από 100 άτομα περίμεναν στο σκοτάδι έξω από το γήπεδο χόκεϊ επί πάγου. Μέχρι τις 7 π.μ., η ουρά είχε φτάσει το ένα μίλι (1,6χλμ) βόρεια προς το ποτάμι, στη συνέχεια δυτικά κάτω από την όχθη του ποταμού, μετά γύρω από ένα χώρο στάθμευσης αθλητικών κέντρων, πέρα από τα γήπεδα σκουός, το box club, το θέατρο, κάτω από το Pont de Saint-Georges…».
Αυτή είναι η περιγραφή στους New York Times για την ατελείωτη ουρά που είχαν σχηματίσει για μια ακόμη φορά το περασμένο Σάββατο περί τα 3.000 άτομα, κάτοικοι Γενεύης-μιας από τις πλουσιότερες πόλεις στον κόσμο- προκειμένου να λάβουν ένα πακέτο με τρόφιμα αξίας 25 δολαρίων. Μεταξύ αυτών μητέρες με μωρά στα χέρια, κάποιοι σε αναπηρικά αμαξίδια. Πολλοί χρειάζεται να περιμένουν ακόμη και έξι ώρες για να λάβουν τη βοήθεια.
Είναι οι χαμηλόμισθοι, οι εργαζόμενοι χωρίς χαρτιά ή/και ασφάλιση, εκείνοι που βρίσκονται στο τελευταίο σκαλοπάτι της εργατικής τάξης και οι περισσότεροι στην πόλη συχνά ξεχνούν την ύπαρξή τους. Ή προτιμούν να μην τους θυμούνται.
Πρόκειται για χιλιάδες ανθρώπους που εργάζονται στο περιθώριο της ελβετικής οικονομίας και έχασαν τις δουλειές τους μέσα σε μία νύχτα τον Μάρτιο όταν ξενοδοχεία, εστιατόρια και εύπορες οικογένειες απέλυσαν καθαρίστριες, υπηρέτριες, σερβιτόρους που εργάζονταν για αυτούς όταν επιβλήθηκε το lockdown.
Μη έχοντας τα απαραίτητα έγγραφα για να λάβουν κρατική στήριξη οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην φιλανθρωπία για να επιβιώσουν. Οι ανάγκες ήταν τόσο μεγάλες που τελικά ομάδες εθελοντών και τοπικοί αξιωματούχοι αποφάσισαν να λειτουργήσουν μια φορά την εβδομάδα, μια τράπεζα τροφίμων.
Χρήμα, χρήμα, χρήμα...αλλά και πείνα
«Αν θέλατε να καταγράψετε με μια κάμερα τη Γενεύη τι εικόνες θα επιλέγατε; Χρήμα, χρήμα, χρήμα...οκ και τυρί και σοκολάτα. Ο Covid-19 όμως ανέδειξε μια άλλη πλευρά» σχολιάζει η Λώρα Κότον ελβετο-βρετανή διακοσμήτρια νοσοκομείων και εθελόντρια στην τράπεζα τροφίμων που εδρεύει στο γήπεδο χόκεϊ επί πάγου.
Ο 38χρονος Σούκι Σινεντόρ από τη Μογγολία ζούσε ήδη στα όρια της φτώχειας πριν ο κορονοϊός «χτυπήσει» την Ελβετία. Κέρδιζε 1.600 δολάρια το μήνα καθαρίζοντας ένα εστιατόριο και ήταν μετά βίας αρκετά για να μπορεί να ταΐζει τα παιδιά του στην πανάκριβη Γενεύη.
Τον Μάρτιο το εστιατόριο όπου εργαζόταν έκλεισε και το αφεντικό του τον απέλυσε. Τώρα φοβάται πως θα χάσει και το διαμέρισμα όπου ζει ενώ βασίζεται στην τράπεζα τροφίμων για να καλύψει τις βασικές ανάγκες του ίδιου και των παιδιών του.
Το Σάββατο, ξύπνησε στη 1 π.μ. και περπάτησε 3χλμ για να φτάσει στο γήπεδο και να εξασφαλίσει μια καλή θέση στην ουρά. Κι όμως ήδη είχαν συγκεντρωθεί πολλοί.
«Είναι μια καταστροφή», σχολιάζει για την κατάσταση που βιώνει ενώ πίσω του, μέσα στο σκοτάδι, ένα γιγαντιαίο λογότυπο της Rolex ξεπροβάλλει από τα κεντρικά της εταιρείας.
Οι κρυμμένες ανισότητες που βγήκαν στο φως
Οι εικόνες αυτές με τις ατελείωτες ουρές ανάγκασε ορισμένους κατοίκους της Γενεύης να αναγνωρίσουν χωρίς περιστροφές τις βαθείες ανισότητες που κρύβει η πόλη τους και που παλαιότερα αγνοούσαν ή αρνούνταν να αποδεχθούν.
Παράδοξο θα έλεγε κανείς καθώς η Γενεύη φιλοξενεί υπηρεσίες του ΟΗΕ, του ΠΟΥ, το Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, της Ύπατης Αρμοστείας. Και όμως το πνεύμα και οι αξίες αυτών των οργανισμών αυτών δεν φαίνεται να έχουν διαποτίσει πολλούς από τους ανθρώπους της πόλης.
Ενώ οι Ελβετοί πολίτες και οι επιχειρήσεις έλαβαν οικονομική στήριξη από το κράτος κατά το lockdown οι αλλοδαποί εργαζόμενοι, και πλέον ευάλωτοι, αφέθηκαν στην τύχη τους.
Ακόμη και αλλοδαποί εργαζόμενοι με νόμιμες άδειες φοβούνταν να υποβάλλουν αιτήσεις για την κρατική βοήθεια, μήπως στη συνέχεια δεν τους τις ανανέωναν. Άλλοι πάλι δεν ήξεραν καν πως είχαν δικαίωμα να λάβουν την κρατική βοήθεια.
Η Νουμπιάνι Ρόχα, είναι έγκυος και όμως στις 5 τα ξημερώματα στέκεται στην ατελείωτη ουρά μαζί με την 8χρονη κόρη της. Είναι κάτοχος νόμιμης άδειας εργασίας και δούλευε ως νταντά. Μέχρι τώρα ουδείς όμως της είχε πει πως δικαιούται της κρατικής βοήθειας.
Η αλληλεγγύη των ακτιβιστών
Οι πρώτοι που δραστηριοποιήθηκαν στη Γενύη, εντοπίζοντας το οξύ επισιτιστικό πρόβλημα που υπήρχε ήταν, περί τα τέλη Μαρτίου, τα μέλη του Caravane De Solidarité, μιας ομάδας που ιδρύθηκε αρχικά ως απάντηση στην προσφυγική κρίση του 2015.
Άρχισαν να μοιράζουν τρόφιμα στο δρόμο κάτι που οδήγησε στη σύλληψή ενός εκ των επικεφαλής της ομάδας. Η κατηγορία ήταν για μη τήρηση των απαραίτητων αποστάσεων, λόγω πανδημίας.
Το θέμα όμως πήρε διαστάσεις και υπήρξαν αντιδράσεις. Έτσι οι αρχές της πόλης επέτρεψαν τη διανομή τροφίμων μέσα σε σχολεία που παρέμεναν κλειστά Όμως, καθώς οι γραμμές έξω από τα σχολεία συνέχιζαν να μεγαλώνουν, ήταν σαφές ότι υπήρχε ανάγκη για μεγαλύτερο χώρο.
Στις αρχές Μαΐου, οι τοπικές αρχές επέτρεψαν στους εθελοντές να εγκατασταθούν στο Patinoire des Vernets, ένα παγοδρόμιο ακριβώς έξω από το κέντρο της πόλης.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έσπευσαν να συνδράμουν προσφέροντας πολύτιμη εμπειρία για την οργάνωση της όλης προσπάθειας και την καλύτερη διαχείριση της κατάστασης.
«Είναι πολύ περίεργο», σχολιάζει ο η δρ. Ρομπέρτα Πετρούτσι ιατρική συντονίστρια για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. «Δεν πίστευα ποτέ πως θα δω κάτι τέτοιο λίγα μέτρα μακριά από εκεί που μένω», προσθέτοντας πως συνήθως εργάζεται στο πεδίο σε χώρες όπως η Συρία, η Υεμένη, το Ιράκ, το Κογκό και η Λιβερία.
Λίγο πιο μακριά λειτουργεί πλέον ένα καταφύγιο για άστεγους. Αρχικά δημιουργήθηκε για να παράσχει βοήθεια σε όσους ήδη ζούσαν στο δρόμο αλλά τώρα καταφεύγουν σε αυτό και νέοι επισκέπτες. Άνθρωποι που έχασαν τα σπίτια τους ως αποτέλεσμα της ανεργίας που έφεραν τα μέτρα για την πανδημία και η αδιαφορία της Πολιτείας.
Ξεφορτώνοντας τρόφιμα από την Porsche
Η όλη δράση στο γήπεδο του χόκεϊ και η διανομή τροφίμων, «αφηγείται» βέβαια και μια άλλη πιο αισιόδοξη πλευρά της σκληρής αυτής πόλης όπως θέλει να πιστεύει ο συνιδρυτής του Caravane De Solidarité, Τσαρμελέιν Χερνάντεζ.
Η όλη δράση βασίζεται αποκλειστικά στην σκληρή δουλειά εθελοντών και στις δωρεές και είναι προϊόν, όπως τονίζει, δεκαετιών ακτιβιστικής δράσης στην Γενεύη που ανέπτυξε μια πιο ανεκτική κουλτούρα συγκριτικά με άλλα καντόνια στην Ελβετία.
Μεταξύ των δωρητών στην τράπεζα τροφίμων είναι μερικοί από τους πλουσιότερους κατοίκους της πόλης οι οποίοι ξεφορτώνουν πράγματα από αυτοκίνητα Porsche, Tesla, Mercedes.
Στο μεταξύ ο άνεργος Σούκι από τη Μογγολία που είχε πάει στο στάδιο από τη 1πμ, έφυγε στις 8 το πρωί με μια τσάντα τρόφιμα στα χέρια και όπως είπε θα περνούσε τις επόμενες 12 ώρες περπατώντας στην πόλη, πηγαίνοντας από πόρτα σε πόρτα για να ζητήσει δουλειά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου