Το
Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας αποβάλλεται, 28/6/1948, από το Γραφείο Πληροφοριών των Κομμουνιστικών
Κομμάτων (Κομινφόρμ), το οποίο κατήγγειλε τον Τίτο για πέρασμα στον αστικό
εθνικισμό.
Η ρήξη του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας με την Κομινφόρμ είχε ξεκινήσει από την
ηγεμονική θέση (και τις εδαφικές βλέψεις) που επιδίωκε η Γιουγκοσλαβία από τα
άλλα βαλκανικά κράτη στα πλαίσια μιας μελλοντικής Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Στη ρίζα του
προβλήματος ωστόσο βρισκόταν η διαπάλη στο ίδιο το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας γύρω από
θέματα συνεργασίας με τμήματα της αστικής τάξης, τον χαρακτήρα του ΚΚ, τις
νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, κ.α.
Η ίδρυση του Γραφείου Πληροφοριών των Κομμουνιστικών Κομμάτων
Στα τέλη
Σεπτέμβρη του 1947 στην Πολωνία συνήλθε Συνδιάσκεψη εννέα κομμουνιστικών και
εργατικών κομμάτων της Ευρώπης. Στη διάσκεψη συμμετείχαν το Κομμουνιστικό Κόμμα
της Γιουγκοσλαβίας, το Βουλγάρικο Εργατικό Κόμμα (Κομμουνιστικό), το
Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρουμανίας, το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το Πολωνικό
Εργατικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης (Μπολσεβίκων), το
Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας και του
Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας.
Ηταν η πρώτη
προσπάθεια μετά τη Διάλυση της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς, το 1943, για
συντονισμό της δράσης των κομμουνιστικών κομμάτων, στις μεταπολεμικές συνθήκες.
Το κενό
αυτού του συντονισμού είχε φανεί αμέσως μετά τον πόλεμο και το είχαν επισημάνει
πολλά κομμουνιστικά κόμματα, μεταξύ των οποίων και το ΚΚΕ, το οποίο στο 7ο
Συνέδριό του εξέδωσε και σχετικό ψήφισμα («Για τη διεθνή πολιτική ενότητα
της εργατικής τάξης»), όπου, μεταξύ άλλων, υπογραμμιζόταν: «Το 7ο Συνέδριο
του ΚΚΕ, πιστό στην υπόθεση της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, εκφράζει την
ευχή να ενσωματωθούν το γρηγορότερο όλα τα εργατικά κόμματα του κόσμου, που
πιστεύουν στο σοσιαλισμό, ανεξάρτητα από αποχρώσεις, σε μια νέα ενιαία διεθνή
πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης» («Επίσημα κείμενα ΚΚΕ», τόμος 6ος, σελ.
113).
Τι είχε
συμβεί; Υπήρξε επιδείνωση των διεθνών σχέσεων ύστερα από την ένταση της
αμερικανικής ιμπεριαλιστικής επίθεσης στην Ευρώπη με τη διακήρυξη του δόγματος
Τρούμαν και του σχεδίου Μάρσαλ. Μια επίθεση που, σύμφωνα με την ομολογία του
Χένρι Κίσινγκερ, επιδίωκε να καταστήσει σαφές, προς το παγκόσμιο προοδευτικό
κίνημα γενικά και την ΕΣΣΔ ειδικότερα, ότι «το είδος της Realpolitik που
γνώριζε τόσο καλά ο Στάλιν θα τελείωνε για πάντα και οι διαπραγματεύσεις για
αμοιβαίες παραχωρήσεις δε θα είχαν πλέον καμιά θέση στις μεταξύ τους σχέσεις.
Από εδώ και πέρα, οι διαφορές μπορούσαν να λυθούν μόνο με μια αλλαγή των
σοβιετικών σκοπών, την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος ή και με τα δυο
μαζί» (Henry Kissinger: «Διπλωματία», εκδόσεις «Νέα Σύνορα - Α.Α.
Λιβάνη», σελ. 506).
Στις
συγκεκριμένες συνθήκες φαίνεται ότι είχε επικρατήσει η εκτίμηση για ενδεχόμενο
ενός νέου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Αυτή η εκτίμηση συνδέονταν αδιάρρηκτα με τη
δράση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Tο σχέδιο Mάρσαλ, η Δυτική Eνωση, το
Bορειοατλαντικό Σύμφωνο, ωθούσαν σ' αυτή την εκτίμηση. Το ίδιο και ο πόλεμος
της Κορέας.
Η απόφαση της συνδιάσκεψης των 9 ΚΚ στη Βαρσοβία,
για την ίδρυση του
Γραφείου Πληροφοριών των ΚΚ (Κομινφόρμ),
όπως δημοσιεύεται στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση, αρ. 11, του
1947
|
Τι
αποφάσισαν
Η
Συνδιάσκεψη έβγαλε διακήρυξη, στην οποία συμπυκνώνονταν οι τότε εκτιμήσεις για
το χαρακτήρα του μεταπολεμικού κόσμου. Σχετικά μ' αυτό, η διακήρυξη έκανε λόγο
για χωρισμό του κόσμου σε δύο στρατόπεδα. Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε: «Δύο
αντίθετες πολιτικές γραμμές εκδηλώθηκαν: Στον ένα πόλο η πολιτική της
Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων δημοκρατικών χωρών, που αποβλέπει στην
υπονόμευση του ιμπεριαλισμού και στην ενίσχυση της δημοκρατίας.
Στον αντίθετο
πόλο η πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αγγλίας, που αποβλέπει στην
ενίσχυση του ιμπεριαλισμού και στην κατάπνιξη της δημοκρατίας. Και επειδή η
Σοβιετική Ενωση και οι νέες Δημοκρατίες έγιναν ένα εμπόδιο στην πραγματοποίηση
των ιμπεριαλιστικών σχεδίων πάλης για την παγκόσμια κυριαρχία και τη συντριβή
των δημοκρατικών κινημάτων, έχει οργανωθεί εναντίον τους μια σταυροφορία. Η
σταυροφορία αυτή συνοδεύεται με απειλές ενός πολέμου εκ μέρους των πιο
λυσσασμένων ιμπεριαλιστών πολιτικών ανδρών των Ηνωμένων Πολιτειών και της
Αγγλίας. Ετσι, σχηματίστηκαν δύο στρατόπεδα στον κόσμο». Η διακήρυξη
υπογράμμιζε, επίσης, την ανάγκη συντονισμού δράσης των δυνάμεων του
αντιιμπεριαλιστικού στρατοπέδου για την αποτροπή των σχεδίων του ιμπεριαλισμού,
ενώ κύριο καθήκον των κομμουνιστικών κομμάτων έθετε «να πάρουν στα χέρια τους
τη σημαία της άμυνας, της εθνικής ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας των χωρών
τους». «Τα κομμουνιστικά κόμματα - κατέληγε η διακήρυξη - πρέπει να ηγηθούν σε
όλους τους τομείς - κυβερνητικό, πολιτικό, οικονομικό και ιδεολογικό - στην
αντίσταση στα ιμπεριαλιστικά, επεκτατικά και επιθετικά σχέδια για εξάπλωση και
επίθεση. Πρέπει να συσφίγξουν τις γραμμές τους, να ενώσουν τις προσπάθειές τους
πάνω στη βάση μιας κοινής αντιιμπεριαλιστικής και δημοκρατικής πλατφόρμας και
να συγκεντρώσουν γύρω τους όλες τις δημοκρατικές και πατριωτικές δυνάμεις του
λαού».
Εδώ φαίνεται
ότι η «γραμμή της "ειρηνικής συνύπαρξης"» αναπτύχθηκε αμέσως στα
πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα και
επιθετικότητα για τις HΠA και την Aγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής
τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά
κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο στοιχείο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του
ιμπεριαλισμού. Γεγονός που εμφανίστηκε αργότερα, στο 19ο συνέδριο του ΚΚΣΕ και
εδραιώθηκε στο 20ο συνέδριό του.
Εκτός απ'
αυτή τη διακήρυξη, που αφορούσε συνολικά το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, η
Συνδιάσκεψη κατέληξε και σε μια πιο ειδική απόφαση για την ίδρυση του Γραφείου
Πληροφοριών, που αφορούσε αποκλειστικά τα εννέα ΚΚ που συμμετείχαν σ' αυτήν. Η
απόφαση αυτή, στο σύνολό της, έχει ως εξής:
«Οι
αντιπροσωπείες των Κομμουνιστικών Κομμάτων, που αντιπροσωπεύτηκαν στη Διάσκεψη
της Βαρσοβίας, συμφώνησαν στην ακόλουθη απόφαση:
Η Διάσκεψη
διαπιστώνει ότι η έλλειψη επαφών ανάμεσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα, που
αντιπροσωπεύονται σ' αυτή, συνεπάγεται στη σημερινή κατάσταση σοβαρό
μειονέκτημα. Η πείρα απέδειξε, ότι παρόμοια έλλειψη επαφών ανάμεσα στα
Κομμουνιστικά Κόμματα είναι πολύ επιζήμια και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Η
ανάγκη για ανταλλαγή της πείρας και συντονισμένη, ύστερα από αβίαστη συγκατάθεση,
δράση των ενδιαφερομένων κομμάτων εμφανίζεται αυτή τη στιγμή ιδιαίτερα
επιτακτική κάτω από τις περίπλοκες συνθήκες που παρουσιάζει η μεταπολεμική
κατάσταση, όπου η απουσία μιας σύνδεσης ανάμεσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα
μπορεί να οδηγήσει σε μια κατάσταση επιζήμια για την εργατική τάξη.
Σύμφωνα με
αυτά, οι αντιπροσωπείες των κομμάτων που παίρνουν μέρος στη Διάσκεψη κατέληξαν
στα ακόλουθα:
1) Θα
ιδρυθεί Γραφείο Πληροφοριώντων αντιπροσώπων του Κομμουνιστικού Κόμματος της
Γιουγκοσλαβίας, του Βουλγαρικού Εργατικού Κόμματος (Κομμουνιστικού), του
Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρουμανίας, του Ουγγρικού Κομμουνιστικού Κόμματος,
του Πολωνικού Εργατικού Κόμματος, του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής
Ενωσης (Μπολσεβίκων), του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, του Κομμουνιστικού
Κόμματος της Τσεχοσλοβακίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας.
2) Εργο του
Γραφείου Πληροφοριών θα είναι η οργάνωση της ανταλλαγής της πείρας και σε
περίπτωση ανάγκης η συντονισμένη δράση των Κομμουνιστικών Κομμάτων με βάση την
ελεύθερη συγκατάθεση.
3) Το
Γραφείο Πληροφοριών θ' αποτελείται από αντιπροσώπους των Κεντρικών Επιτροπών,
με βάση δυο αντιπροσώπους για κάθε μία. Ο διορισμός και η αντικατάσταση των
αντιπροσώπων θα πρέπει να γίνεται από τις ενδιαφερόμενες Κεντρικές Επιτροπές.
4) Το
Γραφείο Πληροφοριών θα εκδίδει ένα δεκαπενθήμερο και αργότερα ένα εβδομαδιαίο
όργανο. Το όργανο αυτό θα εκδίδεται στη γαλλική και ρωσική γλώσσα και εφόσον θα
είναι δυνατό και σ' άλλες γλώσσες.
5) Εδρα του
Γραφείου Πληροφοριών ορίζεται το Βελιγράδι» («Κομμουνιστική Επιθεώρηση»,
τεύχος 11/1947, σελ. 512-513).
Μακριά από
τις ανάγκες
Ηταν όντως
το Γραφείο Πληροφοριών, μια προσπάθεια ανασύστασης της Κομμουνιστικής Διεθνούς;
ο Α. Ζντάνοφ
που εισηγήθηκε στη Συνδιάσκεψη για την ίδρυση του Γραφείου Πληροφοριών,
μιλώντας για την ανάγκη συντονισμού των Κομμουνιστικών Κομμάτων είπε: «Οι
υπηρεσίες της Κομμουνιστικής Διεθνούς συνίστανται στο ότι αποκατέστησε και
δυνάμωσε τους δεσμούς ανάμεσα στους εργαζόμενους στις διάφορες χώρες,
επεξεργάστηκε τα θεωρητικά ζητήματα του εργατικού κινήματος μέσα στις νέες
συνθήκες ανάπτυξης, καθόρισε τις γενικές γραμμές της προπαγάνδας γύρω από τις
ιδέες το κομμουνισμού και διευκόλυνε την κατάρτιση των ηγετών του εργατικού
κινήματος.
Ετσι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για να μετατραπούν τα νεαρά
κομμουνιστικά σε μαζικά εργατικά κόμματα. Με τη μετατροπή όμως των νεαρών
κομμουνιστικών κομμάτων σε μαζικά κόμματα της εργατικής τάξης η καθοδήγησή τους
από ένα κέντρο έγινε αδύνατη και άσκοπη. Και η Κομμουνιστική Διεθνής από
παράγοντας που συντελούσε στην ανάπτυξη των κομμουνιστικών κομμάτων, άρχισε να
μεταβάλλεται σε παράγοντα που φρενάρει αυτή την ανάπτυξη. Αυτά τα περιστατικά
καθόρισαν την ανάγκη να διαλυθεί η Κομμουνιστική Διεθνής και να δημιουργηθούν
νέες μορφές σύνδεσης μεταξύ των κομμάτων» («Η σύσκεψη των 9
Κομμουνιστικών Κομμάτων στην Πολωνία», Εκδοτικό Ελεύθερης Ελλάδας, Νοέμβρης
1947, σελ. 32).
Για το ίδιο
ζήτημα, ο Ουίλ. Φόστερ έχει γράψει: «Δεν έγιναν προσπάθειες για διεύρυνση του
Γραφείου Πληροφοριών με το τράβηγμα άλλων κομμάτων, εκτός από εκείνα που πήραν
μέρος στην ίδρυσή του. Αυτό δε σήμαινε την ανασύσταση της Διεθνούς αλλά μονάχα
την αποκατάσταση πληροφοριακών επαφών. Πολλά κομμουνιστικά κόμματα απ' όλο τον
κόσμο, νιώθοντας βαθιά την ανάγκη μιας διεθνούς οργάνωσης, ήθελαν ν' αναπτύξουν
το νέο γραφείο προσχωρώντας σ' αυτό. Μια τέτοια όμως τάση να ιδρυθεί μια νέα
ισχυρή διεθνής οργάνωση θα όξυνε περισσότερο την υπάρχουσα διεθνή ένταση και
γι' αυτό δεν ενθαρρύνθηκε» (Ουίλ. Φόστερ: «Ιστορία των τριών Διεθνών»,
Αθήνα 1975, τόμος β΄ σελ. 645-646).
Το Γραφείο
Πληροφοριών αποτελούνταν από επτά κομμουνιστικά κόμματα που βρίσκονταν στην
εξουσία και δύο επιπλέον, το Γαλλικό και το Ιταλικό, που φαίνονταν τότε τα
ισχυρότερα της Ευρώπης. Η σύνθεση του Γραφείου Πληροφοριών άλλαξε με την
αποπομπή του Γιουγκοσλαβικού ΚΚ από τις τάξεις του, στις 28 του Ιούνη 1948. Τα
κόμματα που το αποτελούσαν από εννέα έμειναν 8, αλλά ποτέ δεν επιδιώχτηκε να
συμπληρωθεί το κενό με την προσχώρηση άλλου κόμματος, στη θέση του ΚΚ
Γιουγκοσλαβίας. Η αποπομπή του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας έχει να κάνει με την
οπορτουνιστική στροφή του, την αντιπαράθεση του με το ΚΚΣΕ και τ' άλλα
Κομμουνιστικά Κόμματα, αναζήτηση ερεισμάτων και συμμαχιών με καπιταλιστικά
κράτη.
Το Γραφείο
Πληροφοριών αυτοδιαλύθηκε τον Απρίλη του 1956, περίπου ένα μήνα μετά το 20ό
Συνέδριο του ΚΚΣΕ, αν και μετά το 1953 η δράση του είχε γίνει σημαντικά
υποτονική. Στη σχετική ανακοίνωση, που δημοσιεύτηκε στο δημοσιογραφικό του
όργανο στις 17/4/1956, γινόταν θετική αποτίμηση του έργου του, ενώ η απόφαση
για την αυτοδιάλυσή του δικαιολογούνταν με την επίκληση της αλλαγής των
συνθηκών σε σχέση μ' αυτές που επικρατούσαν την εποχή που ιδρύθηκε:
«Οι
Κεντρικές Επιτροπές των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, που ανήκουν στο
Γραφείο Πληροφοριών - κατέληγε η απόφαση- αφού αντάλλαξαν γνώμες πάνω στα
ζητήματα της δράσης του, παραδέχτηκαν ότι το Γραφείο Πληροφοριών, που ιδρύθηκε
απ' αυτές το 1947, εξάντλησε τις λειτουργίες του και γι' αυτό αποφάσισαν
ομόφωνα να σταματήσει η δράση του Γραφείου Πληροφοριών των Κομμουνιστικών και
Εργατικών Κομμάτων και η έκδοση του οργάνου του, της εφημερίδας "Για σταθερή
ειρήνη, για τη λαϊκή δημοκρατία"» («Νέος Κόσμος», τεύχος 4-5/1956,
σελ. 17- 18).
Η ιστορική
αναφορά μας σήμερα σ' αυτό το ιστορικό γεγονός δεν έχει να κάνει απλά με την
καταγραφή του, όσο με την υπόθεση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, την
αναγκαιότητα ενιαίας στρατηγικής απέναντι στον ιμπεριαλισμό, ζήτημα που
απασχόλησε το ΚΚΕ στη μελέτη για τις αιτίες της αντεπανάστασης. Γι' αυτό
παρουσιάζουμε σήμερα το συγκεκριμένο κεφάλαιο (H ΣTPATHΓIKH ΤOY ΔIEΘNOYΣ
KOMMOYNIΣTIKOY KINHMATOΣ KAI OI EΞEΛIΞEIΣ ΣE AYTO), από την «Απόφαση του 18ου
Συνεδρίου του ΚΚΕ: Eκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση
στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό».
Στην Κ.Δ είχε επικρατήσει ο Οπορτουνισμός το 1935 που τα κατέστρεψε όλα και την διέλυσε το 1943.... Στο κόμμα των Μπολσεβίκων με τα 5000000 νεκρούς μέλη και στελέχη στο πόλεμο άλλαξε ο συσχετισμός υπέρ του Οπορτουνισμού μετά το 1945... Σε αυτή την βάση έγιναν όλα. Να μη μας μπερδεύει πως δεν είχαν δολοφονηθεί ακόμα ΖΝΤΑΝΟΦ το 1948 και ΣΤΑΛΙΝ το 1953... έμενε η τυπική διαδικασία.. Την καλημέρα μου. Καλή κυριακή. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Συμμορία του ΤΙΤΟ ΤΟ 1948 πέρασε ανοιχτά με την αντεπανάσταση. Εκλεισε τα σύνορα στον ΔΣΕ επιτρέποντας να χρησιμοποιούν το έδαφος τους οι μοναρχοφασίστες και χτυπούσαν και συνδυασμένα. Ενίσχυε οπορτουνιστικές δυνάμεις μέσα στην Αθήνα με την ανοχή του Αστικού κράτους για να διαλύσουν το ΚΚΕ. Ηρθε να ολοκληρώσει την καταστροφή που είχε ξεκινήσει το ΕΑΜ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ που δεν πήρε την εξουσία τον ΟΚΤΩΒΡΗ ΤΟΥ 1944 και καθυστερούσε το να πέσει όλο το βάρος στο ΔΣΕ απο τα τέλη του 1945. Η Οπορτουνιστικά αντεπανάσταση στα καλύτερα της. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Διαγραφή