Η Ελλάδα μπαίνει, 28/6/1917,
και επίσημα πια στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τασσόμενη με τον ιμπεριαλιστικό
συνασπισμό
της Αντάντ.
Αίτια του Α`
παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου
Ο Α`
Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) αποτελεί το πρώτο μείζονος σημασίας σύμπτωμα
μιας νέας ιστορικής εποχής.
Η νέα αυτή
ιστορική εποχή είναι το πέρασμα της καπιταλιστικής κοινωνίας σε ένα νέο της
στάδιο, το στάδιο του ιμπεριαλισμού. Το στάδιο αυτό κυριαρχείται από τα εξής
φαινόμενα, πολύ φανερά στην περίοδο που εξετάζουμε:
α) Εμφάνιση,
στερέωση και κυριαρχία τεραστίων μονοπωλιακών συγκροτημάτων σε παγκόσμια
κλίμακα.
β) Εξάλειψη
της πρωτοκαθεδρίας της εξαγωγής εμπορευμάτων και αντικατάστασή της από την
πρωτοκαθεδρία της εξαγωγής κεφαλαίων στις καθυστερημένες ζώνες, με επιδίωξη το
ανώτατο δυνατό κέρδος.
γ) Διανομή,
με τη βοήθεια και πιο προχωρημένων τεχνικών μέσων, όλου του κόσμου ανάμεσα σε
μια χούφτα δυνάμεις. Η διανομή αυτή παίρνει ή τη μορφή της πραγματικής
κυριαρχίας σε συνθήκες πολιτικής ανεξαρτησίας ή της άμεσης αποικιακής
κυριαρχίας, με την τελευταία να καλύπτει περίπου το μισό έδαφος όλου του κόσμου
μας. Καθώς όλα έχουν μοιρασθεί, μόνο αναδιανομή μπορεί να γίνει.
Από ιστορική
άποψη, η φάση αυτή είναι η φάση της ιστορικής παρακμής του καπιταλιστικού
συστήματος, η φάση της «σήψης» της καπιταλιστικής κοινωνίας, η φάση της
εξαιρετικά βίαιης έκρηξης όλων της των αντιθέσεων.
Πράγματι,
ακριβώς στην περίοδο αυτή βλέπουμε:
1. Πρωτοφανή
ένταση της ανισομέρειας του καπιταλισμού. Από τη μια μεριά, έχουμε συγκέντρωση
του πλούτου σε μερικές χώρες και, από την άλλη, μετατροπή των υπολοίπων σε
(συχνά, πανάθλια) εξαρτήματα. Από τη μια, έχουμε την έντονη τάση στασιμότητας
και, από την άλλη, την όλο και ταχύτερη (με τη βοήθεια των εκτεταμένων εξαγωγών
κεφαλαίου) «ανάπτυξη του συστήματος σε όλο το πλάτος του» (Β. Ι. Λένιν).
2. Βαθμιαία
δημιουργία, μέσα στα πλαίσια του ενιαίου κοινωνικοϊστορικού σχηματισμού, δύο
ζωνών: Στη μια περιλαμβάνονται οι ελάχιστες (αλλά πανίσχυρες) μεγάλες δυνάμεις
του ιμπεριαλισμού, που συγκεντρώνουν στα χέρια τους ένα πραγματικό παγκόσμιο
οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό και ιδεολογικό μονοπώλιο. Στην άλλη,
περιλαμβάνονται οι υπόδουλες (αποικιακές και μη αποικιακές) κοινωνίες, δηλ. η
τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού της Γης. Καθώς η πρώτη ζώνη στηρίζει τη
δύναμή της στην αμείλικτη εκμετάλλευση της δεύτερης και καθώς ο καπιταλισμός
εξακολουθεί να αναπτύσσεται και στις δύο (στη δεύτερη, μάλιστα, γρηγορότερα),
οι αντιθέσεις μεταξύ των δύο ζωνών παίρνουν όλο και οξύτερο χαρακτήρα. Ενα από
τα εγγενή χαρακτηριστικά του ιμπεριαλισμού, η εθνική καταπίεση, παίρνει
γιγαντιαίες ή ακόμη και καθαρά απειλητικές μορφές και διαστάσεις.
3. Εμφάνιση
νέων μεγάλων δυνάμεων. Ενα από τα αποτελέσματα της έντονης ανισομέρειας της
πορείας του καπιταλισμού είναι η εμφάνιση νέων δυνάμεων. Το παλιό «παραδοσιακό»
ζεύγος Βρετανίας και Γαλλίας, όχι μόνο παραμένει, αλλά και στερεώνει τη θέση
του. Παλιές δυνάμεις, όπως η Ρωσία, η Αυστροουγγαρία και η Οθωμανική
Αυτοκρατορία, επίσης, παραμένουν. Εμφανίζονται, όμως, και νέες δυνάμεις,
ανύπαρκτες ως τώρα: Στην Ευρώπη, η Γερμανία και η Ιταλία, στη Β. Αμερική οι
ΗΠΑ, στην Ασία η Ιαπωνία.
Η διαδικασία
αυτή έχει όλη την αντιφατικότητα που είναι εγγενής στον ιμπεριαλισμό. Η
Γερμανία είναι μια δύναμη που αναπτύσσεται με μεγάλη ταχύτητα στο βιομηχανικό
και τεχνολογικό τομέα, αλλά που δεν παύει να υστερεί στο συνολικό οικονομικό
τομέα απέναντι στη Βρετανία και τη Γαλλία, οι οποίες εξακολουθούν να διατηρούν
(ή και δυναμώνουν) τη γενική οικονομική τους υπεροχή, αν και υποχωρούν στο
βιομηχανικό και τεχνολογικό τομέα. Η Ιαπωνία, αν και έχει κάνει μεγάλα βήματα,
παραμένει σχετικά αδύνατη. Η Ιταλία είναι πολύ αδύνατη, στην ουσία μόνο 2ης
σειράς μεγάλη δύναμη.
Χαρακτηριστικό
είναι ότι η θέση των άλλων μεγάλων δυνάμεων είναι (ή γίνεται) ερωτηματική.
Η Οθωμανική
Αυτοκρατορία είναι, φυσικά, μεγάλη δύναμη μόνο κατ' ευφημισμόν. Κανείς δεν
αμφιβάλλει ότι οι μέρες της (αν όχι οι ώρες της) είναι μετρημένες. Η
Αυστροουγγαρία, επίσης, δε στέκεται πολύ καλά και οι αναφορές στην πιθανότητα
διάλυσής της δε λείπουν. Οσο για τη Ρωσία, της οποίας η θέση δεν παύει να
εξασθενεί, όλοι αναρωτιούνται πού βαδίζει.
Μέσα σ' αυτά
τα πλαίσια, έχει ήδη συντελεστεί μια μετατόπιση που θα αποδειχθεί ιστορική: Το
οικονομικό κέντρο του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος έχει εγκαταλείψει
την κοιτίδα του, δηλ. την Ευρώπη. Η οικονομικά ισχυρότερη (και κατά πολύ
ισχυρότερη) οικονομική δύναμη του κόσμου είναι, ήδη από τις δύο τελευταίες
10ετίες του 19ου αιώνα, οι ΗΠΑ, που τώρα υποκαθιστούν στον τομέα
αυτό τη Βρετανία. Ωστόσο, οι ΗΠΑ, με όλο το τεράστιο οικονομικό τους βάρος,
είναι μια δύναμη πολιτικά και στρατιωτικά δευτερεύουσα. Ισα - ίσα, ακριβώς το
γεγονός ότι το πολιτικοστρατιωτικό κέντρο του συστήματος δε συμπίπτει με το
οικονομικό του, είναι ένας από τους παράγοντες που οξύνουν - συχνά, στο έπακρο
- τις συνολικές του αντιθέσεις.
Ενας κόσμος
σε καθορισμένη πορεία
Βλέποντας εκ
των υστέρων τη γενική κατάσταση της εποχής, δεν μπορεί κανείς να μην καταλήξει
στο συμπέρασμα ότι ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος, αλλά και να μην απορήσει για το
γεγονός ότι, όταν, τελικά, αυτός ξεσπά, το 1914, όλοι εμφανίζονται να απορούν,
πώς έγινε αυτό και σπεύδουν να το αποδώσουν σε ανεξέλεγκτες κακοτυχίες.
Στην
πραγματικότητα, ο πόλεμος περιεχόταν ήδη μέσα στην ίδια την πορεία του
ιμπεριαλισμού, ο οποίος «φέρνει μέσα του τον πόλεμο, όπως το σύννεφο την
καταιγίδα» (Β. Ι. Λένιν) σαν διέξοδο των συνολικών του αντινομιών.
Αλλωστε,
ήταν η έκπληξη ειλικρινής σε όλους; Πάντως, αρκετά πριν το 1914, βλέπουμε την
εμφάνιση και την εξάπλωση μιας έντονα πολεμοχαρούς φιλολογίας, που, όπως
σήμερα, πρέπει να είναι φανερό ότι προετοιμάζει το μέλλον.
Αυτή η
πλευρά είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί σηματοδοτεί την εξέλιξη της
καπιταλιστικής κοινωνίας σε έναν άλλο τομέα - τον ιδεολογικό. Ο
παραδοσιακός (και, ως ένα βαθμό, δημοκρατικός) φιλελευθερισμός, που αντιστοιχεί
στην περίοδο της ανόδου της αστικής τάξης, τώρα βαθμιαία αντικαθίσταται από την
ιδεολογία μιας ανερχόμενης αντιδραστικής δύναμης, του χρηματιστικού κεφαλαίου.
Ετσι εξηγείται το πρώτο κύμα εμφάνισης και εξάπλωσης των ιδεολογικών ρευμάτων,
που εξιδανικεύουν τον πόλεμο, τη στρατοκρατική καταστολή και την «εξόντωση των
κατωτέρων».
Αρχιζαν, μάλιστα, να εμφανίζονται και οι πρώτες παρόμοιες
οργανώσεις - έντονα παραστρατιωτικού χαρακτήρα, ακόμη ανεξέλικτης μορφής, αλλά
με λαμπρό μέλλον.
Αλλά ας
επιστρέψουμε στο πραγματικό πρόβλημα και, συνεπώς, στο πραγματικό ερώτημα:
Γιατί ο ιμπεριαλισμός χρειαζόταν - και, συνεπώς, προετοίμαζε - τον Α` Παγκόσμιο
Πόλεμο;
Η άμεση
αιτία που χρησιμεύει σαν υλική βάση υπάρχει: Μέσα στα πλαίσια της
ιμπεριαλιστικής ανισομετρίας, αναπόφευκτα εμφανίζεται το φαινόμενο της
δημιουργίας ενός συνόλου δυνάμεων, που, ενώ είναι εκείνες που αναπτύσσονται πιο
δυναμικά, είναι εκείνες που έχουν την πιο στενή βάση σε πρώτες ύλες και
τρόφιμα. Δε διέθεταν (ή τουλάχιστον, δε διαθέτουν στοιχειωδώς επαρκή) αποικιακή
ενδοχώρα για επικερδείς εξαγωγές κεφαλαίων και για επωφελείς πόρους
συσσώρευσης.
Εχουμε, δηλαδή, ένα ιδιαίτερα εκρηκτικό φαινόμενο, μέσα στο οποίο
τα αναγκαία μέσα λείπουν, κυρίως από εκείνους που ακριβώς τα έχουν περισσότερη
ανάγκη. Ετσι εξηγείται ένα ειδικό χαρακτηριστικό των δυνάμεων αυτών - η
ιδιαίτερα επιθετική τους πολιτική.
Τέτοιες
δυνάμεις, στην περίοδο που εξετάζουμε, είναι η Γερμανία στην Ευρώπη και η
Ιαπωνία στην Ασία.
Ισχυρότερη
και πιο εξελιγμένη η Γερμανία, θα γίνει το επίκεντρο μιας τέτοιας αναθεωρητικής
κίνησης. Οι ενέργειές της στρέφονται καθαρά και ομολογημένα ενάντια στη
Βρετανία και τη Γαλλία, των οποίων εποφθαλμιά τις αποικιακές αυτοκρατορίες.
Γρήγορα και, πάντως, πριν αρχίσει ο 20ός αιώνας, οι
βρετανογερμανικές αντιθέσεις γίνονται οι κύριες αντιθέσεις του ιμπεριαλισμού
και οι παγκόσμιες υποθέσεις στρέφονται όλο και περισσότερο γύρω τους.
Παράλληλα,
με επίκεντρο τη Βρετανία και τη Γερμανία, ξεσπά ένας πραγματικός ανταγωνισμός
των εξοπλισμών, ιδιαίτερα στο ναυτικό τομέα.
Στις
συνθήκες αυτές, δεν είναι παράξενο ότι οι αντιθέσεις μεταξύ των μεγάλων
δυνάμεων παίρνουν τη μορφή προσπάθειας διείσδυσης στη σφαίρα επιρροής (και,
καμιά φορά, αποικιακής επιρροής) του άλλου. Ιδιαίτερα έντονη είναι προς την
κατεύθυνση αυτή η προσπάθεια της Γερμανίας να προωθηθεί στις βρετανικές κτήσεις
της Βρετανίας και της Γαλλίας (Ινδία, Ιρλανδία, Αφρική κ.ά.) και τη Ν. Αμερική.
Ακριβώς στην περίοδο αυτή, παρουσιάζεται και ο περιβόητος «Καυγάς για την
Αφρική» (SCRAMBLE FOR AFRICA). Στον πόλεμο των Μπόερς (1899-1901), λίγο έλειψε
να αναμειχθεί η Γερμανία σε αντιπαράθεση με τη Βρετανία και μόνο η ελλιπής
προετοιμασία την απέτρεψε. Στην Ασία, η Ιαπωνία αρχίζει έναν πόλεμο με την Κίνα
(1898), που γρήγορα τον κερδίζει, κάνοντας για πρώτη φορά αισθητή τη διεθνή
παρουσία της.
Η όξυνση του
κυνηγητού αγορών και πρώτων υλών οδηγεί και σε δύο άλλα φαινόμενα:
α) Στις
κοινές επιχειρήσεις των ιμπεριαλιστών στην περιφέρεια, όπου «ο ιμπεριαλισμός
αρχίζει να συναντά αντίσταση» (Β. Ι. Λένιν). Μια τέτοια ιδιαίτερα σημαντική
περίσταση υπήρξε η κοινή επιχείρηση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην Κίνα το
1903 για την κατάπνιξη της εξέγερσης των Χε - Τουάν («Μπόξερς»). Οι
επιχειρήσεις αυτές αποσκοπούσαν στη διατήρηση της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού
στα αποικιακά και μισοαποικιακά εδάφη, αλλά καθόλου δεν άμβλυναν τις αντιθέσεις
του. Αντίθετα, τις όξυναν παραπέρα, όπως έδειξε ο Ρωσοϊαπωνικός Πόλεμος στην
Απω Ανατολή (1904-1905), που ξέσπασε αμέσως μετά την κοινή επιχείρηση στην
Κίνα.
β) Στην
προσπάθεια διείσδυσης σε άλλες μεγάλες δυνάμεις, αυτές καθ' εαυτές. Φυσικά,
πρόσφορες για κάτι τέτοιο ήταν κυρίως οι ασθενέστερες μεγάλες δυνάμεις και γι'
αυτό το φαινόμενο παρουσιάζεται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και, ως ένα βαθμό,
στη Ρωσία.
Η πρώτη
χρησιμοποιείται σαν χώρος εγκατάστασης, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τη Μέση
Ανατολή και τα πετρέλαιά της. Η Γερμανία παίζει εδώ σε βάθος το «ισλαμικό
χαρτί», δηλ., το χαρτί του «Προστάτη των μουσουλμάνων υπηκόων του σουλτάνου».
Παράλληλα, στρέφεται προς την ένταση της διείσδυσής της στην υποδομή, ώστε να
εδραιωθεί η εγκατάστασή της. Είναι η εποχή της περίφημης «σιδηροδρομικής
γραμμής Βερολίνου - Βαγδάτης». Η γερμανική αυτή προσπάθεια διείσδυσης στις περιοχές
αυτές συνάντησε την τραχύτατη αντίσταση της Βρετανίας και της Γαλλίας και
υπήρξε μια από τις βασικές άμεσες αιτίες του Α` Παγκόσμιου Πολέμου.
Η δεύτερη
χρησιμοποιείται κυρίως σαν χώρος αποφυγής της διπλωματικής και στρατηγικής
απομόνωσης. Το γεγονός ότι η Ρωσία γίνεται πεδίο αναμέτρησης των άλλων δυνάμεων
εντείνει την τάση πτώσης της Ρωσίας σε ένα μισοαποικιακό καθεστώς και, από την
άλλη, περιπλέκει την κατάστασή της και την προωθεί σαν αδύνατο κρίκο του
ιμπεριαλισμού της εποχής.
Στο σημείο
αυτό, αξίζει να αναφερθεί ότι ο ιμπεριαλισμός της εποχής χρειάζεται τον πόλεμο
και σαν μέσο αντιμετώπισης του σοσιαλισμού. Βέβαια, στην περίοδο που μιλάμε, ο
σοσιαλισμός δεν υπάρχει ακόμη. Ωστόσο, η περίοδος αυτή είναι μια περίοδος
εντατικής σοσιαλιστικής ζύμωσης και προπαγάνδας. Φυσικά, ενόψει και των
κατοπινών εξελίξεων και εμπειριών, μπορεί κανείς βάσιμα να αναρωτηθεί, εάν αυτή
η κίνηση - τουλάχιστον σε ένα καθοριστικά μεγάλο μέρος της - δεν ήταν έργο του
χρηματιστικού κεφαλαίου, που εξυπηρετούσε, έτσι, διάφορα συμφέροντά του. Οι
ανησυχίες, όμως, των κορυφών είναι πολύ μεγαλύτερες από ό,τι σήμερα θεωρείται
γνωστό. Οχι μόνο η αντίσταση που αρχίζει στην περιφέρεια, αλλά και πιο κοντινά
γεγονότα, όπως η επανάσταση στη Ρωσία το 1905-07, έχουν δημιουργήσει σημαντική
αναστάτωση.
Δεν είναι,
ασφαλώς, τυχαίο ότι μια τόσο ιστορική φυσιογνωμία στην υπηρεσία του
ιμπεριαλισμού, όπως ο Σέσιλ Ρόουντς (1853-1902), ήταν επιμελής αναγνώστης της
σοσιαλιστικής φιλολογίας, όπως δείχνει η βιβλιοθήκη του, η πλουσιότερη της
Αφρικής.
Η τελευταία
πράξη
Το τέλος της
πρώτης 10ετίας του 20ού αιώνα αρχίζει σε κατάσταση μεγάλης έντασης.
Κατ' αρχήν,
όλα δείχνουν ότι υπάρχει ένα φαινόμενο σε σχέση με τον Α` Παγκόσμιο Πόλεμο που
έχει πολύ υποτιμηθεί: Μια σοβαρή οικονομική κρίση. Παρόλο που τα στοιχεία που
διαθέτουμε δεν είναι πολλά, ωστόσο, αυτό πρέπει να βρίσκεται πίσω από ένα κλίμα
αναστάτωσης που έχει φθάσει ως τις ΗΠΑ.
Η κρίση
οξύνει τις αντιθέσεις, καθώς ο καθένας προσπαθεί να ρίξει στον άλλο τις
συνέπειες.
Οι
συμμαχικοί συνασπισμοί σκληραίνουν τη στάση τους.
Η ίδια η
ύπαρξη των συνασπισμών αυτών είναι ενδεικτική. Ηδη από τα τέλη του 19ου
αιώνα, η Βρετανία και η Γαλλία, μπροστά στη γερμανική απειλή, εγκαταλείπουν την
παλιά τους έχθρα και δημιουργούν μια συμμαχία που έμεινε στην Ιστορία με το
περίφημο όνομα ENTENTE CORDIALE («εγκάρδια συνεννόηση»). Στο συνασπισμό
προσχωρεί και η Ρωσία. Παράλληλα, η Γερμανία έχει συμπήξει τη λεγόμενη Τριπλή
Συμμαχία με την Αυστροουγγαρία και την Ιταλία. Και μόνο η δημιουργία των
συμμαχιών δείχνει τη θύελλα που πλησιάζει.
Η δεκαετία
αρχίζει με δύο σοβαρότατα γεγονότα:
α) Το ένα
είναι η Επανάσταση των Νεότουρκων (1908). Αποτέλεσμα της διείσδυσης του
ιμπεριαλισμού, φορέα του εξαρτημένου εκσυγχρονισμού, η Επανάσταση αυτή
ανατρέπει όλες τις ισορροπίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που μοιάζει
απολιθωμένη στον κόσμο της, αλλά και δημιουργεί και σοβαρά διεθνή προβλήματα:
Οι Νεότουρκοι, για να επιβιώσουν, αποφασίζουν να στηριχτούν στον πιο δυναμικό
και πιο αδύνατο ιμπεριαλισμό, το γερμανικό. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι άσχετη με
διεργασίες στα άλλα βαλκανικά κράτη, τα οποία, αφού συμμαχήσουν μεταξύ τους,
καταλύουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Ευρώπη (1912). Η νέα πραγματικότητα
δίνει νέα εναύσματα για νέες και πιο έντονες προσπάθειες παρέμβασης των
ιμπεριαλιστών και, συνεπώς, για αύξηση των ήδη μεταξύ τους τεταμένων
προστριβών.
β) Το άλλο
ήταν τα γεγονότα του Μαρόκου. Η Γαλλία έδειχνε καθαρά τη διάθεση να μετατρέψει
το Μαρόκο σε προτεκτοράτο. Η Γερμανία, της οποίας τα κεφάλαια έμπαιναν μαζικά
στο Μαρόκο, αποφάσισε να το ματαιώσει. Ηδη, στις 31 Μάρτη 1905, το Μαρόκο είχε
επισκεφθεί ο Κάιζερ Γουλιέλμος ο 2ος, ο οποίος, στον επίσημο λόγο
του, χαρακτήρισε τον σουλτάνο του Μαρόκου «ανεξάρτητο ηγεμόνα», προκαλώντας
διεθνές επεισόδιο. Καθώς κανείς δεν ήταν έτοιμος για πόλεμο, η κατάσταση βρίσκει
ένα διπλωματικό διακανονισμό. Ωστόσο, το 1911, η Γαλλία αποφασίζει να
προχωρήσει και τα στρατεύματά της εισέρχονται στο Μαρόκο. Στην 1η
Ιούλη 1911, στο λιμάνι του Αγκαντίρ, κάνει την εμφάνισή της η γερμανική
κανονιοφόρος «Πάνθηρ». Πρόκειται για σοβαρότατη διεθνή κρίση, για πολλούς για
την πραγματική ημερομηνία έναρξης του Α` Παγκόσμιου Πολέμου.
Το επεισόδιο θα
διακανονιστεί, τελικά, με τις ανταλλαγές αποικιακών εδαφών, αλλά και οι δύο
πλευρές έχουν πάρει τις αποφάσεις τους: Η Γερμανία έχει αποφασίσει ότι μόνο τα
στρατιωτικά μέσα θα έχουν αποτέλεσμα. Η Βρετανία και η Γαλλία ότι άλλες
υποχωρήσεις δεν πρόκειται να γίνουν.
Το Δεκέμβρη
του 1913, με την κρίση του Μαρόκου μόλις διακανονισμένη και με τα Βαλκάνια σε
πολύ ασταθή κατάσταση, νέα διεθνής κρίση: Στην Κωνσταντινούπολη, φθάνει ο
Γερμανός στρατηγός Οτο Λίμαν φον Ζάντερς για να αναλάβει τη διοίκηση των
Οθωμανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Επρόκειτο, στην ουσία, για ολοκλήρωση της επιβολής
του γερμανικού ελέγχου στην Αυτοκρατορία του σουλτάνου.
Η Ρωσία, η
οποία, εκτοπισμένη από την Απω Ανατολή από τους Ιάπωνες, έχει δυναμώσει τις
βλέψεις της στα Βαλκάνια, στα Στενά και τη Μεσόγειο, αντιδρά πολύ άσχημα. Το
μόνο που επιτυγχάνει είναι η συμφωνία της 16ης Γενάρη 1914, η οποία
διορίζει τον Λίμαν φον Ζάντερς στρατάρχη χωρίς δυνάμεις να διοικεί άμεσα. Ηταν
μια απλή τυπική ικανοποίηση προς τη Ρωσία, που δεν άλλαζε καθόλου την
πραγματική θέση του Γερμανού στρατηγού, ούτε τον πραγματικό έλεγχο της
Γερμανίας στις στρατιωτικές υποθέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η κατάσταση
παραμένει τεταμένη στο έπακρο. Ολοι περιμένουν ένα μοιραίο γεγονός.
Το μοιραίο
γεγονός, τελικά, συμβαίνει στις 28 Ιούνη 1914. Στο Σαράγεβο, η σερβική
συνωμοτική οργάνωση «Μαύρο Χέρι» δολοφονεί τον διάδοχο του θρόνου της
Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκο - Φερδινάνδο και τη σύζυγό του, που επισκέπτονται την
πόλη.
Εδώ, συνέβη
ένα παράξενο γεγονός. Η Αυστροουγγαρία δεν αντιδρά καθόλου και τηρεί στεγανή
και απόλυτη σιωπή. Μόλις στις 23 Ιούλη, επιδίδει στη Σερβία τελεσίγραφο με 10
όρους.
Τι είχε
συμβεί; Απλούστατα, οι ενδιάμεσες 25 ημέρες, ήταν ημέρες διαβούλευσης με τη
Γερμανία για το εάν ήλθε ή όχι η ώρα του πολέμου. Οι δύο δυνάμεις συμφώνησαν
ότι ήλθε, γιατί, αν περιμένουν και άλλο, η κατάσταση θα μεταβαλλόταν προς
όφελος της ENTENTE (Αντάτ).
Ακολουθώντας
τις συστάσεις της Ρωσίας, η Σερβία δέχεται όλους τους όρους του τελεσιγράφου,
εκτός του 5ου και του 6ου, για τους οποίους ζήτησε διεθνή
μεσολάβηση. Στις 25 Ιούλη, μισή ώρα πριν την εκπνοή του τελεσιγράφου, ο πρέσβης
της Αυστροουγγαρίας εγκαταλείπει το Βελιγράδι, δηλώνοντας ότι μόνο η πλήρης και
ανεπιφύλακτη αποδοχή των όρων του τελεσιγράφου θα γινόταν δεκτή. Στις 28 Ιούλη,
η Βιέννη κηρύσσει τον πόλεμο στο Βελιγράδι. Η Γερμανία δηλώνει ότι υποστηρίζει
την Αυστροουγγαρία.
Η Ρωσία
κηρύσσει επιστράτευση. Στις 31 Ιούλη, η Γερμανία της επιδίδει αιφνιδιαστικά
τελεσίγραφο, με το οποίο απαιτεί πλήρη αποστράτευση εντός 12 ωρών. Με τη λήξη
του τελεσιγράφου, στις 11 το πρωί της 1ης Αυγούστου 1914, η Γερμανία
κηρύσσει πόλεμο στη Ρωσία. Είναι η πρώτη πράξη διεθνοποίησης της σύγκρουσης.
Τα γερμανικά
στρατεύματα εισβάλλουν αμέσως στο Λουξεμβούργο και, όταν το Βέλγιο αρνείται να
τους δώσει άδεια διάβασης, εισβάλλουν και εκεί και το καταλαμβάνουν.
Η Γαλλία δεν
ήταν πια δυνατόν να μείνει αδιάφορη. Αλλωστε, η Γερμανία, έχοντας χάσει την ελπίδα
να σπάσει τη γαλλορωσική συμμαχία, σπεύδει να της κηρύξει τον πόλεμο στις 3
Αυγούστου. Στις 4, η Βρετανία κηρύσσει τον πόλεμο στη Γερμανία. Λίγες ημέρες
μετά, η Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία κηρύσσουν πόλεμο ενάντια στην
Αυστροουγγαρία, ενώ, στις 30 Οκτωβρίου η Ρωσία κηρύσσει πόλεμο στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία. Ακολουθούν, στις 5 Νοέμβρη, η Γαλλία και η Βρετανία. Η Ιταλία,
παρά τη συμμαχία της με τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία, δε θα μπει στον
πόλεμο το 1914. Οταν μπει (Μάης 1915), θα το κάνει στο πλευρό της ΕΝΤΕΝΤΕ.
Ο πόλεμος
γενικεύεται, γίνεται παγκόσμιος. Το 1915, αρχίζει να εξαπλώνεται και στα
Βαλκάνια. Στις 6 Απρίλη 1917, θα πάρουν μέρος, στο πλευρό της ΕΝΤΕΝΤΕ, και οι
ΗΠΑ.
Του
Θανάση ΠΑΠΑΡΗΓΑ
Θανάση ΠΑΠΑΡΗΓΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου