Πεθαίνει, 19/6/1951, ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός. Ο Α. Σικελιανός έδρασε μέσα από το ΕΑΜ Διανοουμένων-Καλλιτεχνών και για αυτή τη δράση του στη συνέχεια υπονομεύτηκε τρεις φορές στην υποψηφιότητά του για το βραβείο Νόμπελ. Διατέλεσε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Το μεγάλο δίδαγμα του
Σικελιανού
Του Τάκη ΑΔΑΜΟΥ
Για τον Αγγελο Σικελιανό και το έργο του γράφτηκαν ως τώρα
πολλά άρθρα και μελέτες και θα γραφούν ίσως ακόμα περισσότερα. Γιατί ο
Σικελιανός κατέχει, αναντίρρητα, μιαν από τις πιο ψηλές κορφές στον Ολυμπο της
νεοελληνικής ποιητικής δημιουργίας και στέκεται με το έργο και τη δράση του
αντάξιος ποιητής "του καιρού του και του γένους του", πλάι στο Σολωμό
και τον Κάλβο, τον Παλαμά και το Βάρναλη.
Σαράντα και πάνω χρόνια, από τη θριαμβευτική του είσοδο στα ελληνικά γράμματα ως τη στερνή του ώρα, ήταν μια από τις πιο μεγάλες προσωπικότητες που δέσποζαν στον πνευματικό χώρο της πατρίδας μας. Μα ούτε το έξοχο και πληθωρικό ταλέντο του, ούτε το τεράστιο σε όγκο και απαράμιλλο σε ιδιοτυπία έργο του θάφταναν στην ολοκλήρωση και θάβρισκαν τη δικαίωσή τους στη συνείδηση του λαού, χωρίς τον προοδευτικό προσανατολισμό του ποιητή στο τελευταίο διάστημα της ζωής και της δημιουργίας του.
Είναι αλήθεια πως η απέραντη αγάπη του προς την πατρίδα και το αίσθημα της αμείλιχτης ευθύνης σαν πνευματικού ηγέτη δημιούργησαν στο Σικελιανό πολύ νωρίτερα ανησυχίες και προβλήματα. Μα τη λύση τους έψαχνε να τη βρει σε κατευθύνσεις λαθεμένες. Και πλανιότανε σε χώρους εξωζωικούς, κυνηγώντας όνειρα ανέφιχτα και χίμαιρες. Ωσπου ήρθαν τα χρόνια της φασιστικής επιδρομής και της σκλαβιάς να τον προσγειώσουν οριστικά και αμετάθετα στο έδαφος της ελληνικής ιστορικής πραγματικότητας.
Στις σκληρές εκείνες συνθήκες, καθώς μπήκανε στο αμείλιχτο
καμίνι της φωτιάς και της εθνικής δοκιμασίας πρόσωπα και πράγματα, ο Σικελιανός
είδε ξαφνικά πεσμένες στο βούρκο όλες τις ψεύτικες αξίες. Χαμηλώσανε τότε
μονομιάς τα φανταχτερά αναστήματα που του θάμπωναν τον ορίζοντα κι αντίκρυσε
γεμάτος θαυμασμό και δέος το γιγάντιο ανάστημα του λαού, καθώς ορθώθηκε να
διαφεντέψει την πατρίδα, τα μεγάλα ανθρώπινα ιδανικά. Τότε για πρώτη φορά είδε
τους ανθρώπους στις πραγματικές τους διαστάσεις και τους αντίκρυσε μέσα στον
κοινωνικό τους περίγυρο. Και ξεκαθάρισε τότε μέσα του και τη δική του την
αποστολή σαν ποιητή και σαν πνευματικού ηγέτη. Στις σημειώσεις του στο
"Θάνατο του Διγενή", θα το διατυπώσει αυτό καθαρά και απερίφραστα:
"... Μες στο πνεύμα της οικονομίας της γενικής αντίστασης, που πρόσφερε
ακατάβλητα ο λαός μας στον ασίγαστον αγώνα του για την ελληνική, μαζί και για
την πανανθρώπινη ελευθερία, ένας τελευταίος φρουρός κι εγώ στην ιδιαίτερη
σκοπιά μου, επαράμεινα πιστός με τις δυνάμεις μου ή κι απάνω απ' τις δυνάμεις
μου, στο λαϊκό λειτούργημά μου σαν ποιητή".(Η υπογράμμιση δική μου.
- Τ. Α.).Το άλμα του Σικελιανού από τον κόσμο της ουτοπίας στη ζωντανή πραγματικότητα είχε συντελεστεί. Κι απ' την ώρα αυτή μοναδικός σκοπός και περιεχόμενο της τέχνης του, που ανανεώνεται και φτάνει στο αποκορύφωμά της, είναι ο άνθρωπος κι ο αγώνας του για την ευτυχία.
***
Ο Αγγελος Σικελιανός που γεννήθηκε στη Λευκάδα στις 15 Μάρτη
του 1884 έκανε την ορμητική του επέλαση στην ποιητική κονίστρα της πατρίδας μας
στα 1909 - εικοσιπέντε μόλις χρονών - με τον "Αλαφροϊσκιωτο" κι
επιβλήθηκε μονομιάς σαν ποιητής.
"Η εντύπωση απ' τον "Αλαφροϊσκιωτο", - γράφει ο κριτικός και
συνομήλικός του Μ. Αυγέρης στη μελέτη του για το Σικελιανό, - ήταν εξαιρετική.
Ανάδειξε το Σικελιανό αμέσως και τον έκαμε σχεδόν ένδοξο. Ξαφνικά παρουσιαζόταν
ένας ποιητής πλούσια προικισμένος, μ' εξαιρετική δύναμη, ένας πάνοπλος
τεχνίτης, που άνοιγε τολμηρά καινούργιους δρόμους, μια ποίηση, με τόνους
μεγαλόπρεπους και πλατιούς κυματιστούς ρυθμούς, με πρωτόφαντη αισθητική
ευφορία, ορμητική μαζί κι εκστατική. Απάνω στα ιδιότυπα αυτά χαρακτηριστικά δεν
είχε την παρόμοιά της στα ελληνικά γράμματα".Ο "Αλαφροϊσκιωτος" είναι ένας ύμνος στη φύση και στον εαυτό του. Γραμμένος - όπως σημειώνει ο ίδιος ο ποιητής - "στη Λιβυκήν Ερημο την άνοιξη του 1907", ζωντανεύει σε μεγαλειώδεις ανάγλυφους πίνακες, όλες τις εμπειρίες του από τη φύση του νησιού του. Τ' ακρογιάλια της Λευκάδας, οι ελαιώνες και τ' αμπέλια της, οι λόφοι, οι πλαγιές και τα λειβάδια της, τυλιγμένα με θρύλους πανάρχαιους, χρωματισμένα με τις εκδηλώσεις του ζωικού κόσμου της, εξιδανικεύονται με περίσσιο κάλλος και συνθέτουν έναν ύμνο υπέροχο προς την ομορφιά όλης της ελληνικής φύσης.
Ο Σικελιανός αισθάνεται τη φύση όχι απλά σαν αντικειμενική πραγματικότητα, μα σαν κάτι το αξεχώριστο από τη δική του ύπαρξη, το ζυμωμένο με τις σάρκες και το αίμα του:
Βοή του πελάου πλημμυρίζει/ τις φλέβες μου/ απάνω μου τρίζει/ σα μυλολίθαρο ο ήλιος/ γεμάτες χτυπάει τις φτερούγες ο αγέρας/ αγκομαχάει το άφαντο αξόνι./ Δε μου ακούγεται η τρίσβαθη ανάσα./ Γαληνεύει, ως στον άμμο, βαθιά μου/ και απλώνεται η θάλασσα πάσα.
(Γυρισμός - Αλαφροϊσκιωτος)
Η φυσιολατρεία του, η συνταύτισή του με τον παλμό και το
ρυθμό της φύσης ξεκινάει από τα παιδικά του χρόνια. "Στο νησί που
γεννήθηκα - γράφει ο ίδιος - οι σεισμοί είναι συχνοί. Οταν ήμουν μικρός
φοβόμουνα... Αλλά ευθύς μόλις έμαθα πως η Γης η ίδια χοροπηδούσε, η χαρά μου
δεν είχε πια όρια. Ηθελα να ορμήσω για να συγκεράσω τη χαρά μου με τη χαρά της
μάνας Γης. Δεν μπορούσαν να με συγκρατήσουν...". Και στον ανασασμό της
Γης, στον ανασασμό του κόσμου - καθώς λέει - απιθώνει ολόκληρη τη σκέψη του.
...Και λάτρεψα/ και στη λαχτάρα μου είπα:/ "Βάλε τ' αυτί στα
χώματα"./ Και φάνη μου πως η καρδιά/ της γης βαριά αντιχτύπα./ Κ' έβλεπα
απάνω απ' την κορφή/ βαθιά, την πλάση πάσα,/ τον ουρανόν ανάσαινα/ και δε μου
ακούγονταν η ανάσα.(Τα γύρα μου - Αλαφροϊσκιωτος)
Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν υπάρχει στην ποίηση του Σικελιανού τίποτ' άλλο από τη λατρεία της φύσης και του εαυτού του, που τον τοποθετεί στην κορυφή, απάνω από τη φύση, αχώρητο σ' όλη την πλάση. Τον άνθρωπο τον αντικρύζει μόνο σαν εξάρτημα της φύσης, ένα από τα είδη του ζωικού της κόσμου, μιαν από τις ομορφιές και τα στολίδια της. Ούτε και υποπτεύεται την κοινωνική του υπόσταση. Ο πόνος κι η αδικία που μαίνεται γύρα του, η σκληρή βιοπάλη, κι η ασίγαστη ταξική σύγκρουση, δε φτάνουν ως τη συνείδηση του ποιητή. Γι' αυτόν όλα στην πλάση είναι τελειωμένα, όλα πλένε σε πελάγη ευδαιμονίας! Ο γάμος του με την Εύα Πάλμερ τούδωσε την υλική δυνατότητα, και την άνεση, να ωραιοποιεί και ν' αντικρύζει τον κόσμο μέσα από έναν άκρατο λυρισμό και με μια παιδική αφέλεια εκπληκτική. Τα κάπως σκληρά και στερημένα χρόνια της εφηβείας του, που τόσο ακαθόριστο προδιέγραφαν το μέλλον, είχανε κιόλας λησμονηθεί. Μέσα του δυνάμωνε ο εγωκεντρισμός και η αλαζονεία, και φούντωναν οι αριστοκρατικές αντιλήψεις για τη ζωή. Ο νιτσεϊσμός, που μόλυνε στον καιρό του αρκετούς από τους λογοτέχνες μας, βρήκε και στο Σικελιανό πολύ πρόσφορο το έδαφος. Ο υπεράνθρωπος έγινε το ίνδαλμά του:
Ακούστε, ακούστε με! Αν ετρέμανε/ στην κούνια τα βυζασταρούδια,/ εμένα με νανούρισαν,/ των αντρειωμένων τα τραγούδια./ Εμέ, λεχώνα η μάνα μου,/ στην μπόρα τη μαρτιάτικη/ που 'χε τα ουράνια ανοίξει,/ εσκώθη και με πήρε στην αγκάλη της/ τον πρώτο κεραυνό για να μου δείξει!
...
Μάνα, φωτιά με βύζαξες/ κ' είναι η καρδιά μου αστέρι;
(Αλαφροϊσκιωτος)
Από κει ως το μεσιανισμό η απόσταση δεν είναι και μεγάλη.
Ετσι, γίνεται ο "Αλαφροϊσκιωτος", "που το βαθύ μυστήριο θε να
δράξει - και θα σαρκώσει ανάλαφρος - το τάμα που πλανιέται τρίσβαθα - κι απάνω
από την πράξη". Ο ίδιος βρίσκεται απάνω από τους ανθρώπους, ελεύθερος,
ανεξάρτητος και παντοδύναμος.
... ανάμεσα ουρανό και γης/ εστάθηκα,/ μες στον αχνό της δύναμής μου/
ελεύθερος Βωμός!(Θεογονία - Η συνείδηση της πίστης)
Αυτή η έπαρση τον συντροφεύει χρόνια και σημαδεύει τη δημιουργία του με την υπεροψία και την περιφρόνηση προς το λαό, προς τους απλούς ανθρώπους, προς τον "όχλο". Στον "Πρόλογο στη ζωή" απευθύνεται έτσι στη Μούσα του:
Για ποιους/ θα τραγουδήσουμε τον Ερωτα/ ω στα βάθη της καρδιάς μου κατεβάτη,/ ρίγος άναρχο, σφοδρό;/ Για τους ανθρώπους,/ που ως τα δέντρα που εφυτρώσανε σιμά στο δρόμο/ είν' όλοι σκονισμένοι και θαμποί/ απ' το πατημένο χώμα/ που σηκώνουνε οι άνεμοι και οι τροχοί!...
(Ερωτικός ύμνος - Η συνείδηση της γυναίκας)
Ο μεσιανισμός κι ο εγωκεντρισμός του Σικελιανού, συνυφασμένοι με την προγονοπληξία και την προγονολατρεία του, θα φτάσουν στο αποκορύφωμά τους στα κατοπινά χρόνια, όταν θα καταπιαστεί με την ουτοπία της Δελφικής Ιδέας.
Ο πολύχρονος πόλεμος της Ελλάδας που έθρεψε και φούντωσε και τα μεγαλοϊδεάτικα όνειρα του Σικελιανού, όπως και πολλών άλλων αστών διανοουμένων, θα τελειώσει με τη γνωστή εθνική συμφορά. Ο ξενοκίνητος τυχοδιωκτισμός της Μικρασίας θάχει σαν επίλογο το ξερίζωμα του εκεί ελληνισμού και το δράμα της προσφυγιάς.
Το ξύπνημα είναι και για το Σικελιανό πολύ οδυνηρό. Ενα αίσθημα ευθύνης αφυπνίζεται μέσα του και του προκαλεί ανησυχίες κι ερωτήματα. Το αιματηρό λουτρό του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου αχνίζει απάνω από την ανθρωπότητα, και η οργή ξεχειλίζει στις καρδιές των ανθρώπων. Κάτι πρέπει ν' αλλάξει πάνω στη γη. Κάποιος δρόμος πρέπει να βρεθεί που θα φέρνει σ' έναν κόσμο χωρίς πολέμους και βαρβαρότητες.
Η Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία είναι ένα γεγονός που του
κάνει εντύπωση βαθιά. "Εμάθαινε, - γράφει ο στενός του φίλος και
λογοτέχνης Φ. Γιοφύλλης, - πως εκεί είχε ταχτοποιηθεί μια νέα κοινωνία αταξική,
με ισότητα και αγάπη. Δεν μπορούσε όμως να καταλάβει λεπτομερειακά αν τούτο
έργο είχε πετύχει οριστικά. Συλλογιζόταν πως κάτι τέτοιο ήταν μεγάλη μεταβολή,
άξια μελέτης και προσοχής. Από το 1923 και μπρος φαινότανε η ανησυχία του κι η
περιέργειά του για κάτι τέτοια κοινωνικά ζητήματα, δηλαδή για πράγματα που πριν
δεν τον απασχολούσαν. Μάλιστα, για να σχηματίσει μια σωστή ιδέα της νέας αυτής
κοινωνίας, επιχείρησε τότε να πάει στη Ρωσία... Πήγε μ' αυτό το σκοπό κι ως το
Μόναχο, το Φλεβάρη του 1924".
Τελικά ο Σικελιανός δεν μπόρεσε ποτέ του να επισκεφθεί τη μεγάλη πατρίδα του σοσιαλισμού. Η επίδραση όμως πούχε απάνω του η Οχτωβριανή Επανάσταση φαίνεται καθαρά στο "Ανοιχτό υπόμνημα στη Μεγαλειότητά του", που κυκλοφόρησε το Μάρτη του 1922. Είναι ένα ουτοπικό πολιτικό - κοινωνικό μανιφέστο, που, παρ' όλες τις ιδεολογικές θολούρες και τις αφέλειες, δείχνει ωστόσο τη σκέψη του Σικελιανού για την ανάγκη μιας αλλαγής. Τότε γεννιέται μέσα του κι η Δελφική Ιδέα. Ανταποκρίνεται όχι μόνο στις ιδεολογικές του αντιλήψεις την εποχή αυτή, αλλά και στο ειρηνιστικό - το πασιφιστικό καλύτερα - ρεύμα που εμφανίζεται τα χρόνια αυτά στην αστική ελληνική λογοτεχνία. Ενα ρεύμα γόνιμο που πλούτισε τα ελληνικά γράμματα με μια σειρά αξιόλογα έργα ("Η ζωή εν τάφω" του Σ. Μυριβήλη, το "Νούμερο 31 328" του Ηλ. Βενέζη, ο "Αιχμάλωτος" του Στρ. Δούκα, "Εκείνοι που έμειναν" της Τ. Σταύρου κλπ.), που καθιέρωσαν τους συγγραφείς τους κι αποτελούν αναμφισβήτητα και σήμερα την πιο ευτυχισμένη δημιουργία τους.
Η Δελφική Ιδέα, κομμένη στα ιδεολογικά μέτρα κι αναθρεμμένη
στο ψυχολογικό κλίμα του Σικελιανού, ικανοποιεί την εγωλατρεία του και το
μεσιανισμό του. Ακόμα, σ' αυτήν διοχετεύεται, μ' άλλη μορφή, κι ο
μεγαλοϊδεατισμός του.
Ο Σικελιανός πιστεύει πως οι Δελφοί θα μπορούσαν να γίνουν ξανά ο τόπος για καινούργιες, σύγχρονες Αμφικτυονίες. Θα μπορούσαν δηλαδή να γίνουν ένα παγκόσμιο κέντρο που θα συνενώσει όλους τους λαούς γύρω από το ιδανικό της παγκόσμιας ειρήνης.
"...Η Δελφική Ιδέα", - γράφει ο Μ. Αυγέρης - ξεκινάει από την πλάνη, πως οι αρχαίες ελληνικές αξίες, αυτές μοναχές τους, θα μπορούσαν σε κάθε τόπο και καιρό ν' αποτελέσουν τη βάση της ζωής. Σχεδίαζε, λοιπόν, ο ποιητής να συγκροτήσει μια πνευματική αριστοκρατία, αντάξιά του, που να γίνει ο οδηγός του κόσμου για μια επιστροφή στις δωρικές αρετές, με πνευματικό κέντρο κι οργανωτική αρχή τους Δελφούς".
Ολες αυτές οι ιδέες διατυπώνονται καθαρά στα τραγούδια του πούχουν τον τίτλο: "Δελφικός Λόγος". Εκεί ο Σικελιανός φαντάζεται τον εαυτό του "ιερέα και προφήτη", που ανεβαίνει στον ιερό βράχο, για ν' ακουμπήσει "ΤΟΥ ΛΥΤΡΩΜΟΥ ΤΟ ΑΚΡΟΓΩΝΟ ΛΙΘΑΡΙ".
Οι αριστοκρατικές και ουτοπικές ιδέες του Σικελιανού συνταιριάζονται απόλυτα και εκφράζονται στο "Δελφικό Λόγο". "Αρχά των αρίστων" είναι το μότο του.
"Βοήθα με Γη τι εσάλεψε βαθιά μου η πρώτη τάξη/ του κόσμου η πράξη είναι καπνός, κ' η σκέψη μου είναι πράξη/.../ Βοήθα με Γη κ' Εσύ, Ουρανέ, το μέγα κόμπο λύσ' τον/ πάνω απ' τη Γην η κιβωτός να πλέξει των Αρίστων!".
Και, διαλαλώντας τη μεσιανική του αποστολή για τη σωτηρία του κόσμου, τραγουδάει με στόμφο προφητικό:
"Σκωθήτε, κι απ' το κάρωμα το λογισμό σας λούστε,/ πάλι τους έκραξα μεμιά, και τη φωνή μου ακούστε./ Τι, πια, πηδά στο πνεύμα μου ο λόγος σαν το κριάρι/ που τόχει ζώσει η άνοιξη και το ψηλό χορτάρι./ Η δύναμ' είν' η μυστική που διαπερνά τους αιώνες/ κι ως ο Σαμψών, απ' του καιρού κρατιέμαι τις κολόνες...".
Στο "Διθύραμβο του Ρόδου", την πρώτη από τις τραγωδίες του, γραμμένη στα 1925, ο Σικελιανός ξεδιπλώνει όλη τη σκέψη του και τα ουτοπικά του όνειρα για τη σωτηρία του κόσμου. Χρησιμοποιώντας αρχαία θρησκευτικά σύμβολα, πασχίζει να γίνει ο σύγχρονος μεσίας που θα λυτρώσει την ανθρωπότητα από τα δεινά, δημιουργώντας ένα καινούργιο πνευματικό υπόβαθρο.
Ο ίδιος ενσαρκώνεται στο πρόσωπο του Ορφέα και πιστεύοντας στην παντοδυναμία του λόγου του, ονειρεύεται να συγκεντρώσει γύρω του τους ανθρώπους, να σμίξει, όπως λέγει, "τους τόπους με τους τόπους", "τους λαούς με τους λαούς". Το Ρόδο, που διαλέγει από τα ορφικά σύμβολα, είναι το άνθος "που σμίγει σ' ένα ψυχή και σώμα - αίμα και πνεύμα - έχθρα κι αγάπη - ζωή και θάνατο - αιώνες με αιώνες".
Ο "Διθύραμβος του Ρόδου" είναι ένας δραματικός διάλογος ανάμεσα στον Ορφέα ποιητή και τους μαθητές του. Μαζί με τα κηρύγματα αγάπης συνυπάρχει και η ανάγκη της πάλης για τη λύτρωση των ανθρώπων από τα δεινά.
... Και πίσω απ' την ορμή μας ακλουθούσαν πλήθη/ που εσπάζανε με μια τις αλυσσίδες/ που οι τύραννοι παντού τους είχαν βάλει,/ στην ψυχή και στα πόδια και στα χέρια,/ και τώρα με της Λύρας Σου το Νόμο/ χορευτικά αρχινούσαν να σαλεύουν/ με το ρυθμό... Και σούφερναν μπροστά Σου/ με τα χέρια δετά τους βασιλιάδες/ κι Εσύ, τα χέρια λύνοντάς τους, μ' ένα/ χαμόγελο τους έλεγες: "Σηκώστε/ στον ουρανό τα μάτια και κοιτάχτε/ κάθε αστέρι φωτάει κι από 'ναν κόσμο./ Να ο κόσμος για κατάχτηση!" Κι εκείνοι,/ μικροί στη Νύχτα εμπρός και στο δικό Σου/ το λόγο, ζαλισμένοι από την άπλα/ της λευτεριάς Σου, εσκύβαν το κεφάλι...
Ο Σικελιανός δεν περιορίζεται μόνο στα τραγούδια του για την
πραγματοποίηση της ιδέας του. Αφιερώνει σ' αυτήν όλη του τη δραστηριότητα.
Γράφει γράμματα προς όλες τις κατευθύνσεις, και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Προσπαθεί να συγκινήσει τους αρμόδιους. Διαθέτει χρήματα. Με τη βοήθεια της
γυναίκας του, των φίλων του και μερικών επισήμων, οργανώνει το 1927 και το 1930
τις Δελφικές Γιορτές. Σ' αυτές παίρνουν μέρος ντόπιοι και ξένοι διανοούμενοι,
αντιπρόσωποι πνευματικών οργανώσεων κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Δελφικές
Γιορτές εγκαινιάζονται με την τραγωδία του Αισχύλου "Προμηθέας
Δεσμώτης", όπου προφητεύει πως θάρθει γρήγορα μια νέα εποχή που θα
εξαφανιστεί η Βία, γιατί θάρθει κάποιος που θα βρεί "καλύτερη φλόγα από
τον κεραυνό". Τις δεύτερες Δελφικές Γιορτές προσπαθεί να τις συνδυάσει και
με μια διεθνή έκθεση καλλιτεχνικών έργων. Σ' ένα γράμμα του προς το διευθυντή
του περιοδικού "Πρωτοπορία" Φ. Γιοφύλλη, που δημοσιεύτηκε στο
περιοδικό αυτό το Φλεβάρη του 1929, ο Σικελιανός διατυπώνει καθαρά το νόημα και
το σκοπό της Δελφικής Ιδέας.
"... Με ρωτάς ποια σχέση μπορεί να έχει η Δελφική προσπάθεια με τη διεθνή ζωγραφική, γλυπτική και αρχιτεκτονική έκθεση των πρωτοπόρων σύγχρονων καλλιτεχνών, που ανάγγειλα από κάμποσο καιρό πως οργανώνεται να γίνει στους Δελφούς. Πιστεύω πως το γεγονός της τοποθέτησης απ' την αρχή της προσπάθειάς μου, στο συμβολικό και ιστορικό εκείνο επίπεδο, που από καταβολής των αιώνων αντιπροσωπεύει και για την Ελλάδα και για ολόκληρο τον κόσμο, όχι το στίβο μιας δογματικής κοινωνικοπνευματικής συγκέντρωσης, αλλά το στίβο μιας συνάντησης ρευμάτων παγκόσμιων και των φαινομενικά εχθρικότερων ανάμεσά τους γύρω από μια καθολικά ανθρώπινη Εναρμονικήν Αρχή, εξηγεί αρκετά το πώς νομίζω, πως και σήμερα που προσπαθώ την ανασύσταση ενός τέτοιου κέντρου, η συνάντηση εκτός άλλων και των καλλιτεχνικών αναζητήσεων του καιρού μας μες στο επίπεδον αυτό, θα εξυπηρέτη γενικά τη διευκρίνιση των θετικών τους τάσεων κι' αποδόσεων, που η εποχή μας αξιοί, ως απ' όλα τα συνθετικά δημιουργικά προβλήματα, κι από την τέχνη, ετούτη τη στιγμή.
Αν ο χώρος τώρα, οπού πρόκειται να χρησιμέψει για τη γόνιμην αυτή συνάντηση είναι, ό,τι λέμε και ό,τι πρέπει να εννοούμε λέγοντας "Ελληνικός" στη βάση του και στην αποστολή του, αυτό είναι γεγονός οπού ξεφεύγει από την ανθρώπινη δικαιοδοσία μου (γιατί, όπως λέει ο ποιητής, τον τόπο που γεννιώμαστε δεν το διαλέμε εμείς, αλλά οι θεοί για μας), αλλά και γεγονός που η θετική ρυθμιστική του αξία στέκει από μονάχη της σε βάση κεντρική και ακλόνητη μέσα σ' ακέρια την πνευματική και καλλιτεχνική ιστορία του κόσμου και που ως τέτοια τήνε δέχονται και την κηρύττουν πρώτοι, αυτοί οι ίδιοι πρωτοπόροι καλλιτέχνες του καιρού μας, με παράποτε ομόφωνη συνείδηση, εκτίμηση και ενθουσιασμό...".
Η έκθεση δεν πραγματοποιήθηκε, γιατί σκόνταψε σε
δυσκολίες... Ο Σικελιανός όμως δεν έχασε την ευκαιρία να καλέσει στις 12
Οκτώβρη του 1930 στους Δελφούς τα μέλη της Βαλκανικής Συνδιάσκεψης, πούχε γίνει
την προηγούμενη βδομάδα στην Αθήνα. Αλβανοί, Βούλγαροι, Γιουγκοσλάβοι, Ελληνες,
Ρουμάνοι και Τούρκοι αντιπρόσωποι της Συνδιάσκεψης ακούνε το Σικελιανό να τους
μιλεί με πάθος για την ανάγκη της πανανθρώπινης φιλίας και της αγάπης ανάμεσα
στους λαούς.
Στην εφημερίδα "Εθνος" της 13 Οχτώβρη του 1930 δημοσιεύεται μια περιγραφή της συνάντησης των αντιπροσώπων της Βαλκανικής Συνδιάσκεψης με το Σικελιανό στους Δελφούς:
"Οι ξένοι μας, - γράφει η εφημερίδα - δεν εύρισκαν χτες εις τους Δελφούς λέξεις διά να εκφράσουν την επίδρασιν της γοητείας του ιερατικού τοπίου εις τας ψυχάς των. Οπως συμβαίνει πάντοτε, το τοπίον τούς ομίλησε, τούς έπεισεν, επεβλήθη. Η γοητεία συνεπληρώθη όταν την ώρα του προγεύματος, εις το ύπαιθρον, κάτω από τον αιωνόβιον πλάτανον, αντικρύ εις την Κασταλίαν, ωμίλησεν εις τους συνέδρους της Βαλκανικής Διασκέψεως ο Αγγελος Σικελιανός. Τους ωμίλησε διά τη Δελφικήν Ιδέαν, διά τη Μητέρα Γην, διά την προσέγγισιν των Λαών. Τους τα είπε με την ψυχήν και με την καρδιά του. Ο Αγγελος Σικελιανός κατώρθωσε να ζωντανεύση ακόμη μία φοράν το πνεύμα των Δελφών - πνεύμα ειρήνης και αγάπης - και να το εμφυσήση εις όλους τους ακροατάς του.
Οι Τούρκοι και οι Βούλγαροι ήσαν οι περισσότερον από όλους συγκεκινημένοι. Ο Αβδουλλά Σουπχή Βέης δεν έπαυσε να χειροκροτεί και να φωνάζει: "Εύγε, εύγε, Σικελιανέ". Ο Βούλγαρος κ. Δανιήλοφ απήντησεν εις τον ποιητήν αυθόρμητα, ευγενικά. Ευρήκε να πη λόγια αληθινά αντάξια του περιβάλλοντος".
Οι Δελφικές Γιορτές και η συνάντηση με τους αντιπροσώπους της Βαλκανικής Συνδιάσκεψης ενθουσιάζουν το Σικελιανό. Πιστεύει, όπως γράφει σε γράμμα του, πως "... η Δελφική Ιδέα εισχωρεί ασυναίσθητα σ' όλα τα στρώματα και πως ασυναίσθητα ακόμα κράζει και τις πολιτικές φωτεινές πράξεις, υπό την προστασία της προς τη Σύνθεση...".
ΆγγελοςΣικελιανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου