Πεθαίνει, 15/6/1994, ο μουσικοσυνθέτης Μάνος
Χατζιδάκις.
Ο Μάνος Χατζιδάκις, δημιουργός που έβαλε τη σφραγίδα του στον πολιτισμό μας, υπήρξε πάνω απ' όλα κορυφαίος αναμορφωτής του ελληνικού τραγουδιού, δρομολογώντας το σε νέους μουσικούς ορίζοντες. «Το τραγούδι», έλεγε, «δεν είναι σύνθημα ή πράξη εκτονώσεως. Ούτε μαστίχα για το στόμα αθλητικών εφήβων ή συντροφιά νυχτερινή για οδηγούς ταξί και φορτηγών. Είναι μια μαγική στιγμή κι εγώ ένας πανηγυριώτης μάγος εκπρόσωπός σας -αφού γεννήθηκα τον ίδιο καιρό με σας και μες στον ίδιο χώρο- που θα φωτίσω τις κρυφές αθέατες γωνιές σας, θα σας εκπλήξω, θα σας γεμίσω ερωτήματα και μελωδίες που ίσως γεννούν δικές σας και θα μεταφερθούν στο σπίτι σας, έτσι που να κοπεί ο ύπνος σας και να χαθεί για πάντα -αν είναι δυνατόν- ο εφησυχασμός σας...».
Ο ίδιος έλεγε, πως «η τέχνη του τραγουδιού αποτελεί κοινωνικό λειτούργημα... Η τέχνη υπάρχει, διότι ανατέμνει τη λειτουργία του ανθρώπου. Του κινητοποιεί τις ευαισθησίες του. Τις αληθινές του ευαισθησίες. Οχι τις επικαιρικές. Η τέχνη συμπληρώνει τον άνθρωπο, τον βοηθά να αισθανθεί, έστω και για λίγο, προς τα πού πρέπει να τείνει. Η μεγάλη τέχνη εννοώ». Και πίστευε «στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων και όχι σ' αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθείσες συνήθειές μας».
Πνεύμα ανήσυχο, που αντιτάχθηκε στους κρατούντες, στην όποια κολακεία και αναρρίχηση, ο Μάνος Χατζιδάκις αντιπαρατέθηκε σ' όλη τη ζωή του στην εμπορευματοποίηση και στον εκχυδαϊσμό της τέχνης. «Αδιαφορώ για τη δόξα. Με φυλακίζει μες στα πλαίσια που καθορίζει εκείνη και όχι εγώ», έλεγε. Ο μεγάλος δημιουργός υπήρξε εχθρός της σοβαροφάνειας και των παγιωμένων αντιλήψεων, λάτρης της «νεότητας» και της συνεχούς αμφισβήτησης: «Περιφρονώ αυτούς που δε στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα "επωνύμους" πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομηλίκους, τη σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία, καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα», σημείωνε.
Για τον μεγάλο αναμορφωτή του ελληνικού τραγουδιού, όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή του στο «Ρ» (27/5/90), «λαϊκό είναι ό,τι ασχολείται με τον άνθρωπο και προέρχεται από τον άνθρωπο». Κι ο ίδιος δεν δίστασε σε μια δύσκολη εποχή ν ' αναδείξει το ρεμπέτικο τραγούδι και τους δημιουργούς του, τον πλούτο της ζωής και δημιουργίας του λαού.
Με την παρουσία και την προσφορά του ο Μάνος Χατζιδάκις σημάδεψε καθοριστικά τον πολιτιστικό βίο της Ελλάδας. Το σπάνιας ομορφιάς, ποιότητας και αξίας έργο του, βασισμένο στον πλούτο των πηγών της λαϊκής ευαισθησίας, έδωσε μια ξεχωριστή διάσταση στη σύγχρονη μουσική δημιουργία.
Σε αυτό το πολυεπίπεδο έργο μεγάλο μέρος κατέχει το τραγούδι, στο οποίο η προσφορά του συνθέτη είναι ανεκτίμητη και ανεπανάληπτη. Ο μελωδός της ελληνικής ψυχής, άσκησε μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη του τραγουδιού στη χώρα μας, επηρεάζοντας βαθύτατα πάρα πολλούς συνθέτες και τραγουδοποιούς, που ακολούθησαν.
Η μοναδική ικανότητα του Μάνου Χατζιδάκι στη μελωδική έμπνευση, ήταν ίσως το μυστικό της τέχνης του, που μας χάρισε τραγούδια με χρώμα, φως, ψυχή. Τραγούδια διαχρονικά και κλασικά που σημάδεψαν γενιές κι έχουν νικήσει το χρόνο. Εξάλλου, όπως ο ίδιος έλεγε «τα καλά τραγούδια δε λησμονιούνται. Μάλιστα, μερικές φορές αποκαλύπτονται ολοκαίνουρια σαν βρεθεί μια μαγική φωνή να τα ξαναγεννήσει, τραγουδώντας τα».
Ανάμεσα στους αξεπέραστους κύκλους έργων του είναι οι: «Οδός Ονείρων», «Δεκαπέντε εσπερινοί», «Χαμόγελο της Τζοκόντα», «Μυθολογία», «Καπετάν Μιχάλης», «Αντικατοπτρισμοί», «Μεγάλος Ερωτικός», «Αθανασία», «Σκοτεινή μητέρα», «Η εποχή της Μελισσάνθης», «Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς», «Αμοργός», κ.ά. Εκτός από τα πολλά, υπέροχα τραγούδια που μας δώρισε ασχολήθηκε παράλληλα με τον κινηματογράφο, συνθέτοντας μουσική για 80 ελληνικές και ξένες ταινίες.
Προσωπικότητα πολύπλευρη και πολυδιάστατη, δημοσίευσε τα βιβλία με ποιήματα και σχόλια: «Μυθολογία», «Μυθολογία Δεύτερη», «Τα σχόλια του Τρίτου» και «Ο Καθρέπτης και το Μαχαίρι». Ιδρυσε και διηύθυνε την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-'67), το καφεθέατρο «Πολύτροπο», τις Μουσικές Γιορτές στα Ανώγεια Κρήτης και τους Μουσικούς Αγώνες στην Κέρκυρα, ενώ την περίοδο 1975-'81 διηύθυνε το Τρίτο Πρόγραμμα. «Παιδιά» του, επίσης, είναι η δισκογραφική εταιρεία «Σείριος» και η «Ορχήστρα των Χρωμάτων», δύο ακόμη ενσαρκώσεις της αντίληψής του για την πορεία των μουσικών μας πραγμάτων. Δυστυχώς, το πνευματικό «παιδί» του, η Ορχήστρα των Χρωμάτων, μετά από μια πορεία χρόνιας εγκατάλειψης και απαξίωσης από τις εναλλασσόμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, βούλιαξε στο ...σκοτάδι μιας ανάλγητης πολιτικής.
«Οποιος δε φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά». (Από «Τα Σχόλια του Τρίτου», 30/7/1978).
Το «τέρας», ο εθισμός μιας κοινωνίας στη φρίκη και στο φόβο, ο νεοναζισμός, ο φασισμός κι ο ρατσισμός ήταν φαινόμενα που έμπαιναν στο στόχαστρο του μεγάλου δημιουργού.
Λίγους μήνες πριν το τελευταίο του «ταξίδι», στις 22 Φεβρουαρίου 1993, ο Μάνος Χατζιδάκις διηύθυνε για τελευταία φορά την Ορχήστρα των Χρωμάτων, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε μια συναυλία - διαμαρτυρία εναντίον του φαινομένου του νεοναζισμού, που είχε αρχίσει να εξαπλώνεται και πάλι στην Ευρώπη, με έργα Κουρτ Βάιλ, Φρανς Λιστ και Μπέλα Μπάρτοκ. Στο έντυπο πρόγραμμα της συναυλίας με τον υπότιτλο «Οι βρικόλακες επιστρέφουν» κατέθετε και τις δικές του «σκέψεις και παρατηρήσεις για το αναζωογονημένο φαινόμενο του Νεοναζισμού». Σκέψεις πολύτιμες, σε μια εποχή που το ναζιστικό μόρφωμα της «Χρυσής Αυγής», αναδεικνύεται σε στήριγμα και μηχανισμό ενός συστήματος, που δε χρησιμοποιεί μόνο το καρότο, αλλά και το μαστίγιο.
Μεταξύ άλλων σημείωνε ο Μάνος Χατζιδάκις: «Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δύο μορφές. 'Η προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα, που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους, ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερος ο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού κι ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.
Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα ΜΜΕ ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία των ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία με τεράστια και αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέροντα. Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός, η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακριά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από την συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας.
Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας - που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ωσπου να βρεθεί ο κατάλληλος "αρχηγός" που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν' αντιδράσουμε».
ΜάνοςΧατζιδάκις
Γεννήθηκε
στην Ξάνθη, στις 23/10/1925, και
ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκη από τον Μύρθιο Αγίου Βασιλείου
Ρεθύμνου και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Αδριανούπολη.
Υπήρξε
δημιουργός ασυμβίβαστος και πρωτοπόρος, που συνέδεσε τη λόγια με τη λαϊκή
μουσική, δημιουργώντας έτσι ένα «νέο» ήχο, ένα
«νέο» τραγούδι που έχει τις ρίζες του τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση.
«νέο» τραγούδι που έχει τις ρίζες του τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση.
Ο Μάνος
Χατζιδάκις, με την υψηλή αισθητική και την προσωπική ευαισθησία του, την οξεία
κριτική ματιά του, την αγάπη του για το λαό και με την απόφασή του να μη
συμβιβαστεί με την εξουσία και τις απαιτήσεις της, μπόρεσε να αποτυπώσει με
κριτικό ρεαλιστικό τρόπο την ελληνική κοινωνία, καταθέτοντας ένα έργο σπουδαίο,
πολύτιμο, μοναδικό. Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται δεκαοκτώ χρόνια από εκείνο
το απόγευμα της 15ης Ιουνίου του 1994, που «άρχισε το ταξίδι του προς τα
άστρα». Η απουσία του πικρή. Η «παρουσία» του πάντα φωτεινή. Ο Μάνος Χατζιδάκις
είναι εδώ, θα είναι πάντα εδώ όσο υπάρχουν άνθρωποι που τραγουδούν τα τραγούδια
του, που διψούν για ομορφιά, που αντιστέκονται, ελπίζουν και αγωνίζονται για
μια ανθρώπινη κοινωνία.
Ο Μάνος Χατζιδάκις, δημιουργός που έβαλε τη σφραγίδα του στον πολιτισμό μας, υπήρξε πάνω απ' όλα κορυφαίος αναμορφωτής του ελληνικού τραγουδιού, δρομολογώντας το σε νέους μουσικούς ορίζοντες. «Το τραγούδι», έλεγε, «δεν είναι σύνθημα ή πράξη εκτονώσεως. Ούτε μαστίχα για το στόμα αθλητικών εφήβων ή συντροφιά νυχτερινή για οδηγούς ταξί και φορτηγών. Είναι μια μαγική στιγμή κι εγώ ένας πανηγυριώτης μάγος εκπρόσωπός σας -αφού γεννήθηκα τον ίδιο καιρό με σας και μες στον ίδιο χώρο- που θα φωτίσω τις κρυφές αθέατες γωνιές σας, θα σας εκπλήξω, θα σας γεμίσω ερωτήματα και μελωδίες που ίσως γεννούν δικές σας και θα μεταφερθούν στο σπίτι σας, έτσι που να κοπεί ο ύπνος σας και να χαθεί για πάντα -αν είναι δυνατόν- ο εφησυχασμός σας...».
Ο ίδιος έλεγε, πως «η τέχνη του τραγουδιού αποτελεί κοινωνικό λειτούργημα... Η τέχνη υπάρχει, διότι ανατέμνει τη λειτουργία του ανθρώπου. Του κινητοποιεί τις ευαισθησίες του. Τις αληθινές του ευαισθησίες. Οχι τις επικαιρικές. Η τέχνη συμπληρώνει τον άνθρωπο, τον βοηθά να αισθανθεί, έστω και για λίγο, προς τα πού πρέπει να τείνει. Η μεγάλη τέχνη εννοώ». Και πίστευε «στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων και όχι σ' αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθείσες συνήθειές μας».
Πρωτοπόρος και ασυμβίβαστος
Πνεύμα ανήσυχο, που αντιτάχθηκε στους κρατούντες, στην όποια κολακεία και αναρρίχηση, ο Μάνος Χατζιδάκις αντιπαρατέθηκε σ' όλη τη ζωή του στην εμπορευματοποίηση και στον εκχυδαϊσμό της τέχνης. «Αδιαφορώ για τη δόξα. Με φυλακίζει μες στα πλαίσια που καθορίζει εκείνη και όχι εγώ», έλεγε. Ο μεγάλος δημιουργός υπήρξε εχθρός της σοβαροφάνειας και των παγιωμένων αντιλήψεων, λάτρης της «νεότητας» και της συνεχούς αμφισβήτησης: «Περιφρονώ αυτούς που δε στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα "επωνύμους" πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομηλίκους, τη σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία, καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα», σημείωνε.
Για τον μεγάλο αναμορφωτή του ελληνικού τραγουδιού, όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή του στο «Ρ» (27/5/90), «λαϊκό είναι ό,τι ασχολείται με τον άνθρωπο και προέρχεται από τον άνθρωπο». Κι ο ίδιος δεν δίστασε σε μια δύσκολη εποχή ν ' αναδείξει το ρεμπέτικο τραγούδι και τους δημιουργούς του, τον πλούτο της ζωής και δημιουργίας του λαού.
Με την παρουσία και την προσφορά του ο Μάνος Χατζιδάκις σημάδεψε καθοριστικά τον πολιτιστικό βίο της Ελλάδας. Το σπάνιας ομορφιάς, ποιότητας και αξίας έργο του, βασισμένο στον πλούτο των πηγών της λαϊκής ευαισθησίας, έδωσε μια ξεχωριστή διάσταση στη σύγχρονη μουσική δημιουργία.
Σε αυτό το πολυεπίπεδο έργο μεγάλο μέρος κατέχει το τραγούδι, στο οποίο η προσφορά του συνθέτη είναι ανεκτίμητη και ανεπανάληπτη. Ο μελωδός της ελληνικής ψυχής, άσκησε μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη του τραγουδιού στη χώρα μας, επηρεάζοντας βαθύτατα πάρα πολλούς συνθέτες και τραγουδοποιούς, που ακολούθησαν.
Η μοναδική ικανότητα του Μάνου Χατζιδάκι στη μελωδική έμπνευση, ήταν ίσως το μυστικό της τέχνης του, που μας χάρισε τραγούδια με χρώμα, φως, ψυχή. Τραγούδια διαχρονικά και κλασικά που σημάδεψαν γενιές κι έχουν νικήσει το χρόνο. Εξάλλου, όπως ο ίδιος έλεγε «τα καλά τραγούδια δε λησμονιούνται. Μάλιστα, μερικές φορές αποκαλύπτονται ολοκαίνουρια σαν βρεθεί μια μαγική φωνή να τα ξαναγεννήσει, τραγουδώντας τα».
Ανάμεσα στους αξεπέραστους κύκλους έργων του είναι οι: «Οδός Ονείρων», «Δεκαπέντε εσπερινοί», «Χαμόγελο της Τζοκόντα», «Μυθολογία», «Καπετάν Μιχάλης», «Αντικατοπτρισμοί», «Μεγάλος Ερωτικός», «Αθανασία», «Σκοτεινή μητέρα», «Η εποχή της Μελισσάνθης», «Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς», «Αμοργός», κ.ά. Εκτός από τα πολλά, υπέροχα τραγούδια που μας δώρισε ασχολήθηκε παράλληλα με τον κινηματογράφο, συνθέτοντας μουσική για 80 ελληνικές και ξένες ταινίες.
Προσωπικότητα πολύπλευρη και πολυδιάστατη, δημοσίευσε τα βιβλία με ποιήματα και σχόλια: «Μυθολογία», «Μυθολογία Δεύτερη», «Τα σχόλια του Τρίτου» και «Ο Καθρέπτης και το Μαχαίρι». Ιδρυσε και διηύθυνε την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-'67), το καφεθέατρο «Πολύτροπο», τις Μουσικές Γιορτές στα Ανώγεια Κρήτης και τους Μουσικούς Αγώνες στην Κέρκυρα, ενώ την περίοδο 1975-'81 διηύθυνε το Τρίτο Πρόγραμμα. «Παιδιά» του, επίσης, είναι η δισκογραφική εταιρεία «Σείριος» και η «Ορχήστρα των Χρωμάτων», δύο ακόμη ενσαρκώσεις της αντίληψής του για την πορεία των μουσικών μας πραγμάτων. Δυστυχώς, το πνευματικό «παιδί» του, η Ορχήστρα των Χρωμάτων, μετά από μια πορεία χρόνιας εγκατάλειψης και απαξίωσης από τις εναλλασσόμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, βούλιαξε στο ...σκοτάδι μιας ανάλγητης πολιτικής.
«Οι βρικόλακες επιστρέφουν...»
«Οποιος δε φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά». (Από «Τα Σχόλια του Τρίτου», 30/7/1978).
Το «τέρας», ο εθισμός μιας κοινωνίας στη φρίκη και στο φόβο, ο νεοναζισμός, ο φασισμός κι ο ρατσισμός ήταν φαινόμενα που έμπαιναν στο στόχαστρο του μεγάλου δημιουργού.
Λίγους μήνες πριν το τελευταίο του «ταξίδι», στις 22 Φεβρουαρίου 1993, ο Μάνος Χατζιδάκις διηύθυνε για τελευταία φορά την Ορχήστρα των Χρωμάτων, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε μια συναυλία - διαμαρτυρία εναντίον του φαινομένου του νεοναζισμού, που είχε αρχίσει να εξαπλώνεται και πάλι στην Ευρώπη, με έργα Κουρτ Βάιλ, Φρανς Λιστ και Μπέλα Μπάρτοκ. Στο έντυπο πρόγραμμα της συναυλίας με τον υπότιτλο «Οι βρικόλακες επιστρέφουν» κατέθετε και τις δικές του «σκέψεις και παρατηρήσεις για το αναζωογονημένο φαινόμενο του Νεοναζισμού». Σκέψεις πολύτιμες, σε μια εποχή που το ναζιστικό μόρφωμα της «Χρυσής Αυγής», αναδεικνύεται σε στήριγμα και μηχανισμό ενός συστήματος, που δε χρησιμοποιεί μόνο το καρότο, αλλά και το μαστίγιο.
Μεταξύ άλλων σημείωνε ο Μάνος Χατζιδάκις: «Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δύο μορφές. 'Η προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα, που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους, ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερος ο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού κι ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.
Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα ΜΜΕ ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία των ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία με τεράστια και αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέροντα. Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός, η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακριά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από την συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας.
Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας - που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ωσπου να βρεθεί ο κατάλληλος "αρχηγός" που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν' αντιδράσουμε».
ΜάνοςΧατζιδάκις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου